Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Πέμπτη 9 Απριλίου 1992

23 β Η Θεία Χάρις. 9.4.1992

Εξομολόγηση στον Πατέρα Ιερώνυμο το Σιμωνοπετρίτη.

Πριν από σαράντα, πενήντα χρόνια περίπου, κάποιος χριστιανός πήγε ένα πρωί να εξομολογηθεί στον Πατέρα Ιερώνυμο τον Γεροσιμωνοπετρίτη και εξομολογήτο δε για πρώτη φορά.
Την ώρα που πήγε ο πατήρ Ιερώνυμος λειτουργούσε στο ναό της Αναλήψεως.
Ηταν πολύ πρωί και ο ναός εφωτίζετο μόνο από τα καντηλάκια και από λίγα κεριά.
Στάθηκε σε μια γωνιά και περίμενε, παρακολουθώντας συγχρόνως και τη θεία λειτουργία.
Κάθε τόσο έλεγε έκπληκτος:
- Πω, πω , πω ...
Και ύστερα από λίγο
- Πω, πω , Θεέ μου, τί είναι αυτό;
Οταν τελείωσε η θεία λειτουργία ο Πατήρ Ιερώνυμος τον δέχθηκε στο εξομολογητήριο.
Ο χριστιανός, όμως, τον παρατηρούσε περίεργα.
Αρχισε μάλιστα να τον περιεργάζεται.
Τον κοιτούσε δεξιά, τον κοιτούσε αριστερά, πάνω, κάτω, σηκώθηκε, τον έβλεπε και από τα πλάγια.
- Μπα, περίεργο είναι.
Σε μια στιγμή του λέει:
- Παππούλη, δε βγάζεις λίγο και το σκουφί σου;
Ο Πατήρ Ιερώνυμος του έκανε το χατήρι και έβγαλε το σκουφάκι του.
Και άρχισε λοιπόν να περιεργάζεται και το γυμνό του κεφαλάκι.
Τότε ο ιερεύς του λέγει:
-Τι συμβαίνει, βρε παιδάκι μου; Τι κοιτάζεις τόσο περίεργα; Για πες μου και μένα.
Και αυτός απάντησε:
- Να, όταν λειτουργούσες, είχες γύρω σου πολύ φως, μα πολύ πολύ φως και πιο πολύ γύρω από το κεφάλι σου και έψαχνα να βρω πού έχεις κρυμμένο το φαναράκι, το φακό που έβγαζε τόσο φως.
- Αυτό, παιδάκι μου, δεν είναι φως που βγάζουν τα φαναράκια. Αυτό το φως λέγεται θεία Χάρις.
- Βρε, βρε, και δε μου δίνεις και εμένα λίγο για να μην τρέχω για τις λάμπες και τα δαδιά;
- Θα σου δώσει ο Θεός αν κάμεις ότι σου πω, αφού πρώτα πεις τα κρίματά σου, ήταν η απάντησις του Πατρός Ιερωνύμου.
Και έτσι άρχισε, συνεχίζεται και τελείωσε η εξομολόγησις του αγαθού και απλού εκείνου χριστιανού. Είναι αληθινό αυτό το γεγονός και αναφέρεται στη ζωή του μεγάλου αυτού πνευματικού της Αναλήψεως, του Πατρός Ιερωνύμου του Σιμωνοπετρίτου.

