Κυριακή 3 Οκτωβρίου 1999
Οι δυο κόσμοι: Του Θεού και του διαβόλου. Ποια η στάση μας
155 δ
Κυρ. Ε’ Λουκά 1999
«..Και παρεκάλουν τον Ιησούν ινα επιτρέψει αυτοίς εις εκείνους εισελθείν».
Δηλαδή, παρακαλούσαν τα δαιμόνια τον Χριστό να τους επιτρέψει να μπούνε στους χοίρους.
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή αδελφοί μου, αναφέρεται στο πώς θεραπεύτηκε ο δαιμονισμένος και στο πού κατέληξε η λεγεώνα των δαιμόνων. Διακρίσεις και προτιμήσεις και προσωποληψίες στο Ευαγγέλιο δεν υπάρχουν. Μια και μόνο διάκρισις υπάρχει και θα υπάρχει πάντοτε. Και ρωτάτε ποια είναι αυτή; Η διάκρισις δυο κόσμων. Ο κόσμος του Θεού και ο κόσμος του διαβόλου. Δυο κόσμοι που δεν μπορούν ποτέ να συνυπάρξουν, όπως δεν μπορεί να συνυπάρξει το φως με το σκοτάδι, η αλήθεια με το ψέμα, η αρετή με την αμαρτία. Ο Θεός είναι τρόπος και στάση ζωής, είναι η απόλυτος ευτυχία και μακαριότητα, είναι ο Παράδεισος. Ενώ ο διάβολος είναι η καταστροφή, είναι η δυστυχία, η κόλασις από τούτη τη ζωή.
Αυτούς τους δύο κόσμους τους είδαμε σήμερα στο ευαγγελικόν ανάγνωσμα. Από το ένα μέρος ο Χριστός που ήρθε να μας ελευθερώσει από την τυραννία του κακού και της αμαρτίας και από το άλλο μέρος ο διάβολος που βασανίζει τον άνθρωπο και τον σπρώχνει διαμέσου της αμαρτίας στην αιώνια καταστροφή. Τα δαιμόνια είναι πολλά. Πάρα πολλά. Στρατιές αμέτρητες, λεγεώνα ολόκληρη σε έναν και μόνο άνθρωπο! Για σκεφτείτε πόσα εκατομμύρια πρέπει να είναι σε ολόκληρη την ανθρωπότητα; Για αυτό και την κυριαρχούν! Άλλωστε και ο ίδιος ο Κύριος χαρακτηρίζει τον διάβολο σαν κοσμοκράτορα και άρχοντα του σκότους του αιώνος τούτου. Δηλαδή, της παρούσης ζωής. Είναι βέβαια κοσμοκράτορας αλλά όχι και παντοκράτορας, γιατί παντοκράτορας είναι μόνο Κύριος ο Θεός.
Δυνατός ο διάβολος…ναι. Αλλά παντοδύναμος ο Χριστός. Έτσι, η δύναμις του διαβόλου και της κακίας του μπροστά στο Χριστό και στο Ευαγγέλιό Του, μπροστά στην Εκκλησία Του και στα πανάγια μυστήριά της, κατέστη αδυναμία. Αυτό μας το βεβαιώνουν και οι κραυγές που έβγαλαν τα δαιμόνια μέσα απ’ τον δαιμονισμένο όταν συνάντησαν το Χριστό, φωνάζοντες και λέγοντες «τι ημίν και συ Ιησού Υιέ του Θεού ήρθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς;».
Το διάβολο χριστιανοί μου, ούτε να τον υποτιμάμε, γιατί είναι δόλιος και πανούργος και μπορεί να μας ρίξει από πολλές μεριές στην αμαρτία, αλλά ούτε πάλι να τον υπερτιμάμε και να τρέμουμε από τον φόβο μας, χάνοντας έτσι την πίστη μας. Γιατί όποιος μέσα στην καρδιά του έχει τον Χριστό και κάνει υπακοή στο πανάγιο θέλημά Του, δεν φοβάται τον αντίχριστο. Κανέναν αντίχριστο και κανέναν διάβολο δε φοβάται.
Ναι αδελφοί μου, όποιος είναι δεμένος με τα δυο σωστικά μυστήρια της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας, της συντετριμμένης δηλαδή μετανοίας και θείας λατρείας, αυτός δε φοβάται σατανικά δεσίματα με μαγείες και στοιχειά. Δεν τον αγγίζουν, δεν μπορούν να τον πειράξουν.
