Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2005

Η προσευχή ώς πνευματική καί λειτουργική λατρεία



219 β
Κυρ. ΙΓ' Λουκά, 2005

Στην πνευματική λατρεία αδελφοί μου, «τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί».
Όταν ο ιερεύς χριστιανοί μου εισέρχεται στο ναό, εις το Άγιον Βήμα, λέγει μυστικά, από μέσα του ή ψιθυριστά, «εισελεύσομαι Κύριε εις τον οίκον Σου» ή «εις το Άγιον Βήμα, και προσκυνήσω εν αυτώ τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, τη μία εν Τριάδι θεότητι, τον φόβο Σου». Και τότε αν είναι έτοιμος, αγνός και καθαρός, και το θέλει και ο Θεός, πληρούται από την Χάριν του Αγίου Πνεύματος. Ουδέποτε όμως αυτή η κατάστασις, αποκαλύπτεται και φανερούται στον πλησίον. Είναι μία εσωτερική υπόθεσις της ψυχής του μέλλοντος ιερέως να λειτουργήσει ή να τελέσει μία άλφα ακολουθία.
Και σείς όμως όλοι, όταν εισέρχεσθε στον ιερό ναό, όταν παρακολουθείτε το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας με προσοχή και προσευχή και όταν τέλος αρχίζει η Θεία Κοινωνία των πιστών, είτε εσείς κοινωνήσετε είτε όχι, πρέπει μέσα στην καρδιά σας να στήνεται ουράνιο πανηγύρι, ουράνιο λαμπρό πανηγύρι θείας ευφροσύνης. Πρέπει και σείς να βιώνετε την Θεία Χάρη. Με ένα παράδοξο άνοιγμα της ψυχής σας, που να αγκαλιάζει όλο το πλήρωμα του εκκλησιάσματος. Όλα γύρω σας και μέσα σας, οφείλουν να λάμπουν δια Πνεύματος Αγίου από φώς ουράνιο. Να είναι δηλαδή τρόπον τινά γιορτινά, λαμπροφόρα, χαρούμενα, Αναστάσιμα, Πασχαλινά, - είναι όμως;
Δυστυχώς μέσα μας τα πάντα είναι ζαρωμένα και αδιάφορα. Μας διακρίνει μιζέρια, κακομοιριά και αφηρημάδες πολλές. Και τις περισσότερες φορές στη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, πολλοί από μας χαζεύουν, άλλοι κάνουν παράπονα, άλλοι μιλούν, και άλλοι κατακρίνουν. Αλλά και να όμως, που υπάρχουν οι ευλογημένες εξαιρέσεις όπου μερικές ψυχές είτε από σας είτε από άλλους ναούς, αισθάνονται την ευλογία του Θεού να πλημμυρίζουν τα διανοήματά τους, τις σκέψεις τους, τις αισθήσεις τους, και να τους χαριτώνει αυτή η ευλογία ψυχοσωματικά.
Και για όσες ψυχές κεκοιμημένων, τυχόν, προσευχήθηκαν πριν από λίγο στο «Άξιον Εστί», τις αισθάνονται κοντά τους, δίπλα τους, μέσα τους, και όταν προσέρχονται στη Θεία Κοινωνία, στη Θεία Μετάληψη, στη Θεία Μεταλαβιά, να το πούμε απλά, ενώνονται πνευματικά μαζί τους, και όχι μόνον με τους κεκοιμημένους, αλλά και με όλο το εκκλησίασμα και με όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς του σύμπαντος κόσμου, γνωστούς και αγνώστους, φίλους και εχθρούς, συγγενείς και γείτονες, για να τραφούν όλοι, και μείς μαζί τους, και γω μαζί σας, απ’ τον Άρτον της Ζωής, από τον Ιησούν Χριστόν ΜΕ τον Χριστόν!.. Είναι ο προσφέρων και ο προσφερόμενος, ο θύτης και το θύμα, το Εσφαγμένον Αρνίον, ο Σωτήρ ημών, ο Ιησούς Χριστός. Είναι αυτός που είπε και διαβεβαίωσε στο σημερινό του Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί».
Λίγο πρίν, στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων, έγινε ένας γάμος λαμπρός και ουράνιος. Κρίμα αν δεν τον αντιληφθήκαμε. Και πιο πολύ κρίμα αν δεν τον πήραμε είδηση. Και μεγαλύτερο ακόμα το κρίμα αν δεν το είδαμε με τα μάτια της ψυχής μας. Και όμως έγινε, μέσα από την αναίμακτη θυσία, μέσα από τη Θεία Προσφορά, το Πανάγιον Πνεύμα, μας ένωσε μαζί με τον Χριστό. Δηλαδή η ψυχή μας, ως άλλη νύμφη ενώθηκε μέσα, στη νυφική παστάδα της κεκαθαρμένης και τεταπεινωμένης καρδίας μας, μετά του Νυμφίου Ιησού Χριστού. Και να, η μυστική ένωσις, και να ο πνευματικός γάμος, και να το λαμπρό πανηγύρι, το ουράνιο, το γεμάτο φώς.
Και τώρα βέβαια πολύ δικαιολογημένα, όλοι εμείς που είμεθα αμαρτωλοί και λογοκρατούμενοι, θα ρωτήσουμε «μα είναι δυνατόν να γίνονται αυτά τα πράγματα σήμερα και σε κάθε Θεία Λειτουργία»;
Σας απαντώ, με τα λόγια του Κυρίου. «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω θεώ εστί».
Για κείνον τον χριστιανό αδελφοί μου, που αγαπά το Θεόν εξ όλης ψυχής, και καρδίας και ισχύος και διανοίας είναι όλα δυνατά. Και η αγάπη μας αυτή, εξ όλης ψυχής και καρδίας και ισχύος, και διανοίας αποδεικνύεται
- πρώτον, από τις θυσίες που κάνουμε για να κόψουμε το αμαρτωλό θέλημά μας, κάνοντας υπακοή στις Ευαγγελικές προτροπές και εντολές του Κυρίου,
- δεύτερον φανερώνεται από την απόλυτη πίστη που έχουμε προς Αυτόν, αφού πάντα δυνατά τω πιστεύοντι. Και αν έχουμε πίστιν ως κόκκον σινάπεως, τότε μετακινούμε όρη, δηλαδή μετακινούμε τα βουνά των παθών μας, και να το θαύμα, και
- τρίτον αποκαλύπτεται από την προσευχή που κάνουμε, από την ποιότητα της προσευχής που έχουμε, από το είδος της πνευματικής μας λατρείας στη Θεία Λειτουργία, από τη λαχτάρα μας για τη Θεία Κοινωνία, από τη δίψα μας για μελέτη του λόγου του Θεού και ιδιαιτέρως της Καινής Διαθήκης.
Πότε θα έλθει η Κυριακή για να κοινωνήσω; Πότε θάρθει; Πότε και πώς θα κλέψω σήμερα μια ώρα για να διαβάσω το Ευαγγέλιο; Αχ, να μην τελείωνε αυτό το βράδυ η προσευχή! Να μην τελείωνε _._._._.
Διψά η ψυχή μου Χριστέ για το όνομά Σου. Πεινά η καρδούλα μου για την ευχούλα, για το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», διότι έτσι μόνον έχουμε αίσθηση της ζωντανής παρουσίας του Θεού και μέσα μας, και γύρω μας και σε όλη την φύση.
Η πνευματική προσευχή είναι δώρο, δώρο που μας εδόθη από το έλεος και την αγάπη του Θεού, και οφείλομε αυτό το δώρο να το φυλάξουμε, να το αξιοποιήσουμε, να το καλλιεργήσουμε. Αυτό το δώρο μας ενώνει με τον Θεόν, φωτίζει αυτό το δώρο τον σκοτισμένο μας νου. Δυναμώνει την ασθενική μας θέληση, δώρο που κάνει θαύματα. Δεν θα το περιφρονήσουμε αυτό το δώρο. Δεν θα το κρύψουμε στη γη. Δεν θα το πετάξουμε πολύ περισσότερο στη λάσπη της αμαρτίας.
Η αληθινή προσευχή χριστιανοί μου, είναι πνευματική λατρεία μας, μέσα από την οποία αποκαλύπτεται η σχέσις μας με τον Θεόν. Με εχθρικό τρόπο σχετίζεται ο άνθρωπος προς τον Θεόν, που είναι πολέμιος και βλάσφημος της Εκκλησίας μας. Με αλλοπρόσαλλο επίσης τρόπο, σχετίζεται προς τον Θεόν ο χριστιανός εκείνος, που είναι αδιάφορος για την σωτηρία του. Και με απαράδεκτο πάλι τρόπο, σχετίζεται προς τον Θεόν εκείνος ο χριστιανός που θέλει να έχει σχέσεις μαζί του, με ένα είδος συναλλαγής καθαρά εμπορικές.
«Έκανα σήμερα κάποιο καλό; Αντάμειψέ με! Είπα ένα «Πάτερ ημών»; Λύσε μου τα προβλήματα. Πέταξα μια ελεημοσύνη, έτσι, και μάλιστα φανερά, στρώσε τις δουλειές μου, τι Θεός είσαι; Μέρα νύχτα κάθε μέρα σε παρακαλώ, ανάβω κεριά, κάνω παρακλήσεις, και σύ είσαι κουφός, ε, δεν ξαναπάω, ούτε στην Εκκλησία ούτε πουθενά».
Αυτή είναι η στάσις των περισσοτέρων των χριστιανών. Ναι, ο Θεός αμείβει και την προσφοράν, ποτηρίου ψυχρού ύδατος, ενός ποτηριού δροσερού νερού, αλλά όταν αυτό γίνεται ανοιχτόκαρδα, διότι «ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός».
Και κάτι άλλο. Ο δρόμος του Θεού και του Ευαγγελίου είναι δύσκολος. Αφού «στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την Βασιλείαν του Θεού».
Και κάτι άλλο ακόμα πιο βαρύ. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, αράτω τον Σταυρόν αυτού καθημέραν και ακολουθήτω μοι. Θα σηκώσεις το Σταυρό σου, όποιος και αν είναι και μάλιστα κάθε μέρα. Γι’ αυτό και οι σχέσεις μας προς τον Θεόν και τον πλησίον, πρέπει να είναι σχέσεις αγάπης και πνευματικής λατρείας μέσα από την αδιάλειπτη προσευχή, τα σωστικά μυστήρια και την τήρηση των εντολών.
Και ας μην ξεχνάτε, «Πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντας αυτόν εν Πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν». Εάν λέμε ότι αγαπάμε τον Θεόν, πνευματικά Τον προσκυνούμε και να θυμηθούμε και κάτι άλλο που μας λέγει, «Εάν αγαπάτε με τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε». Και τότε, «ο μένων εν εμοί, καγώ εν αυτώ, ούτος φέρει καρπόν πολύν». Έτσι λοιπόν, έχουμε αίσθηση της ζωντανής παρουσίας του Θεού μέσα στην καρδιά μας, και αυτή η αίσθησις είναι πνευματική λατρεία, είναι προσευχή αληθινή, είναι πίστη ζωντανή, είναι ταπείνωσις και συντριβή, είναι ελπίδα βεβαιωμένη, είναι δύναμις Θεού που ποιεί τα πάντα.
Ναι αδελφοί μου, «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί», όταν Αυτόν Τον πιστεύεις και Τον αγαπάς αληθινά. Η δική μας πνευματική λατρεία είναι αναιμική, γι’ αυτό και προσευχή μας είναι πτωχή και ρακένδυτη.
Μετανοείς αληθινά; Προσεύχεσαι και αληθινά.
Πιστεύεις ολόθερμα; Τότε και η προσευχή σου δια του Θεού κάνει θαύματα.
Έχουμε ταπεινό φρόνημα; Έχουμε ταπείνωση και συντριβή; - Πούντην, να την βρούμε καμιά φορά…Έχουμε κατάνυξη; Έχουμε δάκρυα παρακλητικά; Αν ναί, τότε η προσευχή μας ανεβαίνει στον ουρανό και στο θείο θρόνο, όλη σαν φωτιά.
Προσευχή χωρίς πνευματική και λειτουργική λατρεία προς τον Θεόν της αγάπης, είναι σκέτος παραλογισμός, πολυλογία χωρίς ουσία. Αλλά και συμμετοχή στη λειτουργική και μυστηριακή λατρεία χωρίς αληθινή καρδιακή προσευχή, είναι στείρα και άγονη στους καρπούς του Αγίου Πνεύματος. Ψυχρή και αδιάφορη, ανωφελής και σκοτισμένη. Και δυστυχώς σ’ αυτήν την στείρα και άγονη κατηγορία ανήκουμε οι περισσότεροι από τους εκκλησιαζομένους χριστιανούς. Και δικαιολογούμαστε, - η δικαιολογία είναι ο δικηγόρος του διαβόλου-, ότι δεν μπορούμε, ότι αυτά δεν είναι για την εποχή μας, ότι δεν είναι για τα μέτρα μας. Όχι, λέμε ψέματα στον εαυτό μας.
Δεν μπορούμε; Γιατί δεν θέλουμε, γιατί δεν καταβάλουμε κάποιες μικρές πνευματικές προσπάθειες για τη σωτηρία μας. Γιατί δεν χρησιμοποιούμε βία στον εαυτό μας για να καταπολεμήσουμε τα πάθη μας και γιατί δεν πιέζουμε τον εαυτούλη μας τον καλοπερασάκια να μάθει να ζορίζεται για να προσεύχεται αληθινά και να μελετά.
Η ζωή βέβαια έχει τις δυσκολίες της, και τα προβλήματα της οικογένειας με τα παιδιά είναι πολλά και ποικίλα. Υπάρχουν βάσανα, δυστυχίες, ορφάνια, διαζύγια, αρρώστιες μεγάλες και μικρές, ανεργία, χρέη, μίση, έχθρες, αλληλοφαγώματα, άγρια εκμετάλλευσις και πολλά άλλα δεινά και κακά. Αυτά και άλλα κατατρέχουν καθημερινά τη ζωή μας. Και έτσι αδυνατεί η αμαρτωλή και διεφθαρμένη ανθρώπινη φύση μας να προσφέρει στον Θεό δια της προσευχής την πνευματική της λατρεία. Γι’ αυτό και είναι τόσο αδύνατη και σχεδόν ανύπαρκτη η απόλυτη εμπιστοσύνη μας στον Χριστό και στη Θεία Του Πρόνοια. Αλλά «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί».

