Κυριακή 26 Μαΐου 2002
Την παραλυσία της ψυχής μας ούτε την βλέπουμε, ούτε την αναγνωρίζουμε, ούτε και την πιστεύουμε
176 α
Κυρ. Παραλύτου 2002
«Θέλεις υγιής γενέσθαι»;
Όλοι μας προηγουμένως αδελφοί μου ακούσαμε το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα που μας περιέγραψε την θεραπεία ενός αρρώστου, που ήτανε παράλυτος 38 ολόκληρα χρόνια.
Ο Θεός με τον Ευαγγελικό Του Λόγο που μας στέλνει κάθε μέρα τα μηνύματα της σωτηρίας, έτσι και σήμερα. Το να μπεί όμως μέσα στην καρδιά μας το μήνυμα του Θεού, ο Λόγος του Θεού, αν θέλετε και το πιο φτωχό ακόμα κήρυγμα, αυτό δεν είναι έργο που μπορούν να το κάνουν οι άνθρωποι. Δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνον από μας.
Σήμερα έγινε ένα θαύμα. Έγιναν δύο, έγιναν τρία, έγιναν πέντε, και τα ακούσαμε και στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα και στο Αποστολικό.
Για μας που αναλύουμε το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, βλέπουμε ότι ο παράλυτος θεραπεύτηκε μ’ έναν και μόνον λόγο του Σωτήρος Χριστού. Ο ίδιος λόγος του Θεού απευθύνθηκε και στις δικές μας παράλυτες από την αμαρτία καρδιές.
Θεραπευθήκαμε; Όχι.
Αναστηθήκαμε; Όχι.
Πετάμε τώρα στους ουρανούς ως άγγελοι; Όχι!
Άρα δεν θεραπευθήκαμε και δεν γιατρευτήκαμε. Η ψυχή μας εξακολουθεί να είναι παράλυτη και καταπληγιασμένη από τις μαχαιριές της αμαρτίας, τις οποίες μαχαιριές εμείς επιτρέψαμε να δημιουργηθούν στο σώμα της ψυχής.
Ποιος θα μας θεραπεύσει; Ποιος θα μας αναστήσει; Ο Θεός! Και αυτό είναι το έργον Του. Η Θείας Χάρις ετοιμάζει τον κάθε άνθρωπο χωριστά. Η Θείας Χάρις, η Χάρις του Θεού τον ταρακουνά τον άνθρωπο. Τον συγκλονίζει. Η Χάρις του Θεού τον φωτίζει. Η Χάρις του Θεού ερμηνεύει μέσα του τις αλήθειες του Ευαγγελικού Λόγου. Η Χάρις του Θεού κάνει το θαύμα, το θαύμα της μεταμορφώσεως του ανθρώπου. Η Χάρις του Θεού που πρώτα θεραπεύει την πληγή της αμαρτίας και ύστερα την κάθε σωματική αρρώστια. Γι’ αυτό και είπαμε ότι τον ετοιμάζει τον άνθρωπο, τον φωτίζει και λοιπά.
Μπήκε όμως αυτή η αλήθεια του Θεού η τόσο μεγάλη, αυτό το θαύμα, αυτός ο θείος φωτισμός, για να μην μπω στις δικές σας πάλι ψυχές και τύχω πολλές φορές της παρεξηγήσεως, την ερώτηση θα την κάνω στον εαυτό μου. Μπήκε μέσα στην ψυχή μου; Εγώ λέω δυστυχώς όχι. Και λέγω δυστυχώς διότι όλα μου έχουν καταντήσει αλίμονο και τρισαλίμονο, μια απλή συνήθεια.
Που είναι λοιπόν ο φωτισμός; Πού είναι η συντριβή; Πού είναι η μετάνοια; Που είναι της αλλαγής το θαύμα; Πού είναι αυτό το θαύμα μέσα μου; Πρέπει να ομολογήσω όχι μόνον εγώ αλλά και όλοι μας. Δεν ήρθα σήμερα να λειτουργήσω και σεις να λειτουργηθείτε ως μετανοημένοι χριστιανοί. Δεν ήρθαμε για να ξεφορτωθούμε το βάρος που κουβαλάμε στους ώμους της ψυχής μας. Γιατί; Γιατί εγώ δεν είχα την διάθεση να μετανοήσω. Γι’ αυτό και γύρω μου όλα είναι σκοτεινά. Δεν είμαι έτοιμος. Δεν άνοιξα τα μάτια μου για να δω το φως το αληθινόν. Το Αναστάσιμο φως. Δεν θέλω, όπως και δεν θέλεις όπως και δεν θέλουμε. Οι καρδιές μας, κακά τα ψέματα, είναι κλειστές. Τα μάτια μας τυφλά. Τα αυτιά μας κουφά. Και τα πόδια μας παράλυτα.
«Θέλεις υγιής γενέσθαι;» μας ρωτάει σήμερα ο Κύριος. Μας ρωτάει ο Σωτήρας μας! Θέλεις να γίνεις καλά; Με το στόμα και ίσως με και με ένα στόμα θα πούμε όλοι μας «ναι, μάλιστα». Και με την ψυχή μας όμως από μέσα μας, από πολύ πολύ πολύ βαθειά μέσα μας, εκεί όπου φωλιάζει το κακόν και η αμαρτία, από κει θα ακούσουμε μια φωνή που θα λέει «όχι». Γιατί; Γιατί δεν έχουμε ακόμη αληθινά μετανοήσει. Δεν έχουμε ακόμη αληθινά φωτιστεί. Γι’ αυτό και τόσα δεινά σκορπίζουμε από μόνοι μας γύρω μας.
Με τη σημερινή μας Θεία Λειτουργία και Θεία Κοινωνία συγκλονιστήκαμε μέσα μας; Έγινε μέσα μας αναστάσιμος σεισμός, σαν εκείνον που προκάλεσαν οι άγγελοι όταν απέσυραν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου για να πουν στις μυροφόρες «ουκ έστιν ώδε, αλλ’ ηγέρθη». Πλημμυρίσαμε από ανείπωτη χαρά, και βεβαιωμένη την ελπίδα της σωτηρίας μας; Έστω, αναπαυθήκαμε για λίγο; Θα πω ότι ένας, δύο, πέντε, δέκα, είκοσι, μπορεί να βίωσαν και να βιώνουν τη Χάρη του Αγίου Θεού. Οι άλλοι όχι, όπως και γω. Γιατί; Γιατί δεν συντονίστηκε η ψυχή μου με το θέλημα του Θεού. Δεν έχω αγαπήσει το Θείο Θέλημα. Πάρτε το είδηση. Όταν φτιάχνομε μία αμαρτία, όταν την αγκαλιάζουμε, όταν την διαπράττουμε, όποια και αν είναι αυτή, όσο μικρή και αν φαντάζει στα μάτια μας, αυτό σημαίνει ότι δεν ταυτίζουμε το θέλημά μας με το θέλημα του Θεού.
Θέλει ο Θεός να λέμε ψέματα; Όχι. Και μεις λέμε! Άρα; Το θέλημά Του δεν είναι θέλημα δικό μας. Εμείς λέμε «γεννηθήτω το θέλημά Σου ως εν ουρανώ και επί της γής», αλλά το θέλημά μας το θέλουμε κατά τέτοιον τρόπον, που να ταιριάζει με το θέλημα του Θεού. Να συμφωνεί δηλαδή ο Θεός με τα δικά μας καμώματα. Γι’ αυτό κάθε φορά που θέλουμε να εκκλησιαστούμε, και ημείς οι ιερείς να λειτουργήσουμε, πρέπει να ερχόμαστε με πνεύμα συντετριμμένον και τεταπεινωμένον. Με πνεύμα συντριβής και ταπεινώσεως. Με πνεύμα συνταυτίσεως του θελήματός μας, με το θέλημα του ουρανίου Πατρός που θέλει τη θεραπεία μας. Θέλει την ψυχική μας γιατρειά. Θέλει τη σωτηρία μας. Και τότε το μυστήριο της Θείας Λατρείας το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, καθίσταται αυτόματα η πιο μεγάλη πνευματική κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όπου θεραπεύονται οι πάντες και τα πάντα. Και το σπουδαιότερο, μέσα σ’ αυτό το μεγάλο θεραπευτήριο προσφέρεται το φάρμακο της αθανασίας. Είναι το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού που δίδεται εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.
Αν λοιπόν αδελφοί μου αυτό το γεγονός, αυτό το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού μέσα στην καρδιά μας πραγματοποιηθεί, τότε λοιπόν το «ίδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε» παίρνει σάρκα και οστά. Θα προτιμήσουμε από τώρα, από τούτη τη στιγμή, και το παίρνομε αυτό απόφαση, και όσο θα ζήσουμε μετά, καλύτερα να πεθάνουμε παρά να αμαρτήσουμε. Αυτή όμως, προσέξτε, την απόφαση την παίρνουμε σαν συνειδητοί χριστιανοί, γιατί δυστυχώς τις περισσότερες φορές είμαστε λόγια. Και είμαστε μόνο λόγια και μάλιστα και μεγάλα και παχιά.
Εγώ βλέπω τώρα ότι φεύγει σιγά σιγά το χαλί κάτω απ’ τα πόδια μου, φεύγει η ζωή και πλησιάζω προς το θάνατο. Δεν κάναμε απολύτως τίποτα. Δεν έκανα τίποτα. Δεν μπόρεσα να μαζέψω καρπό ούτε μιας τρύπιας πεντάρας. Γιατί δεν ταύτισα το θέλημά μου με το θείο θέλημα. Και μέναμε και μένω τις περισσότερες φορές στα λόγια, και όχι στις πράξεις. Στη γη και όχι στον ουρανό. Στην ύλη και όχι στο πνεύμα. Προσπαθείστε και να προσπαθήσουμε αυτό το πράγμα να το καταλαβαίνουμε. Ειδικότερα δε όταν πέφτουμε το βράδυ για ύπνο. Και όταν την άλλη μέρα ετοιμαζόμαστε να πάμε στην εκκλησία για να πάρουμε Σώμα και Αίμα Χριστού.
