Κυριακή 12 Απριλίου 2009
Ο Χριστός ως Μεσσίας καί Βασιλεύς, αλλά καί η Βασιλεία αυτού,Βασιλεία δόξης. Αίσθησις αυτής καί υποχρεώσεις
215-α
Κυρ. Βαΐων, 2009
«Μη φοβού θύγατερ Σιών, ιδού ο Βασιλεύς σου έρχεται πραΰς καθήμενος επί πώλου όνου».
Πρωτοφανής χριστιανοί μου και επιβλητική η είσοδος του Κυρίου μας στα Ιεροσόλυμα. Αλλά χθες όμως πού ήταν; Ευρίσκετο σε ένα μικρό χωριό στη Βηθανία, κοντά στην Ιερουσαλήμ. Και κει ο Χριστός έκανε σαν χθες, Σάββατο, το μεγαλύτερο θαύμα από όλα όσα είχαν γίνει μέχρι τότε.
Πήγε στους τάφους, στα μνήματα, εκεί που ήταν θαμμένος ο φίλος του ο Λάζαρος, που είχε ήδη πεθάνει προ τετραημέρου, «ήδη ώζει τεταρταίος γαρ εστί», ομολογεί η Μάρθα, η αδελφή του Λαζάρου.
Και αφού σήκωσαν κατόπιν εντολής Του τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου, ο Χριστός φώναξε δυνατά: «Λάζαρε δεύρο έξω». Και ο Λάζαρος εβγήκε. «Και εξήλθε ο τεθνηκώς», όπως λέγει η Γραφή.
Ποιος χριστιανοί μου μπορεί από μας, να πει αυτόν τον λόγον μπροστά σε ένα τάφο, ποιος Πατριάρχης, ποιος Δεσπότης, ποιος παπάς και ποιος χριστιανός που κάνει τις μεγαλύτερες νηστείες και τις πολλές προσευχές, κι έχοντας στην πλάτη του πολλά τα μαρτύρια, μπορεί να πει τούτον τον λόγον, μπροστά σε έναν τάφο και να αναστήσει έναν νεκρόν; Κανένας! Κανένας από μας. Χιλιάδες φορές να φωνάξουμε όλοι μαζί μπροστά στον τάφο του πιο αγαπημένου μας προσώπου, δεν θα κατορθώσουμε τίποτα. Ο νεκρός δεν πρόκειται να κινηθεί, να σηκωθεί.
Αλλ’ ο λόγος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, δεν είναι ο λόγος των ανθρώπων. Είναι ο παντοδύναμος Λόγος του Θεού. Είναι ο Λόγος ζωής, ζωής αιωνίου. Και άλλοτε άλλωστε από το μηδέν ο Λόγος του Θεού δημιούργησε όλα τα κτίσματα του σύμπαντος κόσμου.
Και είπεν ο Θεός γεννηθήτω το φως, και εγένετο φως.
Και είπεν ο Θεός συναχθείτω το ύδωρ υποκάτω της γης, και συνήχθη το ύδωρ.
Και είπεν ο Θεός βλαστησάτω η γη βοτάνην. Και η γη εβλάστησε.
Έτσι και τώρα ο Λόγος του Χριστού, που είναι ο Λόγος Θεού, αρκούσε για να αναστηθεί ο τετραήμερος Λάζαρος. «Λάζαρε δεύρο έξω», και ο Λάζαρος αναστήθηκε.
Η είδησις αυτή, ότι ο Χριστός ανέστησε τον Λάζαρο, ήδη νεκρόν από τετραημέρου, σαν αστραπή πέρασε από στόμα σε στόμα, και όπου ανευρίσκετο κανείς, μέσα και γύρω απ’ τα Ιεροσόλυμα, άκουγε μόνον γι’ αυτό το μεγάλο θαύμα. Όλοι μιλούσαν για το Χριστό, όλοι επιθυμούσαν να δουν τον Χριστό, όλοι να Τον χαιρετήσουν, όλοι να Τον ζητωκραυγάσουν, όλοι να Τον θαυμάσουν, όλοι να Τον πάρουν στα χέρια τους και να Τον ανακηρύξουν Βασιλιά.
Θα ήταν ο πιο άξιος βασιλιάς, γιατί ποιος άλλος έκαμε τέτοιο θαύμα σαν τον Χριστό, να ανασταίνει τετραήμερον εκ νεκρών; Ποιος άλλος έδειξε τέτοια μεγάλη δύναμη; Όλοι οι βασιλιάδες, και οι πιο μεγάλοι, και οι πιο δυνατοί, και οι πιο ξακουστοί, σαν τον Μέγα Αλέξανδρο, τον Καίσαρα, τον Μεγάλο Ναπολέοντα, τον Χίτλερ και τον Στάλιν και τόσοι άλλοι, που κατετρόπωσαν έθνη και κράτη, και ίδρυσαν απέραντες αυτοκρατορίες, στο τέλος όλοι τους νικήθηκαν από το θάνατο. Ένας λάκκος άνοιξε και τους σκέπασε όλους.
