Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 1987

Διά τήν ζωήν καί δράσιν τού Αγίου Νικολάου



«Νικόλαος, πρέσβυς ων εν γη μέγας, και γης αποστάς εις το πρεσβεύειν ζέειν».

Χριστιανοί μου, η μεγάλη ταραχή και αγωνία και το άγχος μας κάνει όλους να βλέπουμε τα πάντα γύρω μας μαύρα και σκοτεινά. Ανησυχούμε για τα πλέον ασήμαντα πράγματα. Με το δίκαιό μας άλλωστε, γιατί από τα μικρά γεννιώνται τα μεγάλα κακά μέσα στη ζωή, και έτσι χάνουμε τη γαλήνη μας και την ηρεμία της ψυχής μας. Το κουρασμένο μας σώμα δεν έχουμε που να το ξεκουράσουμε. Τη ματωμένη από τους πόνους καρδιά μας, δεν ξέρουμε που να καταφύγουμε τις πιο πολλές φορές για να σταματήσουμε την αιμορραγία της. Τόσο σκοτισμένοι είμεθα, ώστε δε βλέπουμε, γύρω μας τίποτα παρά μόνον σκοτάδι.
Μέρα με την ημέρα μεγαλώνουν οι θλίψεις, οι στεναχώριες, και τα βάσανά μας πληθαίνουν. Κάθε άνθρωπος βλέπει τους δικούς του πόνους συνήθως, μεγαλυτέρους των άλλων. Στη ζωή μόνον εμείς είμεθα οι πιο πονεμένοι και οι περισσότερον αδικημένοι. Έτσι δε λέμε συνήθως; Αλλά όλοι μας ξεχάσαμε την αμαρτία, το διάβολο, και τον κόσμο των παθών. Αυτοί είναι που κάνουν το πόνο βαρύτερο, και τα βάσανα ασήκωτα Αυτοί μας σκοτίζουν τον νούν. Θολώνουν την αγάπη. Κρύβουν την ελπίδα και αδυνατίζουν την πίστη προς Εκείνον που είπε «δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπάυσω ημάς». Τέτοιες ώρες, που τα νερά της απελπισίας έχουν κατακλύσει την ύπαρξή μας, και η ταραγμένη θάλασσά της κοντεύει να μας καταπιεί, τέτοιες ώρες επαναλαμβάνω θα καταφεύγουμε στον σημερινόν εορταζόμενον Άγιο Νικόλαο για βοήθεια και προστασία.

Ο Άγιος Νικόλαος όπως όλοι μας γνωρίζουμε, είναι ο Άγιος και προστάτης των ναυτικών. Και δεν υπάρχει μεγάλο ή μικρό καράβι, βαρκούλα ή τάνκερ, που να μην έχει την αγία του εικόνα για φρουρό και προστασία. Και δεν είναι μονάχα για τους θαλασσινούς. Και η ζωή είναι μια θάλασσα που πρέπει οπωσδήποτε να την διαπλεύσουμε, όσες φουρτούνες κι αν έχει, και όσες φουρτούνες κι αν περάσουμε, για να φθάσουμε στην απέναντι όχθη της αιωνιότητος. Στην όχθη και στο λιμάνι της Βασιλείας του Θεού. Και σ’ αυτή τη θάλασσα της ζωής, ο Άγιος Νικόλαος είναι όπως μας ψάλλει, ο υμνογράφος του, «όρμος ο γαληνότατος, εν ω καταφεύγοντες, οι τρικυμίες του βίου, περιστατούμενοι σώζωνται».
Και είναι ευλογία Θεού, κάθε χρόνο η μνήμη του Αγίου Νικολάου, όπως και η μνήμη κάθε αγίου, να έρχεται κοντά μας σαν μυροθήκη του Αγίου Πνεύματος, και σαν πανευφρόσυνο έαρ και δροσιά στην ξηρασία της ζωής μας.
Όλοι οι άγιοι στη μνήμη τους μας φέρνουν το άρωμα της ευσεβείας και της μαρτυρικής ομολογίας των, δια μέσου της θείας ευωδίας του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, που τρέχει πλούσια μεν, αλλά άκτιστα από την βρύση των θαυμάτων τους.
