Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2012

Η ακακία και η αγαθότητα του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος

164-γ



Θα πούμε τώρα ένα θαυμαστό γεγονός, από τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα, που ίσως να μην έχει σχέση με τα προηγούμενα που αναφέραμε, αλλά μας είναι πολύ διδακτικό.

Ανάμεσα στις πολλές αρετές που εστόλιζαν τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα, ξεχωριστή θέση είχε και η μεγάλη του ανεξικακία. Η ιστορία, η βιογραφία του, οι Συναξαριστές του μας διασώζουν πολλά περιστατικά από τη ζωή του. Ένα απ’ αυτά, μας λέει ότι
κάποτε δύο κληρικοί, ήρθαν σε προστριβή και δυστυχώς χειροδίκησαν μεταξύ τους. Ο ένας κτύπησε τον άλλον. Η έχθρα είχε φουντώσει ανάμεσά τους. Το σκάνδαλο που δημιούργησαν στις ψυχές των πιστών, ήταν πάρα πολύ μεγάλο.
Ο συνετός Πατριάρχης για να περιορίσει το κακό, και για να τους παιδαγωγήσει, έλαβε αμέσως τα μέτρα του. Τους επέβαλε αργία για ένα ορισμένο διάστημα. Έπρεπε να αποσυρθούν για να φύγει από τη μέση το σκάνδαλο και να συναισθανθούν το αμάρτημά τους.
Το φάρμακο λοιπόν δόθηκε από τον έμπειρο γιατρό και στους δυό ασθενείς. Το ίδιο φάρμακο. Ο ένας το δέχθηκε με ευγνωμοσύνη, κατάλαβε το λάθος του και μετανόησε. Λυπήθηκε και ζήτησε συγγνώμην από τον επίσκοπό του, από τον Άγιο Ιωάννη τον Ελεήμονα. Ο άλλος όμως υπήρξε πιο πονηρός, πιο κακός, θύμωσε, πεισμάτωσε, και όχι μόνο δεν μετανόησε αλλά έγινε και χειρότερος. Έπαψε να πηγαίνει και στην Εκκλησία. Έπαψε να κάνει προσευχή και νηστεία, και άρχισε να γυρίζει στην πόλη, και να συμπεριφέρεται απρόσεκτα. Ακόμα δε και μέσα στα καπηλειά. Άνοιξε τη γλώσσα του ακόμα και κατά του αγαθού αυτού Πατριάρχου, του όντως αυτού παντελεήμονος, όπου και αν βρισκόταν έχυνε δηλητήριο εναντίον του.
Έμαθε ο μακάριος εκείνος ποιμένας την μανία και την αδιόρθωτη έχθρα του κακού αυτού κληρικού. Δεν οργίσθηκε όμως εναντίον του όπως θα περίμενε κάποιος. Ο αληθινός πατέρας θέλει να σώσει το παιδί του που κινδυνεύει. Θέλει να το συναντήσει, να το συμβουλεύσει, και να προσπαθήσει να το συνεφέρει. Παράδοξο όμως πράγμα, ενώ η σκέψις αυτή τον απασχολεί τόσο πολύ και είναι έτοιμος να τρέξει και να ψάξει να τον βρεί, κάποιο αόρατο χέρι την διώχνει απ’ το νου του. Και αυτό το πράγμα ίσως και για να φανεί ακόμα περισσότερο η λάμψη της μεγάλης του αρετής. Να φανεί δηλαδή η πιστή τήρηση των εντολών του Θεού, που αυτός ο Άγιος εφήρμοζε σε όλη του τη ζωή.

Ξημέρωνε Κυριακή του Πάσχα. Ο Πατριάρχης βρίσκεται στο ναό του Θεού, εμπρός στο Άγιο Θυσιαστήριο, κι είναι έτοιμος να προσφέρει την αναίμακτη θυσία της αγάπης. Ο διάκονος τώρα τελειώνει τη Συναπτή, και φθάνει η στιγμή που ο Ιεράρχης θα αρχίσει τη μεγάλη ευχή της αναφοράς.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, έρχεται στη σκέψη του Ποιμενάρχη ο μνησίκακος εκείνος κληρικός. Ο πρεσβύτερος εκείνος που τα είχε και εναντίον του. Στ’ αυτιά του αντηχεί δυνατά το δεσποτικό πρόσταγμα της συγγνώμης. «Εάν προσφέρεις το δώρον σου επί το θυσιαστήριον, και εκεί μνησθείς ότι ο αδελφός σου τι κατά σου, άφες εκεί το δώρο σου, έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρο σου.»
Τι να κάνει; Παράδοξη ίσως φανεί η απόφασή του στον σημερινό αναιμικό σημερινό χριστιανισμόν μας. Τον χλιαρό χριστιανισμό της εποχής μας.
Πιθανόν μερικοί να το χαρακτηρίσουν υπερβολή. Η αγιότης όμως είναι ποτέ υπερβολή; Για τον Άγιο της αγάπης, τον Ιωάννη, ήταν μια πράξη συνέπειας. Μια ενέργεια που ζωγραφίζει το μεγαλείον της ψυχής του.
Δίνει εντολή στο διάκο να συνεχίσει την Συναπτήν, να την επαναλαμβάνει και να την επαναλαμβάνει και να την επαναλαμβάνει μέχρις ότου επιστρέψει.
Αυτός πηγαίνει στο κειμιλιαρχείο, δίπλα δηλαδή στο ιερό, και εκεί δίνει εντολή να τρέξουν και να φέρουν τον τιμωρημένο κληρικό αμέσως μπροστά του.
Δεν άργησαν να τον βρούν και σύντομα τον παρουσιάζουν μπροστά του.
Και τότε έγινε μια σκηνή και που άγγελοι ακόμα την έχουν θαυμάσει. Όχι οι άνθρωποι, οι άγγελοι.
Ο σεβάσμιος Πατριάρχης μόλις τον είδε, πρώτος έβαλε μετάνοια και είπε : «συγχώρεσέ με αδελφέ». Ο Άγιος Ελεήμων έπεσε στα πόδια του αμαρτωλού ιερέως! Ο πατέρας γονατίζει μπροστά στο άτακτο παιδί για να το συγκινήσει! Απίστευτο θέαμα στα μάτια ανθρώπων και αγγέλων.
Ο αναιδής κληρικός ταράζεται! Τα χάνει. Κρύος ιδρώτας τον περιλούζει. Κοκκινίζει μπρός στην ασύλληπτη ταπείνωση του ποιμενάρχου του. Ντρέπεται στους ανθρώπους που τον κοιτούν με έκπληξη και απορία, φοβάται και τρέμει τη δίκαιη τιμωρία του Θεού! Φρίττει μπροστά σε μια τέτοια σκηνή, να βλέπει την τίμια και αγία εκείνη κεφαλή τη λευκασμένη στην υπηρεσία του Κυρίου, τη σεβαστή ακόμα και στους αγγέλους, πεσμένη στα αμαρτωλά του πόδια.
Η καρδιά του συντρίβεται! Τα πόδια του παραλύουν. Πέφτει και αυτός κάτω στη γη και ζητάει τη συμπάθεια και τη συγγνώμη και το έλεος του Πατριάρχου.
Ο ανεξίκακος όμως Άγιος Ιωάννης με καλοσύνη του απαντά: «Ο Θεός παιδί μου να χαρίσει και στους δυό μας τη συγχώρησή Του!»
Ύστερα σηκώθηκαν και οι δυό, μπήκαν στο ιερό. Τώρα πλέον ο Άγιος Ιωάννης μπορεί να στέκεται με ήσυχη και αναπαυμένη τη συνείδησή του μπροστά στο φρικτό θυσιαστήριο του Υψίστου Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του Θεού της αγάπης, και να προσφέρει την Αγίαν Αναφορά!