Χριστιανοί μου, ένα είναι το βασικό συμπέρασμα από τα λίγα πνευματικά πράγματα που είπαμε σήμερα.
Οι πνευματικές και ουράνιες αποκαλύψεις της Θείας Χάριτος, -όπου δωρεάν προσφέρονται,- είτε στην πνευματική μας λατρεία, μέσα στη Θεία Λειτουργία όπως έγινε σήμερα, είτε στη Θεία μας Κοινωνία την μυστηριακή που θα ακολουθήσει ύστερα από λίγο, είτε στην πνευματική μας κατά μόνας προσευχή, μέσα στο ταμείο μας, στο κλειστό μας δωμάτιο, όσο και αν μας φαίνονται αυτά που είπαμε, για τις αποκαλύψεις εννοώ τις πνευματικές μέσα στην καρδιά, όσο και αν μας φαίνονται αδύνατες και εξωπραγματικές, είναι δυνατές, είναι κατορθωτές, πραγματικές, ολοζώντανες, και βιωματικές κατά χάριν εν Χριστώ Ιησού, διότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί». Η σωτήρια αυτή βεβαίωσις είναι δική Του, του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, εις τον οποίον πρέπει πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις τώρα και πάντοτε, και εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων,

Αμήν.

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2005

Η ζωή καί τό έργο τού αγ. Γρηγορίου τού Δεκαπολίτου



219 α
Κυρ. Θ' Λουκά, 2005

Σήμερον δήμος συν ημίν ασκητών και οσίων ευφραίνεται, Πατριαρχών, προφητών και μαρτύρων, επί τη μνήμη Γρηγορίου του Δεκαπολίτου.
Αυτά είναι λόγια από το σημερινό συναξάρι του εορταζομένου Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου. Ο βίος του είναι καταπληκτικός, αν κανείς τον διαβάσει ολόκληρο, όπως είναι γραμμένος. Θα πούμε λίγα πράγματα πολύ περιληπτικά.
Ο Άγιος γεννήθηκε το 837 μ.Χ. στη Δεκάπολη της Ισαυρίας της Μικράς Ασίας, την Ειρηνόπολη, από γονείς εναρέτους και ευσεβείς. Έτσι έλαβε άριστη χριστιανική ανατροφή, και σε ατμόσφαιρα καθαρώς ευαγγελική. Και μάλιστα από τη μητέρα του, τη Μαρία. Η συμμετοχή στα Άχραντα Μυστήρια ήταν πυκνή, και η μελέτη της Αγίας Γραφής και των τότε Πατερικών κειμένων καθημερινή. Έτσι το ήθος της οικογένειας του τότε Γρηγορίου ήταν όχι μόνον καθαρό και ακέραιο αλλά και ανθώδες. Δυστυχώς εκείνη την εποχή τα χρόνια ήσαν πάρα πολύ δύσκολα, εξαιτίας των διωγμών και των σκληρών προπηλακισμών από μέρους των εικονομάχων. Έτσι όταν έγινε έφηβος ο Γρηγόριος, άρχισε περιοδείες σε σκήτες και μοναστήρια, για να δυναμώνει η πίστις του, και να κατατοπίζεται ορθόδοξα στα δόγματα και στους κανόνες της Εκκλησίας.

Πράγμα που εμείς στις ημέρες μας ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και μάλιστα Νεοέλληνες δεν το φροντίζουμε. Και παρόλο που το Ευαγγέλιο και η Αγία γραφή είναι στη διάθεσή μας και μάλιστα και σε μετάφραση, εμείς δεν μελετάμε τον λόγο του Θεού, και έτσι δεν γνωρίζουμε και δεν φωτιζόμεθα για το τι ακριβώς πιστεύουμε για τον Θεόν. Αναλύσεις στο Σύμβολο της Πίστεως υπάρχουν αρκετές, αλλά την Ορθοδοξία μας δεν την γνωρίζουμε. Μας διακρίνει μια γενική αδιαφορία και αμέλεια. Και το πλέον οδυνηρό είναι ότι δεν κάνουμε συχνές πνευματικές συζητήσεις για να οικοδομήσουμε ιδιαίτερα τις ψυχές των παιδιών μας. Ακόμα και τώρα, σας βεβαιώνω, όπως συμβαίνει και κάθε Κυριακή όταν βγαίνουμε έξω από την εκκλησία, θα φλυαρήσουμε, θα κουτσομπολεύσουμε, θα κατακρίνουμε ο ένας τον άλλον, και όχι για το πόσο ωφεληθήκαμε από τον εκκλησιασμό και από κάποιο ωραιότατο πνευματικό βιβλίο, που τυχόν διαβάσαμε την περασμένην εβδομάδα. Ασφαλώς και οι απλές συζητήσεις είναι απαραίτητες, και το ενδιαφέρον μας θα δείξουμε για την υγεία των πλησίον μας όταν κάποιος είναι ασθενής, και την συμπαράστασή μας θα προσφέρουμε όπου υπάρχει ανάγκη, αλλά πρέπει πάνω από όλα να προέχει η πνευματική οικοδομή της ψυχής μας.