Πέμπτη 2 Απριλίου 1992

22 Τό Αγιον Πνευμα. 2.4.1992

Αυτός που ήθελε να σωθεί

Ενας, λέει, θέλησε κάποτε να σωθεί. Ρωτούσε:
- Πώς θα σωθώ;
Του έλεγαν διάφορα εκεί.
Τελικά κάποιος του είπε:
- Να, λέει, πήγαινε σε αυτό το μοναστήρι και πες τους ότι θέλω να σωθώ και να με αφήσετε κλεισμένον μέσα στην εκκλησία. Και έτσι θα σωθείς.
- Θα σωθώ; λέει.
- Ναί. Τσομπάνος ήταν, ποιμένας αυτός. Πήγε λοιπόν, χτύπησε την πόρτα της μονής. Βγήκε ένας μοναχός. Του λέει:
- Τι θέλεις;
Λέει:
- Ηρθα, λέει, για να σωθώ και να με κλείσετε στη δεύτερα εκκλησιά.
- Αει, βρε χαζέ, του λέει, φύγε από δω πέρα.
Πήγε στην άλλη πόρτα, χτύπησε από εκεί, τα ίδια.
Πήγε στην τρίτη πόρτα.
Τον άκουσε με προσοχή ο τρίτος μοναχός.
Πάει το λέει στον ηγούμενο.
- Τι λές, λέει, έτσι είναι; λέει
- Φέρε τον εδώ.
- Τι θέλεις άνθρωπέ μου;
- Ηρθα, λέει, να σωθώ.
Θέλω να σωθώ και μου είπαν, λέει, ότι θα σωθώ αν με κλείσετε μέσα σε μία εκκλησία.
- Εντάξει, να σε βάλομε μέσα στην εκκλησία. Θα έρθεις εδώ, θα σου φέρνομε και το φαγάκι σου να
τρως.
- Καλά, λέει, εγώ θα τρώω αλλά Αυτός εδώ γιατί Τον έχετε εκεί πέρα έτσι, λέει, καρφωμένο και δεμένο εκεί πέρα πάνω;
- Α, αυτός λέει, είναι άλλος αμαρτωλός.
Τι να του πει τώρα;
- Μεγάλος αμαρτωλός, λέει. Τον έχουμε εκεί πέρα τιμωρημένο.
- Τι λές, λέει. Βρε το φουκαρά, λέει. Πα πα πα... Εκατσε μες την εκκλησία, λοιπόν. Ε, δεν ήξερε τι να κάνει.
- Πάρε, λέει, εδώ ένα ξεσκονόπανο και ξεσκόνιζε την εκκλησία και ησχολείτο με αυτό.
Το μεσημέρι, λοιπόν, του έφεραν το φαγάκι του.
Το έβαλε σε μια καρεκλίτσα εκεί, πήρε και ένα σκαμνάκι να καθήσει να φάει.
Κάθε τόσο κοίταζε τον Εσταυρωμένο.
Λέει:
- Βρε, λέει, Εσύ τώρα όπως και να είσαι εκεί πέρα, όσο και κακούργος να είσαι και να σε έχουν τιμωρημένο να τρώω εγώ και να μην τρώς Εσύ δεν γίνεται.
Ετρωγε δυο μπουκιες δεν του κατέβαιναν παρακάτω.
Ου, έκανε ο καημένος.
Λέει:
- Δεν κατεβαίνεις κάτω να φάμε μαζί αυτό το λίγο που μου έφεραν εδώ;
Κατεβάζει τας χείρας και κατέρχεται και κάθεται εκεί στην καρεκλίτσα και συνομιλεί μαζί του.
Του λέει:
- Γιατί ήρθες εδώ;
- Ηρθα για να σωθώ, να πάω στον Ουρανό, στην πατρίδα την Ουράνια, τη μεγάλη, την ωραία.
- Θα πάμε μαζί.
- Πώς θα πάμε μαζί; Του λέει. Εσύ εκεί πέρα κρεμασμένο σε έχουν. Με το ζόρι εδώ πέρα σε έχουν. Από μένα τρως. Εσύ θα με πάρεις εκεί;
Απλή ιστορία, την οποία βέβαια ήκουσαν οι μοναχοί να κουβεντιάζει και απόρησαν με ποιον ομιλεί. Θα είπαν σαλός είναι μοναχός του ομιλεί.
Μια μέρα, δυο, τρεις, πέντε δέκα, αυτό το πράγμα, περίεργος ο ηγούμενος ανεβαίνει από ένα παράθυρο να κοιτάξει κάτω.
Εβλεπε ότι με κάποιον συζητάει αλλά έβλεπε μόνο τα οπίσθια του συνομιλητού.
- Με ποιον να ομιλεί αυτός;
Τον φωνάζει, λοιπόν, στο κελλάκι του, στο ηγουμενείο και του λέει:
- Με ποιον μιλείς;
- Να, λέει, με εκείνον εκεί τον κακούργο που Τον είχατε εκεί πέρα.
Ερχόμαστε, λέει, και τρώμε το φαγάκι μαζί.
- Και τι σου λέει; Τι συζητάτε;
- Α, μου λέει για τον Παράδεισο, για τον Ουρανό, για τους Αγγέλους. Οτι υπάρχει φως, υπάρχει
χαρά.
- Και τι σου λέει; Θα σε πάρει μαζί Του;
- Βεβαίως, λέει.
- Δεν Του λες, λέει, να με πάρει και εμένα;
Να τα μυστήρια του Θεού πού αποκαλύπτονται: στις απλές καρδιές.
Πρέπει να τα γνωρίζουμε, πρέπει να τα μελετάμε, πρέπει να παρακολουθούμε τον Λόγον του Θεού εν αφελώτητι καρδία, με απλότητα και τότε ο Θεός αυτά που δεν καταλαβαίνουμε θα τα νιώσουμε, θα τα ζήσουμε.
Και ότι μας αποκαλύψει ο Θεός μέσα στην καρδιά, είδατε τα ομολόγησε αμέσως, εν συνεχεία από το στόμα και εν συνεχεία βέβαια ακολουθούν τα έργα της ζωής μας, που σφραγίζουν αυτήν την πίστη
και την αποκάλυψη της καρδιάς.