Αλλά Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, είναι ο μόνος που νίκησε τον θάνατον και στους άλλους, και στον εαυτόν Του. Γι’ αυτό και διακήρυξε ότι εγώ ειμί, η Ανάστασις και η ζωή. Ξανά «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος» θα ψάλουμε θριαμβευτικά. Σ’ αυτόν λοιπόν που είναι Ζωή και η Ανάστασις, ανήκει κάθε δόξα τιμή και προσκύνησις, τώρα και πάντοτε και εις τους απεράνους αιώνας των αιώνων. Γι’ αυτό και όταν την άλλη ημέρα ο Κύριος πήρε τους μαθητάς Του, και ξεκίνησε να πάει στα Ιεροσόλυμα για να γιορτάσει και αυτός όπως και οι άλλοι το Πάσχα, το πέρασμα δηλαδή, διά μέσου της Ερυθράς Θαλάσσης, και την απελευθέρωσή τους, απ’ την τυραννία του Φαραώ, όταν λέω προχώρησε προς τα Ιεροσόλυμα, τότε όλος ο κόσμος ξεσηκώθηκε. Μια φωνή ηκούετο από παντού, «έρχεται ο Χριστός». Ολόκληρη η πόλις εσείσθηκε. Επικρατούσε πρωτοφανής ενθουσιασμός, και του εγένετο μια από τις μεγαλύτερες υποδοχές που έχουν γίνει ποτέ στον κόσμο, διότι ήταν τελείως αυθόρμητη και παλλαϊκή, στην οποίαν έλαβαν (μερός) ακόμα και μικρά παιδιά. Εκδηλώσεις πρωτάκουστες. Έκοβαν κλαδιά απ’ τα δένδρα, και τα βαΐα των φοινίκων τα έσειαν, ζητωκραύγαζαν και φώναζαν «Ωσαννά, ευλογημένος ο Ερχόμενος, εν ονόματι Κυρίου, ο Βασιλεύς του Ισραήλ». Και άλλοι πολλοί έβγαζαν πάλι τα ρούχα τους, και τα άπλωναν κάτω στους δρόμους για να περάσει πάνω απ’ αυτά ο Χριστός.
Παρόλα αυτά όμως η στάσις του Χριστού, ήταν εξαιρετικά σεμνή, μετρημένη, σιωπηλή, θλιμμένη, ήταν απλός, ταπεινός, πραΰς, ήρεμος. Σ’ ένα γαϊδουράκι καθόταν, επί πώλου όνου. Ψαράδες τον συνόδευαν, οι μετέπειτα Απόστολοι, παιδιά αθώα έτρεχαν μπροστά Του.. Ο αίνος και η δοξολογία προς τον Θεόν, πολλές φορές καταρτίζεται εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων.
Έτσι εκπληρώθηκε και μια άλλη προφητεία που πεντακόσια χρόνια πριν γεννηθεί ο Χριστός, είχε πει ο προφήτης Ζαχαρίας, όταν είδε σε όραμα την ημέρα αυτή, ένα αμέτρητο πλήθος λαού, γεμάτο ενθουσιασμό να υποδέχονται τον Μεσσία, σαν βασιλιά, γι’ αυτό και έγραψε: «Χαίρε σφόδρα θύγατερ Σιών, ιδού ο Βασιλεύς σου, έρχεταί σοι, δίκαιος, και σώζων αυτός, πραΰς, και επιβεβηκώς, επί υποζύγιον και πώλον νέον».
Βασιλιάς ο Χριστός. Βασιλιάς που τον θρόνον Του δεν τον στηρίζει στην βία. Δεν τον στηρίζει στα όπλα και στο στρατό. Δεν τον στηρίζει στη εξουσία, αλλά πάνω στο Σταυρό. Να ποιος ήταν ο θρόνος του Κυρίου, ο βασιλικός θρόνος του Κυρίου, ο Σταυρός πάνω στο Γολγοθά. Ο Χριστός Βασιλιάς και μάλιστα αιώνιος, αφού και της Βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος, όπως και το αποκάλυψε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ στην Παναγία την ημέρα του Ευαγγελισμού της.