Ο Άγιος Νικόλαος έζησε στα μαρτυρικά και αιματοβαμμένα χρόνια του Διοκλητιανού και Μαξιμιανού. Γεννήθηκε στα Πάταρα της Μικράς Ασίας, πούναι κοντά στα σύνορα της Λυκίας, από γονείς λίαν ευσεβείς. Μεγάλωσε μέσα στους ιερούς ναούς και στις κατακόμβες. Έτσι, μας λένε οι νεότεροι Πατέρες, μέσα στις εκκλησίες, με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και μελέτη, με συμμετοχή στα Άγια Μυστήρια, με υπακοή και την εν γένει Ευαγγελική αγωγή, εδραίωσε μέσα στην καρδιά του, τα ορθά εκκλησιαστικά δόγματα, και την αληθινή θεολογία, με την οποίαν πολέμησε αργότερα, τις αιρετικές βλασφημίες του Αρείου στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο.
Παρόλον που ήταν νέος, γρήγορα ζήτησαν οι χριστιανοί των Πατάρων να γίνει ιερεύς των, για να τον έχουν ποιμένα κα διδάσκαλο και πατέρα τους, γιατί πάνω του έβλεπαν συγκεντρωμένες όλες τις αρετές. Ο Αρχιερεύς του τόπου, όταν τον χειροτόνησε μέσα στο κατάμεστο εκείνο ευσεβές πλήρωμα, είπε στο λαό, με χάρισμα βέβαια προορατικό, «ο πατερ Νικόλαος γρήγορα θα γίνει και αρχιερεύς, τους λυπημένους θα παρηγορεί, τους πτωχούς και τα ορφανά θα προστατεύει. Τους κλονισμένους θα στηρίζει και χιλιάδες ψυχές θα οδηγήσει στη Βασιλεία των Ουρανών». Και πραγματικά η προφητεία του Αρχιερέως βγήκε αληθινή.
Οι καλοσύνες του προς τους πονεμένους και δυστυχισμένους χριστιανούς της περιοχής του δεν περιγράφονται. Ούτε στις ημέρες μας μπορούμε να καταλάβουμε εμείς οι φτωχοί, - οι φτωχοί στα μυαλά και οι φτωχοί στην καρδιά, - τις μεγάλες νηστείες χάριν των αμαρτιών, των πνευματικών του παιδιών, ούτε την ισόβιο εγκράτειά του, ούτε πολύ περισσότερον τις αγρυπνίες του, και τις καθημερινές ολονύκτιες αυτές αγρυπνίες με ορθία και ακίνητη στάση στην προσευχή. Για μας όλα αυτά είναι ακατανόητα, πρώτον γιατί σπάνια προσευχόμεθα όπως πρέπει, και δεύτερον ακόμα σπανιότερα συμμετέχουμε στις κατανυκτικές ολονύχτιες αγρυπνίες.
Το φτωχό μας σημερινό κήρυγμα, δεν μπορεί να φανερώσει το πόσον ο Άγιος Νικόλαος ήταν στο πνευματικό του ποίμνιο και στα λογικά του πρόβατα «κανόνα πίστεως, εικόνα πραότητος και εγκρατείας διδάσκαλος». Μόνον ο Πανάγιος Θεός μπορεί να μας πει, ποια ήταν η των πραγμάτων αλήθεια. Να μας πει και να μας αποκαλύψει. Και αυτή η αλήθεια των πραγμάτων, της πνευματικής του ζωής, που τον κάνει πρότυπον καλού ποιμένος, πρώτον για μας τους ιερείς και επισκόπους, εν συνεχεία για τους μοναχούς, και κατόπιν για τους απλούς αγωνιζομένους πιστούς, πρότυπον στην πραότητα και στην εγκράτεια, στην πίστη και στην ομολογία, στην αγνότητα και στην προσευχή, πρότυπο στην ελεημοσύνη και στη μακροθυμία, πρότυπο στην αγάπη και στην υπομονή. Έκανε τον ταπεινό και σεμνό Άγιο Νικόλαο να αποκτήσει τα υψηλά και τα ουράνια δηλαδή την χάριν του Παναγίου Πνεύματος, τον φωτισμόν την μακαριότητα, τον αγιασμό και τέλος την θέωση. Και μαζί με όλα αυτά τα ουράνια και τα υψηλά, επειδή μοίραζε τα όσα πάντα είχε, και ζούσε την φτώχεια των πονεμένων και θλιβομένων, κέρδισε και τα πλούσια. Δηλαδή τον άφθαρτο και αιώνιο πλούτο της Βασιλείας του Θεού.