Το παράδειγμα αυτό της ταπεινώσεως του Αγίου Πατριάρχου, δημιούργησε κατάνυξη και συντριβή στον αμαρτωλό κληρικό. Τον συγκλόνισε. Πλήθος τα δάκρυα άρχισαν να ρέουν από εκείνη τη στιγμή από τα μάτια του. Και μια καινούργια ζωή άρχιζε πλέον γι’ αυτόν.
Ο Ιεράρχης του βλέπει τη θαυμαστή αυτή αλλαγή και συγκινείται. Και δεν αργεί να τον χειροτονίσει από διάκονος που ήταν και πρεσβύτερος.
Για μια ακόμα φορά, η αγάπη νίκησε!
Η ανεξικακία και η ταπείνωση ενός Αγίου κέρδισαν μια ψυχή για τη Βασιλεία του Θεού.
Τόση είναι η δύναμις της αληθινής αγάπης!

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2012

Τι είναι η Καινή κτίσις και πώς συμμετέχουμε εμείς εις αυτήν

164-δ
Κήρυγμα στο Αποστολικό Ανάγνωσμα της ΚΒ Κυριακής του 2000


Εν δε Χριστώ Ιησού, ούτε περιτομή τι ισχύει, ούτε ακροβυστία, αλλά Καινή Κτίσις.
Εδώ ο Απόστολος Παύλος αδελφοί μου, απευθυνόμενος στους Γαλάτας, τους ομιλεί αυστηρά και τους λέγει, ότι καμιά αξία δεν έχει η περιτομή των Ιουδαίων, αλλά ούτε και η φαινομενική αρτιμέλεια των ειδωλολατρών που την λέγει ακροβυστία.
Μια καύχησις υπάρχει. Ο Σταυρός του Χριστού, και μάλιστα η Σταυρική Του Θυσία. Και αυτό διότι στη νέα κατάσταση της σωτηρίας και της πνευματικής ζωής, που προσφέρει η Θυσία και η Ανάστασις του Χριστού, καμιά αξία δεν έχουν τα παλιά σύμβολα και οι τύποι του Μωσαϊκού Νόμου, ούτε και οι αμπελοσοφίες των Εθνικών.
Αλλά αυτό που ισχύει είναι η Καινή Κτίσις. Η νέα δηλαδή πνευματική δημιουργία και αναγέννησις που παρέχεται από τον Χριστόν. Είναι μια καινούργια πνευματική ζωή, μια καινούργια πνευματική αναδημιουργία, που την κάμει όμως ο Χριστός, ο Θεάνθρωπος Κύριος.
Αυτή ακριβώς η πνευματική αναδημιουργία, είναι και το κοσμοσωτήριον έργον της θείας οικονομίας, το απολυτρωτικόν έργον του Χριστού. Και αυτό πραγματοποιείται μέσα στην Εκκλησία.
Η Εκκλησία όμως, όπως γνωρίζουμε, είναι το μυστικό Σώμα του Σωτήρος Χριστού. Και σαν Σώμα Χριστού είναι η όντως Καινή Κτίσις. Μια καινούργια δηλαδή δημιουργία που δεν υπήρχε πριν, πάνω στον πλανήτη μας, από τότε δηλαδή που δημιουργήθηκε από τον Θεό ο κόσμος.
Έτσι η Εκκλησία, είναι ένας καινούργιος κόσμος, που αναδημιουργήθηκε από τον Πανάγιο Τριαδικό Θεό, με το Αίμα όμως και τη Θυσία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού στο Γολγοθά, και με την υπερκόσμια και ακατάληπτη δόξα της ιστορικής Του Αναστάσεως.
Αυτός λοιπόν ο καινούργιος κόσμος, ο Απόστολος Παύλος τον ονομάζει Καινή Κτίση, είναι η Βασιλεία του Θεού πάνω στη γη. Είναι η Ευλογημένη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος μέσα στις καρδιές μας, που την βιώνουμε όμως ψυχοσωματικά, τη βιώνει ολόκληρος ο άνθρωπος και με την ψυχή και με το σώμα.

Η Βασιλεία του Θεού, εντός ημών εστί, βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος. Από πότε όμως; Η γέννησις και η δημιουργία της Καινής Κτίσεως, άρχισε από τη στιγμή που μπήκαμε στην κολυμβήθρα και βαπτισθήκαμε στο όνομα της Αγίας Τριάδος, και μυρωθήκαμε με το βασιλικό Χρίσμα του Παναγίου Πνεύματος.
Η Καινή Κτίσις αδελφοί μου, η Εκκλησία δηλαδή του Χριστού, το Σώμα του Χριστού, είναι το μοναδικό και το μόνο πραγματικό κέντρο ολοκλήρου του Σύμπαντος. Το Σύμπαν και η κοσμική ύλη γηράσκει. Φθείρεται. Αλλοιώνεται μέσα στους αιώνες που κυλούν, και στο τέλος θα χαθεί και θα καταστραφεί ολοσχερώς.
Η Εκκλησία όμως ουδέποτε γηρά, κατά τον Ιερόν Χρυσόστομο. Δεν γερνά, δεν γιράσκει δηλαδή, ποτέ. Αλλά συνεχώς ανανεώνεται από το Αίμα του Χριστού, και παραμένει, και θα παραμένει για πάντα νέα στους αιώνας των αιώνων.
Το μυστήριο όμως της Εκκλησίας ως Καινή Κτίσις είναι κάτι το ασύληπτο, το υπερθαύμαστο και το αιώνιο. Είναι δηλαδή η Ευλογημένη πολιτεία του Θεού, η Βασιλεία όπως είπαμε του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που στην τελική της μορφή θα φανερωθεί με όλη της τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια και λαμπρότητα, μέσα σε μια έκρηξη ακτίστου και υπερκοσμίου φωτός κατά την Δευτέρα του Χριστού Παρουσία.
Εμείς όμως οι βεβαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, συμμετέχουμε σ’ αυτήν την Καινή Κτίση, στην τωρινή της μορφή, με την προσωρινότητα που έχουμε στην παρούσα ζωή. Είμαστε δηλαδή μέλη της Εκκλησίας. Μέλη του Σώματος του Χριστού, μέλη της Καινής Κτίσεως.
Θα είμαστε όμως και μέλη στην τελική της μορφή, όπως αυτή υπάρχει ως Βασιλεία Θεού εις τους ουρανούς; Αυτός είναι και ο αγώνας μας. Η Εκκλησία είναι η Καινή Κτίσις, όχι μόνον επειδή δημιουργήθηκε από το Αίμα της Θυσίας του Θεανθρώπου, και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, αλλά διότι δημιουργεί και καινούργιους ανθρώπους, τους Χριστιανούς. Αυτοί οι νέοι άνθρωποι, οι πιστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, θα είναι και μέλη της Εκκλησίας στην αιωνιότητα. Ασφαλώς όμως και με κάποιες προϋποθέσεις.
Μέσα στα σπλάχνα της Εκκλησίας συντελείται η νέα αυτή πνευματική κοσμογονία. Ο άνθρωπος βαπτίζεται στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, και μυρώνεται όπως είπαμε με το βασιλικό χρίσμα του Αγίου Πνεύματος. Και ευθύς αμέσως κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων. Τρέφεται δηλαδή από το Σώμα και το Αίμα του Ιησού Χριστού.
Ο άνθρωπος όμως όσο ζει είναι αμαρτωλός. Έτσι πολλές φορές κτυπιέται, γονατίζει, τραυματίζεται και πέφτει. Η Εκκλησία όμως σαν φιλόστοργη μητέρα, τον προτρέπει να σηκωθεί και να ξαναρχίσει νέον αγώνα, με όσα μέσα μητρικά εκείνη της παρέχει. Και έτσι αρχίζει ο αγώνας της μετανοίας. Αγώνας διαρκής και ισόβιος.
-Μετανοείτε, μας προτρέπει όλους η μητέρα Εκκλησία.
-Μετανοείτε, μας λέγει, διότι ήγγικεν η Βασιλεία των Ουρανών.
-Μετανοείτε και πιστεύετε του Ευαγγελίου, μας λέγει με άλλον Ευαγγελιστή.
-Μετανοείτε και αγωνίζεσθε ίνα εισέλθετε διά της στενής πύλης εις την ζωήν την αιώνιον.
-Μετανοείτε και προσεύχεσθε αδιαλείπτως.
-Μετανοείτε και αγαπάτε αλλήλους.
-Μετανοείτε και μακροθυμείτε προς πάντας!
-Μετανοείτε και εν παντί ευχαριστείτε.
-Μετανοείτε, αλλά και να αγαπάτε τους εχθρούς υμών και καλώς να ποιείτε τοις μισούσιν υμάς.
-Μετανοείτε και τας Ευαγγελικάς εντολάς να τηρείτε!
-Μετανοείτε και να συμμετέχετε στο Ποτήριον της Ζωής, στο Σώμα και στο Αίμα του Ιησού Χριστού μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης.