Αυτό λοιπόν που μετράει στο Θεό, είναι η στάσις της ψυχής μας. Η αληθινή μας μετάνοια. Και το ξέρει ο Θεός. Αυτός ετάζει καρδίας και νεφρούς. Αυτός είναι ο καρδιογνώστης. Αυτός είναι ο παντογνώστης. Πόσοι και πόσοι από τους χριστιανούς σήμερα προσπαθούν, σε όλα τα θαυματουργικά προσκυνήματα της πατρίδος μας με πλήθος προσευχών και παρακλήσεων να πείσουν τους Αγίους και την Υπεραγία Θεοτόκο για να τους κάνει ένα θαύμα. Και το θαύμα γίνεται και μάλιστα εκεί όπου υπάρχει αληθινή μετάνοια. Θαύμα στο σώμα, θαύμα και στην ψυχή. Θαύμα που μας κάνει παιδιά του Θεού. Που μας μεταμορφώνει, που μας σώζει. Δυστυχώς όμως υπάρχουν και φαινόμενα τα οποία είναι πάρα πολύ θλιβερά. Προσευχές, δεήσεις, λειτουργίες λένε ιδιωτικές φτιάχνουμε, παρακλήσεις, τάματα, α, ο Θεός μας κάνει το χατίρι και μας απαντάει θετικά σε όλα αυτά. Αλλά μόλις θεραπευτούμε μένουμε μέχρις εκεί. Μόλις αποκατασταθεί η υγεία μας, μόλις λυθεί το οξύτατο πρόβλημά μας, και Θεό ξεχνάμε, και το θαύμα ξεχνάμε, και τους Αγίους ξεχνάμε, και την Παναγία ξεχνάμε, και τις προσευχές ξεχνάμε, και τα μυστήρια τα ξεχνάμε, όλα τα ξεχνάμε. Αυτοί είμεθα. Αχάριστοι, αγνώμονες, πανάθλιοι. Υπάρχουν και άλλοι πάλι οι οποίοι στις αρρώστιες, στις αναποδιές και στις θλίψεις της ζωής τα βάζουν με τον Θεόν. Και με τον Θεόν και με τους Αγίους και τους βλαστημάνε. Γογγύζουν, καταριώνται, αναθεματίζουν, θεομαχούν. Αλλά «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος».
Έτσι λοιπόν εκείνο που μετράει είναι η θετική και συντετριμμένη στάσις της ψυχής μας απέναντι στο Θεό. Και ας μην ξεχνάμε, ο Θεός είναι ο μέγας φιλάνθρωπος, μας συμπαθεί, μας αγαπά, μας ελεεί, σφουγκίζει το δάκρυ μας, απαλύνει τον πόνο μας, και δίνει τη σωτήρια εντολή, «Ναι παιδί μου, να θεραπευθείς, να γιατρευθείς, να καθαριστείς, να συγχωρηθείς, δικός σου ο Παράδεισος, δική σου η Βασιλεία, είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου». Και αυτό το πράγμα δεν είναι καθόλου μα καθόλου δύσκολο για το Θεό. Είναι; Δεν είναι! Η δυσκολία βρίσκεται μέσα μου, εγώ είμαι ο παράξενος, εγώ είμαι ο περίεργος, εγώ είμαι ο παμπόνηρος, ο κακός, ο δύστροπος, ο απότομος στους τρόπους, ο εγωιστής. Εγώ, και μόνον εγώ φταίω και κανείς άλλος. Όλη η δυσκολία στο να γίνει το θαύμα και το θαύμα της σωτηρίας βρίσκεται μέσα μου, δεν βρίσκεται στο Θεό. Εγώ φταίω. Και λειτουργούμεθα, και εξομολογούμεθα, και προσευχόμαστε, και μελετάμε την Αγία Γραφή, και την κουβαλάμε και στην τσέπη μας, κάνουμε και ένα άλλο πλήθος από καθήκοντα πνευματικά, πηγαίνουμε και στα προσκυνήματα, διαβάζουμε και τους βίους των Αγίων, ξέρουμε και τις παρακλήσεις απέξω, και τους Χαιρετισμούς, αλλά στο βάθος, δεν θα το πω στον πληθυντικό, θα το πω πάλι στον ενικό. Στο βάθος δεν αλλάζω. Παραμένω ίδιος. Θέλω να γίνεται το δικό μου. Και μόνον το δικό μου το θέλημα, και τίποτα περισσότερο απ’ αυτό. Αυτό που ικανοποιεί τον εγωισμό μου. Εμ; Άμα γίνεται έτσι τότε, πώς θα βοηθήσει ο Θεός; Αν θέλουμε διαρκώς να γίνεται το δικό μας; Πώς θα μας βοηθήσει; Πώς θα μας βοηθήσει αν δεν αλλάξουμε στάση απέναντί Του;
Άρα και το επαναλαμβάνω, από την δική μου αληθινή έμπρακτη μετάνοια και ταπείνωση εξαρτάται η αναγέννηση και η σωτηρία μου. Και τότε ο Θεός, αφού πλέον είμαι παραδομένος στο θέλημά Του ολοκληρωτικά, και εφόσον βέβαια το κάνω αυτό, και παραδοθώ εξ όλης ψυχής καρδίας ισχύος και διανοίας, αυτό σημαίνει «αγάπα Κύριον τον Θεών σου εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας» σημαίνει ότι με όλη σου την καρδιά, με όλη σου την ψυχή, μ’ όλη σου την διάνοια, το μυαλό, τη θέληση, με όλες σου τις ψυχοσωματικές δυνάμεις να παραδοθείς στο θείο θέλημα. Και τότε με την χάριν Του ο Θεός χαρίζει το φως το αληθινόν. Το φως της Αναστάσεως, το φως της Τριαδικής πίστεως, το φως της Θείας Μεταμορφώσεως, το φώς της Βασιλείας των ουρανών.
Παιδί μου, μηκέτι αμάρτανε και είσελθε εις την χαράν του Κυρίου σου.
Αμήν
Κυριακή 28 Απριλίου 2002
Ο Κύριος εγγύς. Με πόσους τρόπους είναι ο Κύριος εγγύς και η δική μας στάσις
175 γ
Κυρ. Βαΐων 2002
«Ο Κύριος εγγύς».
Είναι γνωστή χριστιανοί μου η θριαμβευτική είσοδος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα, λίγες μέρες πριν από το Πάθος Του. Την αναλύσαμε πολλές χρονιές και υπάρχουν τα σχετικά κηρύγματα στη διάθεσή σας.
«Ωσαννά Ευλογημένος ο Ερχόμενος». Αυτό ζητωκραυγάζει ο λαός. Και σε πέντε μέρες ο ίδιος λαός, ο αχάριστος αυτός λαός των Εβραίων, φωνάζει και απαιτεί «Σταύρωσον, Σταύρωσον αυτόν».
Αλλά και μείς όμως, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο επαναλαμβάνομε το ίδιο πράγμα. Σήμερα στην Εκκλησία και αύριο αντιπάθειες και μίση. Μπροστά στον κίνδυνο, στην αρρώστια, στον πειρασμό, στο ατύχημα, σε οποιοδήποτε κατατρεγμό της ζωής μας φωνάζουμε «Παναγία μου», «Χριστέ μου», «Θεέ μου» και άλλα, και σε δυό μέρες, σε τρείς ή και την ίδια μέρα βλαστημάμε τα θεία. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη γρουσουζιά για ένα σπίτι, για μια οικογένεια, για μια εργασία, από το να βλαστημούν οι οικείοι του σπιτιού τα θεία. Και θα είναι και εις βάρος τους και εις βάρος των παιδιών τους. Και εις βάρος σε κάθε τι που θα πιάνουν και θα κάνουν στα χέρια τους. Τέτοιοι είμεθα.
«Ωσαννά Ωσαννά», αλλά χωρίς μετάνοια αληθινή και πνεύμα ταπεινό. Τι θα πει «Ωσαννά»; Θα πει «Δόξα σοι». «Δόξα στο όνομά Σου Θεέ μου», αυτό θα πεί. Σημαίνει όμως και «σώσε μας». «Λύτρωσέ μας». «Ευλόγησέ μας», «έλα να γεμίσεις τις καρδιές μας από ουράνια χαρά, από πνευματική χαρά».
«Ο Κύριος εγγύς».
Εμείς όμως σήμερα αδελφοί μου, θα πάμε στο Αποστολικό Ανάγνωσμα, του Αποστόλου Παύλου που είναι από την Προς την Φιλιππησίους Επιστολή του, Κεφάλαιο 4ο , στίχοι 4-9.
Ενώ στην αρχή βλέπουμε ότι ο Απόστολος Παύλος προτρέπει όλους τους χριστιανούς σε μια κίνηση χαράς, την οποίαν οφείλει να γνωρίσουν όλοι οι άνθρωποι πάνω στη γη μέσα από την επιείκεια και την μακροθυμία ημών των χριστιανών, ευθύς αμέσως στον επόμενο στίχο, στον 5, είναι προειδοποιητικός λέγοντας, «ο Κύριος εγγύς».
Ας δούμε όμως πρώτον τον στίχο 4.
«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε», μας προτρέπει ο Απόστολος, και συνεχίζοντας μας το ξανασυνιστά λέγοντας «πάλιν ερώ χαίρετε». Σας το λέγω και σας το επαναλαμβάνω. «Να χαίρεστε». «Να είστε πλημμυρισμένοι από τη χαρά του Χριστού». «Να χαίρεστε πάντοτε». Αυτό το «πάντοτε» έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι δεν εξαιρεί χρόνους και καιρούς, περιστάσεις της ζωής και καταστάσεις. Δηλαδή η χαρά πρέπει να βρίσκεται και στην θλίψη και στον πόνο. Στα βάσανα και στις αρρώστιες της ζωής. Στις στεναχώριες και στην εγκατάλειψη. Στην φτώχεια και στις στερήσεις. «Πάντοτε», να χαίρεστε «πάντοτε». Κα να χαίρεστε πολύ περισσότερον όταν αναλογίζεστε τις άπειρες ευεργεσίες του Θεού, σε σας προσωπικώς, και στις οικογένειές σας.
