Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Τρίτη 1 Μαρτίου 2011

Το πνευματικό νόημα της Μεγάλης Σαρακοστής και η επιστροφή μας στον Παράδεισο

167 β
Κυριακή ΤΥΡΙΝΗΣ 2001




photo
Η Κυριακή της Τυρινής χριστιανοί μου, είναι η πύλη διά μέσου της οποίας εισερχόμεθα στην Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Τα ιερά αναγνώσματα, οι πνευματικές ωδές, οι υπέροχες ψαλμωδίες και τα κατανυχτικά τροπάρια, τόσο του εσπερινού όσο και του όρθρου, μας εισάγουν στην μεγάλη περίοδο της Σαρακοστής, δίδοντάς μας συγχρόνως και τρόπους πνευματικούς, όπως είναι η αυστηρά νηστεία, η προσευχή, το πένθος, η συντριβή και η μετάνοια.
Πένθος για τα φρικτά πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού,
πένθος για τις αμαρτίες μας τις καθημερινές, διότι εξαιτίας αυτών και αντί για μας σταυρώθηκε εκείνος πάνω στο Γολγοθά.
Πένθος και για τις αδικαιολόγητες αμαρτίες όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών, αφού ο ηθικός μας ξεπεσμός είναι τόσο ξεδιάντροπος, που απορώ πώς μας ανέχεται ακόμα ο Θεός.
Το πένθος όμως εξωτερικεύεται ιδιαίτερα με τη διπλή νηστεία. Και τη σωματική, με την αποχή από κάποιες τροφές, και την πνευματική, με την αποχή από την αμαρτία και το κακόν.
Το πένθος εκδηλώνεται ακόμα, με την αδιάλειπτη προσευχή, τη συντριβή και την μετάνοια.