Γι’ αυτό και στην ερώτηση που κάνει στο πραιτώριον ο Πιλάτος μπροστά στο Χριστό που ήταν δεδεμένος, φραγκελωμένος και με το ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι, «Συ ει ο Βασιλεύς των Ιουδαίων»; Ο Χριστός δεν αρνείται τον τίτλον, δεν αρνείται την βασιλική Του ιδιότητα, αλλά προσθέτει όμως μια αιώνια αλήθεια. «Η Βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου». «Είμαι Βασιλιάς», λέγει, «αλλ’ όχι του παρόντος κόσμου, του παρόντος αιώνος του απατεώνος». Ακόμα και ο δικός μας αιώνας είναι απατεώνας, γεμάτος απάτη, ψεύδος, υποκρισία, κακία, μίσος, μοχθηρία, ηθικών διαστροφών, αναρχίας, τρομοκρατίας, καθημερινών φόνων και ληστειών, - τα βλέπουμε και τα ακούμε κάθε μέρα.
Έτσι καταντήσαμε τέκνα της αποστασίας, τέκνα της απώλειας. Τέκνα που σταύρωσαν και εξακολουθούν να σταυρώνουν τον Χριστό.
Ναι είναι Βασιλιάς, αλλά του μέλλοντος αιώνος, Βασιλεύς των Ουρανών. Οι στρατιώτες που θέλουν να Τον γελοιοποιήσουν, αποκαλύπτουν χωρίς να το θέλουν το βασιλικό Του αξίωμα, όταν Τον φώναζαν κοροϊδευτικά, «Χαίρε ο Βασιλεύς των Ιουδαίων.»
Αλλά και η επιγραφή που τοποθετήθηκε πάνω στον Τίμιο Σταυρό, φανερώνει αυτό ακριβώς, ότι σταύρωσαν τον Βασιλέα της Δόξης. «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων», ήταν τα αρχικά γράμματα που έβαλε επάνω ο Πιλάτος.
Και φθάνουμε χριστιανοί μου στη μεγάλη ομολογία που έγινε με πίστη και κάθε τιμή, στην διακήρυξη δηλαδή του ευγνώμονος ληστού, «Μνήσθητί μου Κύριε όταν έλθεις εν τη Βασιλεία Σου». Ποιας Βασιλείας; Της ουράνιας Βασιλείας, της αιώνιας Βασιλείας, της Βασιλείας αυτής που δεν υπάρχει τέλος. Γι’ αυτόν τον Βασιλέα των βασιλευόντων, ο θρόνος δεν θα είναι πλέον ο Τίμιος Σταυρός, που διάλεξε ο Κύριος για τον εαυτόν Του κατά την επίγεια εδώ ζωήν Του, αλλά θα πρέπει εμείς να Του διαλέξουμε έναν άλλον θρόνον, μια άλλη καθέδρα.
Όλοι εμείς που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή μέσα στο ναό, θα του διαλέξουμε έναν θρόνον, που θα πρέπει να είναι η καρδιά του καθενός από μας.
Από τέτοιες καρδιές και για τέτοιον Βασιλιά, θα ακούγεται πάντοτε το «Ωσαννά ευλογημένος ο Ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
Μια μικρή παρένθεση. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας μας υπάρχουν τριών ειδών βασιλείες.
- Πρώτον η Βασιλεία του Σύμπαντος κόσμου
- Δεύτερον η Βασιλεία των σωζομένων πιστών και
- Τρίτον, η Βασιλεία των Ουρανών.
Η πρώτη χαρακτηρίζεται και λέγεται Βασιλεία της Φύσεως, καθότι έχουμε το βασίλειο των ζώων, το βασίλειο των φυτών, το βασίλειο των πτηνών, των θαλασσίων κητών και λοιπά, και σε όλα αυτά τα βασίλεια υπάρχει και βασιλεύει ο άνθρωπος.
Η Δευτέρα είναι και λέγεται Βασιλεία της Χάριτος, και υπάρχει από της Αναστάσεως του Κυρίου και της Πεντηκοστής μέχρι και της Δευτέρας Αυτού Παρουσίας. Είναι η βασιλεία που υπάρχει μέσα στις καρδιές όλων των χριστιανών κατά τον Ευαγγελικόν λόγον η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί.
Και τρίτον η Βασιλεία των Ουρανών, η Βασιλεία των Αγγέλων, η Βασιλεία των Αγίων, η Βασιλεία των σωζομένων, είναι και λέγεται Βασιλεία της Δόξης. Και αυτή η του Θεού Βασιλεία ουκ έρχεται μετά παρατηρήσεως, λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, αλλά εντός ημών εστί. Δηλαδή έχει ήδη έλθει, μυστικά, απαρατήρητα, αθόρυβα, μυστηριακά, διά πίστεως και βαπτίσματος, διά των λοιπών παναγίων σωστικών μυστηρίων. Δια της αγιοτάτης νοεράς προσευχής και πάσης προσευχής, δια των θειοτάτων αρετών και δια της Ευαγγελικής εν μετανοία ζωής. Άρα αυτή η Ευαγγελική αλήθεια, «η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί», φανερώνει και αποδεικνύει ότι ένα είναι, ένα και το αυτό πράγμα με το Βασίλειον της Δόξης.