Πέμπτη 26 Μαρτίου 1992

21 β Τό Τριπλούν Αξίωμα Τού Κυρίου. Μέρος 2ον. τό Βασιλικόν. 26.3.1992

Ο Πατήρ Θεοδώρητος και οι νεκροί

Το Μοναστήρι του Αγίου Παύλου πριν από πολλά χρόνια έκανε Ανάσταση το βράδυ και όλοι μαζί οι Πατέρες με τις λαμπάδες αναμμένες ψάλλουν τον επινίκιον ύμνον Χριστός Ανέστη εκ νεκρών
θανάτω θάνατον πατήσας και της εν τοις μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος.
Λέγει λοιπόν σε έναν παρευρισκόμενο μοναχό ο ηγούμενος της μονής στον Πατέρα Θεοδώρητο:
- Πήγαινε να πεις εκεί στους δικούς μας τους κεκοιμημένους στο οστεοφυλάκιο το χαρμόσυνο μήνυμα, το Χριστός Ανέστη.
- Να είναι ευλογημένο.
Και πηγαίνει χαρούμενος και μπαίνει μέσα στο οστεοφυλάκιο και φωνάζει στους νεκρούς:
- Χριστός Ανέστη!
Και ένα μέτρο πάνω όλα τα κόκκαλα.
Και οι κεφαλές και τα πάντα.
Ενας απλός μοναχός.
Εχουμε ζωντανή πίστη που και νεκρούς ανασταίνει αλλά εμείς δεν έχουμε πίστη.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 1992

20 β Τό Τριπλούν Αξίωμα Τού Κυρίου. Μέρος 1ον. τό προφητικόν καί τό αρχιερατικόν. 19.3.1992