Πρόλογος όμως της Μεγάλης Σαρακοστής είναι η σημερινή ημέρα. Η Κυριακή της Τυροφάγου. Διότι μας θυμίζει αφενός μεν την θεϊκή μας καταγωγή, και αφετέρου την έξωσή μας από τον Παράδεισο.
Σχετικό είναι και το σημερινό εξαποστειλάριο του Όρθρου, που ακούσαμε εις τους Αίνους. «Αποικισθέντες Κύριε Παραδείσου το πρώτον δια της του ξύλου βρώσεως…». Θα το δούμε, θα το αναλύσουμε αυτό το εξαποστειλάριο σε τρία μέρη. Μας θυμίζει δηλαδή η εκκλησιαστική μας υμνολογία, την δημιουργία των Πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύας, και μάλιστα κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Δημιουργού τους Θεού, και την τιμητική τους τοποθέτηση στον Παράδεισο.
Προικισμένοι οι Πρωτόπλαστοι από τα αρχέγονα δώρα της Θείας Δικαιοσύνης, ζούσαν ευτυχισμένοι και μακάριοι μέσα στην τρυφή του Παραδείσου. Η δε Αγία μας Γραφή ονομάζει τον Παράδεισον, Παράδεισον της τρυφής, διότι όντως ο Παράδεισος είναι θεϊκή απόλαυσις, θεϊκή μακαριότης, θεϊκή ευφροσύνη και πολλά άλλα. Και πώς να μην είχαν οι Πρωτόπλαστοι θεϊκή την απόλαυση και την μακαριότητα, όταν συνομιλούσαν και επικοινωνούσαν απευθείας με τον ίδιο το Θεό, κυρίαρχοι και βασιλείς όλης της κτίσεως ήσαν ο Αδάμ και η Εύα. Το δικαίωμα να μείνουν αθάνατοι εις τους αιώνας το είχαν από τις ειδικές δωρεές, με τις οποίες τους είχε προικίσει ο Δημιουργός Θεός, όπως αναφέραμε και προηγουμένως, και απελάμβαναν όλα τα αγαθά του Παραδείσου, ευφραινόμενοι και αγαλλόμενοι καθημερινώς.
Ο Θεός όμως που έπλασε τον άνθρωπον, κατ’ εικόνα αυτού και καθ’ ομοίωσιν, τον έπλασε και με το δικαίωμα της επιλογής, της κρίσεως, της ελευθερίας δηλαδή της ελευθέρας βουλήσεως. Και για να δοκιμασθεί η ελευθερία αυτή των Πρωτοπλάστων, τους ετέθη μια δοκιμασία. Τους είπε ο Θεός:
- «Θα απολαμβάνετε τους καρπούς όλων των δένδρων εκτός από ένα».
Αυτή λοιπόν ήταν η δοκιμασία της ελευθερίας των.
Και η προειδοποίησις του Θεού ήτο σαφής:
- «Αν φάτε απ’ αυτόν τον καρπόν, θανάτω αποθανείσθε».
Και όμως οι Πρωτόπλαστοι, παρέβησαν την εντολήν του Θεού, παρασυρόμενοι από τις ψεύτικες υποσχέσεις του πονηρού όφεως, του διαβόλου. Και καθόλου δεν αντέδρασαν ακόμα και στις συκοφαντικές του δηλώσεις. Υπέκυψαν στον πειρασμό, και έφαγαν από το απαγορευμένο δένδρο, τον εντυπωσιακό και ωραίο καρπό.
Τότε για λόγους δικαιοσύνης και αγάπης, αποικίσθησαν του Παραδείσου, δηλαδή, εξορίσθηκαν.
Αν ζητούσαν συγγνώμη, και μετανοούσαν ευθύς αμέσως για την πράξη τους, ασφαλώς διαφορετική θα ήτο και η απόφασις του Θεού. Και επειδή δεν μετανόησαν, και ο ένας έριχνε την ευθύνη στον άλλον, και μάλιστα και εις αυτόν τον Θεόν, γι’ αυτό και εξορίσθηκαν και διώχτηκαν από τον Παράδεισο. Και μάλιστα όπως μας διηγείται το πρώτο βιβλίο της Αγίας Γραφής, η Γένεσις, «έβαλεν ο Θεός τα Χερουβείμ, με την φλογίνην ρομφαίαν, την στρεφομένην, φυλάσσειν την είσοδον του Παραδείσου, ώστε να μην μπορεί ο άνθρωπος να εισέλθει ξανά εις αυτόν».
Ένα δε άλλο σημερινό τροπάριο, μας λέγει, ή μας είπε τα εξής: Ότι «εκάθισεν ο Αδάμ απέναντι του Παραδείσου, και την ιδίαν γύμνασιν θρηνών οδύρετο». Δηλαδή κάθισε ο Αδάμ απέναντι από τον Παράδεισο, και βλέποντας τα χάλια του, τη γύμνια του και τη βρωμιά του, θρηνούσε οδυρόμενος. Κτυπούσε το κεφάλι του κλαίγοντας, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά. Όπως θα είναι και για τον καθέναν από μας, πολύ πολύ αργά, αν φύγει και φύγουμε απ’ αυτήν εδώ τη ζωή χωρίς αληθινή μετάνοια. Πρώτα μετανοείς αδελφέ μου και ύστερα σώζεσαι.
Πιστεύω πως όλη αυτή η τραγική ιστορία της πτώσεως των Πρωτοπλάστων να είναι σε όλους μας γνωστή, από τότε που είμασταν μαθηταί στο Δημοτικό Σχολείο. Αλλά και η συνέχεια πρέπει να μας είναι γνωστή. Το πώς δηλαδή το έλεος και η αγάπη του Αγίου Θεού, οικονόμησε τη σωτηρία, τη σωτηρία μας, τη σωτηρία όλων των ανθρώπων. Και αυτό μας το δηλώνει στη συνέχειά του το εξαποστειλάριον το οποίον και μας λέγει: «Αντεισήγαγες πάλι δια Σταυρού και του πάθους Σου Σωτήρ και Θεέ μου». Απευθύνεται τώρα ο ιερός υμνογράφος προς τον Σωτήρα και Θεόν του που είναι Σωτήρας και Θεός όλων μας, και με πολλή ευγνωμοσύνη Τον ευχαριστεί, διότι δεν άφησε την πόρτα του Παραδείσου για πάντα κλειστή, για να δέρνεται και να θρηνεί έξω από τον Παράδεισο ολόκληρο το ανθρώπινον γένος.
Αλλά τι έκανε; Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, το Δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, αδειάζει τους ουρανούς, και γίνεται άνθρωπος στο πρόσωπον του Ιησού Χριστού, εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, ο Θεάνθρωπος και αναμάρτητος Κύριος.