Αλλά κάθε καταξιωμένος χριστιανός, αγωνιζόμενος πιστά και φιλότιμα και Ορθόδοξα, βιώνει ότι η Βασιλεία των Ουρανών εντός ημών εστί. Κι εξηγούμαι. Στον Ορθόδοξο πνευματικό αγώνα προηγείται η μετάνοια, έπεται η ταπείνωσις και ακολουθεί η Θεία Κοινωνία, με αίσθηση της Βασιλείας του Θεού μέσα στις καρδιές μας. Αυτήν την αίσθηση πρέπει να την πήραμε, όλοι όσοι κοινωνήσαμε και όσοι δεν κοινωνήσαμε πρέπει να πηραμε την αίσθηση της Θείας Χάριτος από την Θεία Κονωνία και από την αναίμακτη Σταυρική Θυσία που ετελέσθη επί της Αγίας Τραπέζης. Και η αίσθησις αυτή είναι πραγματική, είναι ζωντανό βίωμα μέσα στην καρδιά. Όπως αισθάνεσαι την αναπνοή σου έτσι νοιώθεις και την αίσθηση της Θείας Χάριτος. Γι’ αυτό και μπορούμε πάντοτε με τη βοήθεια του Σωτήρος Χριστού να σηκώνουμε αγόγγυστα τον Σταυρόν της ζωής μας. Και τότε η παρηγοριά είναι θεϊκή, και η ελπίδα είναι βεβαιωμένη και παρά τις πίκρες της ζωής, η αίσθηση επαναλαμβάνω ότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί, είναι απολύτως, απολύτως αληθινή. Και αυτής ακριβώς της Βασιλείας, ουκ έσται τέλος. Αυτήν την Βασιλεία ζητάμε στο Πάτερ ημών, στην Κυριακή προσευχή, «ελθέτω η Βασιλεία Σου».
Γι’ αυτό χριστιανοί μου και αδελφοί μου, και τέκνα εν Κυρίω, μη φοβάσθε, ο Βασιλεύς Χριστός έρχεται πραΰς, είναι ο Ών και ο Ήν και ο Ερχόμενος. Ο Ευλογημένος ο Ερχόμενος μέσα στο Βασίλειον της καρδιάς του καθενός μας. Εκεί στις καρδιές μας, επαναλαμβάνω, το Βασίλειον του Θεού, εκεί και ο θρόνος του Σωτήρος Χριστού, εκεί και η Βασιλεία Του. Γι’ αυτό και μακριά από μας ο φόβος του θανάτου. «Μηδείς φοβείσθω τον θάνατον. Ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος», θα διακηρύξουμε θριαμβευτικά το βράδυ της Αναστάσεως με τον λόγον του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Ναι αδελφοί μου υπάρχουν πολλά από τα μυστήρια, της πνευματικής ζωής εν Χριστώ που μπορούν να μας βεβαιώσουν ότι «η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί».
Χριστιανοί μου, τη Μεγάλη Παρασκευή έρχεται, σε τρείς τέσσερεις ημέρες, τη Μεγάλη Παρασκευή ο Βασιλεύς Χριστός θα είναι υψωμένος στο θρόνο που διάλεξε ο ίδιος για τον εαυτόν Του, τον θρόνον του Σταυρού. Τότε όλοι εμείς, όλοι εμείς που είμαστε εδώ μέσα, μηδενός εξαιρουμένου, πρέπει να κάνουμε μια διπλή πορεία, μια πορεία προς τα μέσα, προς τις καρδιές μας. Και άλλη μια πορεία πάλι μέσα, αλλά μέσα στους ναούς, σ’ όποιον ναό θέλει και επιθυμεί ο καθένας, στην καρδιά μας ας γονατίσουμε νοερά, στο ναό θα προσέλθουμε και ας γονατίσουμε αισθητά, πραγματικά, και κει μέσα στο ναό ή μέσα στην καρδιά μας, με πόνο πολύ, αλλά με πίστη και αγάπη, με ταπείνωση αλλά και με συντριβή, με ευγνωμοσύνη στα μάτια, αλλά και με δάκρυα σ’ αυτά, μέσα απ’ τα βάθη της ψυχής μας να πούμε το δικό μας «Ωσαννά».
Ένα όμως από κείνα τα «Ωσαννά» που είπαν τα μικρά παιδάκια σαν σήμερα κρατώντας τα Βαΐα των φοινίκων στα χεράκια τους.
«Ωσαννά εν τοις Υψίστοις, ευλογημένος ο Ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου»
Αμήν