Τα αγρίμια

Ενα βράδυ σε ένα μοναστήρι πέρασε ο ηγούμενος από τα κελλιά.
Βρήκε κάποιο μοναχό και τον ρώτησε πώς πέρασε την ημέρα του.
- Ε, όπως όλες δι'ευχών σας, Αγιε Καθηγούμενε. Είχα παρά πολλή δουλειά, μα πάρα πολλή δουλειά και πρέπει να φροντίζω ένα σωρό ζωντανά. Ο Ηγούμενος δεν ήξερε τι διακόνημα έκανε ο Πατήρ
Νεόφυτος.
- Κάθε μέρα, λέει, πρέπει να φυλάγω δύο γεράκια, να συγκρατώ δυο ζαρκάδια, να γυμνάζω δυο κυνηγετικούς σκύλους, να κυνηγάω ένα φίδι, να δαμάζω μια αρκούδα, να περιποιούμαι έναν
άρρωστο. Και δεν θα κατάφερνα τίποτα από όλα αυτά αν δε με βοηθούσε τόσο αποτελεσματικά ο Αρχιερέας.
- Τι είναι αυτά που λέες τώρα εδώ πέρα; Τι ζώα και ζωντόβολα μου λες, ζουρλάθηκες; Τέτοια πράγματα έχουμε εδώ; Και πού τον βρήκες και τον Δεσπότη;
- Και όμως όλα αυτά έγιναν και γίνονται κάθε μέρα, Αγιε Γέροντα. Τα δυο γεράκια είναι τα μάτια μου που πρέπει αδιάκοπα να τα προσέχω γιατί μύρια δυο κακά από τα μάτια μας. Τα δυο ζαρκάδια
είναι τα πόδια μου που το βάδισμά τους πρέπει να το κανονίζω κατά τέτοιον τρόπο ώστε να με διακρίνει σύνεση αν δε θέλω να με οδηγούν στο δρόμο της αμαρτίας. Τα δυο κυνηγετικά σκυλιά είναι τα χέρια μου που οφείλω να τα υποχρεώνω να εργάζονται τις διακονίες που μου αναθέτετε εδώ αλλά και το καλό και για μένα και χάριν του συνόλου. Το φίδι είναι η γλώσσα μου που πρέπει να
χαλιναγωγείται, να μη μιλάει άσκοπα, να μη χύνει δηλητήριο εναντίον των αδελφών, να μην κουτσομπολεύει, να μην κατακρίνει, να μη γογγύζει. Αρκούδα είναι η καρδιά μου που πρέπει να της
δαμάζω τον εγωισμό και την κενοδοξία. Αρρωστος είναι το σώμα μου και έχω υποχρέωση διαρκώς να το προσέχω για να μην προσβληθεί από τη διαστροφή της επιθυμίας και γίνει έτσι ασθενές και
φιλήδονο.
- Καλά είναι όλα αυτά αλλά Δεσπότης ποιος είναι;
- Δεσπότης είναι ο Αρχιερέας Χριστός που με το Πανάγιο Αίμα Του κάθε μέρα, σημαίνει ότι κοινωνούσε κάθε μέρα, με δυναμώνει για να μπορέσω να τα δαμάσω όλα αυτά τα άγρια θηρία που έχω μέσα μου.