Αυτά μας λέγει ο Απόστολος Παύλος. Γι’ αυτό και θα πρέπει να χαιρόμεθα και μείς όλοι, για την άπειρη αγάπη και μακροθυμία του Θεού, προς όλους ημάς, κακά τα ψέματα, να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλο, κρύβεσαι;, κρύβομαι; - είμαστε όλοι μας γεμάτοι από κακίες, πονηριές, εγωισμοί και άλλα πάθη, και πρώτος εγώ, δεν τον εξαιρώ τον εαυτό μου, πρώτος, να χαιρόμεθα που καταδέχτηκε ο Θεός να μας ξανακάμει παιδιά Του και να μας χαρίσει την υιοθεσία. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να χαιρόμεθα όταν μέσα από την αληθινή μετάνοια απολαμβάνουμε την χάρη της αφέσεως των αμαρτιών στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως.
Και η χαρά μας να είναι ανέκφραστη, ασυγκρίτως πολύ περισσότερη όταν κοινωνούμε των Αχράντων Μυστηρίων. Έχετε τα σκιρτήματα της χαράς, του Αγίου Πνεύματος; Τώρα που κοινωνήσαμε ων Αχράντων Μυστηριών; Φτερουγίζει μέσα μας η χαρά του Παναγίου Πνεύματος; Έχουμε κατάνυξη;
Και είθε να μας πλημμυρίζει αυτή η χαρά, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού ιδιαιτέρως στην καταπολέμηση των παθών μας όταν αυτά τα νικούμε και τα καταβάλουμε. Στην τήρηση την πιστή των Ευαγγελικών εντολών. Στην κρυφή ελεημοσύνη. Στην πραότητα και στην ειρήνη. Στην προσευχή και στην μελέτη και στις τόσες τόσες άλλες αρετές.
Το πιο σπουδαίο όμως απ’ όλα είναι ότι πρέπει να χαιρόμεθα όταν πάσχουμε για την αγάπη του Χριστού. Τώρα ποιος πάσχει; Δεν ξέρω ποιος πάσχει!
Για να γίνει όμως αυτό αδελφοί μου, η χαρά του Χριστού μας πρέπει να γίνει μια ζωντανή πραγματικότητα, μέσα στις καρδιές μας. Πρέπει από μέσα μας να αποβάλουμε το μίσος και την κακία. Την εχθρότητα και την αντιπάθεια. Την λέξη αντιπάθεια την επαναλαμβάνω δυό φορές. Γιατί αντιπαθούμε πότε τον έναν και πότε τον άλλον. Το βλέπω αυτό να διακατέχει και την δική μου καρδιά. Όπως επίσης ότι είμεθα γεμάτοι πλημμυρισμένοι από φθόνο. Και από αντιζηλεία, και από υποψία, και από μνησικακία και από εκδίκηση. Και από κάθε αποστροφή προς τον πλησίον για τον άλφα - βήτα λόγον όταν αυτός μας πειράζει.
Σας τα λέω αυτά απ’ την πείρα μου. Απ’ την πείρα την δική μου. Γι’ αυτό και ο πάσχων Απόστολος Παύλος συνιστά ευθύς αμέσως σε όλους μας στον επόμενο στίχο πέντε τα εξής. Για το πώς θα νικήσουμε όλα αυτά τα πράγματα. «Το επιεικές ημών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις διότι εγγύς ο Κύριος». Δηλαδή την επιείκειά σας, την ανεξικακία σας, την πραότητά σας είθε να την γνωρίσουν όλοι οι άνθρωποι διότι «ο Κύριος εγγύς». Η επιείκειά σας νάναι τόσο πολύ μεγάλη, και να περισσεύει τόσο πολύ, ώστε να γίνει γνωστή, να διαδοθεί δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που κατοικούν πάνω στη γή, πιστούς και απίστους. Η χριστιανική σας καλοσύνη και όχι ο ουμανισμός, - εγώ λέει είμαι ανθρωπιστής, λέει ο άλλος, δεν σε θέλουμε ανθρωπιστή, σε θέλουμε με χριστιανική καλοσύνη, με χριστιανική αγάπη, έτσι σε θέλουμε – και αυτό να εξασκείται με τόση τελειότητα, και να πάρει τέτοια έκταση, ώστε να καταστεί το φωτεινό παράδειγμα προς όλους.
Είστε «φως Χριστού». Και το «φως Χριστού», όπως ακούσαμε σε όλες τις βραδινές προηγιασμένες Θείες Λειτουργίες, «Φως Χριστού φαίνει πάσι». Δηλαδή, φωτίζει όλους. «Υμείς εστέ το φως του κόσμου», διακήρυξε ο Χριστός. Τι θα πεί αυτό, θα πεί ότι «από μένα» λέγει ο Κύριος, «που είμαι το αληθινόν φως, γίνεστε και σείς φως σε ολόκληρον τον κόσμον». Άρα από σας πρέπει να φωτίζονται και να διδάσκονται οι συνάνθρωποί σας.
Λέμε συχνά «Να φωτισθεί το παιδί μου». Εσύ, και σύ, τι κάνεις για να φωτισθεί το παιδί σου, τι κάνω εγώ; Πόσο ματώνουν τα γόνατά μας; Για να φωτισθεί το παιδί μας; Να φωτισθεί το γειτονόπουλο. Να φωτισθούν τα παιδιά του κόσμου; Πόσο αγρυπνούμε; Πόσο νηστεύουμε; Πόσο υπομένουμε;
Και ο λόγος που πρέπει ολόκληρη η ανθρωπότητα να γνωρίσει την χριστιανική μας επιείκεια και καλοσύνη, την χριστιανική μας πραότητα και ανεξικακία, είναι το «ο Κύριος εγγύς».
Αυτή η ρήσις «ο Κύριος εγγύς», έχει πάρα πολλές ερμηνείες. Θα πούμε την πρώτη, η οποία αναφέρεται στον λειτουργικό χρόνο. Αυτό θα πει ότι όλα γίνονται τώρα, αυτή τη στιγμή, σήμερα. Οι θεολόγοι μπορεί να μας το εξηγήσουν με περισσότερα λόγια.
Σήμερον εισέρχεται ο Κύριος εις τα Ιεροσόλυμα επί πώλου όνου καθήμενος. Για τη σημερινή ημέρα.
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου για τη Μεγάλη Παρασκευή.
Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει, για τα Χριστούγεννα.
Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον, για τον Ευαγγελισμό.
Επεφάνη σήμερον τη οικουμένη, για τα Θεοφάνεια.
Σήμερον σωτηρία τω κόσμω εγένετο, ότι ανέστη Χριστός ως Παντοδύναμος.
Πάσχα ιερόν ημίν σήμερον αναδέδεικται, για τις ημέρες του Πάσχα και της Αναστάσεως,
αυτά και άλλα πολλά για να μη μακρυγορούμε για όλες τις Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές.
Άρα σήμερα πρέπει να γνωρίζουν και να γνωρίσουν οι συνάνθρωποί μας τη μακροθυμία μας, και την επιείκειά μας, και πρώτος εγώ θα προσπαθήσω, απ’ αυτή τη στιγμή, αυτό το πράγμα να σας το γνωρίζω.
Η Δευτέρα ερμηνεία είναι το «ο Κύριος εγγύς», μας λέγει ότι ο Χριστός είναι κοντά μας, είναι μέσα μας, και πάντοτε πρόθυμος στο να μας δυναμώνει και να βοηθεί στην κατόρθωση, μιας οποιασδήπορε αρετής, διότι «άνευ εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν», βεβαιώνει ο ίδιος, και στην πιστή τήρηση μιας οποιασδήποτε Ευαγγελικής εντολής.
Η τρίτη ερμηνεία αναφέρεται στην Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, και η
τετάρτη στο θάνατο μας.
Έτσι «ο Κύριος εγγύς», δείχνει ότι πλησιάζει η ώρα ή που θα πάμε εμείς να συναντήσουμε τον Δίκαιο και Κριτή Κύριόν μας, με τον θάνατόν μας; Ή που ο Κύριος θα έρθει σε μας με τη Δευτέρα του Παρουσία, πράγμα που το βλέπω λίγο πολύ μακρύ. Αλήθεια όμως, αφού όλα γίνονται σήμερα, και αφού υπάρχει η πιθανότης και σήμερα να πεθάνουμε, - αν πεθάνω εγώ σήμερα, τι λόγο θα δώσω στον Θεόν; Το είπα και την περασμένη Κυριακή. Κι αν πεθάνεις και συ, και συ; Τι θα πείς στο Θεό; Τι θα Του πείς στο Θεό για το πρωί, για χθές, για προχθές, για αντιπροχθές, και ούτω κάθε εξής, τι θα του πείς; Τι θα Του πώ; Ποια θα είναι η απολογία μου; Άραγε Άγγελοι και Αρχάγγελοι θα έρθουν να παραλάβουν την ψυχή μας, ή μήπως οι δαίμονες; Δυστυχώς δεν έχουμε αληθινή μετάνοια, για να έρθουν να μας παραλάβουν οι χοροί των Αποστόλων, οι χοροί των οσίων και των ιεραρχών, οι χοροί των αγίων μεγάλων μαρτύρων, και πολύ περισσότερο η Υπεραγία Θεοτόκος; Άπαγε της βλασφημίας. Αλλά «ζεί Κύριος ο Θεός». «Οικτίρμων ο Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλαιος, ουκ εις τέλος οργισθήσεται, ουδέ εις τον αιώνα μηνιεί», μας έψαλε στα τυπικά η Εκκλησία.