Και το θαύμα σιγά σιγά, μέρα με την ημέρα συντελείται. Η ψυχή ανακαινίζεται. Γίνεται ο νέος άνθρωπος. Ο σωστός Ορθόδοξος πιστός χριστιανός.
Η μετάνοια λοιπόν είναι το τέταρτον μυστήριο της σωτηρίας για τον χριστιανό. Γι’ αυτό και παρέχεται η σώζουσα Θεία Χάρις. Και είναι αυτή που μας καθαρίζει από τους ρίπους της αμαρτίας. Που θεραπεύει τις πληγές μας. Που μας δικαιώνει, μας αναγεννά, μας αγιάζει, μας χριστοποιεί και μας θεώνει. Μας καθιστά δηλαδή Καινή Κτίση.
Αυτή η σώζουσα Θεία Χάρις της μετανοίας, είναι αυτή που αλλάζει τα αισθήματά μας, που φωτίζει το νου και τις σκέψεις μας, που δυναμώνει τη θέλησή μας, που στρέφει το αυτεξούσιό μας προς την αρετή και που τροποποιεί προς το καλό όλες τις επιδιώξεις μας. Αλλάζει δηλαδή ολόκληρο τον εσωτερικό μας κόσμο και τις εξωτερικές μας διαθέσεις.
Η αληθινή όμως μετάνοια και συντριβή, με το γνήσιο ταπεινό της φρόνημα, αλλάζει ακόμα και τις σχέσεις μας με τον πλησίον μας έστω και αν αυτός είναι εχθρός μας και συκοφάντης. Αλλάζει επίσης και τις σχέσεις μας με τον ίδιο τον εαυτό μας.

Ναι αδελφοί μου, αυτό είναι το θαυμαστό εργαστήριο της Εκκλησίας, που με τα τέσσερα σωστικά της μυστήρια, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Μετάνοια, παίρνει όλα τα παλιά και τα άχρηστα υλικά, όλες τις πατσαβούρες, δηλαδή τους αμαρτωλούς ανθρώπους, και δημιουργεί τα πλέον πολύτιμα στολίδια. Τα πλέον πολύτιμα πετράδια, τους αγίους! Τους ομολογητάς και τους μάρτυρας! Τους οσίους στα όρη και στας ερήμους. Και τους δικαίους εν τω κόσμω, δηλαδή τους νέους κατά χάριν θεούς.

Χριστιανοί μου, σ’ αυτή την υπερευλογημένη Καινή Κτίση του Θεού, ανήκουμε και μείς όλοι οι σημερινοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Η συμμετοχή μας αυτή δεν θα πρέπει να είναι απλή, τυπική και μηχανική, αλλά θερμή και ολοζώντανη.
Και αυτό πρέπει να επιβεβαιώνεται πρώτα από την οικογένειά μας, από τα μέλη του σπιτιού μας, κι ύστερα από το περιβάλλον μέσα στο οποίον ζούμε. Και το επαγγελματικό και το κοινωνικό. Αυτό σημαίνει ότι εμείς, με πολύ σωστούς προσεκτικά διαλεγμένους τρόπους, αξιοποιούμε τα μέσα που μας παρέχει η μητέρα Εκκλησία, για να πετύχουμε εν Χριστώ Ιησού και εν Αγίω Πνεύματι την πνευματική αναγέννηση και σωτηρία μας.
Είθε όμως αδελφοί μου, αυτό να γίνει για όλους μας μια ζωντανή πραγματικότητα,

Αμήν.

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

Τι είναι η μαζί με τον Ιησού Χριστό συνανάστασις και συνενθρόνησις στη Βασιλεία του Θεού

ΚΓ' Κυριακή του 2000
Κήρυγμα στο Αποστολικό Ανάγνωσμα

164-ε


Συνήγηρε και συνεκάθισε εν τοις επουρανίοις, εν Χριστώ Ιησού.

Από το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, που με απλά λόγια μας λέγει τα εξής:
Ο Θεός αδελφοί μου που είναι πλούσιος σε έλεος και φιλανθρωπία, πλούσιος σε ευσπλαχνία και αγαθότητα, χάρι στην απεριόριστη αγάπη Του με την οποίαν μας αγάπησε, μας ζωντάνεψε πνευματικά μαζί με τον Χριστόν, κι όταν ακόμα ήμασταν νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας, εξαιτίας δηλαδή των αμαρτιών μας.
Και έχετε σωθεί όχι ένεκα της αξίας σας, ή των έργων σας, αλλά δωρεάν, διά της Θείας Χάριτος. Και μας ανέστησε μαζί με τον Χριστό, και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια, για να δείξει καθαρά στους αιώνες που έρχονται, τον ακατάληπτο και υπερβολικό πλούτο της χάριτός Του, με την αγαθότητα που μας έδειξε διά του Ιησού Χριστού.
Αυτά αδελφοί μου, είπε ο Απόστολος Παύλος, στην προς Εφεσίους επιστολή του, Κεφάλαιο 2ο, στίχοι 4-7. Αυτά όμως τα οποία είπε προς τους Εφεσίους, τα οποία και τα είπε και τα έγραψε, δεν τα είπε μόνο προς αυτούς, αλλά διά μέσου αυτών, τα απηύθυνε προς όλους τους χριστιανούς, όλων των αιώνων, άρα και προς εμάς σήμερα.