Δυνατός με αδυναμία ο διάβολος αλλά παντοδύναμος Χριστός ο Θεός. Το βεβαιώνει και η άδεια που ζήτησαν τα δαιμόνια από τον Θεάνθρωπο Κύριό μας Ιησού Χριστό «επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλη των χοίρων». Τίποτα δε γίνεται σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο και στη ζωή μας ασφαλώς, αν δε δώσει ο Θεός τη συγκατάθεσή Του.
Ναι αδελφοί μου, τίποτα δε γίνεται σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο ακόμα και στα τρομακτικά φυσικά φαινόμενα όπως είναι οι σεισμοί, οι πλημμύρες, οι εκρήξεις των ηφαιστείων, οι τυφώνες που σαρώνουν τα πάντα στο πέρασμά τους, οι φοβερές επιδημίες, η πείνα που απλώνεται στον τρίτο κόσμο, οι βιβλικές καταστροφές, τα τόσα πολλά και τρομακτικά τροχαία δυστυχήματα στην πατρίδα μας και τόσα άλλα. Τίποτα από όλα αυτά, επαναλαμβάνω, δε γίνεται αν δεν το επιτρέψει ή δεν το παραχωρήσει Κύριος ο Θεός.
Τα δαιμόνια ζητάνε την άδεια για να βγούνε από τον άνθρωπο. Ζητάνε την άδεια για να μπούνε στα γουρούνια.
Και ιδού χριστιανοί μου μια τραγική ειρωνεία. Οι περισσότεροι των χριστιανών που λένε ότι πιστεύουν στο Χριστό και στο Ευαγγέλιό Του, ανοίγουν διάπλατες τις πόρτες για να περάσουν μέσα στις καρδιές τους, στα παιδιά τους και στο σύντροφό τους, να περάσουν μέσα στο σπίτι τους, στο σαλόνι και στην κρεβατοκάμαρά τους πλήθος από δαιμόνια.
Διότι όταν ανεξέλεγκτα κάθονται μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεων και βλέπουν κάθε σάπιο και βρωμερό, τότε είναι σα να προσκαλούν το διάβολο να περάσει και να θρονιαστεί μέσα στις καρδιές τους. Είναι σαν να του λένε «ελάτε, περάστε, καθίστε κύριε διάβολε, είμαστε ολόκληροι δικοί σου. Κάντε μας ό,τι θέλετε».
Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο. Κάθε φορά που ικανοποιούμε τα πάθη και τις αδυναμίες μας, στο διάβολο γινόμαστε σκλάβοι, δούλοι και υπηρέτες. Μην ψάχνετε αδελφοί μου να βρείτε κάποιον αντίχριστο κρυμμένο πίσω από αόρατες μαύρες λωρίδες ή ορατούς αριθμούς. Τον έχουμε τον αντίχριστο με την τηλεόραση μέσα στα σπίτια μας. Κι όταν χωρίς έλεγχο την ανοίγουμε, τότε κάνει βαθιά τα χαράγματά του μέσα μας. Στις καρδιές μας, στο μυαλό μας, στα μάτια μας, στο μέτωπό μας.
Μα καλά θα μου πείτε, υπάρχουν όντως όργανα του διαβόλου; Δεν υπάρχουν όμως και οι λεγόμενοι καλοί χριστιανοί; Φαίνεται λοιπόν, πως και στη χώρα των Γαδαρηνών υπήρχαν τόσοι άνθρωποι που δεν ήσαν δαιμονισμένοι. Κι όμως με τις πράξεις τους αποδείχθηκαν χειρότεροι από τον δαιμονισμένο. Εκείνος ο δυστυχής ήταν άβουλο νούμερο του σατανά. Όλοι όμως οι κάτοικοι των Γαδαρηνών ήσαν συνειδητά όργανα του διαβόλου, διότι έδιωξαν τον Χριστό απ’ το χωριό τους. Δεν τον θέλουν το Σωτήρα Χριστό γιατί τους έθιξε τα συμφέροντά τους. Τους κατέστρεψε τη δουλειά, τους χάλασε το παράνομο εμπόριο των χοίρων.