«Ο Κύριος» λοιπόν, «εγγύς».
Το βεβαιώνει και ο ίδιος σε κάποιο άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, στην Ιερά Αποκάλυψη, όταν ο Χριστός μας βεβαιώνει και μας λέγει «ιδού ίσταμαι επί την θύραν και κρούω». Ίσταμαι, λέει, στέκομαι δηλαδή, στέκομαι τώρα. Στέκομαι σήμερα μπροστά στην πόρτα της καρδιάς σου, και την κρούω, την κτυπάω, την κτυπώ όμως διακριτικά. Εάν μου ανοίξεις θα εισέλθω, και τότε θα δειπνήσω μαζί σου και θα σου στήσω μεγάλο πανηγύρι, πανηγύρι χαράς και ευφροσύνης. Άραγε θα μου ανοίξεις; Ερωτά ο Κύριος. Θα μου ανοίξεις;
Γι’ αυτό καλόν θα είναι από σήμερα το βράδυ που αρχίζει η Μεγάλη Εβδομάδα, και η Εβδομάδα των Παθών, των φρικτών Παθών του Κυρίου μας, να ρωτήσουμε τον εαυτό μας. Να ρωτήσουμε την καρδούλα μας την πληγωμένη. Να ρωτήσουμε την ψυχή μας την κατακομματιασμένη από την αμαρτία.
Ανοίγεις ψυχή μου για τον Χριστό που σου κτυπάει την πόρτα;
Ανοίγεις για ο λόγο Του;
Ανοίγεις για το Ευαγγέλιό Του;
Ανοίγεις για να κάνεις υπακοή;
Ανοίγεις για να ταπεινωθείς;
Ανοίγεις για να πεις «τέρμα η αμαρτία, από σήμερα Χριστέ μαζί Σου. Το κάμεις αυτό;
«Ο Κύριος εγγύς».
Τι θα διαλέξουμε, το θάνατο ή την αιώνια ζωή; Τη φρίκη της Κολάσεως ή την χαρά της Βασιλείας των Ουρανών; Εμείς διαλέγουμε. Εμείς. Εμείς αποφασίζουμε. Εμείς. Εμείς θα κριθούμε για τις καλές ή τις κακές επιλογές μας.
Πολλές φορές αναρωτιέμαι, την δική μου την καρδιά, δεν την κτυπάει ο Θεός; Ασφαλώς και την κρούει. Με διάκριση όπως είπα. Με ευγένεια. Με καλοσύνη.
Γιατί όμως δεν την ακούω; Γιατί δεν ακούω αυτό το κτύπημα στην καρδιά μου που μου κάνει ο Θεός; Γιατί είμαι κουφός! Με έχουν κάνει κουφό τα πάθη μου και προπαντός ο εγωισμός μου. Ναι, ο εγωισμός μου. Εσείς δεν ξέρω αν έχετε. Ας μην κρυβόμαστε όμως πίσω απ’ το δάχτυλο, κανένας δεν κρύβεται. Είμαστε κουφοί από τα πάθη μας. Και κάτι άλλο, ο Χριστός είναι μέσα μου, «ο Κύριος εγγύς» λέει. «Ίσταμαι». Στέκομαι. Είμαι πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού και καθ’ ομοίωσιν. Άρα είναι μέσα μου. Μέσα μου είναι ο Θεός. Μέσα μου είναι ο Χριστός. Μέσα μου είναι η Θεία Του Χάρη.
Γιατί όμως δεν Τον βλέπω; Γιατί δεν Τον βλέπω μέσα μου; Γιατί με έχουν τυφλώσει τα πάθη μου, οι αδυναμίες μου, οι κακίες μου και γενικά οι αμαρτίες μου. Όμως ο Θεός αμαρτωλούς ήλθε να σώσει, «ών πρώτος ειμί εγώ». Ο πρώτος των αμαρτωλών είμαι εγώ. Και δεν κάνομε τώρα εδώ ταπεινολογίες και ταπεινοσχημίες. Να πούμε κάτι απλό. Αυτό το είπε ο Απόστολος Παύλος για τον εαυτόν του. Αν ο Απόστολος Παύλος είπε ότι είναι ο πρώτος των αμαρτωλών, εγώ τι θα πω ότι είμαι; Δεν πρέπει να πω ότι είμαι πιο κάτω απ’ τον Παύλο; Εσύ δεν πρέπει να πεις ότι είσαι πιο κάτω απ’ τον Παύλο; Πρέπει να το πείς! Και κάτι άλλο. Που λέει το Άγιον και Ιερόν Ευαγγέλιον. Εάν όλα όσα λέει το Άγιον και Ιερόν Ευαγγέλιον, τα φτιάξουμε, - τα φτιάχνουμε; εγώ δεν τα φτιάχνω! εσύ τα φτιάχνεις; εσύ, εσύ, εσύ, τα κάνετε; τα εφαρμόζουμε δηλαδή όλα όσα έχει μέσα το Ευαγγέλιο; ποιός τα εφαρμόζει; ποιός μπορεί να διακηρύξει ότι τα εφαρμόζει; - τι λέει ο Κύριος; και αν όλα τα εφαρμόσετε, αν, τότε θα λέτε ότι είστε «αχρείοι δούλοι». Προσέξτε τι φράση χρησιμοποιεί ο Κύριος. «Αχρείος». Επομένως λοιπόν εγώ είμαι αχρείος. Άρα και ο καθένας από μας που δεν εφαρμόζει τον Ευαγγελικόν λόγον όπως πρέπει, πρέπει να είναι τρείς φορές, χίλιες φορές αχρείος. Αφού όταν τα εφαρμόσουμε όλα πρέπει να λέμε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι.
«Ο Κύριος εγγύς».
Γι’ αυτό και «το επιεικές ημών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις». Και θα το πετύχουμε με την χάριν του Θεού, - «άνευ εμού δύνασθε ποιείν ουδέν», είπαμε – και με αυτά που συνιστά ο Παύλος στους παρακάτω στίχους, τους οποίους βέβαια δυστυχώς δεν έχουμε το χρόνο να αναλύσουμε διότι ήδη πέρασε η ώρα και σας εκούρασα. «Μηδέν μεριμνάτε» λέγει. Μη πνίγεσθε στις μέριμνες αυτής της πρόσκαιρης ζωής, αλλά όλα τα προβλήματά σας, να τα αναφέρετε με την προσευχή σας την δακρύβρεκτο και την εν μετανοία στο Θεό. Και το πιο σπουδαίο απ’ όλα, τ’ ακούσατε πιστεύω, και πρέπει να σας έκανε εντύπωση, τι είπε ο Παύλος, «όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα, ή τις αρετή και ή τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε. Ταύτα πράττετε.» Αυτά να σκέπτεσθε. Και αυτά να πράττετε. Κάθε μέρα, κάθε στιγμή και τώρα.
Αδελφοί μου, λόγια και πράξεις, πρέπει να γίνουν ένα πράγμα στη ζωή μας. Διότι ο Κύριος εγγύς.
Αμήν
Κυριακή 21 Απριλίου 2002
Συνέχεια περί ταπείνωσεως, φωτός και αληθείας με μια αληθινή ιστορία για το νεκρό παιδάκι που δάκρυσε
175 β
Κυρ. Ε' Νηστειών, 2002
Και να που σήμερα το Ευαγγελικόν Ανάγνωσμα μας ξαναδίνει πάλι αυτή την αφορμή, βλέποντας δύο μαθητάς να ζητούν πρωτοκαθεδρίες και η απάντησις του Κυρίου να είναι ότι «ουκ οίδατε τι αιτείσθε»… «δεν ξέρετε τι ζητάτε». Διότι ο Θεός δεν ήλθε δια να διακονηθεί αλλά για να διακονήσει. Ήλθε να προσφέρει τον Εαυτόν Του για τη σωτηρία των άλλων. Και μάλιστα μια προσφορά θυσίας και θανάτου. Θανάτου δε Σταυρού. Γι’ αυτό και εγένετο υπήκοος, λέει, μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού, γι’ αυτό και ο Κύριος του εχάρισε όνομα το υπέρ παν όνομα: Ιησούς Χριστός εις το όνομα του οποίου παν γόνυ κάμψει και επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων.
Αλλά εμείς ως άνθρωποι όμως και πρώτος εγώ, εάν, οποιαδήποτε ηλικία κι αν έχουμε, μικρή ή μεγάλη, και κάνουμε μια αναδρομή στο παρελθόν, αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και το γυρίσουμε να το δούμε καλά, τότε θ’ αρχίσουμε να κλαίμε και να θρηνούμε. Δεν έχουμε κάνει απολύτως τίποτα στη ζωή μας. Ένα μεγάλο μηδενικό.