Το θέμα αυτό που μας περιγράφουν οι τέσσερεις αυτοί στίχοι, είναι θεολογικό. Και αποτελεί δόγμα της πίστεώς μας, δόγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ο Θεός, λέγει ο Παύλος, έχει τόσο πολύ μεγάλη αγάπη, που είναι ένας απέραντος ανεξάντλητος πλούτος φιλανθρωπίας, ευσπλαχνίας και αγαθότητος. Και όλους εμάς, που μας κατέστρεψε η αμαρτία, και μας θανάτωσε πνευματικά, μας ζωντάνεψε ο Θεός, διά της ενώσεώς μας με τον Σωτήρα Ιησούν Χριστόν.
Και όχι μόνο μας ζωντάνεψε πνευματικά, αλλά και θα μας αναστήσει κατά την Δευτέρα του Χριστού Παρουσία, και θα μας βάλει να καθίσουμε στα δεξιά Του.

Και εδώ είναι το παράδοξο. Στους στίχους που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, δεν είναι γιατί θα μας αναστήσει, ούτε και θα μας καθίσει.
Αλλά τι μας λέγει; Τι μας βεβαιώνει; «Συνήγηρε και συνεκάθισε». Δηλαδή μας ανέστησε μαζί με τον Ιησούν Χριστόν, και μας κάθισε στο θρόνο μαζί με τον Χριστόν, στα δεξιά Του.
Είναι τόσο βέβαιος ο Παύλος ότι έτσι θα γίνουν τα πράγματα, για όσους πιστέψουν στο Χριστό, και τηρήσουν το Πανάγιο θέλημά Του, ώστε τα παρουσιάζει σα να έχουν ήδη γίνει. Σα να έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Έτσι όμως ομιλούσαν και οι προφήτες.
Τα γεγονότα δηλαδή τα μελλοντικά που θα γίνουν σε εκατό ή διακόσια ή πεντακόσια χρόνια, τα παρουσίαζαν συχνά σε χρόνο του παρελθόντος. Σα να έχουν ήδη πραγματοποιηθεί αυτά.

Ακόμα και η Αποκάλυψις του Ιωάννου, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, έτσι μας ομιλεί. «Έπεσεν, έπεσεν η Βαβυλών η μεγάλη και εγένετο κατοικητήριο δαιμονίων». Ιη κεφάλαιο, στίχος 2.
«Έπεσε» μας λέγει, η μεγάλη Βαβυλώνα, και έχει ήδη γίνει κατοικητήριο των δαιμόνων.
Αλλά ποια είναι η μεγάλη Βαβυλώνα ; Η Νέα Υόρκη; Το Λάς Βέγκας; Το Παρίσι; Το Λονδίνο; Το Μόναχο; Το Τέλ Αβίβ; Κάποια άλλη πόλις, μεγάλη; Ποια τέλος πάντων είναι η μεγάλη Βαβυλώνα, που να έχει ήδη γίνει κατοικία των δαιμόνων και πρωτεύουσα του Αντιχρίστου; Και το παράδοξο: Πρέπει να έχει ήδη καταστραφεί, διότι λέγει «έπεσε». Όχι μόνον καταστράφηκε, αλλά και ερήμωσε ολοσχερώς.
Και όμως αυτό που θα γίνει στο μέλλον, για την άγνωστη πόλη της Μεγάλης Βαβυλώνας, η Αγία Γραφή προφητικά, μας το γράφει βεβαιωτικά ότι ήδη έχει γίνει.
Και κάτι άλλο. Μήπως δεν αναφέρεται εδώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για μεγάλη πόλη, αλλά για ένα ολόκληρο κράτος που θα καταστραφεί ολοσχερώς από κάποια πυρηνική βόμβα; Πιθανόν. Ποιος το ξέρει; Ποιος μπορεί να ερμηνεύσει τις προφητείες; - Κανένας!
Πάντως ο χρόνος αυτός, λέγεται και είναι προφητικός, και είναι ισχυρός και απόλυτα βεβαιωτικός.

Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε επίσης στα ρήματα και την πρόθεση «σύν». Και μας λέγει «συν-εζωποίησε», «συν-ήγηρε», και «συν-εκάθισε». Και αυτό το κάνει για να μας δείξει το πόσο πολύ στενά συνδεδεμένοι είμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί με τον Χριστό.
Ας δούμε όμως πώς αναλύει ο Ιερός Χρυσόστομος αυτούς τους δύο στίχους.
Είδες, μας λέγει, το άπειρο μέγεθος της παντοδυναμίας του Θεού, σε όλους εμάς που πιστεύουμε; Τους νεκρούς πνευματικά, αυτούς δηλαδή που είχαν πεθάνει εξαιτίας της αμαρτίας και ήσαν πλέον παιδιά της οργής, αυτούς τους εζωοποίησε διά μέσου του Αγίου Βαπτίσματος, αφού προηγουμένως είχαν πιστέψει στην θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού, στη Σταυρική Του Θυσία, στην Ανάσταση και την Ανάληψή Του, δηλαδή σε ολόκληρο το κοσμοσωτήριο έργο Του.
Βλέπεις λοιπόν, συνεχίζει ο Άγιος Χρυσόστομος, πόσο μεγάλη είναι η ελπίδα της προσκλήσεως όταν λέγει : «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται;» Αυτά κατά τον Άγιο.

Αλλά τι σημαίνει όμως «συνήγηρε» και «συνεκάθισε»; Ο Χριστός όμως ξέρουμε είναι η κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας. Της Εκκλησίας που ίδρυσε και θεμελίωσε με το Πανάγιον Αίμα Του πάνω στο Γολγοθά. Μέλη της Εκκλησίας είμαστε εμείς όλοι που βαπτισθήκαμε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που μυρωθήκαμε με το βασιλικό χρίσμα του Παναγίου Πνεύματος, που τρεφόμαστε από τα Πανάχραντα Μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας, δηλαδή του Ποτηρίου της Θείας Ζωής, και που ανακαινιζόμεθα συγχωρούμενοι δια μέσου της μετανοίας και Ιεράς Εξομολογήσεως. Όπου όμως είναι η κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός, εκεί είναι και το Σώμα, δηλαδή η Εκκλησία. Δεν νοείται η κεφαλή χωρίς το σώμα, και σώμα χωρίς την κεφαλή. Αναστήθηκε η κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός; Συνανέστησε η κεφαλή και το σώμα. Συνανέστησε δηλαδή και την Εκκλησία. Αλλά μέλη της Εκκλησίας, όπως είπαμε, είμαστε και μείς, όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Αλλά συνανέστησε μαζί Του και όλους εμάς. Αφού αναστήθηκε η κεφαλή, αναστηθήκαμε και μείς. Όπως όμως μας συνανέστησε, έτσι και μας συνεκάθισε. Όταν κάθεται η κεφαλή, συγκάθεται και το σώμα. Πού συγκάθεται; Στα επουράνια! Στο Θρόνο του Θεού.