Ζούσε την κοινωνία της αγάπης της Αγίας Τριάδος, μέσα από τις πολλές και κρυφές ελεημοσύνες του. Όχι μόνον τις δικές του, αλλά και όσες του εμπιστεύονταν οι χριστιανοί του. Και για τον εαυτόν του και για τα πιστά του παιδιά αποταμίευε θησαυρούς εν ουρανώ, λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και άνοιγε πύλες μετανοίας και θείου ελέους για τον κάθε αμαρτωλό.
Για τον Άγιο Νικόλαο θα μπορούσαμε να πούμε μετά βεβαιότητος, ότι ήτανε αληθινά θεοπρόβλητος. Αυτός ο τίτλος έχει θεοαξία. Και δυστυχώς στις ημέρες μας οι αξίες όχι μόνον έχουν αντιστραφεί, αλλά και έχουν ξεφτίσει. Σ’ αυτόν τον Ορθόδοξον τόπον, την πατρίδα μας, τα ιερότερα πράγματα δεινοπαθούν και ξευτελίζονται. Αλλά όχι και τόσο. Γιατί το απέδειξε το προσκύνημα της ιεράς εικόνος Άξιον Εστί, από την καθημερινή λαοθάλασσα στο Μητροπολιτικό ναό των Αθηνών, μέρα και νύχτα, για είκοσι τόσες μέρες.
Αδελφοί μου, όταν άδειασε ο θρόνος των Μύρων της Λυκίας, και μαζεύτηκαν όλοι οι αρχιερείς του τόπου, για να εκλέξουν τον νέον επίσκοπο, άγγελος Κυρίου, παρουσιάζεται στον γεροντότερον αρχιερέα, και του παραγγέλει τα εξής: «Θα εκλέξετε τον φρόνιμον ιερέα Νικόλαον, αυτός είναι άξιος για μητροπολίτης, άξιος στα μάτια του Θεού, ο Θεός αυτόν αρέσει. Και θα ποιμάνει θεαρέστως τον λαόν της επαρχίας του». Ήταν ή δεν ήταν θεοπρόβλητος;
Ο Άγιος Νικόλαος, από τότε που έγινε μητροπολίτης, όχι μόνον λιγόστεψε τους προσωπικούς του αγώνες για την αρετή και την άσκηση, αλλά αντιθέτως μάλιστα τους πολλαπλασίασε. Εις τους μέχρι τότε κόπους και πόνους πρόσθεσε νέους κόπους. Στη νηστεία, μεγαλύτερες νηστείες, στις αγρυπνίες νέες αγρυπνίες και καινούργιους κλαυθμούς και δάκρυα, στις ελεημοσύνες περισσότερες ελεημοσύνες, στον αγώνα, στην εγκράτεια, στην άσκηση, στην μετάνοια, που δε θέλετε, στη στέρηση; Νέους πολλαπλασιασμούς, ώστε να θαυμάζουν λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, να θαυμάζουν και αυτοί ακόμα οι άγγελοι. Για τη μεγάλη αυταπάρνηση του Αγίου Νικολάου. Και όταν ήρθαν τα σκληρά χρόνια των διωγμών ο Άγιος Νικόλαος μαζί με τα λογικά του πρόβατα, πρώτος και καλύτερος στη φυλακή, στα δεσμά, στα βασανιστήρια, για να δυναμώνει την πίστη, και να ενισχύει τις εξασθενημένες δυνάμεις των χριστιανών του.