Κι από μας που λέμε ότι προσφέρουμε υπηρεσίες δήθεν στον άνθρωπο και κηρύττουμε και ευαγγελιζόμεθα τον λαόν του Θεού, κι εμείς δεν κάνουμε τίποτα. Αν δεν είχαμε στόμα, δεν θα μιλούσαμε, αν δεν είχαμε χέρια δεν θα τα κουνούσαμε, αν δεν είχαμε μυαλό δεν θα σκεφτόμασταν κι αν δεν είχαμε φωτισμό - αλλά από ποιόν όμως τον φωτισμόν; - …Έχουμε τίποτα δικό μας; Έχουμε δικό μας φως; Είμαστε μέσα μας γεμάτο σκοτάδια-τα σκοτάδια των παθών και των αδυναμιών μας. Μία είναι η αλήθεια: το φως του Θεού. Κι όποιος πάρει αυτό το φως -όχι μόνο με την συχνή Θεία Κοινωνία, διότι και αυτή είναι «πυρ καταναλίσκον»…και αν δεν είμαστε άξιοι, δεν ξέρουμε τι καίει μέσα μας. Πρέπει να πάρουμε το φως του Χριστού διότι είναι ο ίδιος φως κι έτσι να φωτιστεί ο νους και να γίνει ο νους όλο φως. Να φωτισθεί η καρδιά μας και να γίνει φως όλη η καρδιά μας. Να φωτισθούν οι αισθήσεις μας και να γίνουν και οι αισθήσεις μας όλοι φως. Όλος ο άνθρωπος, ψυχή τε και σώματι…φως. Μόνο τότε θα δει την αλήθεια. Ποια αλήθεια; Ότι σ’ αυτή τη ζωή δεν έχει κάνει απολύτως τίποτα, γι’ αυτό και πρώτος, χωρίς ταπεινολογίες και ταπεινοσχήματα, δεν έχω κάμει απολύτως απολύτως τίποτα. Κάποιες τρύπιες δεκάρες, όπως λέει ο Γέροντάς μου, μπορεί να έχουμε μαζέψει κι αν κι αυτές τις μαζέψαμε. Κι εγώ δεν ξέρω με πόσο κόπο και με πόσο αίμα, διότι αίμα πρέπει να στάξει ο άνθρωπος για να πάρει μια σταγόνα ταπείνωση. Αυτό το έλεγε ο πατήρ Εφραίμ ο Κατουνακιώτης στο δικό μου το Γέροντα, τον πατέρα Εφραίμ τον Φιλοθεΐτη.
«Ε…παπά μου», του έλεγε, «για να πάρουμε μια σταγόνα ταπείνωση, μια σταγόνα, πρέπει να χύνουμε αίμα κάθε μέρα γιατί μέσα μας φωλιάζει ο παλιός άνθρωπος, φωλιάζει η αμαρτία, φωλιάζει το κακόν, φωλιάζει η πονηριά, η πονηριά μάλιστα από μικρή ηλικία»...απ’τα πέντε και τα έξι και τα επτά και τα οκτώ…πού να φτάσουμε στα δεκατέσσερα και στα δεκαπέντε…που γαμπρίζουμε από τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου! Χωρίς φόβον Θεού! Χωρίς φόβον Θεού! Τα τείχη του εγωισμού και των παθών, δεν θα πέσουν με τίποτα, λέγει ο πνευματικός μου, παρά μόνον με την ταπείνωση. Με την άκραν ταπείνωση. Και την υπακοή προς τις εντολές του Ευαγγελίου και του Αγίου Θεού. Έτσι γκρεμίζονται τα πάθη, έτσι γκρεμίζεται ο εγωισμός που είναι η πηγή όλων των κακών.
Βλέπετε λοιπόν, μαθηταί του Κυρίου ήσαν, και μάλιστα ο ένας εξ αυτών, ο πλέον αγαπημένος, αυτός που ακούμπησε και στο στήθος του Χριστού και είπε και ερώτησε «τις εστίν ο παραδιδούς σε;». Αυτός ο ηγαπημένος μαθητής του Κυρίου που μέχρι το τέλος της ζωής του εκήρυττε την αγάπη και έλεγε «αγαπάτε αλλήλους»…και αυτός στον καιρό που δεν είχε ολοκληρωμένη την χάρη και την αποκάλυψη, ενώ είχε τον Χριστό δίπλα του, τον ακουμπούσε, τον ψηλαφούσε κάθε μέρα, κάθε λεπτό, κάθε ώρα, κάθε στιγμή, εν τούτοις όμως, βλέπετε, το πάθος κυνήγησε να ικανοποιήσει.
Και μεις λοιπόν, που εξομολογούμεθα, που κοινωνούμε, που προσευχόμεθα, που κάνουμε παρακλήσεις, που κοινωνούμε τακτικά, που εκκλησιαζόμαστε, που κάνουμε την άλφα αρετή και τηρούμε την βήτα εντολή. Κι εμείς τα πάθη κυνηγάμε να ικανοποιήσουμε…και πρώτος εγώ.
Και αφού πήραμε την αφορμή να πούμε για την αγάπη που είχε ο μαθητής εκείνος ο εκλεκτός του Κυρίου, είναι φοβερό και τρομερό πράγμα να προσέρχεσαι στο μυστήριο των μυστηρίων, το βασιλικότατον, όπως μας το λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και να έχεις τι κατά του αδελφού σου. Και μάλιστα ο Κύριος, στην επί του όρους ομιλία λέγει ότι για να προσέλθεις στο Άγιον Ποτήριον, θα πρέπει να συνδιαλαγείς με τον αδελφό σου που όχι έχεις εσύ κάτι εναντίον του, αλλά εκείνος έχει κάτι εναντίον σου. Έτσι λέγει. Αυτή είναι η εντολή. Και αν δεν θέλουμε με αυτόν τον τρόπον, μαθαίνουμε, διδασκόμαστε… στην πράξη ποια είναι η ταπείνωσις, πώς μιμούμεθα τον Χριστόν στην υπακοή.
Διαφορετικά έχει άλλους τρόπους ο Θεός να μας μάθει και την ταπείνωση και την υπακοή. Να μας δώσει ένα μπάτσο. Τι προτιμάτε και τι προτιμούμε όλοι μας; Να καθίσουμε και να ασχολούμεθα διαρκώς με το να αυτοκατακρίνουμε τον εαυτόν μας και όχι τους άλλους, με το να αυτομεμφόμεθα τον εαυτό μας, διότι η μεγαλύτερη αρετή, κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας μας και κατά την διδασκαλίαν του Ευαγγελίου και όλων όσων πέρασαν απ’ αυτή τη ζωή, που την περπάτησαν μέσα στ’ αγκάθια και στους πειρασμούς, όλοι δηλαδή οι Άγιοι, έμαθαν ότι η μεγαλυτέρα αρετή που μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος είναι η αυτομεμψία. Να αυτομέμφομαι τον εαυτό μου. Και τον μέμφομαι. Σήμερα πέθανα! Μη σας φαίνεται παράξενο! Ροκανίζεται ο χρόνος, ροκανίζεται, εβδομήντα ένα-ενδομήντα δύο πάμε…ροκανίζεται! Σήμερα πεθάναμε! Πέθανα σήμερα! Θα ’ρθούν θα κλάψουν, πέντε-δέκα, είκοσι, θα τον θάψουν…Θεός ‘χωρές τον. Ήταν και απότομος, θα πουν…ήταν και θυμώδης…ε…μας έβαζε και κατσάδες, μας απόπαιρνε πολλές φορές. Θεός ‘χωρές τον. Καλά εδώ…τα περάσαμε ωραία, μας κάνετε και μετάνοιες και τεμενάδες, μερικές φορές σκύβετε κάτω και φιλάτε και τα πόδια μας, λες και ποιος ξέρει τι είμεθα…Βέβαια την ιεροσύνη του Χριστού ασπάζεσθε, εμείς δεν έχουμε ιεροσύνη, η ιεροσύνη δεν είναι δική μας, του Χριστού είναι η ιεροσύνη, σ’ αυτήν απευθύνεσθε! Στο Χριστό! Και όχι σε μας. Τι θα πούμε λοιπόν; Τι θα πω; Τι θα απολογηθώ; Και είδατε τι λέγει κάθε τόσο η Εκκλησία: «Χριστιανά τα τέλη της ζωής ημών, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά…».
Το ’κανε και ένας ασκητής ξέρετε αυτό, κάθε βράδυ, είχε σκάψει ένα λάκκο, και έλεγε «τώρα πεθαίνω, τώρα θα ’ρθουν οι Πατέρες, θα πουν δυο λόγια, θα πουν συγχωρέστε με, θα με θάψουν, θα φύγουν. Τι θα γίνει όταν παρουσιαστώ μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού; Τι θα γίνει;». Αυτό πρέπει να μας τρώει κάθε μέρα. Μικρούς και μεγάλους. Δυστυχώς όμως, είναι κάτι που δεν κηρύσσεται και δεν επεξεργάζεται από τους λεγομένους ορθοδόξους νεοέλληνες χριστιανούς. Δηλαδή, η αυτομεμψία.
Να προσφέρουμε λοιπόν, πρώτα την ελεημοσύνη και την αγάπη στον εαυτόν μας κυνηγώντας τα πάθη και καλλιεργώντας τις αρετές και εν συνεχεία αυτό το πράγμα να γίνει παράδειγμα και εις τους άλλους. Μόνον όταν εμείς δουλεύουμε για τον εαυτόν μας, τότε δουλεύουμε και για τους άλλους. Η πράξις η δική μας γίνεται φως για τους άλλους.
«Υμείς εστέ το φως του κόσμου». «Υμείς εστέ το φως του κόσμου». Είστε φως, ο καθένας από σας και μείς μαζί οι ιερείς, διότι πήραμε μέσα μας τον Χριστόν που είναι φως, ζωή, Ανάστασις, οδός και η αλήθεια. Και όλα αυτά τα πράγματα που τα πήραμε δια του Αγίου Βαπτίσματος, και όλα αυτά εμπλουτίστηκαν από τις πολλαπλές δωρεές του Παναγίου Πνεύματος και εν συνεχεία μέσα στη ζωή, όσο μπορέσαμε ο καθένας από μας, αυτές καλλιεργήσαμε.. και έτσι λοιπόν, όλο αυτό γίνεται φως και οδηγός εις τους συνανθρώπους μας και προπαντός δε εις την οικογένεια μέσα εις την οποία ζούμε. Φως λοιπόν να γίνουμε.
Μια κυρία, περίπου 30 ετών, γιατί έχουμε τώρα δράματα εδώ και μου ’ρθαν δάκρυα στα μάτια, δράματα και πειρασμοί, παρακαλάτε τον Θεόν!!! Εσείς να διαλέγετε τον κόπο και το μόχθο στην τήρηση των εντολών, παρά να σας στέλνει ο Θεός πειρασμό! …χάνει το παιδί της (είναι διήγησις απ’ το Γέροντά μου), χάνει το παιδάκι της, μόλις και μετά βίας μπόρεσε να το αποκτήσει και 6 μηνών το χάνει. Ένα αγγελούδι, 6 μηνών αγγελούδι…τι θα είναι 6 μηνών!