Ο Μελχισεδέκ

Ο Μελχισεδέκ παρουσιάζεται στην Αγία Γραφή σαν τύπος και σύμβολο του Χριστού.
Δεν γίνεται τύπος κατά την τάξη του Αρχιερέως Ααρών αλλά κατά την τάξη Μελχισεδέκ.
Ποιος ήταν αυτός ο Μελχισεδέκ;
Την ύπαρξή του την καλύπται πολύ μυστήριο.
Από τη γενεαλογία και τους απογόνους του δεν ξέρομε τίποτα.
Ούτε την ιστορία του γνωρίζουμε, ούτε τη δράση του, ούτε πότε γεννήθηκε, ούτε πότε
πέθανε.
Παρουσιάζεται έτσι έκτακτα, ξαφνικά, χωρίς να τον συνδέει η Αγία Γραφή με κανένα έθνος και με καμμιά φυλή. Λέει:
"Απάτωρ, αμήτωρ, αγενεολόγητος", Προς Εβραίους Επιστολή Ζ3.
Το μόνο που μας λέγει είναι ότι ήτο βασιλιάς της Σαλήμ.
Επιστρέφοντας ο Αβραάμ νικητής από τον πόλεμο που είχε κάνει εναντίον των 5 βασιλέων για να απελευθερώσει τον ανηψιό του Λώτ, αυτός ο νικητής Αβραάμ έσκυψε και προσκύνησε τον Μελχισεδέκ, έξω από την πόλη αυτή, τη Σαλήμ και μάλιστα του πρόσφερε και δώρα.
Και εκείνος αφού ευλόγησε τον Αβραάμ πρόσφερε θυσίαν άρτον και οίνον.
Αυτά αναφέρονται στο 14ο Κεφάλαιο της Γενέσεως.
Οι πληροφορίες λίγες αλλά πολύτιμες.
1. Το όνομά του είναι συμβολικό. Μελχισεδέκ θα πει βασιλεύς δικαιοσύνης (Προς Εβραίους
Ζ2).
2. Βασίλευε στην πόλη Σαλήμ, στη μετέπειτα Ιερουσαλήμ. Σαλήμ θα πει ειρήνη (Ζ2).
3. Ευλόγησε τον Αβραάμ από τον οποίο θα προήρχετο η φυλή των Λευί, δηλαδή των Ιερέων. Η πράξη της ευλογίας παρουσιάζεται και συμβολίζεται ως ανωτέρα των Αρχιερέων και Ιερέων των Εβραίων. Γιατί όπως μας βεβαιώνει ο Απόστολος Παύλος το έλαττον υπό του κρείττονος ευλογείται. Το κατώτερο ευλογείται πάντοτε από το ανώτερον. Αρα για να ευλογήσει ο Μελχισεδέκ τον Αβραάμ ήτο ανώτερος και από τον Αβραάμ και από την Ιερατική φυλή που θα προήρχετο από αυτόν. Προς Εβραίους Ζ4-10, εκεί ερμηνεύεται αυτό.
4. Πρόσφερε θυσίαν άρτον και οίνον, σύμβολα της θυσίας του Χριστού και ειδικότερα βέβαια το
Μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας. Ολα αυτά παρουσιάζουν τον Μελχισεδέκ σαν ένα μεγάλο μυστηριώδη και μοναδικό Αρχιερέα στην ιστορία της προχριστιανικής ανθρωπότητας. Ετσι ο Μελχισεδέκ θα ήταν βασιλιάς δικαιοσύνης, βασιλιάς ειρήνης, Αρχιερεύς του Θεού και ανώτερος του Αβραάμ, συμβολίζει τον Χριστό σαν τον μοναδικό Αρχιερέα της ανθρωπότητος μέχρι συντελείας των αιώνων.

Πέμπτη 12 Μαρτίου 1992

19 β Οι συνέπειες τής υποστατικής ενώσεως τών δύο φύσεων,θείας καί ανθρωπίνης,είς τό πρόσωπον τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. 12.3.1992

Εκείνη που είχε λαχτάρα να κοινωνήσει

Είχαμε πει ένα παράδειγμα την άλλη φορά για μια ψυχή που είχε λαχτάρα να κοινωνήσει αλλά είχε κανόνα και έπρεπε να μπει.
Και ήταν μικρός και έπρεπε να μπει πιο μεγάλος.
Λαχτάρα είναι η λαχτάρα και την ώρα σε μία βραδινή Προηγιασμένη πέρυσι που ήταν
γονατισμένη και έβλεπε τους πιστούς εδώ να κοινωνούν ο ένας πίσω
από τον άλλο.
- Χριστέ μου, φώναξε από μέσα της βέβαια, με όλη της τη δύναμη.
Και έφυγε ο Χριστός από την Αγία Λαβίδα του Ιερέως για να μπει μέσα της.
Με τρόπον πνευματικό, υπερφυσικό, όπως Εκείνος γνωρίζει, ακατάληπτο αυτό για τα φτωχά μας τα
μυαλά, καταληπτό όμως μέσα στο χώρο της Πίστεως.