Ύστερα ήρθαν τα ευλογημένα χρόνια του Μεγάλου και Αγίου Κωνσταντίνου όπου οι χριστιανοί αφέθησαν ελεύθεροι. Επιστρέφει λοιπόν και ο Άγιος Νικόλαος στην έδρα του, και αρχίζει νέον πόλεμον με προσευχή και αδιάλειπτο νηστεία εναντίον των ειδώλων, και των αιρέσεων. Όταν μάλιστα κάποτε βρέθηκε μπροστά στον περίφημο ειδωλολατρικό ναό της Αρτέμιδος, γονάτισε και προσευχήθηκε και ο ναός έγινε συντρίμμια. Πέτρα με πέτρα. Ισοπεδώθηκε τελείως, σκορπίζοντας συγχρόνως και τις λεγεώνες των δαιμόνων όπου μέσα σ’ αυτόν τον ειδωλολατρικόν ναόν είχαν κάνει την πιο μεγάλη τους φωλιά στην επαρχία του. Γι’ αυτό και οι δαίμονες τον πολέμησαν σκληρά.
Αλλά ο Άγιος με την δύναμιν του Σαρκωθέντος λόγου, του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, νικούσε πάντοτε τους πολέμους και τους πειρασμούς των δαιμόνων.
Με το ράπισμα, το μπάτσο δηλαδή, που έδωσε στον Άρειο μέσα στην πρώτη και μεγάλη Οικουμενική Σύνοδο, και μπροστά στον αυτοκράτορα, νίκησε και το δαίμονα της αιρέσεως. Τον έβαλαν όμως φυλακή γι’ αυτό το ράπισμα, επειδή θεωρήθηκε ασέβεια να τον μπατσίσει τον αιρετικό μπροστά στον αυτοκράτορα. Τον έδεσαν και τον ρίξαν στη φυλακή όπως είπα. Αλλά μέσα εκεί όμως στη φυλακή και στα δεσμά, δέχτηκε την επίσκεψη του Κυρίου, και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος με τα ίδια του τα θεϊκά τα χέρια, του παρέδωσε το ολόχρυσον Ευαγγέλιον της δικής Του διαθήκης. Και η Παναγία Μητέρα Του, που συνόδευε τον Υιόν και Θεόν της, του φόρεσε πάνω στους ώμους το αρχιερατικόν ωμοφόριον. Έτσι το πρωί , την άλλη μέρα δηλαδή, όταν τον είδαν οι φύλακες που άνοιξαν την φυλακή, οι αξιωματούχοι του αυτοκράτορος και οι επίσκοποι με λυμένα τα χέρια από τα δεσμά και με τα θεία δώρα στην αγκαλιά και στους ώμους, έπεσαν όλοι και τον προσκύνησαν μέχρι το έδαφος, και από τότε τον αποκαλούσαν «άγιο».
Τι να πρωτοαναφέρει κανείς από τον βίο του Αγίου Νικολάου, που ήταν ένας ακατάπαυστος ύμνος και δοξολογία συνεχής του Θεού; Τις ατέλειωτες ελεημοσύνες του; Τις θαυματουργικές ενέργειες για την σωτηρία των αδικοφυλακισμένων; Τη σωτηρία του λαού από την φοβερή εκείνη μεγάλη πείνα που είχε πέσει στην επαρχία του; Τη σωτηρία των ναυαγισμένων ναυτικών; Τον λυτρωμό των καραβιών από τις φουρτούνες; Την ολόσωμη παρουσία του στις τρικυμίες πάνω στο τιμόνι όταν οι ναύτες για να σωθούν ζητούσαν βοήθεια από τον ασπρογένη καπετάνιο, τον λεγόμενο «παππού», τον Άγιο Νικόλαο, που πρόφταινε σε κάθε δυσκολία; Τα ορφανά μήπως δεν τον είχαν πατέρα και οι χήρες για προστάτη; Για τους αρρώστους, τους παραλύτους, τους τυφλούς, τους κωφούς, τους βωβούς, τους έχοντας πάσαν ανάγκην, αλλά και ακόμα για τους δαιμονισμένους δεν ήταν ο μόνος ιατρός ψυχών και σωμάτων;
Και όταν εκοιμήθη οσίως, όλοι εθρήνευσαν, και έκλαυσαν και πόνεσαν πολύ, γιατί έχασαν τον ποιμένα και διδάσκαλο, τον πατέρα και προστάτη.