Πριν το σηκώσουν απ’ το σπίτι την επομένη ημέρα για να το πάνε στην Εκκλησία και απ’ την Εκκλησία κατόπιν στο νεκροταφείο, εκεί όπου ήταν ξαπλωμένο, γονατίζει αυτή η πονεμένη μητέρα και λέει στο παιδάκι της «παιδάκι μου τώρα, εσύ είσαι αγγελούδι, έγινες άγγελος και πήγες στη Βασιλεία των Ουρανών, στολίζεις με την ψυχούλα σου το θρόνο του Θεού! Σε παρακαλώ! Να προσεύχεσαι για μένα, τη μάνα σου τη δόλια και τον πατέρα σου και για όλον τον κόσμο. Να μας διδάξει ο Θεός και να μας μάθει ο Θεός την ταπείνωση, τη σωτηρία. Το φως Του να δεχτούμε. Αυτό να Τον παρακαλάς.»
Με την ταπείνωση αρχίσαμε, για το φως του Θεού μιλήσαμε….τον νου και την καρδιά… Και όλον τον άνθρωπο … αυτό ζήτησε και εκείνη η ευλογημένη μητέρα από το νεκρό παιδάκι. Και το παιδί απάντησε! Νεκρό ήτανε! Και από τα μάτια του έτρεξαν δεξιά και αριστερά δύο δάκρυα. Άκουσε! Άκουσε! Απ’ τον ουρανό, άκουσε! Κι απάντησε! Κι είπε «Ναι, μάνα…ναι μητέρα. Αυτό θα σου στέλνω δια της προσευχής μου…την ταπείνωση, την αγάπη, το φως …
Αυτά μας χρειάζονται.
Αυτά μας χρειάζονται.
Με αυτά θα σωθούμε.
Αμήν.
Κυριακή 14 Απριλίου 2002
Εποικοδομητικοί σχολιασμοί για ταπείνωση σε ομιλία του Γέροντός μου
Δ Νηστειών, 2002
175α
Σήμερα, μεγάλη ημέρα του Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα…ζήτησε από τον πατέρα του παιδιού που έπασχεν…πίστην. Κι εκείνος είπε «πιστεύω Κύριε, βοήθει μοι τη απιστία». Και όταν τον ρώτησαν οι Απόστολοι για ποιο λόγο δεν μπόρεσαν να κάνουν αυτοί το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού, Εκείνος απήντησε «δια την απιστία υμών». Ώστε λοιπόν, το θαύμα, όχι μιας οποιαδήποτε αρρώστιας, αλλά το θαύμα να θεραπευτεί η παράλυτη ψυχή μας και να φύγουν από μέσα τα δαιμόνια των παθών, κατά πρώτον λόγον χρειάζονται πίστη. Είπεν όμως ο Κύριος κατόπιν εις τους Αποστόλους, ότι «τούτο το γένος των δαιμόνων», είναι ισχυρά τα δαιμόνια όταν εισέρχονται στον άνθρωπο, κυρίως όταν κάνουν κατοχή με τα διάφορα πάθη. Τα βλέπετε τα πάθη, πόσα είναι μέσα μας, ισχυρά και μεγάλα και θέλουν κατά την εντολήν του Θεού…να μην την πω εντολή…κατά την υπόδειξη του Θεού, κατά την παράκληση του Θεού…θέλουνε νηστεία και προσευχή. Αλλά όλοι οι Πατέρες όμως της Εκκλησίας μας, όπως και ο Άγιος, ο σημερινός, ο εορταζόμενος Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, λέγει ότι «και η πίστις και η προσευχή και η νηστεία, προϋποθέτουν μια αρετή, την πιο μεγάλη απ’ όλες, την πιο βασική, την ταπείνωση». Εάν δεν έχεις αυτήν την ταπείνωση, δεν έχεις δηλαδή το θεμέλιο, δεν μπορείς να στηρίξεις το οικοδόμημα της σωτηρίας σου. Κακά τα ψέματα, με τα λόγια, όλοι μας λέμε ότι έχουμε ταπείνωση. Αλλά και κείνος που θα το πει ότι έχει ταπείνωση…εκείνος δεν έχει!
Πολλούς ρωτάω στην ιερά εξομολόγηση «έχεις ταπείνωση; καλλιεργείς…» «Βεβαίως, βεβαίως, βεβαίως»…χίλιες φορές το λεν το «βεβαίως»! Τίποτα δεν καλλιεργούμε από την άποψη της ταπεινώσεως. Θέλετε να σας το αποδείξω; Θα σας διαβάσω κάτι που είναι γραμμένο από τον δικό μου τον πνευματικό και Γέροντα, εδώ και 42 χρόνια.
Λέγει: «εάν έχεις ταπείνωση, έχεις αγιότητα!». Προσέξτε ταυτίζει την ταπείνωση με την αγιότητα! «Και αν έχεις αγιότητα, οπωσδήποτε είσαι ταπεινός. Εάν δεν σε δοξάζει ο Θεός, η δόξα των ανθρώπων είναι μάταια και απατηλή». Δυστυχώς αυτό το μάθημα, το μαθαίνουμε μερικές φορές, πολύ πολύ αργά. Ο Θεός δε βλέπει το πρόσωπον. Δε βλέπει τα γαλόνια που φοράς. Δε βλέπει το πόσο γεμάτο είναι το πορτοφόλι σου. Δε βλέπει τα κτήματά σου, δε βλέπει τα πολυτελή ενδύματα που φοράς, δεν εντυπωσιάζεται από το κάλλος και την ομορφιά του προσώπου σου, διότι Αυτός σου την έδωσε, αλλά βλέπει μόνον στην καρδιά του ανθρώπου. Βλέπει μέσα σου-αυτή ακριβώς όπως είναι. Γι’ αυτό λοιπόν, φρόντισε κι εσύ παιδί μου, πατέρα μου, αδελφή μου και μητέρα μου και τέκνον μου να εμβαθύνεις όσο το δυνατόν περισσότερο μπορείς στην ταπείνωση του Θεού.
Εκείνος φόρεσε σάρκα! Ντύθηκε με την ανθρώπινη φύση, διότι τέτοιο πυρ καταναλίσκον όπως είναι ο Θεός, έπρεπε να σκεπαστεί…διότι αν οι άνθρωποι έβλεπαν αυτό το πυρ, θα εκαίγοντο. «Τις δύναται ειδείν τον Θεόν και ζήσεται; Πυρ γαρ εστίν καταναλίσκον» μας λέγει η Αγία Γραφή. Πόσον άπειρος ήτο πράγματι η ταπείνωσίς Του; Γέννησις, υποστατικά βέβαια βρίσκετο μέσα σε ένα νήπιο..ο Θεός της Δόξης γεννήθηκε σε ένα στάβλο! Όχι σε μια σπηλιά που την παρουσιάζουν οι εικονίτσες …και όμορφη κιόλας…και διανθισμένη και με λουλουδάκια. Στάβλος ήτανε, αχούρι ήτανε, βρωμούσε το αχούρι! Και κει μέσα γεννήθηκε. Τα παιδιά μας πού τα γεννάμε; Ρωτήστε μόνοι σας. Ο Θεός της Δόξης δέχεται κατόπιν να μαστιγωθεί από το πλάσμα Του. Ο δημιουργός των πάντων να περιφρονηθεί. Αυτόν τον δούλον που τον θεράπευσε στους οφθαλμούς - αυτός τον ράπισε. Εγκαταλείπεται από τους μαθητάς Του. Ο ένας τον προδίδει. Ο άλλος τον αρνείται.