Ας επανέλθουμε όμως από τον Άγιο Γρηγόριο, από τον οποίον δύο τρία όντως γεγονότα ήταν συνταρακτικά. Πηγή δυνάμεως για τον νεαρόν Γρηγόριο υπήρξε η προσκύνησις των Τιμίων Λειψάνων των Αγίων μαρτύρων της Εκκλησίας μας. Έτσι και μεις όταν πάμε να προσκυνήσουμε σε ένα μοναστήρι τίμια λείψανα, πρέπει να απορροφάμε από κει μέσα την χάρη τους και τη δύναμή τους. Αλλιώς για ποιο λόγο πηγαίνουμε; Πήγαινε τότε από τόπο σε τόπο και από προσκύνημα σε άλλο προσκύνημα, για να θησαυρίζει στην καρδιά του την δύναμη της πίστεως των Αγίων μαρτύρων αλλά και το πλήθος των αρετών τους.
Το πότε έγινε μοναχός δεν το γνωρίζουμε. Εκείνο που διαπιστώνουμε μελετώντας την πνευματική του ζωή είναι οι σκληροί αγώνες που έδωσε για την εγκράτεια, την ψυχοσωματική καθαρότητα και την αγνότητα στους λογισμούς και στις αισθήσεις. Οι κινήσεις των παθών, όπως είναι γνωστόν, και το έχουμε πει πολλάκις και πολλάκις και πολλάκις, σκοτίζουν το νου μας, αφαιρούν από μέσα το θείο φωτισμό και τη διάκριση, προκαλώντας συνεχώς σύγχυση, ταραχή και αταξία και εσωτερική και εξωτερική. Γι’ αυτό και οι ασκητικοί του αγώνες ήσαν ανελέητοι και σκληροί απέναντι στον εαυτόν του, δαμάζοντας αφενός μεν όλες τις άτακτες κινήσεις ψυχής και σώματος, και αφετέρου τους πολέμους που του έκαμαν οι αόρατες δυνάμεις των ακαθάρτων πνευμάτων.
Και ο Θεός τον βράβευσε. Και τον βράβευσε ενδύοντάς τον, και χαριτώνοντάς τον, μέσα βέβαια από μια υπερφυσική αποκάλυψη όπως θα δούμε, και κατά χάριν με την χιλιομακαρισμένη αρετή, την απάθεια. Τι έγινε δηλαδή; Σε μια από τις ολονύχτιες και αιματοβαμμένες προσευχές του, παρουσιάστηκε, εμφανίστηκε μπροστά του ένας άγγελος που του παρέδωσε πύρινη ρομφαία στο χέρι. Και του υπέδειξε τι θα κάνει. Και κείνος με τρόπο ουράνιο, πνευματικό και ακατάληπτο, απέκοψε και κατέκαψε όλες τις ρίζες των παθών, ψυχικών και σωματικών. Ενώ ταυτόχρονα και υπερφυώς ένοιωθε το πώς το άϋλον πύρ της θεότητος τον καθάριζε από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος, και κατόπιν το πώς ενδύετο από το ίδιο θεϊκό άϋλο, και ολόλαμπρο πύρ, στολήν θεϊκής δόξης, την αρρήτως φωτίζουσαν, όπως επιγραμματικώς τονίζει το κείμενο. Διπλή ήταν η αποκάλυψις, διπλή και η ερμηνεία.
Πιστεύω, έτσι πιστεύω, ο λογισμός μου αυτό μου λέγει, ότι η φλογίνη ρομφαία με την οποίαν κατέκαψεν τις ρίζες όλων των ψεκτών παθών, εικονίζει τα προσωπικά του σκληρά παλαίσματα με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και εγκράτεια, δια μέσου των οποίων έλαβε το ουράνιο αυτό χάρισμα της απαθείας. Ενώ η στολή της Θεϊκής Δόξης του θείου πυρός εικονίζει το ουράνιο βραβείο της άνωθεν δωρεάς, που του πρόσφερε ο Κύριος και Θεός ημών ο Ιησούς Χριστός.
Από τότε λοιπόν καταλαμπόμενος από το Θεϊκό Τριαδικό αυτό φως, περιήρχετο με ιεραποστολικό ζήλο, πεζοπορώντας συνεχώς, όλες τις πόλεις και τα χωριά του τότε Βυζαντινού κράτους. Φωτίζοντας και καταρτίζοντας τους χριστιανούς στα σωστά δόγματα της Εκκλησίας. Νουθετώντας και στηρίζοντας τις αδύνατες στην πίστη ψυχούλες, και θεραπεύοντας θαυματουργικά πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν, κάθε αρρώστεια, όλων των χριστιανών που προσήρχονταν κοντά του, να σηκώνει τους παραλύτους, να χαρίζει το φως στους τυφλούς, να καθαρίζει την λέπρα, να θεραπεύει τον καρκίνο, την φυματίωση, να δίδει ομιλία στους βωβούς, ακοή στους κωφούς, και να βγάζει ακόμα και δαιμόνια. Οδηγώντας και με αυτόν τον τρόπον τους πάντες εις νομάς σωτηρίας. Εκτός από την υπερφυσικήν αποκάλυψη της πυρίνης ρομφαίας και την στολήν της Θεϊκής Δόξης, ηξιώνετο ο Άγιος Γρηγόριος πολύ συχνά κατά την διάρκειαν των πνευματικών του αγώνων, και δη της προσευχής, να ακούει κατά χάριν και κατά δύναμιν, τους αγγέλους και αρχαγγέλους, τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, τους Θρόνους και τις Κυριότητες, να ψάλλουν, να υμνούν και να δοξολογούν τον Τριαδικόν Θεόν. Τι είδους ακοή ήταν αυτή;
Εμείς οι σημερινοί χλιαροί και νερόβραστοι χριστιανοί, ακόμα και χλιαροί ιερείς, δεν μπορούμε να καταλάβουμε. Και με τα χάλια που έχουμε, αδυνατούμε ακόμα και να τα πιστέψουμε. Και όμως είναι όλα αυτά αλήθεια, διότι στους αγγέλους, στους αγίους, δεν λειτουργούν οι σωματικές αισθήσεις, αλλά οι πνευματικές, γι’ αυτό και μας τονίζει ο ιερός υμνογράφος, «θεοειδής και φωταυγής εγνωρίσθης, αφού αγγελικοίς ακήκοας υμνωδίαις Γρηγόριε».

Οι δικές μας αισθήσεις χριστιανοί μου, οι τόσον μολυσμένες, από την αμαρτία και τα πάθη, είναι δυστυχώς ανήμπορες να γευθούν γεύσιν αθανασίας και γεύσιν ουράνιον. Να δουν πνευματικά τα κάλη του Παραδείσου και να ακούσουν άρρητα ρήματα ή και να δεχτούν, γιατί όχι, ακόμα και αποκαλύψεις. Φτωχοί οι αγώνες μας, φτωχά και τα αποτελέσματά μας και σχεδόν μηδαμινά. Λιγοστές και ισχνές οι προσπάθειες που κάνουμε για να καταπολεμήσουμε τα πάθη μας, ελάχιστες τότε και οι δωρεές και τα χαρίσματα του Αγίου Θεού. Και αν τυχόν είναι ανύπαρκτη η σπορά του Θεού Λόγου στην καρδιά μας, τότε, από πού θα φυτρώσουν οι καρποί του Αγίου Πνεύματος; Από πού; Αλλ’ ώ του θαύματος, η καλή μας προαίρεσις κάνει θαύματα. Τεμαχίζει τα πάθη. Εξουδετερώνει δαίμονες, σώζει ψυχές. Η καλή μας ενεργουμένη θέλησις, - και υπάρχει πιστεύω αυτή, - η καθημερινή μας μετάνοια, η πονεμένη προσευχή μας, υπαρχει και αυτή. Η λίγη υπομονή μας, - και αυτή την έχουμε, - αλλά ανοιχτόκαρδη η καλοσύνη μας, η πίστη μας που δεν αμφιβάλλει, - γι’ αυτό είστε και σήμερα στο ναό. Η κρυφή μας ελεημοσύνη, η ελπίδα μας στο ζώντα Θεόν, η συγχωρητικότητα και η μακροθυμία που δείχνουμε προς τον σφάλλοντα αδελφό, ο εκκλησιασμός και η Θεία Κοινωνία μας, το σωστό δόγμα και οι μικροί μας αγώνες θα κάνουν το μεγάλο θαύμα, με το έλεος του Θεού να σωθεί και η δική μας ψυχή. Απελπισία και απόγνωσις δεν χρειάζονται γιατί δηλώνουν εγωισμό και υπερηφάνεια.

Επανερχόμεθα όμως στον Άγιο Γρηγόριο Δεκαπολίτη, για να πούμε ότι έδρασε ιεραποστολικώς, καταπλήσσοντας τα πλήθη με τη διδασκαλία του και τα θαύματά του σ’ όλο το Βυζάντιο, την Ασία, την Ελλάδα, έφτασε δε μέχρι και τη Ρώμη. Ένα διάστημα ασκήτεψε στον Όλυμπο, τον δικό μας Όλυμπο, και για δύο χρόνια περίπου έδρασε και στη Θεσσαλονίκη. Επιστρέφοντας στο Βυζάντιο, ζήτησε και έψαξε και βρήκε, και συνάντησε τον μάρτυρα και ομολογητή των Αγίων Εικόνων, Συμεών τον Νέον και θαυματουργόν, τον οποίον προσκύνησε στην φυλακή που ήτανε δέσμιος και πήρε την ευλογία του, την ευχή του, και προσέξτε τι άλλο πήρε, και την ειδική χάριν των χαρισμάτων του για να συνεχιστεί το έργο της διαφωτίσεως του λαού του Θεού, για την αλήθεια της τιμητικής προσκυνήσεως των ιερών εικόνων, και των ασπασμών αυτών των εικόνων της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας.
Τελικά κατέληξε στην Κωνσταντινούπολη όπου εκοιμήθη οσιακώς ύστερα από βαριά ασθένεια και σε βαθύ γήρας. Βέβαια δεν τον αξίωσε ο Θεός να χύσει το αίμα του όπως τόσα εκατομμύρια μάρτυρες. Το έχυνε όμως καθημερινά με τους ασκητικούς του αγώνες, με τα δάκρυα της καρδιάς του, με τον πόνον της ψυχής του για την καταταλαιπωρημένην Ορθοδοξην Εκκλησίαν από τους εικονομάχους, μέχρι βέβαια … παρά την οριστικήν καταδίκην της και με την ιεραποστολικήν του δράση. Υπήρξε μάρτυς στη συνείδησή του, ιεραπόστολος, θαυματουργός, ομολογητής μετά παρρησίας, θεόπτης και άγιος.
Αυτή ήταν χριστιανοί μου η ζωή του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου με πολύ πολύ λίγα λόγια.