Σαρκώνεται λοιπόν ο Θεός Λόγος, διδάσκει, θαυματουργεί, και Σταυρώνεται στο Γολγοθά αντί ημών, και χάριν ημών.
Και με τον τρόπον αυτόν μας ξανάβαλε πάλι στον Παράδεισον, και μάλιστα με πολλή πολλή δόξα, αφού ανεστήθη και ανελήφθη εις τους Ουρανούς εν Δόξη και τιμή πολλή.
Τότε δια του ξύλου του δένδρου εξεδιώχθησαν από τον Παράδεισον, οι Πρωτόπλαστοι και μαζί μ’ αυτούς ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Τώρα δια του Ξύλου του Σταυρού, μας ξαναβάζει στον Παράδεισο ο Χριστός.
Δόξα τη μακροθυμία Σου Κύριε.
Δόξα τη ευσπλαχνία Σου.
Δόξα τη ανεκφράστω Λόγε συγκαταβάσει Σου.
Βέβαια, με τον Σταυρόν και την Σταυρική Θυσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, δεν μας ανοίχθηκε Παράδεισος υλικών απολαύσεων, με δένδρα, φυτά, πουλιά και ζώα και φαγοπότια και διασκεδάσεις. Όχι. Μας ανοίχθηκε Παράδεισος πνευματικός με Θεία Μακαριότητα και θεϊκές απολαύσεις, ακατανόητες από το ανθρώπινο πεπερασμένο μυαλό μας. Τέτοια θα είναι η Θεία Ευφροσύνη και χαρά, που δεν την χωράει ούτε την καταλαβαίνει η ξερή λογική μας. Τέτοια θα είναι εκείνα τα υπερουράνια αγαθά, «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσεν και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη α ετοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν», όπως μας βεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος, ο ουρανοβάμονας στην Πρώτη προς Κορινθίους του Επιστολή β,9.
Το μεγάλο αυτό γεγονός της σωτηρίας μας δια του Σταυρού, και της Σταυρικής Θυσίας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, όπως και την Θεϊκή κληρονομιά του Παραδείσου διά μέσου πίστεως και βαπτίσματος, αληθινής μετανοίας και Θείας Κοινωνίας, μας το θυμίζει κάθε μέρα η Εκκλησία μας, με τα Ιερά γράμματα στις καθημερινές ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής. Όρθρος, Ώρες, κατανυκτικοί Εσπερινοί, Μεγάλα Απόδειπνα, Χαιρετισμοί της Παναγίας, Προηγιασμένες Λειτουργίες, προφητείες, κανόνες και τόσα άλλα, όλα μα όλα μας καλούν σε έμπρακτη μετάνοια, και μας μιλούν για τον ανοικτό Παράδεισο που μας περιμένει όλους.
Περίοδος πένθιμη και κατανυκτική η Μεγάλη Σαρακοστή, ναι, την οποίαν με ευλάβεια και προσευχή αλλά και με τη διπλή νηστεία από τροφές και πάθη, την διερχόμεθα οι περισσότεροι από μας, τους αγωνιζομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς.
Είναι όμως περισσότεροι ή μήπως έπρεπε να πω ότι είναι λίγοι ή μάλλον πολύ λίγοι, ελάχιστοι;
Πάντως αυτό το πνεύμα της Σαρακοστής μας προκαλεί ο ιερός υμνογράφος με το εξαποστειλάριο που τελειώνει ως εξής, πώς είπαμε το διαιρέσαμε σε τρία μέρη; Και τελειώνει ως εξής: «δι ού», δηλαδή δια του Σταυρού, «ημάς οχύρωσον την νηστείαν πληρώσαι αγαθοπρεπώς, και την Θείαν έγερσιν προσκυνήσαι το Πάσχα το σωτήριον, σε τεκούσης πρεσβείαις». Που σημαίνουν αυτά, ότι ζητάμε την δύναμη και την ενίσχυση του Σταυρού και του Εσταυρωμένου Κυρίου ώστε την Αγία περίοδο της νηστείας να την περάσουμε με Άγιο και ταπεινό φρόνημα. Και στη συνέχεια να αξιωθούμε να φθάσουμε στο Άγιον Πάσχα, και με αγαλλίαση ψυχής να προσκυνήσουμε την εκ νεκρών Του Ανάστασιν. Όλα δε αυτά με τις άγιες πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Αειπαρθένου Μαρίας, της Παναχράντου Μητρός του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Χριστιανοί μου, η Αγία και Μεγάλη Σαρακοστή είπαμε ότι είναι περίοδος πνευματική, κατανυκτική και πένθιμη. Περίοδος έντονης νηστείας με στέρηση τροφών και αποχής από την αμαρτία και το κακό. Συνδρομή σε αυτού του είδους τη νηστεία είναι η αδιάλειπτη προσευχή, το συντετριμμένο πνεύμα και η αληθινή μετάνοια. Χωρίς αυτά τα τέσσερα, δηλαδή τη διπλή νηστεία, την προσευχή, την συντριβή και τη μετάνοια, ούτε τη Σαρακοστή τη βιώνουμε σωστά και Ορθόδοξα, δηλαδή πνευματικά, ούτε και την πορεία μας προς τον Ουρανόν και τον Παράδεισο την κατορθώνουμε όπως πρέπει, όπως επιβάλλεται.
Η πόρτα του Παραδείσου έχει ήδη ανοιχθεί από την Σταυρική Θυσία και την Ανάσταση του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Το είπαμε και το τονίσαμε. Η πόρτα ανοιχτή και μας περιμένει.
Έχεις ενεργουμένη πίστη αδελφέ μου μαζί με μετάνοια αληθινή; Αν έχεις, θα περάσεις.
Τηρείς τις εντολές της διπλής αγάπης, μακροθυμείς, υπομένεις, μετανοείς; Όπως μας το τόνισε και στην αρχή, στην αρχή του το Ευαγγελικό σημερινό Ανάγνωσμα; Αν ναι, τότε θα περάσεις οπωσδήποτε από την πόρτα του Παραδείσου.
Συμμετέχεις στη Θεία Λατρεία με Θεία Κοινωνία και αληθινή μετάνοια; Αν ναι, τότε η Βασιλεία των Ουρανών σε περιμένει.