Έτσι είναι και οι πιο πολλοί, οι σημερινοί, λεγόμενοι καλοί χριστιανοί. Είναι καλοί μέχρι να θιγούν τα συμφέροντά τους. Προτιμάνε αυτά παρά την Εκκλησία. Αγαπάνε τα πάθη τους περισσότερο από τον Χριστό και το Ευαγγέλιό Του. Πάνω απ’ όλα ο εγωισμός τους και ύστερα ο Θεός και οι εντολές Του.
Όταν λοιπόν λέμε όχι στο Σωτήρα Χριστό, όχι στις εντολές Του, όχι στο Ευαγγέλιό Του, όχι στον Εκκλησιασμό, όχι στην εξομολόγηση και στη Θεία Κοινωνία, όχι στην καθημερινή προσευχή, όχι στις εικόνες, στο καντήλι και στο θυμιατό, όχι στην Παναγιά μας και στους Αγίους και στα άγια λείψανά τους, όχι στη συγνώμη, στη μακροθυμία, στην αγάπη, στη συγχωρητικότητα, στην υπομονή και στην κάθε αρετή, τότε γεμίζουμε από διαβόλους και τριβόλους που μας κάνουν κατοχή.
Χριστιανοί μου, πιστεύω πως εμείς όλοι σήμερα, δεν ανήκουμε σ’ αυτούς αλλά στο Χριστό που είναι πρώτος στις καρδιές μας. Πρωτεύει εν πάσι, όπως μας λέγει ο Απόστολος Παύλος. Στο χέρι μας είναι να κάνουμε την καλή επιλογή ανάμεσα στον κόσμο του Θεού και στον κόσμο του διαβόλου.
Κάναμε ήδη την επιλογή μας και είναι μία και μοναδική για όλους μας. Ο Χριστός και η ορθόδοξη Εκκλησία Του με τα πανάγια μυστήριά της. Ο Ιησούς Χριστός, ο Θεάνθρωπος Κύριος και το Ευαγγέλιό Του.
Ναι, διαλέξαμε το Σωτήρα Χριστό, τώρα και πάντοτε και στους απεράντους αιώνας των αιώνων,
Αμήν.
Θέλω όμως να προσθέσω και κάτι άλλο. Ότι ο Κύριος χρησιμοποιεί στο έργον της σωτηρίας σαν συνεργάτες τους ανθρώπους. Έτσι, ο δαιμονισμένος που θεραπεύτηκε καθόταν στα πόδια του Χριστού ιματισμένος και σωφρονών. Αυτός που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των ανθρώπων, έγινε τώρα με τη χάρη του Χριστού μας, ο σώφρων, ο νηφάλιος, ο άνθρωπος εκείνος που επιστρέφει πλέον ανάμεσα στους άλλους συνανθρώπους του, μέσα στον κοινωνικό του χώρο, στην κοινωνία, στην οικογένειά του.
Και σήμερα η ανθρώπινη κοινωνία μας ζει με τον φόβο και τον τρόμον που προκαλούν άνθρωποι ποικίλοι επηρεασμένοι από δαιμονικές δυνάμεις όπως είναι οι αναρχικοί, οι τρομοκράτες, οι χούλιγκανς, οι ληστές, οι φονιάδες, οι χρήστες και έμποροι ναρκωτικών, οι απατεώνες, οι βιαστές, οι γυμνιστές και τόσοι άλλοι ων ουκ έστι αριθμός.
Η ψυχική μας λοιπόν αποθεραπεία βρίσκεται αποκλειστικά και μόνον στη δύναμη και στη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού του Σωτήρος. Η εμπειρία μας απ’ τη ζωή της Εκκλησίας φανερώνει ότι καμιά αρρώστια του πνεύματος και της ψυχής του ανθρώπου δε μένει αθεράπευτη. Ο άνθρωπος που επανασυνδέεται με τον Θεόν στο πρόσωπο του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, θεραπεύεται όχι μόνον από τα διάφορα πάθη αλλά συνήθως αλλάζει και την εξωτερική του εμφάνιση, τους τρόπους και την όψη. Ο θεραπευμένος φοβόταν μήπως τον ξαναεπισκεφτούν πάλι τα πονηρά πνεύματα για να γίνουν ό,τι χειρότερο υπήρχε και περισσότερο από πριν. Παρακαλούσε λοιπόν έτσι τον Κύριό μας να τον κρατήσει κοντά Του. Ο Χριστός όμως τον απέλυσε λέγοντάς του να επιστρέψει στο σπίτι του και να διηγείται