Εύχομαι όμως όπως ένα από το πλήθος των χαρισμάτων, και μόνον ένα, να αποκτήσουμε και μεις όλοι, διά μέσου της καλής μας προαιρέσεως και θελήσεως, και δια πρεσβειών του Αγίου Γρηγορίου του Δεκαπολίτου, και να μας κάνει αυτήν την χάρη ο Πανάγιος Θεός, να μας δώσει ένα απ’ αυτά τα χαρίσματά του, και ό,τι άλλο εκείνος νομίζει για τη σωτηρίας μας.

Αμήν

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2005

Η ζωή καί τό μαρτύριον τής αγ. Αναστασίας τής Ρωμαίας



218 δ
Λουκά Ε, 2005, αφιερωμένο στην Αγία Αναστασία τη Ρωμαία


… τον λόγον του Θεού ο οποίος ακούγεται από τον άμβωνα, από το δικό μου ριπαρό στόμα, αλλά και από κάθε άμβωνα της Αγίας Εκκλησίας, ο ίδιος λόγος υπάρχει και σε ένα πλήθος, εκτός βέβαια της Αγίας Γραφής, του θεοπνεύστου αυτού βιβλίου, υπάρχουν ένα σωρό βιβλία και περιοδικά τα οποία περιέχουν αυτόν τον λόγον, και τον οποίον πρέπει να διαβάζουμε τακτικά. Ένα τέτοιο είναι και το περιοδικό της Εκκλησίας, που βγαίνει στον Πειραιά μας, και τον οποίο παρακαλώ να τον παίρνετε, γιατί αλλού παρατηρούμε δίψα για λόγο του Θεού, για ένα κομμάτι χαρτί που οι άνθρωποι να διαβάζουν και να πληροφορούνται για τα μυστήρια του Θεού και για τον τρόπον με τον οποίον θα σωθούμε, και μεις που τον έχουμε εδώ στην πατρίδα μας άφθονο, τον περιφρονούμε δυστυχώς. Σας παρακαλώ λοιπόν, τα βιβλία, τα περιοδικά (να τα παίρνετε και να τα διαβάζετε).