Ο Χριστός αδελφέ μου σε περιμένει.
Και σένα περιμένει, και σένα περιμένει, και μένα περιμένει.
Ο Χριστός μας περιμένει όλους.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν όλοι μας από σήμερα, από τούτη τη στιγμή στο δρόμο που θα μας οδηγήσει στον Παράδεισο.
Και αυτός είναι ένας και μόνος.
Η αληθινή μετάνοια.

Αμήν.

Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011

Τρείς αληθινές ιστορίες Ορθοδόξων Χριστιανών πού συνεχώς προσηύχοντο κι αγρυπνούσαν

138 α
Κυριακή προ Χριστουγέννων 1996




photo
Σήμερα χριστιανοί μου θα κάνουμε ένα διαφορετικό κήρυγμα από όσα μέχρι τώρα συνηθίζουμε να λέμε. Θα πούμε τρείς μικρές ιστορίες, από τις οποίες θα βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για τις μεγάλες γιορτές που έρχονται μεθαύριο. Βέβαια τις δύο τις είπα και σε μία βραδινή Λειτουργία, θα τις επαναλάβουμε με τις σωστές της λεπτομέρειες.

Μια κυρία μου διηγείτο, όταν ήτο επτά χρονών περίπου, συνέβη κάτι το συνταρακτικό την παραμονή των Χριστουγέννων.
Σε μια επαρχιακή πόλη της Μακεδονίας, στη μαύρη και φοβερή Κατοχή του ’41 με ’42, όπου οι εκτελέσεις και οι σφαγές των αθώων ανθρώπων ήσαν ανελέητες και αθρόες, οι φυλακίσεις και οι εξορίες φοβερές, το ξύλο και τα βασανιστήρια τρομακτικά, και η πείνα ως γνωστόν θέριζε τους πάντες. Σε όλα αυτά δυστυχώς έχω και γω προσωπική πείρα διότι πολλά είδαν τότε τα παιδικά μου μάτια.
Η οικογένεια της κυρίας αυτής όταν ήτο παιδούλα, ήτο πολύ ευσεβής και ακόμα ευσεβέστεροι ο παππούς και η γιαγιά. Άνθρωποι της πολλής προσευχής και της πολλής ελεημοσύνης.
Το βράδυ που ξημέρωνε Χριστούγεννα, η πεντάχρονη αδελφή της ξύπνησε και της ζήτησε να βγουν έξω στην αυλή, για να πάει στην τουαλέτα. Δυστυχώς εκείνη την εποχή οι τουαλέτες ήσαν έξω στις αυλές. Έξι παιδιά κοιμόντουσαν όλα κάτω στο πάτωμα, στρωματσάδα, - δεν υπήρχαν κρεβάτια και πούπουλα και παπλώματα σαν τα σημερινά.
Σιγά σιγά βγήκαν έξω στο μικρό διάδρομο. Απέναντί τους ήταν το δωμάτιο του παππού και της γιαγιάς.
Ξαφνιάστηκαν όμως γιατί είδαν, έντονο φως να βγαίνει από τις χαραμάδες και από τα πολλά ανοίγματα της σαραβαλιασμένης πόρτας. Πλησίασαν πιο κοντά και είδαν έντρομοι τη γιαγιά τους τυλιγμένη στις φλόγες. Άρχισαν να τσιρίζουν δυνατά, και η μεγάλη να φωνάζει:
- Φωτιά, φωτιά, η γιαγιά καίγεται!
Ξύπνησαν βέβαια όπως ήταν επόμενο όλοι, και πρώτοι έτρεξαν οι γονείς, οι οποίοι άνοιξαν την πόρτα, κοίταξαν μέσα, και ύστερα την έκλεισαν απαλά και σιγά σιγά. Γύρισαν στα παιδιά και τους είπαν:
- Μη φοβάστε, δεν είναι φωτιά.
Και με σιγανή φωνή είπε ο πατέρας στα παιδιά του:
- Αυτό που είδατε παιδιά μου, δεν είναι φωτιές. Είναι οι φλόγες του Αγίου Πνεύματος που μοιάζουν με φωτιές. Για κοιτάξτε τώρα… Σιγά σιγά σβήνουν. Έτσι γίνεται πάντοτε. Όταν η γιαγιά και ο παππούς προσεύχονται και μάλιστα τις πιο πολλές φορές όλη τη νύχτα. Διότι αν δεν ηπροσηύχονταν τόσο πολύ, ο παππούς και η γιαγιά, όπως και ποιος ξέρει, πόσοι άλλοι άγνωστοι χριστιανοί, δεν θα μας είχαν πετσοκόψει όλους τα Βουλγαρικά τότε στρατεύματα κατοχής. Από τέτοιες προσευχές και αγρυπνίες δεν θα αφήσει να χαθεί ποτέ η Ελλάδα η πατρίδα μας, ούτε και η Ορθοδοξία.