Να τα πούμε και πιο απλά. Με την Ανάστασή Του ο Χριστός, συνανέστησε και μας όλους. Με την Ανάληψή Του στους Ουρανούς, μας πήρε και μας όλους στα επουράνια, δηλαδή στον Παράδεισο, στην Βασιλεία των Ουρανών! Με το να καθίσει σε Θρόνο, στα δεξιά του Θεού και Πατρός, μας συνεκάθισε και μας όλους σε θρόνους δόξης και τιμής. Ο Θεός δηλαδή μας χαρίζει τον θρόνον Του! Αυτό είδαμε μέχρι τώρα και μάλιστα από τα όσα μας είπε και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και η λοιπή χωρία των Πατέρων.

«Έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμα εστί πάντα». Λουκάς ΙΔ 17. Ελάτε μας φωνάζει και μας προσκαλεί ο Θεός με την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Είναι όλα έτοιμα και σας περιμένουν. Είναι όλα έτοιμα, όλα έτοιμα και ο δρόμος είναι ανοικτός! Μας τον άνοιξε ο ίδιος ο Θεός με την ενανθρώπισή του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, με τη θεϊκή του διδασκαλία, με τη Σταυρική Του Θυσία, με την Ανάσταση και την Ανάληψή Του, και αφού ο δρόμος είναι ανοιχτός, και ο θρόνος έτοιμος, άρα έχει γίνει και η ενθρόνισις. Έτσι μας λέγει ο Απόστολος Παύλος.
Αυτό το «συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις», σημαίνει ότι μαζί με τον Χριστό, έχουμε και μεις ενθρονιστεί μαζί Του.

Και τώρα μπαίνει το τραγικό ερώτημα: Έχουμε όντως ενθρονιστεί; Ναι ή όχι; Εγώ λέω μάλλον όχι. Διότι για την ενθρόνισή μας στον ουράνιο θρόνο μαζί με τον Χριστό, χρειάζεται και η δική μας οπωσδήποτε συγκατάθεσις. Αλλά θα μου πείτε ποιος στραβός δεν θέλει το φώς του; Και όμως εμείς δεν το θέλουμε. Και δεν θέλουμε το φώς, και δεν θέλουμε την δόξα της Βασιλείας του Θεού, και δεν θέλουμε τη σωτηρία μας, διότι η προαίρεσίς μας στρέφεται αποκλειστικά και μόνον προς το δρόμο της αμαρτίας. Είμαστε βυθισμένοι στο κόσμο των παθών και των υλικών αμαρτωλών απολαύσεων. Στον κόσμο της λάσπης και της αισχρότητος. Στον κόσμο της κακίας και της πονηριάς. Στον κόσμο της σκληρότητος και της ασπλαχνίας. Στον κόσμο της απιστίας. Της απορρίψεως των ηθικών αξιών και της τέλειας αδιαφορίας.
Αυτόν λοιπόν τον δρόμο της αμαρτίας, πρέπει οπωσδήποτε να τον εγκαταλείψουμε, και να στραφούμε προς τον άλλον, που έχει στενή την πύλη, και τεθλιμμένη την οδό. Τον δρόμον που χάραξε ο Θεός με την αγία Του ζωή και τη Σταυρική Του Θυσία, τον δρόμο της Εκκλησίας, τον δρόμον της Ορθοδόξου πίστεως, τον δρόμον της νηστείας, της αγρυπνίας, της προσευχής, της εγκράτειας, του ταπεινού φρονήματος, δηλαδή του πνευματικού αγώνος. Τον δρόμον των παναγίων μυστηρίων και της καθημερινής αληθινής μετάνοιας.

Λίγος αγώνας πνευματικός έμεινε ακόμη αδελφοί μου.
Λίγος αγώνας.
Και ύστερα το τέλος, χωρίς τέλος. Το τέλος χωρίς τέλος.
Και όταν λέγω λίγος αγώνας έμεινε ακόμα, εννοώ ότι λίγες είναι οι μέρες μας, οι μήνες μας ή τα χρόνια που θα παραμείνουμε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο. Και ύστερα θα έλθει το τέλος. Το τέλος όμως, χωρίς τέλος για πού; Για την αιώνια κόλαση, ή για τον Παράδεισο;

Εκείνο που εύχομαι εγώ, θα είναι αυτό το τέλος χωρίς τέλος, να είναι για τον Παράδεισο!
Να είναι για την Βασιλεία του Θεού!
Για την αιώνια Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!
Με τις προϋποθέσεις όμως που είπαμε και τις οποίες λέμε και ξαναλέμε και ξαναλέμε, εδώ και είκοσι χρόνια από το βήμα αυτό.
Εύχομαι εις όλους, η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος πάντοτε μαζί σας,

Αμήν.

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011

Ο βίος του Οσίου Ιακώβου του Πορφυριώνη (περιληπτικά)

164-ζ



Και τώρα χριστιανοί μου μια ιστορία αληθινή, για το υπόλοιπον της κασέτας.

Στα χρόνια των μεγάλων ασκητών της ερήμου έζησε και αγίασε ο όσιος Ιάκωβος. Στα είκοσί του χρόνια εγκαταλείπει τον κόσμο και κάθε τι βιωτικό και μπαίνει σε μια σπηλιά, κοντά στην κωμόπολη Πορφυριών.
Εκεί για είκοσι ολόκληρα χρόνια υπέβαλλε τον εαυτό του σε κάθε είδους σκληρή άσκηση και κακοπάθεια, για την κάθαρση απ’ τα πάθη και την ηθική του τελείωση. Πολύ γρήγορα απλώθηκε η φήμη του ως αγίου.

Κάποτε όμως μερικοί ακόλαστοι και φθονεροί άνθρωποι, οδήγησαν στην είσοδο της σπηλιάς του μια πόρνη. Ήταν βράδυ και με φοβερή καταιγίδα. Έτσι με το τέχνασμα αυτό κατόρθωσε να μπει στο κελί του και κει βγάζοντας τα βρεγμένα της ρούχα έμεινε γυμνή και άρχισε να τον προκαλεί συνεχώς για να ενωθεί μαζί της σαρκικά.
Ο όσιος Ιάκωβος άρχισε αμέσως να καίει τα δάκτυλά του πάνω στα αναμμένα κεριά, παραλληλίζοντας τους πόνους του με τα βάσανα της κολάσεως. Η καμένη σάρκα, η θυσία του μοναχού, και το βουβό του παράδειγμα συγκλόνισαν την πόρνη και την έφεραν σε μεγάλη μετάνοια. Ήρθε και αμέσως και έπεσε στα γόνατα ζητώντας συγγνώμη και έφυγε μέσ’ τη νύχτα. Από τότε άλλαξε τρόπο ζωής και αφοσιώθηκε στη λατρεία του αληθινού Θεού.

Ο διάβολος όμως που καραδοκεί δεν άφησε τον όσιο ήσυχο. Άρχισε με καθημερινές προσβολές- λογισμούς να του παρουσιάζει το κατόρθωμά του φοβερά μεγάλο και μάλιστα πρωτάκουστο, αφού κανένας άλλος ασκητής δεν μπόρεσε να το κατορθώσει. Έτσι ο καθημερινός αυτός βομβαρδισμός των λογισμών από δεξιά σκότισε το νου, προκάλεσε συγκαταθέσεις και φούσκωσε την υπερηφάνεια.