Τι είναι λοιπόν να σκύψει ο άνθρωπος μπροστά σ’ αυτήν την ταπείνωση του Χριστού που πρέπει να την μελετά οπωσδήποτε κάθε μέρα για να παίρνει το μάθημα της ταπεινώσεως της αληθινής, της περιφρονήσεως της αληθινής. Ο Κύριος όμως μας τη φανέρωσε και μας την απέδειξε με την όλη Του ζωή. Από τότε που εγεννήθηκε μέχρι τότε που σταυρώθηκε, αναμάρτητος ων, για να μπορεί να φωνάζει με όλη Του την καρδιά και σαν άνθρωπος και σαν Θεός «Πάτερ άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». Και το ληστή και τον κακούργον, τον μεγάλον αυτόν αμαρτωλόν – ποιος ξέρει τι κακουργήματα είχε κάνει και σε τι άλλες αμαρτίες φοβερές θα είχε πέσει…και όμως επειδή Τον ομολόγησε Θεόν και επειδή ήλεγξε τον συσταυρωμένον, βρέθηκε πρώτος, εισερχόμενος πρώτος εις την Βασιλεία των Ουρανών. Τουλάχιστον την μετάνοια του ληστού να έχουμε! Την κραυγή του να διαθέτουμε κάθε μέρα. Και από την παραβολή του ασώτου, τη φωνήν αυτού να παραλάβουμε και να επαναλαμβάνουμε «Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου. Ποιησόν με ως ένα τον μισθίων Σου». Αλλά και στην παραβολή του τελώνου και Φαρισαίου, την φωνήν του τελώνου που δεν ήθελε να σηκώσει τα μάτια του ψηλά να κοιτάξει τον Κύριον. Χαμηλά τα μάτια, …εκεί στο χώμα. Από χώμα είμαι. Αμαρτωλός είμαι, βρώμικος είμαι, τρισάθλιος είμαι, αχρείος είμαι. Αυτός είμαι. Ναι Πατέρα μου, νευριάζω, θυμώνω, βρίζω, βλαστημώ. Έχω εγωισμό, υπερηφάνεια, κατάκριση, κουτσομπολεύω, κάνω κείνο, κάνω τ’ άλλο. Όχι λέω καλά λόγια στο διπλανό μου κι όχι μαζεύω από δω κι από κει δεκάρες για να κάνω ελεημοσύνη. Καλά κάνεις. Κάντα κρυφά. Να μη στα βλέπει κανένας. Στον εξομολόγο τι θα πείς! Αυτό μετράει! Διότι τα λες μπροστά στο Χριστό! Τ’ άλλα Εκείνος τα ξέρει και τα γνωρίζει. Και τι κρύβει η δεξιά σου και τι κρύβει η αριστερά σου. Τι κρύβει το κεφάλι σου, τι κρύβουν οι αισθήσεις σου και προπαντός τι κρύβει η καρδιά σου. Τι ζητάει από μας ο Θεός; Λέει ο Γέροντάς μου «άπειρη ταπείνωση, άπειρη αγάπη. Απεριόριστη υπακοή εις το Πανάγιον θέλημα του Θεού». Απεριόριστη. Δεν κάνουμε συμβιβασμούς στο ό,τι μας λέει ο Θεός. Δεν λέμε «αυτό δεν ταιριάζει στην εποχή μας»…δεν το λέμε. Άλλη εποχή η δική σας. Άλλη εποχή η δική μας. Αλλιώς ζούσε τότε ο κόσμος, αλλιώς ζει τώρα. Όχι! Ο Θεός έχει έναν νόμο, έχει ένα Ευαγγέλιο και πρέπει σ’ αυτό να υπακούμε. Σ’ αυτό και γω να υπακούω σαν ιερεύς. Σαν λειτουργός του υψίστου. Με συντριβή και ταπείνωση. Με οδυρμούς και δάκρυα κάθε μέρα. Όχι με ψευτοχαμόγελα…συγχωρέστε με. Έρχεστε στην εξομολόγηση, πολλές κάθεστε και σταυροπόδι και χαμογελάτε κιόλας «ε…τι να κάνουμε…είμαστε και αμαρτωλές». Δεν εξομολογούνται έτσι. Μετά φόβου και τρόμου ενώπιον του Αγίου Θεού! Και με σκυμμένο το κεφάλι! Διότι είμαστε αμαρτωλοί. Ταπεινώσου λοιπόν όσο μπορείς περισσότερο. Ζήτησε να θεωρηθείς και να θεωρείς τον εαυτό σου έκτρωμα. Δηλαδή κάτι τόσο σιχαμερό, κάτι το βρώμικον. Ποιος πλησιάζει τον εμετό ενός σκύλου; Ρωτάει ο Γέροντάς μου. «Ποιος πλησιάζει τον εμετό ενός σκύλου;». Ε…τέτοιος είσαι! Τι νομίζεις ότι είσαι; Πήρε ο Θεός από πάνω του τη χάρη; Σου πήρε από πάνω το Άγιο Βάπτισμα; Σου πήρε το Άγιο Μύρο; Τι είσαι; Χώμα είσαι! Χώμα είμαι. Χώμα είμαστε. Να …σήμερα το βράδυ μπορεί να πεθάνω.. μέχρι το βράδυ …φαπ…στρωματσάδα…τον πιάνει…παγωμένος ο παπάς! Που είναι εκείνος ο ζωντανός που ήξερε μόνο να φωνάζει και δεν έκανε τίποτα;.. θα πείτε. Να…κι αυτός τι έγινε. Στο χώμα κατέληξε.
Τι έλεγε λοιπόν ο Απόστολος Παύλος «ως περικαθάρματα του κόσμου τούτου εγεννήθημεν». Τι λέγει ο προφήτης Ησαΐας; Διαβάζετε καμιά φορά κανέναν προφήτη;…δεν προλαβαίνομε θα μου πείτε. Εμ βέβαια, δεν προλαβαίνομε! Αφού έχουμε τόσες δουλειές. Μας πνίγει ο πολιτισμός σήμερα με τις δουλειές. Δουλεύουν άντρες και γυναίκες. Πού να μείνει καιρός να διαβάσουμε Καινή Διαθήκη και Αγία Γραφή; Η κάθε αρετή μας,….προσέξτε τι θα σας πω,… η κάθε αρετή μας είναι (όχι μοιάζει)..είναι, θεωρείται στα μάτια του Θεού ως ράκος αποκαθημένη??? Αν ξέρετε τι θα πει ράκος αποκαθημένης καλώς, τη μετάφραση δεν μπορώ να σας πω..τώρα. Ρωτήστε μεταξύ σας τι θα πει ράκος αποκαθημένη. Έτσι πρέπει να λογίζεται τον εαυτόν του ο κάθε άνθρωπος. Κι εγώ μαζί δηλαδή - δεν αποτελώ εξαίρεση και κοκορεύομαι… Ποιος είσαι; Ρωτάει. Σκουλήκι της γης. Με τόσες αμαρτίες που δεν θέλεις να ταπεινωθείς, να καταφρονηθείς. Όταν ο δημιουργός σου, ο Κύριός σου, που υμνείται από τους αγγέλους και δοξάζεται από τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ, που Τον δοξάζει τώρα ολόκληρος η θριαμβεύουσα Εκκλησία των Αγίων, των Οσίων, των μαρτύρων. Αυτός ο Κύριος…εταπεινώθει, επτύσθει, εμαστιγώθει, εγυμνώθει μπροστά σε όλους του ανθρώπους όταν σταυρώθηκε. Δεν είναι μ’ αυτό το πανάκι που βλέπετε. Αυτό το βάλαμε εμείς. Εμείς οι άνθρωποι το βάλαμε αυτό. Για να καλύψουμε τη δική μας ντροπή! Τη δική μας γύμνια καλύπτουμε με κείνο το πανί που έχουμε κάτω από τη μέση του Εσταυρωμένου Κυρίου. Αυτός ήταν γυμνός εκεί επάνω. Κι εσύ κι εγώ…δεν καταδεχόμαστε να γυμνωθούμε μπροστά στον πνευματικό ο οποίος ύστερα από 3 λεφτά θα τα ’χει ξεχάσει όλα, για να τα παραλάβει ο Κύριος κι αυτό το χειρόγραφο που έχεις γραμμένο είτε σε χαρτάκι είτε στην καρδιά σου…θα το πάρει Εκείνος και θα το κάνει κομμάτια, θα το βάλει μέσα στο Αίμα Του όπως βάζει το ψιχουλάκι με τ’ ονοματάκι σου, μέσα στο Άγιον Ποτήριον και λέει «απόπλυνον Κύριε τας αμαρτίας των ενθάδε μνημονευθέντων δούλων σου ζώντων τε και τεθνεόντων». Απ’ αυτά που σας είπα, είπα μισή σελίδα από τον Γέροντά μου και πέρασαν 14 λεπτά, 15. Να μην σας κουράσω άλλο, τα υπόλοιπα θα τα πούμε την επομένη Κυριακή.
Παρασκευή 12 Απριλίου 2002
Η δύναμις των πρεσβειών της Θεοτόκου
Δ' Χαιρετισμοί, 2002
174-δ
«Χαίρε λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν..».
Χριστιανοί μου, κανένας άνθρωπος δεν μπορεί από μόνος του να απαλλαγεί από το βάρος της αμαρτίας. Κανένας μας δεν μπορεί από μόνος του να καθαρίσει τη βρωμιά και τα στίγματα που δημιουργεί η κακία, η πονηρία, ο εγωισμός, η υπερηφάνεια, η κενοδοξία, η φιλαργυρία και το σύνολο των παθών. Μόνον ο Θεάνθρωπος Κύριος, ο Ιησούς Χριστός το μπόρεσε με τη θυσία Του πάνω στο Σταυρό. Το Θεανθρώπινο εκείνο αίμα που έρευσε πάνω στο Γολγοθά….με αυτό ξεπλένει τον ρύπο και την ενοχή της κάθε αμαρτίας. Της πιο μεγάλης, της πιο βαριάς, της αμαρτίας του συνόλου των ανθρώπων.
Είναι ο Σωτήρας, ο Λυτρωτής, είναι η Ζωή, το Φως, η Ανάστασις.
Και αυτήν τη δωρεά, τη λύτρωση και τη σωτηρία την χρωστάμε στην Παναγία μας, γιατί αυτή γέννησε τον Θεάνθρωπο Κύριον, τον Σωτήρα του κόσμου, δια μέσου του οποίου επραγματώθη η πνευματική και ηθική κάθαρση του όλου ανθρώπου. Πόση ευγνωμοσύνη λοιπόν, οφείλουμε στην Κυρία Θεοτόκο! Εάν δεν έλεγε το «ναι» στον Αρχάγγελο Γαβριήλ, δηλαδή αν δεν έλεγε τις φράσεις «Ιδού η δούλη Κυρίου, γεννητό μου κατά το ρήμα σου», δεν θα είχε γεννηθεί ο Υιός της, ο Θεάνθρωπος Κύριος, ο Ιησούς Χριστός μέσα απ’ τα σπλάχνα της. Και όλοι μας θα βρισκόμασταν κάτω απ’ το βάρος της αμαρτίας, κάτω απ’ την τυραννίαν του διαβόλου, κάτω από την εξουσίαν του θανάτου.
Γι’ αυτό και τόσα εγκώμια στην Παναγία μας.
Γι’ αυτό τόσοι ύμνοι και ωδές πνευματικές.
Γι’ αυτό και τόσο μεγάλο και αμέτρητο το πλήθος των θεοτοκίων.
Η θέση της στην Εκκλησία μας, στους ναούς μας, είναι δεξιά του Υιού της. Το βλέπετε εδώ στο ιερό τέμπλο…όπως σας βλέπω εγώ και όπως είναι η εικόνα του Κυρίου, δεξιά της είναι η Παναγία μητέρα Του. Σκοπός λοιπόν της ομιλίας μας είναι η Παναγία μας.