«Αυτά ήσαν τα λόγια του πατέρα μας, την αξέχαστη εκείνη νύχτα των Χριστουγέννων», μου είπε η κυρία και συνέχισε λέγοντας:
«Πολλές φορές από τότε, είδα τον παππού και τη γιαγιά να προσεύχονται όλη την νύχτα. Και όσες φορές επέτρεψε ο Θεός, στην παιδική μου τότε αθωότητα, έβλεπα να καίγονται σαν λαμπάδες από τις φλόγες της Πεντηκοστής. Έτσι μας έμαθαν να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα οι γονείς μας. Με προσευχή και με Δοξολογία. Με εκκλησιασμό και Θεία Κοινωνία».
Και η κυρία αναλύθηκε σε λυγμούς.

Και τώρα να σας ρωτήσω χριστιανοί μου.
Ποιος άραγε από μας τους σημερινούς χριστιανούς, περιμένει τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά το βράδυ με προσευχή;
Πόσοι και πόσοι από τους σημερινούς παππούδες και γιαγιάδες, σηκώνονται για να προσευχηθούν κατά την διάρκειαν της νύχτας; Να ανάψουν το καντήλι και να θυμιατίσουν;
Πόσοι γονείς και πόσοι πατέρες και μητέρες αγρυπνούν την νύχτα για να κάνουν μετάνοιες, σταυρωτά κομποσχοίνια, να κλάψουν, να συντριβούν και να προσευχηθούν πολύ;
Αλήθεια, πόσοι από τους σημερινούς Νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς που έχουν άλλοι παιδιά, και άλλοι παιδιά και εγγόνια, πονάνε, κλαίνε και αγρυπνούν, έστω για μια ώρα, για το ηθικό κατρακύλισμα των παιδιών μας, για την διαφθορά και τις εκτρώσεις, για την αναρχία και τα ναρκωτικά, για τα εύκολα διαζύγια, και τα νόθα παιδιά, για τις αιρέσεις και τα σκάνδαλα, που κλονίζουν κάθε τόσο χιλιάδες αδύνατες ψυχούλες;
Πόσοι αλήθεια χριστιανοί αγρυπνούν σήμερα;
Όχι αδελφοί μου. Δυστυχώς σήμερα οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί δεν προσεύχονται. Και όμως περνούν ατέλειωτες ώρες μπροστά στην τηλεόραση. Άντρες, γυναίκες και παιδιά, παππούδες και γιαγιάδες, όλοι χαζεύουν και αποβλακώνονται και διαστρέφονται μπροστά σ’ αυτό το διαβολοκούτι. Έτσι όχι μόνον δεν προσεύχονται και δεν αγρυπνούν οι Νεοέλληνες σήμερα Ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά ούτε και εγκρατεύονται. Δεν νηστεύουν! Και αν δεν μπορούν λόγω υγείας, δεν νηστεύουν τουλάχιστον στις αισθήσεις τους. Δε νηστεύουν με τη γλώσσα τους. Δε θυμιατίζουν το σπίτι πρωί και βράδυ, δεν μελετάνε Αγία Γραφή, δεν κάνουν προσευχή στο τραπέζι, δεν εκκλησιάζονται κάθε Κυριακή τουλάχιστον ένας από κάθε οικογένεια. Δεν εξομολογούνται. Δε συμμετέχουν στην Θεία Κοινωνία. Δεν σέβονται τις παραδόσεις. Δεν τηρούν τις Ευαγγελικές εντολές και δεν πολεμούν τα πάθη και τόσα άλλα.
Και επειδή ακριβώς δεν σηκώνουμε τα χέρια μας κάθε βράδυ στο Χριστό με καθαρή καρδιά, γι’ αυτό και βλέπουμε τόσα ερείπια και τόσα ηθικά ναυάγια να συσσωρεύονται γύρω μας.
Πάμε δυστυχώς κάθε μέρα απ’ το κακό στο χειρότερο…
Ο Θεός να μας λυπηθεί.