Έτσι δεν άργησε να γίνει το μεγάλο κακό.
Κάποιος επιφανής χριστιανός είχε μια κόρη είκοσι ετών δαιμονισμένη. Την πήγε λοιπόν στο φημισμένο ασκητή για να την θεραπεύσει. Εκείνος προσευχήθηκε και νήστεψε πολύ, και όταν την σταύρωσε με το κομποσχοινάκι του το δαιμόνιον έφυγε τσιρίζοντας και η κοπέλα ελευθερώθηκε.
Ο πατέρας της όμως επειδή φοβόταν μήπως το δαιμόνιο γυρίζοντας στο σπίτι ξαναμπεί μέσα της, την άφησε στη σπηλιά του μοναχού. Για παρέα της άφησε εκεί τον νεότερο αδελφό της, ετών δεκαπέντε.
Ο ασκητής κάτω απ’ την πίεση των λογισμών νικήθηκε από τον πειρασμό και έτσι έφθασε στο κακό. Διέφθειρε το κορίτσι. Και όχι μόνο μια φορά.
Σε λίγο καιρό διαπίστωσε ότι η κοπέλα ήταν έγκυος. Για να μη γίνουν όμως γνωστές οι μυαρές του πράξεις και ξευτιλιστεί, τι έκανε; Σκότωσε την κοπέλα και τον αδελφό της, και τα σώματά τους τα έριξε στο ποτάμι. Στους γονείς είπε τα παιδιά βαρέθηκαν να παραμένουν κοντά του και μια νύχτα έφυγαν. Όταν όμως θέλησαν να περάσουν το ποτάμι παρασύρθηκαν από τα ορμητικά νερά του και πνίγηκαν.
Υπάρχει όμως και συνείδησις. Έτσι τον κύκλωσαν οι ενοχές και οι τύψεις και κάτω απ’ το βάρος των φοβερών του εγκλημάτων έπεσε σε μεγάλη απελπισία και χάθηκε κάθε ελπίδα σωτηρίας. Χαμένος λοιπόν από την απελπισία, απεφάσισε να τα εγκαταλείψει όλα και να γυρίσει στον κόσμον και κει πλέον να ξανακυλιστεί ακόμα πιο βαθειά.

Στο δρόμο συνάντησε έναν ευλαβέστατο ιερέα ερημίτη, στον οποίον εξομολογήθηκε τα εγκλήματα και το δράμα του, και κείνος με τις νουθεσίες του τον έστειλε πίσω στην έρημο για να κάμει τον κανόνα του. Βρήκε έναν άδειο τάφο, μπήκε και κλείστηκε μέσα σ’ αυτόν, και κει υπέμεινε κάθε σκληραγωγία, την πείνα, τη δίψα και τα λοιπά.

Ύστερα από δυο χρόνια σημειώθηκε στη χώρα μεγάλη ξηρασία. Είχε να βρέξει έναν ολόκληρο χρόνο. Ο Θεός όμως κατά θαυμαστό τρόπο, με θείο δηλαδή όραμα που απεκάλυψε στον τοπικό επίσκοπο, ότι αν δεν προσευχηθεί ο μοναχός Ιάκωβος που ασκητεύει μέσα σ’ ένα τάφο στο τάδε σημείο της ερήμου δεν θα λυθεί η ξηρασία. Αμέσως ο επίσκοπος με ιερείς και πλήθος λαού πήγαν στον ασκητή, και τον θερμοπαρακάλεσαν να κάμει πολύ προσευχή για να ανοίξουν οι ουρανοί και να βρέξει.
Ο μακάριος εκείνος ασκητής ο Ιάκωβος, πείσθηκε από τις παρακλήσεις του επισκόπου και προσευχήθηκε με πολλά δάκρυα, με άκρα ταπείνωση και βαθειά πίστη στο Θεό.
Ο Θεός άκουσε την προσευχή του μεγάλου αυτού αμαρτωλού μοναχού που όμως με όλη του την καρδιά είχε μετανοήσει, είχε πενθήσει και συντριβεί, και έστειλε πλούσια την βροχή του στη γη, και μάλιστα τόσο πλούσια που η γη χόρτασε, τους δε ανθρώπους όπως και τα ζώα ξεδίψασε και δρόσισε.

Αυτό το θαύμα στερέωσε το μοναχό Ιάκωβο, στερέωσε μέσα του την ελπίδα αλλά και την βεβαιότητα ότι όχι μόνον συγχωρέθηκε αλλά ξαναβρήκε την παρρησία του στο Θεό. Έτσι με την πίστη δυνατή και την ελπίδα βεβαιωμένη, συνέχισε την ασκητική του ζωή εξακολουθώντας να κλαίει και να κλαίει και να κλαίει και να κλαίει με αληθινή μετάνοια προσθέτοντας σκληραγωγία στην σκληραγωγία, κακοπάθεια στην κακοπάθεια, πόνο στον πόνο, δάκρυα στα δάκρυα, συντριβή στην συντριβή, πένθος στο πένθος.
Ύστερα από πολλά χρόνια, και με πολιτεία θεάρεστη, ευλογημένη και αγία, παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Θεού με θάνατο οσιακό.

Η Εκκλησία τον ανεκήρυξε Άγιο και η μνήμη του εορτάζεται στις 28 Ιανουαρίου μαζί με τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο.

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2011

Το δέσιμο και η τυραννία του Σατανά ως εξουσία στον άνθρωπο δια μέσω των παθών μας.

Ι' Λουκά 2000

165-β


Η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή, αδελφοί μου, αναφέρεται στη θεραπεία μιας συγκύπτουσας γυναίκας, μιας γυναίκας που ήτανε καμπουριασμένη και διπλωμένη στα δύο εξαιτίας κάποιας αρρώστιας που θα είχε στην σπονδυλική στήλη. Αυτή τη γυναίκα την θεράπευσε ο Χριστός λέγοντας «γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου».
Απαντώντας στη συνέχεια ο Κύριος στην υποκρισία του αρχισυναγώγου λέγει:
- Αυτή τη γυναίκα που την έδυσε ο Σατανάς 18 έτη, ούκ οίδε λυθείναι από του δεσμού τούτου την ημέρα του Σαββάτου; Αυτή τη γυναίκα που την έδυσε για 18 ολόκληρα χρόνια ο διάβολος, δεν θάπρεπε να την θεραπεύσουμε την ημέρα του Σαββάτου;
Εμάς σήμερα χριστιανοί μου, θα μας απασχολήσουν δύο πράγματα. Το πρώτον είναι το «έδυσεν ο Σατανάς» και το δεύτερον το «απολέλυσαι της ασθενείας σου».

Παρόλον που είχε μια συγκεκριμένη αρρώστια αυτή η γυναίκα, με έντονη την καμπούρα της, ώστε να διπλώνει στα δύο, εν τούτοις βεβαίωσε ο Κύριος ότι αυτήν την είχε δέσει ο Σατανάς. Αυτό σε σχέση με τον παραλυτικό της Βηθεσδά, που ο Χριστός θεράπευσε ύστερα από 40 χρόνια παραλυσίας, αυτόν τον παραλυτικό λέγοντάς του «είδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον τι σοι γένοιται»; Κοίταξε, του είπε, είσαι πλέον καλά, είσαι υγιής και περπατάς. Πρόσεξε όμως μην ξαναμαρτήσεις γιατί θα πάθεις χειρότερα. Αυτό φανερώνει ότι ο διάβολος δένει τον άνθρωπο, αφού αμαρτήσει και με διάφορες ασθένειες.
Αυτό σημαίνει και κάτι άλλο πάρα πολύ βασικό. Ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι αυτός που δίνει το δικαίωμα στο διάβολο να τον δέσει με διάφορους τρόπους, μεταξύ των οποίων είναι και κάποια αρρώστια.