(Χθές η Εκκλησία μας) χριστιανοί μου, γιόρταζε τη μνήμη της οσιομάρτυρος Αναστασίας της Ρωμαίας. Το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα όπως και το Ευαγγελικό, στα 23-24 χρόνια που πέρασαν από τότε που είμαστε εδώ συνεχώς, έχουμε μιλήσει επανειλημμένες φορές ……. …. …. …. μέσα στην πορεία της χριστιανικής μας ζωής.
Η Αναστασία γεννήθηκε στην πόλη των εκατομμυρίων μαρτύρων, δηλαδή τη Ρώμη, περίπου το 250 μ.Χ. Κατήγετο από ευσεβείς γονείς και μάλιστα πλουσίους, και έτσι μεγάλωσε σε χριστιανικό περιβάλλον. Και οι γονείς έδωσαν άριστη χριστιανική ανατροφή στο παιδί τους. -Εμείς δώσαμε; Δίδουμε;- Με συμμετοχή στα μυστήρια, με αξιόλογη μόρφωση, με αγάπη, και αφοσίωση στη λατρεία του ενός αληθινού Θεού. Έτσι πολύ γρήγορα, χάθηκε για την νεαρά Αναστασία η γοητεία των υλικών απολάυσεων γι’ αυτό πλέον και δεν της έκαναν εντύπωση ούτε η ομορφιά και το κάλλος του σώματός της, ούτε και τα πλούτη.
Έτσι όταν πέθαναν οι γονείς και ήταν μόλις 18 χρονών, μοίρασε την τεράστια περιουσία της στους φτωχούς …. τότε χριστιανούς, και αποσύρθηκε σε έναν κρυφό υποτυπώδες παρθενώνα, ένα είδος θα λέγαμε μοναστηριού, αλλά στα πρώτα του έτσι στάδια, και κει άρχισε ταπεινά και με ακρίβεια να ασκείται στη ζωή της αγγελικής πολιτείας κάτω από την συνεχή καθοδήγηση μιας άλλης πεπειραμένης χριστιανής αδελφής με το όνομα Σοφία.
Η πνευματική αυτή μοναχική κατοικία μαθήτευσε στους πνευματικούς αγώνες, της προσευχής, της υπακοής, της εγκράτειας, της αγρυπνίας, της υπομονής, αλλά και στην έμπρακτη κοινωνική προσφορά, προστατεύοντας τους πάσης φύσεως φτωχούς, αναπήρους και ορφανά παιδιά που έχασαν τους γονείς τους στα μαρτύρια και στους διωγμούς των χριστιανών. Ήταν δηλαδή ορφανά γονέων μαρτύρων, που τα έδωσαν όλα, ακόμα και τη ζωή τους για την αγάπη του ενός αληθινού Θεού.
Έτσι πέρασαν δυό – τρία χρόνια, μέσα στο ήρεμο κλίμα της ασκητικής προσευχής και της προσφοράς της προς τον πλησίον. Αλλά ήρθε και η ώρα της δοκιμασίας. Άλλωστε όλες οι εκλεκτές ψυχές κατ’ εξοχήν, δοκιμάζονται από το Θεό ως χρυσός εν χωνευτηρίω, διότι την πίστη μας, θάρθει κάποτε κάποιος καιρός που θα πρέπει να την αποδείξουμε στην πράξη με θυσία που μπορεί να φθάσει μέχρι ακόμα και το θάνατό μας.
Αυτήν λοιπόν την σεμνή, την άκακη, την αγνή αυτή κοπέλα, την νεαρά αυτή κόρη, την καταγγέλουν οι ειδωλολάτρες για ασέβεια. Ότι καταφρονεί την θρησκεία των δώδεκα θεών και ότι δημόσια καταγγέλλει και προλέγει την πτώση των ειδώλων. Γι’ αυτό το πράγμα λοιπόν συλλαμβάνεται και οδηγείται στον τότε τοπικόν άρχοντα Πρόβο, διότι οι άλλοι συγκλητικοί και τα λοιπά μαζί με τον αυτοκράτορα Διοκλητιανό έλειπαν. Ο Πρόβος δια να την δελεάσει, της υπενθύμισε βέβαια κατά πρώτον λόγον την ομορφιά και τα νιάτα της, τα πλούτη της τα οποία θα επενέδιδε, και τους τίτλους ευγενείας αν έκαμνε μία δήλωση αρνήσεως της νέας πίστεως, «το απαιτώ». Η Αναστασία τον αποστομώνει βέβαια όπως ήταν φυσικό, και του δίδει την εξής απάντηση, όπως μας την έδωσαν οι παρόντες τότε χριστιανοί, και διατηρήθη μέχρι των ημερών μας.
«Πλούτη δόξα τω Θεώ είχα πολλά αλλά όλα τα σκόρπισα στους φτωχούς.» Σ’ εκείνους τα μοίρασε. Σ’ εκείνους που είχαν ανάγκη. «Τίτλους τιμής και ευγενείας είχα πολλούς αλλά όλους τους αρνήθηκα. Όσο για τα κάλλη του σώματος, για την ομορφιά του προσώπου, για την νεότητά μου, όλα τα χαρίζω στο Χριστό που είναι ο αληθινός Θεός και είμαι έτοιμη να πεθάνω γι’ Αυτόν».
Τις ημάς χωρίσει της αγάπης του Χριστού; Ερωτάει ο Απόστολος Παύλος στην Προς Ρωμαίους επιστολήν, και εκείνη είναι σαν να επαναλαμβάνει τα λόγια του Αποστόλου Παύλου λέγοντας «Ποιος θα με χωρίσει από την αγάπη μου για τον Χριστό άρχοντα Πρόβε; Οι διαλυτικές σου προτάσεις και προσφορές; Οι απειλές σου, η εξορία, ο διωγμός, η διδαχή, τα βασανιστήρια, τα άγρια θηρία, ο θάνατος; Αν τολμάς δοκίμασε. » Αυτή ήταν η απάντησις. «Αν τολμάς δοκίμασε».
Φρίαξε ο Πρόβος, όπως ήταν επόμενο, και αμέσως διατάζει να την μαστιγώσουν και να της ξεσκίσουν στο πρόσωπο, να το κάνουν κομμάτια, όπως και έγινε. Ευθύς αμέσως οι δήμιοι την αρπάζουν και την ξαπλώνουν με την πλάτη πάνω σε αναμμένα κάρβουνα. -Εμείς ούτε το δαχτυλάκι μας με λίγο κερί δεν μπορούμε να αντέξουμε.- Τρυπάνε το παρθενικό της σώμα με σιδερένιες αγκινέλες, κάτι φοβερά μεγάλα τεράστια καρφιά. Της ξεριζώνουν τα δόντια ένα ένα μ’ εκείνες τις τότε τανάλιες. Για να μας βγάλουν και μας κανένα δόντι…Της ξεριζώνουν τα νύχια. Ένα ένα και αυτά, πρώτα των χεριών, και ύστερα των ποδιών. Κατόπιν της ακρωτηριάζουν τα χέρια, της τα κόβουν, το δεξί και το αριστερό, τεμαχίζουν τους αγνούς μαστούς της, και επειδή συνεχώς εκείνη καθ’ όλην την διάρκειαν, που εγένοντο αυτά τα φρικτά βασανιστήρια, εκείνη υμνούσε και δοξολογουσε τον Θεόν… Από μανία λοιπόν, της αρπάζουν, της ανοίγουν το στόμα, και της ξεριζώνουν και τη γλώσσα. Και επειδή ακόμα εκείνη με όσα απέμειναν, πάνω στο σώμα της εξακολουθούσε να δοξάζει όπως θέλετε τον Θεόν, τελικά της κόπτουν την κεφαλή. Ήταν εικοσιεννιά Οκτωβρίου το 270 μ.Χ.
Αυτή την ημέρα την γιορτάζει, και την τιμά η Εκκλησία μας ως Οσιοπαρθενομάρτυρα. Ήταν οσία γιατί έζησε οσιακή ζωή. Υπήρξε όμως και παρθένος κόρη. Και τέλος κατέστη και μάρτυς γιατί υπέστη μαρτυρικό θάνατο και ύστερα από αυτά τα φρικτά βασανιστήρια που ακούσατε.
Η Αγία Αναστασία η Ρωμαία, τιμάται ιδιαιτέρως στη σεβασμία μονή του Οσίου Γρηγορίου του Αγίου Όρους. Διότι σ’ αυτήν φυλάσσεται ως πολύτιμος θησαυρός το δεξί άγιο χέρι της μαζί με το δέρμα, ακέραιο, όπως επίσης η δεξιά και η αριστερά κνήμη. Τα άγια αυτά λείψανα τα οποία συνεχώς ευωδιάζουν και άλλοτε είναι ζεστά, πάντοτε θαυματουργούν σ’ αυτούς εκ των χριστιανών που την επικαλούνται με πίστη.
Εκείνη η Αγία Αναστασία, για την αγάπη του Χριστού τα έδωσε όλα. Και τα νιάτα της, και την ομορφιά της, και τα πλούτη της και τη ζωή της. Εμείς τι δίδουμε; Εσείς και γω τι δίδουμε; Δεν ξέρω απ’ τον εαυτό μου … Κάτι λίγα ψίχουλα και κάτι τόπια. Είμεθα χλιαροί και νερόβραστοι χριστιανοί έως και αδιάφοροι. Γι’ αυτό πολύ λίγα προσφέρουμε στο Χριστό. Γι’ αυτό και δεν ομολογούμε το όνομά Του και το κοσμοσωτήριο έργον Του, ούτε με τα λόγια μας, ούτε με τα έργα μας, με τις πράξεις μας.
Εκείνη ήταν άνθρωπος της προσευχής, της εγκρατείας στη γλώσσα, της ψυχοσωματικής αγνότητος, της πολλαπλής φιλανθρωπίας, ελεημοσύνης, και συμπαραστάσεως προς τους πάσχοντας και ιδίως στα ορφανά. Εμείς απέναντί της πώς στεκόμεθα; Πώς είμεθα; Εγώ προσωπικά ένα τίποτα. Ο τρόπος της παρρησίας της, το θάρρος της, και η καταπληκτική ομολογία της, και τέλος η αξιοθαύμαστη αντοχή της στα τόσα φρικτά βασανιστήρια, μέχρι τον μαρτυρικό αποκεφαλισμό της, καταμαρτυρούν ότι είχε μαζί της την παντοδύναμο Θεία Χάρη. Αλλά η πίστις της προς τον Χριστόν, ήταν μεγάλη, ζωντανή και τελεία. Όπως και η αγάπη της προς Αυτόν ήταν αληθινή, φλογερή και ενεργουμένη.
Το παράδειγμα της ζωής της ασφαλώς πρέπει να μας γίνει δείκτης και οδηγός στη δική μας καθημερινή πορεία, καλλιεργώντας και αυξάνοντας και μεις την πίστη μας προς τον Χριστό. Χωρίς αυτήν την αληθινή πίστη, δεν θα μπορέσουμε να ομολογήσουμε τον Χριστόν ως Θεόν και Σωτήρα του κόσμου, και τούτον Εσταυρωμένον. Και χωρίς έργα πίστεως, υπακοής στο θέλημα του Αγίου Θεού, πώς εμείς θα διδάξουμε τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας; Πώς θα φυτέψουμε στην καρδιά τους το καλό μας παράδειγμα, το συνετό μας παράδειγμα, το παράδειγμα της προσευχής, της υπομονής, της αγιασμένης ζωής, όταν αυτό το παράδειγμα δεν το έχουμε; Η ζωντανή πίστις γίνεται φως αληθινό και οδηγεί πάντας ημάς εις πάσαν την αλήθειαν. Άρα πίστις και αλήθεια είναι ο Χριστός, όπως μας αποκαλύπτεται μέσα Του απ’ το θείο λόγο, όπως μας αποκαλύπτεται στο Τετραυάγγελο, -τα τέσσερα Ευαγγέλια-, μέσα στην Καινή Διαθήκη, μέσα στην Αγία Γραφή, στα συναξάρια και στους βίους των Αγίων. Στα σκηνώματα των Αγίων, και στην παρουσία των αφθάρτων τους λειψάνων. Μας αποκαλύπτεται ο Θεός και η αλήθεια του Θεού, και η πίστις του Θεού μέσα στα Άγια Μυστήρια. Σήμερα μας αποκαλύφθηκε και πάλι στη Θεία Λειτουργία, πάνω δω στην Αγία Τράπεζα, και στο Άγιον Ποτήριο. Όπως μας αποκαλύπτεται, και σε ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας.
Αλλά όπου η πίστις, εκεί και το θαύμα. Όπου η πίστις, εκεί και η ομολογία και το μαρτύριο και ο καρπός της σωτηρίας. Εσείς; Μπορεί να την έχετε αυτήν την πίστη, και το εύχομαι να την έχετε, ζωντανή και δυνατή, πίστη με έργα πίστεως. Πίστη με έργα μετανοίας. Πίστη με ζωντανό παράδειγμα. Πίστη που σώζει και θαυματουργεί. Η πίστις… αλλά όπου η πίστις εκεί και το θαύμα, όπου η πίστις εκεί και η ομολογία και το μαρτύριον, και ο καρπός της σωτηρίας.
Εσείς μπορεί να την έχετε αυτήν την πίστη και το εύχομαι να την έχετε, ζωντανή και δυνατή, πίστη με έργα πίστεως. Πίστη με έργα μετανοίας. Πίστη με ζωντανό παράδειγμα. Πίστη που σώζει και θαυματουργεί.
«Η πίστις σέσωκέ σε», απαντά ο Κύριος σε κάθε θεραπεία, που καθημερινά πραγματοποιούσε στις περιοδείες που έκαμε σε πόλεις και χωριά. «Ειδών την πίστιν αυτών», είπε στον παραλυτικόν, άρα δε μετρά μόνον η πίστις των ασθενούντων, αλλά και η πίστις των οικείων, των γονέων, των αδελφών, των συγγενών, των φίλων, μιας ομάδας προσευχομένων, ενός καλού ιερέως σε μια ενορία, ενός μοναχού, ενός ασκητού και τόσων άλλων, γι’ αυτό και αλλού ο ίδιος ο Χριστός βεβαιώνει «κατά την πίστη σου γεννηθήτω».
Εάν έχεις χριστιανέ μου, λέγει πάλι ο Χριστός, πίστιν ως κόκκον σινάπεως, θα κάμεις τα πιο μεγάλα θαύματα. Θα πατείς επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν δύναμιν του εχθρού. Δηλαδή θα εξευτελίζεις τα δαιμόνια, θα ξεριζώνεις τα πάθη, θα ανασταίνεις πεθαμένες από την αμαρτία ψυχές. Θα κατεβάζεις αγγέλους και αγίους, για να κάνουν τέρατα και σημεία, θα σώζεις το παιδί σου, αλλά και το παιδί του πλησίον σου από την καταστροφή, θα δέχεσαι θείον φωτισμόν, και τέλος θα προοδεύεις σε όλη την κλίμακα των αρετών.
Ιδού τα θαύματα της πίστεως.
Όσοι πιστοί χριστιανοί μετά πίστεως προσέλθετε στο μυστήριον της Εκκλησίας και της σωτηρίας,