Χριστιανοί μου, από όσα είπαμε μέχρι τώρα για τη ζωή του Αγίου Νικολάου, είναι μια πρόσκλησις νομίζω για όλους μας, και πρώτον για μένα τον ανάξιο, όπως τον μιμηθούμε. Γιατί όλοι μας μπορούμε να πλουτίσουμε μιμούμενοι την κατά Θεόν πτωχεία του. Και όλοι μπορούμε να αποκτήσουμε τα υψηλά και άφθαρτα και αιώνια αγαθά του Παραδείσου, φορώντας την ταπείνωση του Αγίου του. Όλοι μας πρέπει να τον μιμηθούμε στην πίστη, στην πραότητα, στην εγκράτεια, στην αγρυπνία, στην προσευχή, στην ελεημοσύνη. Όλοι μας να τον τιμούμε. Οι εν ιώσοις τον ιατρόν, οι εν κινδύνοις τον λυτρωτήν, οι αμαρτωλοί τον προστάτην, οι πένητες τον θησαυρόν, οι εν θλίψεσι την παραμυθίαν και οι εν θαλάσσι τον κυβερνήτην. Αλλά και οι πάντες τον πανταχού θερμώς προφθάνοντα μέγιστον ιεράρχην και εγκωμιάζοντες αυτόν ούτω βοήσωμεν,
«Πανάγιε Νικόλαε,
εξελού και λύτρωσον, πάντας ημάς
εκ της παρούσης ανάγκης,
και δια των αγίων πρεσβειών σου
σώσον τας ψυχάς ημών,

Αμήν, γένοιτο.

Κυριακή 1 Μαρτίου 1987

Η υποκρισία σάν προσωπείο στήν Εκκλησία καί στή ζωή μας

15 β
1.3.1987, Κυριακή τής Τυρινής




photo
Μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριτές σκυθρωποί.
Χθες και σήμερα αγαπητοί μου χριστιανοί, τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα αναφέρονται σε τρείς μεγάλες αρετές, την προσευχή, την ελεημοσύνη και τη νηστεία.
Την εποχή του Κυρίου οι αρετές αυτές χρησιμοποιούνται κατ’ εξοχήν από τους ανθρώπους σαν μέσα προβολής και ιδιαιτέρως από τους Φαρισαίους.
Και αντί να λατρεύουν τον Θεόν, λάτρευαν τον εαυτόν τους.
Προσπαθούσαν να πλησιάσουν και να φθάσουν τον Θεόν μέσα από τον εγωισμό τους. Και αγνοούσαν, και δεν ήθελαν να μάθουν ότι η τελειότητα έρχεται μόνον μέσα από την συντριβή, την μετάνοια και την ταπείνωση. Μόνον έτσι θα εξαφάνιζαν το εγώ τους.
Και θα το μεταμόρφωναν σε δικαιοσύνη και αγάπη. Και ο Κύριος με αυτά που μας λέγει μέσα από τον Ευαγγελικό Του λόγο, θεραπεύει τους αρρωστημένους τρόπους εργασίας των αρετών και από δαιμονιώδεις, τους μετατρέπει σε αγγελικούς και θείους.
Όλα πρέπει να γίνονται εν τω κρυπτώ. Και η προσευχή και η ελεημοσύνη και η νηστεία όπως ακούσαμε σήμερα, και την οποίαν με τη χάρη του Θεού αρχίζουμε αύριο. Αλλά και κάθε αρετή πρέπει να γίνεται εν τω κρυπτώ, και ο Θεός ο βλέπων εν τω κρυπτώ, αποδώσει εν τω φανερώ.