Η δεύτερη ιστορία από την ίδια κυρία.
Η γιαγιά και ο παππούς όπως και οι γονείς των ήσαν πολύ ελεήμονες. Ελεούσαν τους πάντες, όσους ζητούσαν βοήθεια, στα μαύρα εκείνα χρόνια της Κατοχής. Ήσαν φτωχοί. Αλλά ελεούσαν όμως, όπως και όσο μπορούσαν.
Κάποτε πέρασαν από την γειτονιά τους δυο τρείς ρακένδυτοι ζητιάνοι. Φαινόντουσαν όμως πολύ καθαρά ότι ήσαν και άρρωστοι. Τα χέρια, τα πόδια και το πρόσωπό τους, ήταν γεμάτο πληγές και πύον. Ήσαν μάλλον λεπροί. Γι’ αυτό και όλοι τους έκλειναν τις πόρτες. Όπως και στη γειτονιά τους.
Εκείνη την ώρα έφτανε ο παππούς που ήταν κάπου έξω, και είδε και είχε ακούσει τι είχε γίνει. Τους φώναξε, τους έβαλε στην αυλή γιατί ήταν καλοκαίρι, και με τη βοήθεια της γυναίκας του, της γιαγιάς, έπλεναν τις πληγές και το πύον, κατόπιν τους τάισαν, με ψωμί και ελιές και τους έδωσαν και το λίγο τυράκι που είχε απομείνει. Φεύγοντας τους έδωσαν και ένα μπουκάλι λάδι, το τελευταίο που υπήρχε απομείνει στο φτωχό ράφι της κουζίνας.
Τα παιδιά του βέβαια μουρμούριζαν όλα. Τα παντρεμένα παιδιά εννοώ.
- Και τώρα τι θα γίνει; Πώς θα ταΐσουμε τα μωρά μας; Τι θα δώσουμε στα παιδιά μας;
Και η απάντησις του παππού.
- Έχει ο Θεός!... Έχει ο Θεός.
«Έχει ο Θεός». Το πίστευε αυτό. Εμείς το λέμε αλλά δεν το πιστεύουμε.
Και ξεπροβόδησε τους τρείς αυτούς λεπρούς.
Οι γείτονες βγήκαν στις πόρτες, και άρχισαν να τον κακίζουν και να τον κατηγορούν. Όχι μόνον για την αδιακρισία του, όπως έλεγαν, αλλά γιατί μπορούσε και αυτός να κολλήσει αρρώστιες …
- Και μας θα μας κολλήσεις, του έλεγαν συνεχώς. Φτάνει που θα αφήσεις και τα παιδιά σου νηστικά.
Μπροστά σ’ αυτή τη διαγωγή, και του παππού βέβαια, και της γιαγιάς, όλοι είχαν μείνει, όλοι, με ανοιχτό το στόμα. Ο παππούς δεν είπε τίποτα. Έκανε το σταυρό του και μπήκε μέσα στο σπίτι.
Και σε λίγο βγήκε τρέχοντας! Τρέχοντας και φωνάζοντας:
- Τρέξτε παιδιά μου, τρέξτε γείτονες! Όλα τα ράφια είναι γεμάτα και από ψωμιά!, και από τυρί!, και λάδια! … Ο Θεός έκανε το θαύμα Του. Ο Θεός ελεεί τους πιστούς του δούλους Του. Ελάτε να πάρετε όλοι σας.