Αμήν

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2005

Ο κανόνας πίστεως καί ο παπά Αναστάσης ο ομολογητής καί μάρτυρας



Κυρ. Α' Λουκά. 2005
218 β


«Την πίστη εστήκατε», μας είπε σήμερα το Αποστολικόν Ανάγνωσμα.
Βρισκόμαστε χριστιανοί μου, γύρω στο 1740 μ.Χ.
Ο παπα-Αναστάσης ήταν Ηπειρώτης και είχε γεννηθεί στην περιοχή των Ιωαννίνων, αλλά ιεράτευε όμως ήταν εφημέριος στα περίχωρα της Κωνσταντινουπόλεως. Και φυσικά εκείνη την εποχή, συνυπήρχαν οι Τούρκοι με τους χριστιανούς, έτσι και με αυτούς είχε μία κοινωνική επαφή.
Στην ίδια όμως περιοχή ζούσε και ένας εβδομηντάρης γέρος. Ήταν και αυτός παπάς, αλλά ήταν άτακτος στη ζωή του. Και πλεονέκτης, και για να ικανοποιεί τα πάθη του στην ηλικία των εβδομήντα χρόνων, αρνήθηκε το Χριστό και έγινε Τούρκος. Και πήγαινε στα τζαμιά και έκανε το χότζα. Κι έκανε κηρύγματα, και ζητούσε χρήματα από τους Τούρκους, και κείνοι βέβαια του έδιναν άφθονα και έτσι περνούσε καλά, με χανούμισσες και πιλάφι. Ο παπα-Αναστάσιος ήξερε αυτή την ιστορία και πονούσε βαθύτατα για την απώλειά του, για την αιώνια κόλαση της ψυχής του.
Μια μέρα καθώς περνούσε από το δρόμο ο εξωμότης παπάς, μερικοί από τους λεγομένους φίλους του παπα-Αναστάση του λένε:
- Βρέ παπα, όπως βλέπεις, τον βλέπεις αυτόν;
- Το βλέπω, λέει
- Ε, παπάς ήταν και αυτός, και γνώρισε την δική μας πίστη, και έγινε Τούρκος, και έγινε Χότζας, και περνάει καλά. Έλα και συ να γίνεις Τούρκος, και θα ζήσεις και δω καλά και θα πάς και στον Παράδεισο.
Όλα αυτά και άλλα πολλά του έλεγαν κοροϊδευτικά οι Τούρκοι, για τις απολαύσεις που περιμένουν τους μουσουλμάνους, όταν θα πάνε στον υλικό τους Παράδεισο, και θα τρώνε πιλάφι και θα έχουν χανούμισσες και θα απολαμβάνουν πλούσια τα υλικά αγαθά και τις ηδονές.
Αλλά όπως ήταν επόμενο, θύμωσε ο παπα-Αναστάσης και τους απάντησε.
- Τι μου λέτε βρέ χαζοί και ανόητοι; Ποιόν μου λέτε να πάρω για παράδειγμα; Έναν βρωμιάρη παλιόγερο που πρόδωσε την πίστη και τον Χριστό σε τέτοια ηλικία, και θέλετε να ακούσω εσάς που είστε γεννημένοι αναθεματισμένοι και για την Κόλαση; Και δεν ντρέπεστε να σας διδάσκει το νόμο της θρησκείας σας και το Κοράνι ένας παλιόγερος που δεν έκλεισε ακόμα η πληγή πάνω στο σώμα του από το σουνέτι που του κάνατε εσείς οι Τούρκοι; - Σουνέτι είναι η Τουρκική περιτομή.-
- Α, είστε λοιπόν μεγάλα κορόιδα, και αφού κάθεστε και ακούτε αυτόν τον πισμάμ παπά, αυτόν τον παλιόγερο, που για την σαρκολατρεία του και τα φλουριά του, εντελώς ξεδιάντροπα, και αθεόφοβα πρόδωσε τον Χριστόν που είναι ο μόνος αληθινός Θεός. Και τον φαντάζεστε αυτόν τώρα, δήθεν για φανατικό Τούρκο και χότζα. Κρίμα στα μυαλά σας, και ύστερα μου καυχιέστε ότι έχετε πίστη. Τίποτα δεν έχετε. Και κρίμας.
Όπως ήταν λοιπόν επόμενο, τον άρπαξαν οι Τούρκοι γιατί κι αυτοί με τη σειρά τους θύμωσαν και τον πήγαν στο Βεζίρη της περιοχής. Ο Βεζίρης διέταξε κατ’ αρχάς να τον στείλουν στη εξορία.
Τότε λέει,
- Γιατί βεζίρη με στέλνεις στην εξορία; Επειδή είπα την αλήθεια; Να με τιμήσεις έπρεπε, παράσημο έπρεπε να μου δώσεις! Γιατί σας είπα την αλήθεια. Ντροπή σου να καταδέχεσαι εσύ ένας βεζίρης να διδάσκουν την πίστη σου τέτοια καθάρματα τέτοιοι άνθρωποι πωρωμένοι που είναι και προδότες της πίστεως.
Αλλά βέβαια ο βεζίρης αντί να συνετιστεί θύμωσε ακόμη περισσότερο, όπως και οι άλλοι που παρακολουθούσαν τη δίκη και διέταξε λοιπόν να του κόψουν το κεφάλι.
Και πράγματι λοιπόν, έξω από το Γενί Τζαμί, στην Κωνσταντινούπολη, έκοψαν το κεφάλι του παπα-Αναστάση, ήτανε 8 Ιουλίου του 1743.

Χριστιανοί μου, τέτοιοι προδότες και εξωμότες της πίστεως, και του υψηλού λειτουργήματος, ασφαλώς υπάρχουν. Ναι, υπάρχουν. Αλλά όχι μόνον στο ιερότατο χώρο της Εκκλησίας. Οι επίορκοι δεν είναι μόνον κάποιοι αποτυχημένοι κληρικοί παντός βαθμού, αλλά και μερικοί γιατροί, και λίγοι δικηγόροι και διδάσκαλοι και καθηγητές. Και πολλοί δημόσιοι λειτουργοί και αρκετοί από τους πολιτικούς μας. Και γενικά θα έλεγα υπάρχουν επίορκοι. Όχι λίγοι αλλά πολλοί, σε όλα τα επαγγέλματα και σε όλους τους χώρους.
Και όλοι αυτοί είναι δικοί μας άνθρωποι, είναι οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, που ξέχασαν την βαριά τους αποστολή μέσα στην δύστυχη πατρίδα μας. Που λησμόνησαν υποχρεώσεις τους και τη μεγάλη τους ευθύνη που απορρέει από την εξάσκηση των λειτουργημάτων τους ή των επαγγελμάτων τους, δηλαδή ξέχασαν και την κοινωνική τους αποστολή.
Και όλα αυτά γιατί; Γιατί χριστιανοί μου; Γιατί λείπει η πίστις! Γιατί λείπει η πίστις στο Χριστό, τον Θεάνθρωπο Κύριο τον Σωτήρα μας Ιησού Χριστό. Αυτό μας λείπει, η πίστις. Μας λείπει η Εκκλησία του Χριστού, μας λείπουν τα Πανάγια σωστικά μυστήρια, μας λείπουν οι Άγιοι, μας λείπει η Παναγία μας. Μας λείπει ο Λόγος του Θεού, μας λείπει το Άγιον Ευαγγέλιον που είναι φως, ζωή και δύναμις. Μας λείπει ακόμα η υπομονή, η ελπίδα, η μετάνοια, η προσευχή… μας λείπει η καλοσύνη, η καλοσύνη μάλιστα, η καλοσύνη, η αγάπη και το φως του Χριστού και έτσι ορφανέψαμε, και φτωχύναμε. Δε φτωχύναμε επειδή δεν έχουμε να πληρώσουμε το νοίκι, δε φτωχύναμε επειδή δεν έχουμε να φάμε, δεν φτωχύναμε από λεφτά και από υλικά αγαθά… Γινήκαμε φτωχοί και πάμπτωχοι, γυμνοί και έρημοι επειδή στερούμεθα από την Θείαν Χάρη της πίστεως.
Έτσι λοιπόν, όσοι δεν έχουμε πίστη, και ορφανοί είμεθα, και πτωχοί. Δεν τηρούμε λοιπόν τις Ευαγγελικές εντολές και τις προτροπές του Αγίου Θεού, είμεθα πτωχότατοι επαναλαμβάνω γιατί στερούμεθα την Θεία Χάρη.