Πρέπει όμως να κάνουμε και μια διευκρίνιση πολύ απαραίτητη. Ότι δηλαδή δεν κρύβεται ο διάβολος πάντοτε πίσω από κάθε ασθένεια, αρρώστια, αναπηρία, ατύχημα και λοιπά. Όχι, χίλιες φορές όχι, διότι έχουμε και τη φυσική φθορά του σώματος, με τα γηρατειά, τους πόνους και τόσα άλλα. Επίσης αρρώστιες έχουμε από την κακή μας διατροφή, από την ασωτεία κατά την διάρκειαν της νυκτός, από τη διάχυτη ραδιενέργεια, από τη ρύπανση του περιβάλλοντος, από τις τρελές .αγελάδες, από τις ορμόνες που βάζουν σε όλα τα τρόφιμα και σε όλα τα λαχανικά, από τις λοιμώδεις μεταδοτικές ασθένειες όπως είναι η χολέρα. Αρρώστιες έχουμε ακόμα και από κληρονομικότητα, όπως είναι το ζάχαρον, αρρώστιες έχουμε και προκαλεί η πείνα, όπως συμβαίνει στις χώρες του τρίτου κόσμου, όπου κάθε μέρα πεθαίνουν δυο τρείς χιλιάδες παιδιά από την πείνα. Δυό με τρείς χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν κάθε μέρα από την πείνα.

Μετά το «έδυσεν αυτήν ο Σατανάς», θέλει να μας πει ο Χριστός ότι πολλές θλίψεις, βάσανα, ατυχίες, αναπηρίες, αρρώστιες και άλλα, είναι αποτέλεσμα ενός δεσίματος του διαβόλου, με την βασική όμως προϋπόθεση είναι ότι ο ίδιος ο άνθρωπος με τη θέλησή του και εντελώς ελεύθερα, δίνει αυτό το δικαίωμα ώστε να τον δέσει ο διάβολος και να τον κάμει ό,τι θέλει προκαλώντας σ’ αυτόν μυριάδες ταλαιπωρίες. Το δε δικαίωμα αυτό το δίνουμε στο διάβολο με την ζωή μας, που είναι μακριά από το Θεό, την Εκκλησία και τα Άγια Μυστήρια, με τη ζωή μας που είναι γεμάτη από αδικία, πονηριά, κακία, μνησικακία, φθόνο, μίσος, κατάκριση, συκοφαντία, υπερηφάνεια, εγωισμό και λοιπά. Δηλαδή από το πλήθος των παθών που καλλιεργούμε καθημερινά μέσα μας.
Αυτό σημαίνει ότι γινόμαστε σκλάβοι των παθών μας, ώστε ο διάβολος μας δένει από τη μύτη και μας σέρνει όπου θέλει. Λαϊκά θα λέγαμε «μας χορεύει στο ταψί». Και στο τέλος μας οδηγεί δεμένους στην αιώνια καταστροφή της ψυχής μας, δηλαδή μας οδηγεί στην Κόλαση.
Δυστυχώς η αμαρτία αδελφοί μου, ή μάλλον οι κλίσεις μας προς το κακό και την αμαρτία, υπάρχει μέσα σε όλους τους ανθρώπους, σαν μικροβιακό καρκίνωμα, γι’ αυτό αν δεν προστρέξουμε αμέσως για θεραπεία στο γιατρό των ψυχών και των σωμάτων, δηλαδή στον Χριστό και στην Εκκλησία Του, γρήγορα θα κυριευθούμε από τα πάθη, και αφού γίνουμε σκλάβοι σ’ αυτά, θα μας πιάσει ο διάβολος, θα μας δέσει μ’ αυτά, και εν συνεχεία θα προκαλέσει αρρώστιες, θλίψεις, βάσανα, πειρασμούς και τόσα άλλα. Αλλά θα μας σύρει ακόμα όμως στο τέλος και στον αιώνιο θάνατο. Το βεβαιώνει και ο Αγιογραφικός λόγος, «τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος».
Και ενώ είμαστε σκλάβοι στα πάθη μας, και αιχμάλωτοι στις κακίες μας, και δη στη φιλαυτία μας, εμείς νομίζουμε και πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι, ελεύθεροι να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Κι όμως δεν είμαστε ελεύθεροι. Μα καθόλου καθόλου ελεύθεροι. Είμαστε δεμένοι και αιχμάλωτοι των δαιμόνων διά μέσου της αμαρτίας και των παθών που τα τρέφουμε κάθε μέρα. Δηλαδή μέσα του ο άνθρωπος και πολύ βαθειά βαθειά μέσα στην καρδιά του είναι δεμένος και σκλάβος. Ας φαίνεται εξωτερικά ελεύθερος. Μέσα του είναι σκλάβος. Σ’ αυτή του όμως τη σκλαβιά, είναι απόλυτα υπεύθυνος ο ίδιος ο άνθρωπος, διότι συγκατατίθεται πρώτα στην προσβολή της αμαρτίας, του αρέσει κατόπιν αυτό το πράγμα, εν συνεχεία το κάνει λόγο και πράξη, ξανά στην πράξη, στην πράξη, στην πράξη, γίνεται συνήθεια, δευτέρα φύση στον άνθρωπον, οπότε σκλαβώνεται σ’ αυτά. Και τα επαναλαμβάνει διαρκώς, -γιατί;- διότι αγαπά μόνον τον εαυτόν του. Λυπάται μόνον τον εαυτόν του. Ασχολείται διαρκώς μόνον με τον εαυτόν του. Και δεν θέλει να πάθει τίποτα ο εαυτούλης του. Ο σημερινός άνθρωπος θέλει να είναι καλοπερασάκιας. Γι’ αυτό και είναι πάντοτε γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, παραπονιάρης, αλλά και εν συνεχεία είναι σκληρόκαρδος, άσπλαχνος, δεν τον ενδιαφέρει τίποτα περισσότερο, δυστυχώς, παρά μόνον ο εαυτός του.
Έτσι είμαστε οι περισσότεροι, και πρώτος εγώ.
Παρόλα αυτά δηλώνω φιλαυτία, και η φιλαυτία είναι η ρίζα όλων των παθών. Και όλων των κακιών που βρίσκονται μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο Κύριος μάς συνιστά το «απαρνήσασθε εαυτόν» και συνέχεια διευκρινίζοντας λέγει ότι «ος αν γαρ θέλει σώσαι την ψυχήν αυτού, απωλέσει αυτήν». Δηλαδή για να ακολουθήσουμε τον Χριστό, και να γίνουμε σωστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πρέπει να απαρνηθούμε τον αμαρτωλό εαυτό μας, με τα μύρια τόσα πάθη του, και όποιος θυσιάσει για την αγάπη του Θεού τον εαυτόν του και τη ζωή του ακόμη, αυτός και θα σωθεί - αυτό μας είπε ο Κύριος. Δηλαδή θα ανακαλύψει μέσα του τον αμαρτωλό εαυτό του με τα πάθη του, τις αδυναμίες του, τις κακίες του, πράγμα που δεν ψάχνουμε να το βρούμε μέσα μας, και εν συνεχεία να πάμε στον πνευματικό και να το ομολογήσουμε.
- Ψάχνω κάθε μέρα πάτερ μου μέσα μου και βρίσκω βρωμιά. Βρίσκω δυσωδία, βρίσκω αμαρτία, δεν μπορώ να απαλλαγώ απ’ αυτήν.
Όχι ψάχνω και δεν βρίσκω τίποτα! Τι είναι αυτό; Σκοτάδι είναι. Σκότος. Τελείως σκότος. Να λες ψάχνω και δεν βρίσκω τίποτα! Μα δεν ψάχνεις! Γιατί φοβάσαι να δεις το βάθος μέσα του εαυτού σου. Ο καθένας μας φοβάται. Γιατί άμα δει τον εαυτόν του θα είναι υποχρεωμένος να τον σταυρώσει. Και να τον σταυρώσει με την μετάνοια, για να μπολιαστεί συνέχεια, με το Πανάγιον Αίμα του Ιησού Χριστού. Να αποκτήσει καινούργιες συνήθειες, να κάνει καινούργια ζωή και να δώσει ολόκληρη τη ζωή του στον Χριστό και στην Εκκλησία. Έτσι μόνον θα σωθεί ο άνθρωπος. Όλα τα άλλα είναι μούφαρα.