Ναι χριστιανοί μου. Ο Θεός, έκαμε το θαύμα του, όπως το κάνει και κάθε μέρα σε όλους εκείνους που ελεούν με όλη τους την καρδιά. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός». Και άλλωστε βεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος ότι μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται.
Και τώρα σας ρωτώ χριστιανοί μου:
Είμαστε εμείς ελεήμονες; Δυστυχώς οι περισσότεροι από τους Νεοέλληνες Ορθόδοξους Χριστιανούς δεν είναι. Ελεήμονες σαν τον παππού και σαν τη γιαγιά, με αυτόν τον τρόπο εννοώ ελεήμονες. Δυστυχώς εμείς είμαστε οι κασιάρηδες. Άκαρδοι, άσπλαχνοι και τσιγκούνηδες. Και δεν ήσαν μόνο τα γερόντια αυτά, άνθρωποι της προσευχής, της αγρυπνίας και της ελεημοσύνης, αλλά ήσαν και σωστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, διότι τηρούσαν τις αργίες και τις νηστείες, έστω και στα γερατιά τους. Εκκλησιάζονταν κάθε Κυριακή και τις μεγάλες γιορτές. Εξομολογούντο και κοινωνούσαν των θείων μυστηρίων τακτικά. Έκαμαν πνευματικό αγώνα τη νύχτα και είχαν φόβον Θεού και πολλή αγάπη.

Τρίτη ιστορία από την ίδια κυρία.
Ο χειμώνας βαρύς. Το χιόνι πολύ, και το κρύο τσουχτερό. Τα περισσότερα σπίτια ήσαν παγωμένα από την έλλειψη φωτιάς – και αυτό το έζησα παιδί.
Στο σπίτι για το οποίο μιλάμε είχε πέσει μεγάλη αρρώστια. Αφενός μεν από δυσεντερία, αφετέρου δε από ελονοσία. Μικροί και μεγάλοι στρωματσάδα, οι μόνοι όρθιοι που είχαν μείνει ήταν ο παππούς και η γιαγιά.
Ένα πρωί λέγει ο παππούς:
- Θα πάω να φέρω ξύλα από το απέναντι δάσος.
- Που θα πας ευλογημένε, του λέει η γιαγιά, γέρος άνθρωπος; Το δάσος απέχει δύο ώρες, εσύ θα κάνεις τρείς. Και πόσα ξύλα μπορείς να φέρεις εσύ, γέρος άνθρωπος; Ύστερα θα σε πιάσουν και οι Βούλγαροι.. Πού πάς;
- Όχι, θα πάω.
Έκανε την προσευχή του, αφού την είχε κάνει και όλη τη νύχτα. Έκανε το σταυρό του, και ξεκίνησε.
Πέρασε το μεσημέρι, κόντευε έτσι απόγευμα, τρείς – τέσσερεις, και δεν είχε φανεί. Έβγαινε η γιαγιά κάθε τόσο και κοίταζε στο βάθος του χωραφόδρομου.
Σε λίγο περνάει ένας γείτονας φορτωμένος στην πλάτη με λίγα ξύλα.
- Έρχεται, της λέγει, ο μπάρμπα Μήτσος. Τον βοήθησε πολύ και ένας ξένος.
Τελικά βλέπει η γιαγιά τον παππού μαζί με τον ξένο, να σέρνουν με σχοινιά δυο μεγάλα δένδρα.
Πώς τα είχαν κόψει; Μάλλον ο ξένος θα τάκοψε.
Πλησίασαν, τα έβαλαν εκεί έξω από την αυλή, τους καλωσόρισε η γιαγιά και τους κάλεσε μέσα. Εκείνη θα έκοβε μερικά κλαδιά και θα άναβε την σόμπα, για να ζεσταθούν, και οι άρρωστοι, και ο ξένος, και ο κατάκοπος παππούς.
Μπήκε μέσα ο παππούς, έκατσε σε ένα σκαμνί και λέγει:
- Άντε βρε γυναίκα κάνε λίγο τσάι ζεστό και φέρε λίγο ψωμί.
-Περίμενε, του λέει, ώσπου νάρθει ο ξένος.
- Ποιος ξένος;
- Να, αυτός που έσερνε μαζί σου τα δένδρα.
- Κανένας ξένος δεν ήταν μαζί μου. Μόνος μου έσερνα τα δένδρα.
- Πώς δεν ήταν, του λέει. Αφού σε είδε ο γείτονας. Και μάλιστα να κόβει τα δένδρα. Να τα φορτώνεται μαζί σου, να τα σέρνετε μαζί. Μα σε είδα και γω. Και τον καλωσόρισα και έξω απ’ την αυλή.
- Τι λές βρέ γυναίκα. Μόνος μου ήμουνα.
Και στάθηκε για λίγο.
Ξαφνικά φωτίστηκε το πρόσωπό του και φωνάζει:
- Άγγελος θα ήταν γυναίκα! Άγγελος θα ήταν! Γι’ αυτό λοιπόν τόσο γρήγορα τα τελείωσα και τάσερνα λές και ήταν πούπουλα. Άγγελος θα ήταν! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Δόξα Σοι ο Θεός! Έλα τώρα γυναίκα να κάνουμε και εκατό μετάνοιες για να ευχαριστήσουμε τον Θεόν.
Και εκατό μετάνοιες, για να πουν ευχαριστώ στο Θεό. Μάλιστα.
Αυτές είναι οι ζωντανές ιστορίες των αληθινών Ορθοδόξων Χριστιανών.
Αυτή ήταν η Τρίτη ιστορία.
Ιστορίες γεμάτο πίστη! Και αγάπη, και προσφορά και θυσία αλλά και σκέπη αγία του Αγίου μας Θεού.