Έτσι θεράπευσε και την υποκρισία και τον θεατρινισμόν της ευσεβείας, όπως λέγαμε την πρώτη Κυριακή του Τριωδίου. Ο ευσεβισμός έχει για μάσκα την υποκρισία. Όταν μας λείπει η εσωτερική πνευματική ζωή, όταν μας λείπει η αληθινή μυστηριακή ζωή, όταν μας λείπουν τα δάκρυα της μετανοίας, τότε για να φανούμε στους άλλους ότι δήθεν έχουμε κάποιες, κάποιες αρετές, τότε αυτές τις εκδηλώνουμε με εξωτερικά σχήματα ευσεβισμού, δηλαδή με υποκρισία.
Αλλά υποκριταί όμως είναι θεατρίνοι. Όπως οι θεατρίνοι υποκρίνονται διάφορα πρόσωπα τα οποία δεν τους ανήκουν αλλά μόνον πάνω στη σκηνή, έτσι λοιπόν και ανάλογα με τις περιστάσεις, και οι υποκριταί της ζωής παίζουν πάνω στο παλκοσένικο και στο θέατρο αυτής της ζωής, διαφόρους ρόλους, ίνα φανώσι τοις ανθρώποις.
Υποκρισία κατά τους Πατέρας της Εκκλησίας μας είναι η προσποίησις της ενάρετης ζωής. Είναι μίσος σκεπασμένο από το μίσος σκεπασμένο από το σχήμα της φιλίας. Εχθρότης που εκδηλώνεται σαν εύνοια, φοβερός φθόνος που μιμείται τον χαρακτήρα της αγάπης. Είναι ακόμα η προσποίησις της δικαιοσύνης.
Υποκρισία είναι η απάτη και το ψεύδος που παρουσιάζεται σαν αλήθεια.
Και με λίγα λόγια, όταν ένα πάθος ντύνεται την αντίστοιχη αρετή για να κυκλοφορήσει ανάμεσα στους ανθρώπους, αυτό λέγεται υποκρισία.
Αυτή η κατάστασις μας λέγει ένας νεότερος θεολόγος, αφανίζει κυριολεκτικά το πρόσωπο του ανθρώπου. Και ο άνθρωπος από πρόσωπο, μεταβάλλεται σε προσωπείο. Άλλο πρόσωπο και άλλο προσωπείο.
Είναι γνωστά εκείνα τα φοβερά οκτώ «ουαί», που απευθύνει ο Κύριος στους υποκριτάς, στο εικοστόν τρίτον κεφάλαιον του κατά Ματθαίου Ευαγγελίου.
Ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, που μοιάζεται σαν τους τάφους, οι οποίοι έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι, έσωθεν δε γέμωσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας, σκωλήκων βρώμα και δυσωδίας. Έτσι και οι υποκριταί κάθε εποχής έξω στους ανθρώπους φαίνονται δίκαιοι και αληθείς, η καρδιά τους όμως είναι γεμάτη από αδικία, ψευτιά και παρανομία. Αγωνίζονται δήθεν για την αγνότητα αλλά μέσα τους με τα κρυφά τους έργα, και με τη ζωή τους είναι ανήθικοι. Αγωνίζονται φανερά για την ειρήνη και πίσω μας ετοιμάζουν τον πόλεμο και την καταστροφή. Ομιλούν για αδελφοσύνη όλων των λαών και αφήνουν τα παιδιά του τρίτου κόσμου να πεθαίνουν της πείνας. Τρείς χιλιάδες παιδιά κάθε μέρα, πεθαίνουν γιατί δεν έχουν μισή φέτα ψωμί. Τι λέω μισή φέτα; Ούτε το αντίδωρο δεν έχουν, αυτό που θα πάρετε ύστερα από λίγο. Ούτε ένα κομμάτι τέτοιο ψωμάκι σαν το αντίδωρο δεν έχουν, την ημέρα. Δεν έχουν δυο δάχτυλα γάλα. Μια πατάτα βραστή, έστω και μια ελιά. Κι ύστερα κάνουμε όλοι μας τους πολιτισμένους.