Γι’ αυτό ας παρακολουθήσουμε μερικές σκέψεις ιερές…
Ο νεοφανής Άγιος της Εκκλησίας μας ο Άγιος Άνθιμος Χίου, που εκοιμήθη το 1960, ακόμα πιο νεότερος του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης και του Οσίου Νικολάου του Πλανά, μας λέγει τα εξής περίπου για την Παναγία μας.
Η Παναγία μας αδελφοί μου, η Υπεραγία Θεοτόκος, είναι η σωτηρία όλου του κόσμου γιατί γέννησε τον Σωτήρα του κόσμου, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Η Παναγία μας είναι η ολόφωτη εκείνη λαμπάδα που λάμπει περισσότερο από επτά ήλιους μαζί, φωτίζοντας με τη θεομητορική της λάμψη ολόκληρη της οικουμένη. Όταν τρέχουμε κοντά της, όπως το κάναμε και σήμερα το βράδυ, τώρα, που τρέξαμε για ν’ ακούσουμε και να ψάλλουμε τους χαιρετισμούς της…και αυτό όταν το κάνουμε βέβαια με πίστη και με ευλάβεια, με ταπεινό το φρόνημα και με καρδιά συντετριμμένη, τότε δεν θα μας απορρίψει ποτέ.
Είναι η Μητέρα μας, είναι η παρηγοριά μας, είναι η προστασία μας. Και αυτό το βεβαιώνει η ορθόδοξη εκκλησιαστική μας υμνολογία όταν ψάλλει «πάντων προστατεύεις Αγαθή».
Μας συμπαθεί, μας πονάει, μας λυπάται, στην κάθε μας ανάγκη είναι πρόθυμη να τρέξει κοντά μας για να μας βοηθήσει, αρκεί να της το ζητήσουμε με βαθιά πίστη και πολλή την ταπείνωση. Και ποιος δεν την φωνάζει; Και ποιος δεν την παρακαλεί;
Όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας μας είναι βοηθοί μας, αλλά απ’ όλους περισσότερον η Παναγία μας. Διότι Εκείνη έχει το πλήθος των οικτιρμών και μάλιστα για όλους εμάς που είμεθα αμαρτωλοί, αχρείοι, εκτρώματα του κόσμου τούτου. Γι’ αυτό και δεν παύει να μεσιτεύει στον Υιόν της, να Τον παρακαλεί, να Τον ικετεύει για το φωτισμό μας, για τη διόρθωσή μας, για τη σωτηρία μας. Και ο Υιός της, ο Θεάνθρωπος Κύριος, έχει μεγάλη τη χαρά όταν τον παρακαλεί η Παναγία Μητέρα Του διότι δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού αλλά τη σωτηρία του. Γι’ αυτό και μας την έφερε στον κόσμο, γι’ αυτό και μας την χάρισε. Για να την έχουμε σαν μέσο σωτηρίας, σαν σανίδα σωτηρίας, σαν κλίμακα του Ιακώβ, σαν γέφυρα που μας οδηγεί από την γη στον ουρανό.
«Και Σε μεσίτριαν έχω προς τον φιλάνθρωπον Θεόν,
μη μου ελέγξει τας πράξεις ενώπιον των αγγέλων,
ο Υιός σου, παρακαλούμεν σε Παρθένε
βοήθησόν με εν τάχει».
Να η διαβεβαίωσις από τις παρακλήσεις μας το Δεκαπεντάυγουστο.
Μέσο σωτηρίας όμως είναι και τα Πανάγια Μυστήρια, τα Πανάγια Μυστήριά μας.
Μέσο σωτηρίας και ο πνευματικός μας στην ιερά εξομολόγηση.
«Χαίρε λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν..».
Σφάλλουμε; Δια πρεσβειών της Παναγίας μας μητρός στον πνευματικό να τρέξουμε. Ας σφάλουμε, αμαρτάνουμε…ναι, αμαρτάνουμε κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή, τότε λιμάνι σωτηρίας είναι η ιερά εξομολόγησις με μετάνοια αληθινή.
Ναι χριστιανοί μου, ο ανεξίκακος Υιός της Παρθένου, ο μακρόθυμος Υιός της Παναγίας, ο φιλάνθρωπος Υιός της Θεοτόκου, μας δώρισε πλούσια τα μέσα σωτηρίας και τα πρώτα είναι το Βάπτισμα και το Χρίσμα, η Θεία Κοινωνία και η ιερά εξομολόγηση. Και τα χορηγεί σε όλους μας μικρούς και μεγάλους, άντρες και γυναίκες, νέους, γέρους και παιδιά, δικαίους και αδίκους, πονηρούς και αγαθούς, καλούς και κακούς, αμαρτωλούς και εναρέτους.
Και μας στέλνει και βοηθούς για αυτό το φωτισμό. Έχουμε βοηθούς αγγέλους και αρχαγγέλους και τον άγγελο φύλακα της ψυχής μας. Έχουμε βοηθούς και όλους τους Αγίους όπως τον Άγιο Γεώργιο, τον Άγιο Δημήτριο, τον Άγιο Γρηγόριο, τον Άγιο πρωτομάρτυρα και αρχιδιάκονο Στέφανο, τον Άγιο Χαράλαμπο, τον Άγιο Χρυσόστομο, τον Άγιο Νεκτάριο, τον Άγιο Χριστοφόρο, τον Άγιο Αθανάσιο, τον Άγιο Βασίλειο, το Μέγα Αντώνιο και τόσους τόσους άλλους Αγίους.
Έχουμε ακόμα την Αγία Βαρβάρα, την Αγία Παρασκευή, την Αγία Αικατερίνη, την Αγία Μαρίνα, την Αγία Ματρώνα, την Αγία Μαρκέλλα, την Αγία Ειρήνη, την Αγία Ελένη και πλήθος ακόμη άπειρο Αγίων γυναικών.
Έχουμε επίσης το χορό των Αγίων Αποστόλων, την χορεία των Προφητών, τους ομίλους των Οσίων και θεοφόρων Πατέρων ημών, τους ομίλους των Μεγάλων Ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων και τους εν ασκήσει διαλάμψαντες Αγίους και τόσους άλλους και τόσους άλλους…
Ως άστρα του ουρανού οι Άγιοι. Αλλά των όλων ανωτέρων είναι η Παναγία μας.
Γι’ αυτό και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς φώναζε μέρα-νύχτα «Υπεραγία Θεοτόκε φώτισον το σκότος της ψυχής μου»! Ας το φωνάζουμε λοιπόν κι εμείς. Αλλά και το
«Θεοτόκε Παρθένε, Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία,
ο Κύριος μετά Σου,
ευλογημένη Συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας Σου,
ότι Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών».
Αυτόν τον ύμνο της Θεοτόκου να τον πούμε 100 φορές. Και άλλες 100 φορές ολόκληρον το «Άξιον εστίν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον, την αειμακάριστον και παναμώμητον και μητέρα του Θεού ημών» και τα λοιπά, κατόπιν όλους τους Χαιρετισμούς όπως θα τους πούμε την άλλη Παρασκευή…και τα 24 γράμματα.
Κάντε το αυτό μια, δυο, τρεις βραδιές και ζητήστε μετά από την Παναγία μας με πίστη και ταπείνωσιν εκείνα που αποβλέπουν στη σωτηρία μας και …να τότε θα έρθουν πληθωρικές οι ευλογίες της.
Όχι απελπισία, όχι απόγνωσις, όχι μελαγχολία και στενοχώρια. Καταφυγή μας η Παναγία. Γρήγορα, γρήγορα ας τρέξουμε κοντά της στην αγία της εικόνα που όλοι πιστεύω ότι έχουμε στα σπίτια μας.
Εκείνη είναι το ταμείον,
Εκείνη και η ασφάλειά μας,
Εκείνη το λιμάνι,
Εκείνη και η παρηγοριά μας.
Και κάτι άλλο πολύ σημαντικό που μας το τόνισε ο χαιρετισμός με τον οποίο αρχίσαμε «Χαίρε λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν..».
Κείνη λοιπόν, η Παναγία μας είναι η χειραγωγός που μας οδηγεί στο λουτήρα του Υιού της για να ξεπλυθούν οι αμαρτίες μας. Αυτό όμως σημαίνει ανάπαυση, χαρά σωτηρία, αναγέννηση, αγιασμό και θέωση ακόμα. Αυτή τη χάρη της, την έδωσε ο Υιός του Θεού που έγινε και Υιός ανθρώπου, Υιός της Παρθένου δηλαδή Υιός δικός της. Και την περιμένει ο Κύριος για να μεσιτεύει και παρακαλεί για όλους εμάς που είμεθα αμαρτωλοί κι αχρείοι, ταλαίπωροι και βρώμικοι.
Και Εκείνη τρέχει από ψυχή σε ψυχή, από άνθρωπο σε άνθρωπο, από καρδιά σε καρδιά, από σπίτι σε σπίτι, από Εκκλησία σε Εκκλησία,
για ν’ ακούσει τις προσευχές μας…
για να σφουγγίσει τα δάκρυά μας,
για να απαλύνει τους πόνους μας,
για να μας ξεκουράσει από βάσανα και θλίψεις,
για να παρηγορήσει, να τονώσει, να χαρίσει την ελπίδα, τη γιατρειά.
Γι’ αυτό, ας εκμεταλλευτούμε την παρρησία της στον Υιόν της, τον Χριστό, τον Σωτήρα και Λυτρωτή μας.
Ν’ αρπάξουμε αυτήν την ευκαιρία που μας δίδεται σε κάθε στιγμή της ζωής μας, και με τις πρεσβείες της να τρέξουμε να πλύνουμε τη συνείδησή μας με μετάνοια και συντριβή.
Ναι, Παναγία μας, ναι Υπεραγία Θεοτόκε, «την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπιν σου».
Αμήν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)