Χριστιανοί μου, ο Θεός τα πιστά Του παιδιά δεν τα εγκαταλείπει. Τα βοηθάει ποικιλοτρόπως. Τα βοηθάει κάθε μέρα με θαύματα ανεξήγητα. Άλλη φορά φανερά και άλλη φορά κρυφά. Διότι Αυτός είναι η σκέπη μας, η βοήθειά μας, το καταφύγιό μας. Αυτός είναι το φώς, είναι η χαρά, είναι η ζωή, είναι η Ανάστασις. Αυτός είναι ο Άρτος της Ζωής ο εκ του Ουρανού καταβάς. Αυτός είναι το Ύδωρ το ζον, που ξεδιψάει τη διψασμένη ψυχή μας. Αυτός είναι ο Πλάστης και Δημιουργός μας. Αυτός είναι ο Λυτρωτής και Σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός, ο Σωτήρας του καθενός από μας χωριστά, ο οποίος εγεννήθη εν Βηθλεέμ τη πόλη για την ημών σωτηρία. Τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Αυτός είναι λοιπόν που μας τρέφει με το Σώμα Του και το Αίμα Του. Αυτός που συγχωρεί τις αμαρτίες μας. Κάθε φορά που αμαρτάνουμε αλλά και μετανοούμε, που μας ελεεί, που μας αγαπά μέχρι Σταυρού.
Και που θα Τον βρούμε αυτόν τον Χριστόν; Που θα Τον βρούμε; Μα στην Εκκλησία! Στην Ορθόδοξη πίστη, στον εκκλησιασμό και στην Θεία Κοινωνία, στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοση. Στην Ιερά Εξομολόγηση και στα υπόλοιπα των Αγίων Μυστηρίων. Στην προσευχή, στις Ευαγγελικές εντολές, στην ελεημοσύνη, στην αγάπη προς τους εχθρούς, στην ήσυχη συνείδηση, στην ήρεμη καρδιά… Ναι, τον Χριστό θα Τον βρούμε μέσα στις καρδιές μας, διότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί.

Χριστιανοί μου, πλησιάζουν Χριστούγεννα. Να ψάξουμε όλοι μας να βρούμε τον Χριστόν, γιατί χωρίς Χριστόν, Χριστούγεννα και Πάσχα και κάθε άλλη γιορτή ΔΕΝ μπορούμε να γιορτάσουμε. Όχι λοιπόν στα μοντέρνα Χριστούγεννα χωρίς Χριστόν!
Αλλά ναι, στα Ορθόδοξα Χριστούγεννα, με καθαρές καρδιές, με δάκρυα χαράς και μετανοίας, με εκκλησιασμό και Θεία Κοινωνία, με προσευχή στα χείλη, με Δοξολογία στην καρδιά,
-
Αμήν!
-

Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Κυριακή 4 Απριλίου 2010