Αν με ειλικρίνεια εξετάσουμε τον εαυτόν μας, τότε θα τον βρούμε να παίζει θέατρο κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή, και μέσα στην εκκλησία. Σ’ αυτόν εδώ τον ιερό χώρο, με την προσευχή, την Θεία Κοινωνία, την ψαλμωδία που σιγομουρμουρίζουμε πολλές φορές, για να κάνουμε στους άλλους ότι τα ξέρουμε όλα, με τη στάση μας, και γενικά τη Θεία Λατρεία θέλουμε να τραβήξουμε, την προσοχή των άλλων για να φανούμε ότι κάτι είμαστε, και να μας πούνε μπράβο, να αυτός είναι χριστιανός.
Παίζουμε θέατρο μας λέγει ο όσιος Νείλος, όταν με την σεμνοτυφία ή την κατήφια, ή με το παραπέτασμα του θλιβερού ύφους, ή της ευλαβούς στάσεως, κρύβουμε την ενυπάρχουσα εν ημίν θρασύτητα, τα της ψυχής αίσχη, τα έλκη του εγωισμού.
Παίζουμε θέατρο όταν φωνάζουμε για ισότητα και δικαιοσύνη, ενώ στην πραγματικότητα, στο σπίτι μας, στο γραφείο μας, στο εργοστάσιο είμαστε μικροί δικτατορίσκοι.
Παίζουμε θέατρο όταν δείχνουμε ενδιαφέρον και έτοιμοι δήθεν ακόμα και για θυσίες στις ανάγκες των άλλων, ενώ ο σκοπός μας είναι η εκμετάλλευσις και η δολιότης.
Παίζουμε θέατρο και σαν άτομα μέσα στο σπίτι και μέσα στο περιβάλλον, στους συγγενείς, στους φίλους, στη δουλειά, αλλά και μέσα στην Εκκλησία όπως είπαμε πριν.
Παίζουμε θέατρο και σαν οικογένειες, και σαν κόμματα και σαν κυβερνήσεις, και σαν έθνη.
Πότε επιτέλους θα πάψουμε να παίζουμε θέατρο και νάμαστε υποκριταί;
Πότε αλήθεια θα γίνουμε σωστοί χριστιανοί;
Άρα βγαίνει το συμπέρασμα, ο άνθρωπος που υποκρίνεται, παίζει το θέατρο στους άλλους για δυό λόγους. Ή για να κρύψει τα πάθη του προβάλλοντας αρετές που δεν έχει, ή για να ικανοποιήσει τα πάθη του με το σχήμα των αρετών, και κυρίως την ματαιοδοξία του, την φιλαυτία του, τον εγωισμό του, και κυρίως την κρυφή του φιληδονία και την φιλαργυρία. Βέβαια υπάρχουν και άλλα πολλά.

Χριστιανοί μου, πρέπει να γίνουμε απλοί, να αποφεύγουμε την επίδειξη, να εργαζόμαστε την αρετή κρυφά. Έτσι θα φαινόμαστε αυτό που είμαστε. Το Πνεύμα το Άγιον παραγγέλει. Αποθέμενοι ουν πάσαν κακίαν και πάντα δόλο και την υποκρισίαν, Α Πέτρου, β,1.
Η υποκρισία είναι θυγατέρα της υπερηφάνειας και είχαμε πει άλλη φορά εδώ ότι η υπερηφάνεια έχει τριάντα τρείς θυγατέρες μεταξύ των οποίων είναι και η υποκρισία.
Η απλότης δε είναι γέννημα της ταπεινώσεως.
Όταν ο αγωνιζόμενος πιστός επιδιώκει την κάθαρση της ψυχής του από τα πάθη, αλλά μόνον μέσα από την Εκκλησία, μέσα από τα Άγια Μυστήρια, τότε και ενοποιείται. Πετά όλες τις μάσκες και γίνεται πρόσωπο, αληθινό παιδί του Θεού.
Είθε αδελφοί μου, η Μεγάλη Σαρακοστή που αρχίζει αύριο, να μας βοηθήσει να καλλιεργήσουμε τον έσω της καρδιάς μας άνθρωπο,

Αμήν, γένοιτο.