Το δεύτερο πράγμα που είπαμε ότι θα μας απασχολήσει είναι το «απολέλυσαι της ασθενείας σου». «Σε είχε δέσει ο διάβολος με αυτή τη βαρειά αρρώστια. Αλλά εγώ ως Θεός, ως Λυτρωτής και Σωτήρας, σε λύνω», είπε ο Κύριος στην συγκύπτουσα εκείνη γυναίκα. Ο Χριστός αδελφοί μου είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Είναι αυτός που θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν πνευματικήν ασθένεια. Θεραπεύει και τα πάθη. Θεραπεύει και κάθε πληγή αδυναμίας και κακίας και πονηρίας. Άρα, αν δεν βάλει ο Θεός το χεράκι Του, δεν λύνεται ο άνθρωπος από καμιά αρρώστια, ούτε σωματική, ούτε πνευματική. Αυτός είναι που θεραπεύει. Που μας λύνει από τον πυρετό, όχι μόνον από τον πυρετό που πάει τριανταεννιά και σαράντα και σαράντα ένα, αλλά και από τον πυρετό της αμαρτίας! Είναι αυτός που εξαφανίζει τους όγκους των καρκινωμάτων, με ένα απλό σταύρωμα, είτε του ιερέως, είτε ενός Σταυρού που έχει άγια λείψανα, είτε ενός βαμβακιού που έχει άγιο μύρο. Αλλά είναι και αυτός όμως που εξαφανίζει κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού και τους όγκους των παθών. Είναι αυτός που μας σηκώνει από το κρεβάτι του πόνου. Αλλά είναι αυτός όμως που μας σηκώνε και από την παραλυσία της αμαρτίας. Μας δίνει φως στα τυφλά μάτια μας, όχι μόνον αυτά τα τυφλά τα μάτια τα σωματικά, αλλά φωτίζει και τα μάτια της ψυχής μας, αυτά τα ανοίγει, για να δούμε την αλήθεια και να θεραπευτούμε πριν να είναι αργά, πριν να έρθει ο θάνατος – γιατί θαρθεί! Σήμερα, αύριο, μεθαύριο, θάρθει. Θα έρθει οπωσδήποτε. Κανένας δεν ξέφυγε απ’ αυτόν. Πριν να είναι αργά, να πάμε στον ιατρό των ψυχών και των σωμάτων και να θεραπευθούμε. Αλλά δε μας λύνει από τις διάφορες αρρώστιες, επαναλαμβάνω λοιπόν, μας λύνει και από τα δεσμά εκείνα τα οποία τα σπάζει ο Θεός από τα δεσμά που μας έχει δέσει ο διάβολος.
Με τη δική μας συγκατάθεση μας δένει ο Σατανάς. Αλλά και με την δική μας πάλι συγκατάθεση μας λύνει ο Θεός. Και όπως ο διάβολος ψάχνει αφορμές κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή για να μας δέσει και να μας σκλαβώσει, έτσι και ο Θεός, που δεν θέλει τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψει και ζειν αυτόν, μέχρι την τελευταία του στιγμή, δημιουργεί πλήθος από ευκαιρίες για να μας λύσει και να μας σώσει.

Χθές το πρωί, (ή προχθές;) σ’ ένα νοσοκομείο, μέχρι τελευταία στιγμή, δεν ήθελε κάποιος να ακούσει ούτε καν για Θεό. Και τη στιγμή που άρχισε να πέφτει σε κώμα, πήγε μια κυρία από ένα διπλανό κελί. Ούτε η γυναίκα του ούτε οι συγγενείς, να τολμήσουν να του πουν κάτι για το Θεό, και αυτή του μίλησε. Και του μίλησε για το Θεό. Και του είπε «να πιστέψεις στον Θεόν», και να αρχίζει να τον παρακαλεί, κα να λέει «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον». Και την ώρα που ήταν να κλείσει τα μάτια του και να φύγει για πάντα, άρχισαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια του.

Δεν θέλει ο Θεός τον θάνατον του αμαρτωλού, μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του. Θα βρεθεί όμως σε μας κάποιος κοντά, εκείνη τη στιγμή, να μας πει «πάτερ Στέφανε μη φοβάσαι, ο Θεός είναι εύσπλαχνος και αγαθός, κάνε κουράγιο, κάνε υπομονή, κάνε προσευχή, λέγε την ευχή», και συ Μαρία και Κατερίνη, και Θεοδώρα και Γιάννη και Κώστα και Παύλο, - που θα βρεθούμε αυτήν την στιγμήν. Αν όμως μας σκοτώσει ένα αυτοκίνητο; Και αν ξαφνικά μας πάρει το κεφάλι απότομα, πότε θα προλάβουμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»;
Για να μην φτάσουμε λοιπόν και στον βίαιο θάνατο, καλόν είναι να καλλιεργήσουμε την μνήμη του θανάτου, και την ετοιμασία μας γι’ αυτή τη στιγμή, από σήμερα.
Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να τρέξουμε στην παντοδύναμη φιλανθρωπία του Θεού, και αφού αναγνωρίσουμε την αθλιότητά μας, τη βρωμιά μας, τη δυσωδία μας και την αμαρτωλότητά μας, τότε με όλη μας την καρδιά και με όλη μας την ψυχή και με όλες μας τις δυνάμεις και την πίστη και με δάκρυα μετανοίας να ζητήσουμε από το Χριστό, να μας ελεήσει και να μας σώσει.

Ο Χριστός μας ελεεί, ο Χριστός μας λύνει, ο Χριστός μας σώζει, χαρίζοντάς μας την λυτρωτική λήθη από τον παλιό κακό εαυτό μας. Δεν υπάρχει ούτε ένας χριστιανός, και αυτό το λέγει η πείρα των αγίων, που να ένοιωσε μέσα στην καρδιά του αυτήν την απολύτρωση, αυτό το λύσιμο, αυτήν την ελευθερία, αυτό το ξελάφρωμα, και να μην πιστέψει ότι έργον καθαρά του Αγίου Θεού.