Μετανοείς αληθινά; Έχεις πίστη, έχεις κανόνα πίστεως.
Καλλιεργείς τις αρετές; Τηρείς τις εντολές; Συμμετέχεις στα μυστήρια; Ε, τότε έχεις κανόνα πίστεως.
Και αν έχεις αληθινή αγάπη, αγάπη προς όλους ακόμα και προς τους εχθρούς, ε, τότε έχεις κανόνα πίστεως και μοιάζεις με τον Άγιο Νικόλαο, που ήταν κανόνα πίστεως και εικόνα πραότητος.
Κάνεις ομολογία πίστεως, παντού και πάντοτε, και ενώπιον όλων και δημοσίως; Αν ναι, τότε έχεις κανόνα πίστεως. Και μοιάζεις με το νεομάρτυρα και ιερομάρτυρα παπα-Αναστάση που αναφέραμε λίγο πριν στο λόγο μας.
Μα θα πείτε ότι είμεθα όλοι μας αμαρτωλοί. Ε, είμεθα αμαρτωλοί. Αμαρτωλός ήταν και ο Τελώνης, ο Ματθαίος, αλλά έγινε Ευαγγελιστής και Απόστολος Χριστού γιατί και αυτός πίστεψε πρώτα, αλλά είχε κανόνα πίστεως.
Κακούργος, κακοποιός και φονιάς ήταν ο ληστής πάνω στο Σταυρό. Αλλά ζητώντας το έλεος του Χριστού που Τον πίστευσε ως Θεόν, μπήκε πρώτος στον Παράδεισο. Άρα μετά την πίστη του είχε και αυτός κανόνα πίστεως.
Κι η Σαμαρείτιδα; Με τους πέντε άνδρες; Κι αυτόν που ήταν, ήταν έκτος και δεν ήταν άντρας της, που ήταν μοιχαλίδα και πόρνη, πώς σώθηκε; Πώς κατέστη ισαπόστολος; Και πως αξιώθηκε ακόμα και του μαρτυρικού θανάτου; Δια της πίστεως. Άρα και αυτή είχε κανόνα πίστεως.
Άρα και ο Σαούλ, ο μέγας διώκτης των χριστιανών, με το «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις, όταν τον έλουσε εκείνο το υπέρλαμπρο και υπερουράνιο φως που τον έριξε κάτω απ’ το άλογο και τον τύφλωσε και άκουσε μέσα απ’ αυτό το άκτιστο φως, τη θεϊκή φωνή να του λέγει ότι εγώ είμαι ο Ιησούς ον εσυ διώκεις, και πιστεύοντας σ’ αυτόν τον Χριστόν ως αληθινόν Θεόν κατέστη και αυτός ο μέγας διώκτης κανόνας πίστεως, ένας ουρανοβάμονας, ο μέγας των Εθνών Απόστολος, ο πρώτος μετά τον έναν, ο πρωτοκορυφαίος.
Άρα και γω, και συ, και συ, και συ, και συ και όλοι μας που είμεθα αμαρτωλοί, αν αληθινά μετανοήσουμε, θα αποκτήσουμε την τιμή να έχουμε και μείς κανόνα πίστεως.
Κανόνα πίστεως έχουν όλοι οι άγιοι μάρτυρες.
Αλλά κανόνα πίστεως έχουμε και μείς που ομολογούμε με τη ζωή μας, αλλά ιδιαιτέρως με το καθημερινό μας παράδειγμα, στο σπίτι, στην κοινωνία, στη ζωή, Χριστόν τον αληθινόν Θεόν ημών, και τούτον Εσταυρωμένον και Αναστάντα εκ νεκρών.
Άρα έχουμε και το χάρισμα της ζωντανής πίστεως και ομολογίας. Και όχι μόνον τον κανόνα της, αλλά και το χάρισμά της. Στον κανόνα της πίστεως ενυπάρχουν όλα τα χαρίσματα και όλες οι πνευματικές δωρεές που μας χαρίζει ο Πανάγιος Θεός.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό των Οικουμενικών Πατέρων, και μεγάλων Ιεραρχών της Εκκλησίας μας ήταν ο κανόνας πίστεως. Αλλά τον ίδιο κανόνα, έχουμε και μεις όλοι, οι πιστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πού μέσα σ’ αυτόν τον σκοτεινό κόσμο που ζούμε, αγωνιζόμεθα με φιλότιμο και θεοσέβεια, το επαναλαμβάνω, με φιλότιμον και θεοσέβεια, να τηρούμε τις εντολές, να καλλιεργούμε τις αρετές, και να συμμετέχουμε όλως θέλει ο Θεός στα σωστικά Πανάγια Μυστήρια.
Κανόνα πίστεως έχουν και οι όσιοι της Εκκλησίας μας, οι μοναχοί, οι ερημίτες, οι κελιώτες και οι ησυχαστές, που μέσα στις σπηλιές και στις οπές της γης, τις τρύπες των βράχων και των ερήμων, παλεύουν κάθε μέρα, σώμα με σώμα με τα δαιμόνια.
Κανόνα πίστεως έχουμε και μεις όμως, που ζούμε μέσα σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο, και παλεύουμε και μεις εφόσον το θέλουμε. Μέρα νύχτα για να νικήσουμε, για να καταβάλουμε με την βοήθεια του Θεού και να εξουδετερώσουμε τα πάθη μας.
Κανόνα πίστεως έχει και ο καλός χριστιανός πατέρας, και η καλή χριστιανή μητέρα, που με φόβον Θεού και παιδεία Κυρίου, ανατρέφουν και μεγαλώνουν τα παιδιά τους.
Κανόνα πίστεως έχετε και όλοι εσείς που εκκλησιάζεστε κάθε Κυριακή και ψάχνετε με αγωνία να βρείτε το ύδωρ το ζόν, για να χορτάσετε την δίψα της ψυχής σας.
Κανόνα πίστεως έχουμε όλοι μας, όσοι προσερχόμεθα στη Θεία Κοινωνία μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης.
Κανόνα πίστεως έχουν και όλοι εκείνοι, που με αληθινή μετάνοια και με πόνο ψυχής προσέρχονται στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Κανόνα πίστεως δεν έχουν μόνον οι Άγιοι, έχουμε όλοι μας, όσοι προσερχόμεθα στη Θεία Κοινωνία μετά φόβου Θεού πίστεως και αγάπης.
Κανόνα πίστεως έχουν και όλοι εκείνοι, που με αληθινή μετάνοια και με πόνο ψυχής προσέρχονται στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Κανόνα πίστεως δεν έχουν μόνον οι Άγιοι και οι δίκαιοι, οι ομολογηταί και οι μάρτυρες.
Και όλοι εμείς ως αμαρτωλοί ζητιανεύουμε το έλεος του Θεού, όπως οι τυφλοί του Ευαγγελίου «Ιησού Υιέ Δαυίδ ελέησον ημάς» ή όπως δέκα λεπροί, διότι είναι λεπροί μετά μέσα στη ψυχή από την αμαρτία, να φωνάζουμε όπως εκείνοι, «Ιησού επιστάτα ελήσον ημάς».

Χριστιανοί μου,
ο Θεός απαντά πάντοτε στις προσευχές μας, όταν αυτές διακρίνονται
πρώτον από την ζωντανή πίστη και
δεύτερον από την αληθινή μετάνοια.
Και αυτό για όλους εμάς είναι ο πρώτος και τελευταίος κανόνας πίστεως.
Κι αυτό ας μην το ξεχνάμε ποτέ,
Αμήν.

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2005

Η μυστική δύναμις τού Σταυρού καί η μαρτυρική ομολογία τού αγ. Αδραλίωνος



218 α
Κυρ. Μετά Υψ, 2005


Σταυρέ του Χριστού, σώσον ημάς τη δυνάμει σου.

Θα ξεκινήσουμε αδελφοί μου με μια αληθινή ιστορία.
Είμεθα γύρω στο 300 μ.Χ. και οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών δεν έχουν σταματήσει. Σποραδικοί μεν στην αχανή Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά με ανελέητες κακοποιήσεις κατά των χριστιανών. Τα βασανιστήρια διαδέχονταν το ένα μετά το άλλο με την ίδια πάντοτε αγριότητα.
Εκείνα τα χρόνια στη Ρώμη, και στα περίχωρά της περιόδευε ένας θεατρικός θίασος, με έναν θαυμάσιο πρωταγωνιστή, τον Αρδαλίωνα. Έναν ηθοποιό με άριστες ικανότητες, έναν στάρ πρώτου μεγέθους όπως θα ελέγαμε σήμερα. Ήταν όμως ειδωλολάτρης και μάλιστα φανατικός. Έτσι με τον θίασό του διακωμωδούσε συνεχώς τον Χριστό και τους χριστιανούς. Οι παραστάσεις του τότε μέσα στις θεατρικές αίθουσες, και τις θερινές και τις χειμωνιάτικες, γέμιζαν από πλήθος θεατών ειδωλολατρών.
Τη χρονιά του 305, πήρε την απόφαση για σενάριο, όπως το λέμε, να έχει για θέμα του έναν χριστιανό που κάνει ομολογία πίστεως, μπροστά στους ειδωλολάτρες δικαστές και καταδικάζεται σε σταυρικό θάνατο. Στήνεται ο σταυρός, ψευτοκαρφώνεται αυτός επάνω, τον ψευτοβασανίζουν εκεί με διάφορους τρόπους, και τον κοκκινίζουν με μπογιές και σάλτσες για να φαίνονται σαν αίματα, και στο τέλος του δράματος, ο Αρδαλίων που υπεδύετο το θύμα, πολύ θαυμάσια και πολύ υποκριτικά αρχίζει με όχι μόνον να αρνηθεί την πίστιν του και τον Χριστόν, αλλά πάνω από τον υποτιθέμενο εκείνον σταυρό, να Τον βρίζει και να χυδαιολογεί κατά τον πλέον πρόστυχο τρόπο.
Αυτό προκαλούσε παραλήρημα και πανζουρλισμό άγριας χαράς, μαζί με μίσος και μανία μέσα στις ψυχές του πλήθους των θεατών ειδωλολατρών. Άλλοτε πάλι φώναζαν σαν τρελοί ζητώντας εκδίκηση εναντίον των χριστιανών. Ήταν τόσο πολύ πειστικός ο Αρδαλίων ώστε φανάτιζε τα πλήθη και αύξαινε το μίσος εναντίον των χριστιανών, για να προκαλούνται εν συνεχεία διωγμοί.
Το 305 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, έδρα του αυτοκράτορος Μαξιμιανού, θα έδινε πλέον την τελευταία του βραδινή παράσταση. Το πληροφορήθηκε ο λαός και συγκεντρώθηκε πολύς, πολύς.
Άρχισε κανονικά η παράσταση και συνεχίστηκε μέχρι την ψευδοσταύρωση. Και όπως ήταν δεμένος με σχοινιά, και ψευτοκαρφωμένος, και ο λαός περίμενε την άρνηση, τις βρισιές και τις χυδαιολογίες, ενώ από όλο το σώμα του με τους τεχνικούς τρόπους εκείνης της εποχής έρεαν οι κόκκινες μπογιές και οι σάλτσες, εκείνος, ο Αρδαλίων, συνεχίζει να ομολογεί την πίστη προς τον Χριστόν, και ξαφνικά να κραυγάζει δυνατά ότι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και όχι τα ξόανα και τα είδωλα και τα αγάλματα των Ρωμαίων. Και προχώρησε σ’ αυτήν την ομολογία. Και δεν είπε μόνον ότι είναι ο Χριστός ο αληθινός Θεός, αλλά ότι είναι και η αλήθεια, είναι και το φως, είναι και η ζωή, ότι Αυτός είναι ο Κύριος και Βασιλεύς του κόσμου, του οποίου η Βασιλεία ουκ έσται τέλος.
Οι πάντες πάγωσαν, αλλά σε λίγο όμως, οι περισσότεροι εξαγριώθηκαν και άρχισαν να φωνάζουν δυνατά και να κραυγάζουν ότι το παράκανε, ότι τώρα πλέον παίζεις εις βάρος μας. Η απάντησις όμως του Αρδαλίωνος τους κάρφωσε κυριολεκτικά, όλους. Δεν παίζω πια, διότι καθ’ όν χρόνον εγώ έπαιζα εις βάρος Του, είδα τον Χριστόν Σταυρωμένον και αληθινόν και μέσα σε πολλή πολλή δόξα. Και μου είπε με πολλή, με άπειρη γλυκύτητα
- «Εγώ και για σένα σταυρώθηκα, εσύ γιατί με εμπαίζεις; γιατί με κοροϊδεύεις Αρδαλίονα; Γιατί παιδί μου;».
Και τότε φωτίστηκα και τότε κατάλαβα, το έζησε η ψυχή μου, μαζί με το πετσί μου, ότι Αυτός είναι ο αληθινός Θεός, ο Σωτήρας του κόσμου, γι’ αυτό και το διακηρύσσω και το κραυγάζω και το ομολογώ ότι είμαι χριστιανός! Είμαι χριστιανός! Είμαι χριστιανός! Τρείς φορές το είπε, και κατέληξε,
«Ναι ο Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός».
Το τι έγινε, φαντάζεστε, δεν περιγράφεται, πανζουρλισμός σωστός μίσους και μανίας, άρπαξαν το πλήθος και όλοι εκεί οι ειδωλολάτρες οι παρευρισκόμενοι στο θέατρο, τα καθίσματα, τα παγκάκια, τις καρέκλες και ό,τι άλλο ξύλο εύρισκαν, τα μάζεψαν γρήγορα, τα έβαλαν φωτιά και όταν πυράκτωσε αυτή τον άρπαξαν και μαζί με τον σταυρόν τον πέταξαν μέσα και τον έκαψαν ζωντανό.
Έτσι ο θεατρίνος, ο μεγάλος στάρ, ο ηθοποιός Αρδαλίων, έπαψε πλέον να παίζει με πράγματα που δεν παίζονται. Και πιστεύοντας στον Σταυρωμένο Χριστό, ως αληθινό Θεό, μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την αιώνιαν ζωή.
Ήταν τότε 14 Απριλίου του 305 μ.Χ. Και ο Αρδαλίων πήρε το στεφάνι της δόξης από τα χέρια του Κυρίου και ανακηρύχθηκε άγιος και μάρτυρας από την Εκκλησία μας.
Αυτό ήταν αδελφοί μου το συναξάρι του Αγίου Αρδαλίωνος.

Εμείς όμως τι κάνουμε; Εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, τι κάνουμε; Απλούστατα, δεν κάνουμε τίποτα.
Ούτε το Σταυρό μας δεν κάνουμε, γιατί ντρεπόμαστε όταν περνάμε έξω από μια εκκλησία.
Δεν τον κάνουμε ούτε το πρωί, ούτε το βράδυ, ούτε στο τραπέζι, και τα παιδιά μας δεν τα μαθαίνουμε ούτε και αυτά να κάνουν το Στυαρό τους, και όταν κάθονται και όταν σηκώνονται, και δεν τα μαθαίνουμε ούτε καν να προσεύχονται,
δεν κάνουμε το Σταυρό μας ούτε στο αυτοκίνητο, ούτε στη δουλειά, ούτε στο δρόμο.
Και όμως ο Σταυρός έχει μια τεράστια μυστική δύναμη, γιατί;
Σε κάθε απόλυση αν προσέξτε, ο ιερεύς όταν κάνει απόλυση στο τέλος λέει «δυνάμει του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού», γιατί λοιπόν ο Σταυρός έχει μυστική δύναμη, και δεν λογίζεται Σταυρός χωρίς τον Εσταυρωμένο. Πάνω σε κάθε Σταυρό υπάρχει και ο Χριστός. Ο ίδιος ο Χριστός, ακόμα και το Σταυρό και το σημείο του Σταυρού που κάνουμε, το κάνουμε με την αίσθηση της παρουσίας του Ιησού Χριστού πάνω σ’ αυτό. Και χωρίς το Αίμα του Χριστού κανένας άνθρωπος δεν σώζεται όσο καλός και αν φαίνεται. Σώζεται, καθαρίζεται, δικαιώνεται και λυτρώνεται, μόνον εκείνος ο άνθρωπος που πιστεύει στον Χριστόν. Που Τον πιστεύει όμως ως Θεάνθρωπον, πιστεύει δηλαδή στην Θεανθρωπότητά Του, ότι είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Κύριος. Που πιστεύει στο κοσμοσωτήριον έργον Του, που πιστεύει στην Εκκλησία Του, που την ίδρυσε με την Σταυρική Του Θυσία, που πιστεύει στα Πανάγια Μυστήρια, που ο ίδιος τα σύστησε και ο ίδιος τα ίδρυσε. Έχει δύναμη λοιπόν που πηγάζει από τη Σταυρική Θυσία του Χριστού, ξεπερνάει όλες τις κοσμικές δυνάμεις αυτού του κόσμου. Τι μπορούν να κάνουν οι κοσμικές δυνάμεις και ο τεχνικός πολιτισμός, μπροστά σε μια φουρτούνα, σε μια θεομηνία, μπροστά σ’ έναν σεισμό; Τίποτα δεν μπορεί να κάνουν! Που είναι η δύναμή τους λοιπόν;
Η δύναμις βρίσκεται στο Σταυρό του Χριστού, και είναι δύναμις μυστική, αόρατη και ουράνια, είναι δύναμις που φωτίζει, που σώζει, που αγιάζει. Αυτή η δύναμις του Σταυρού άγγιξε και φώτισε, την ψυχή του ληστού πάνω στο δικό Του Σταυρό για να πει «μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου».
Αυτή η μυστική δύναμις έκανε τον εκατόνταρχο κάτω απ’ το Σταυρό του Κυρίου να ομολογήσει και να φωνάξει «Αληθώς Θεού Υιός ήν ούτος».
Αυτή η μυστική και σώζουσα δύναμις φώτισε και την ψυχή ενός φανατικού εχθρού και διώκτη των χριστιανών, τον Σαούλ, και τον έκανε τον μεγαλύτερο κήρυκα του Ευαγγελίου. «Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις;» και τον περιέλουσε φως υπέρλαμπρο, ουράνιο και άκτιστο, που τον έριξε και κάτω, αλλά και τον τύφλωσε κιόλας. Και πεσμένος όπως ήταν κάτω στα γόνατα Τον ρώτησε: «Ποιος είσαι εσύ Κύριε»; Και η φωνή μέσα από την υπέρλαμπρη φωτοχυσία απήντησε «Είμαι ο Ιησούς ο Εσταυρωμένος, όν συ διώκεις». Και ο Σαούλ κατέστη ο Μέγας Παύλος, ο Απόστολος των Εθνών, ο ουρανοβάμων, ο πρώτος μετά τον Έναν, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Η μυστική αυτή δύναμις του Τιμίου Σταυρού, είναι αυτή που στα μαρτυρικά χρόνια των σκληρών διωγμών, γιγάντωνε το φρόνημα, την αντοχή, και την πίστη των μαρτύρων, στο να αντιμετωπίζουν ειρηνικά και με δοξολογία τα ξίφη των δημίων, τα δόντια των αγρίων θηρίων, και τα φοβερά βασανιστήρια των τυράννων, όπως και τη μανία του όχλου των ειδωλολατρών.
Αυτή η μυστική δύναμις χαλύβδωνε και φώτιζε τους μεγάλους Πατέρας της Εκκλησίας μας και ιεράρχας, για την Ορθόδοξη αντιμετώπιση αιρέσεων και αιρετικών. Και είναι αυτή που στηρίζει, φωτίζει και δυναμώνει την επίγεια αγγελική πολιτεία, ερημίτας και ησυχαστάς, είναι η ίδια μυστική δύναμις που χαριτώνει και ευλογεί όλους τους πιστούς αγωνιζομένους εν τω κόσμω χριστιανούς. Είναι η μυστική αυτή η ίδια δύναμις που στηρίζει και όλους εμάς, που αυτή τη στιγμή εκκλησιαζόμεθα και βρισκόμαστε μέσα σ’ αυτόν τον μικρό ναό της Αγίας Βαρβάρας.

Και θα κλείσουμε αδελφοί μου με τους βαρυσήμαντους λόγους του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. «Όλα τα πάντα με τον Σταυρόν πραγματοποιούνται», λέγει, «και στην πνευματική μας αναγέννηση, δηλαδή στο Άγιον Βάπτισμα, και στη χαρισματική μας ενδυμασία, δηλαδή το Άγιον Χρίσμα, και στη Θεία Λειτουργία, δηλαδή στην Μυστηριακή μας τροφοδοσία, με την Θεία Κοινωνία, και στο πνευματικό λουτρό της Ιεράς Εξομολογήσεως, και στα άλλα μυστήρια της Χειροτονίας του Γάμου και του Ευχελαίου, όπως επίσης στους αγιασμούς, στην ατομική μας προσευχή, στην αγρυπνία μας, τη δημόσια λατρεία και γενικά ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας, παντού και πάντοτε βρίσκεται μπροστά, συνεχώς μπροστά μας, ο Τίμιος Σταυρός, το Σύμβολον της Νίκης, το «εν τούτω νίκα», η δόξα των αγγέλων και των δαιμόνων το τραύμα. Γι’ αυτό το σχηματίζουμε και στα σπίτια μας, και στα τείχη της πόλεως, και στους τάφους, και στο μέτωπο, και στην σκέψη και στο στήθος με πολλή επιμέλεια και φροντίδα».
Και συνεχίζει ο Ιερός Χρυσόστομος. «Και δεν αρκεί να τον χαράξουμε μόνον με τα δάκτυλα ή να τον φοράμε περασμένο στο λαιμό μας, πρέπει πολύ περισσότερο να τον σχηματίζουμε με πίστη μέσα στην ψυχή μας. Αν έτσι το εντυπώσεις μέσα σου, και έξω στην όψη και στη ζωή σου, κανένα από τα ακάθαρτα πνεύματα, κανένας δηλαδή διάβολος δε θα μπορεί να σε πειράξει. Και δεν θα μπορεί ούτε να σε πλησιάσει ούτε και να σε αγγίξει διότι θα βλέπει στην ψυχή σου την μάχαιρα του πνεύματος, από την οποίαν δέχτηκε το φοβερό χτύπημα, την φοβερά πληγή. Θα βλέπει δηλαδή τον Σταυρόν ως ξίφος από το οποίο έλαβε τούτο το θανατηφόρον κτύπημα».
Αυτά μας είπε χριστιανοί μου ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και είθε όλα αυτά να γίνουν μια πραγματικότητα στη ζωή μας, αλλά με ζωντανή και με ολόθερμη την δική μας πίστη στο Σταυρωμένο και Θεάνθρωπο Κύριο και με φλογερή , μαρτυρική ομολογία όπως την έκανε ο Άγιος Αρδαλίων.

Το εύχομαι με όλη μου την καρδιά,
Αμήν