Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2002
Περί θρησκευτικού και διαχριστιανικού συγκριτισμού
173 α
Κυρ. 13.1.2002
Αρκετοί από σας αδελφοί μου, με ρωτήσατε πολλές φορές, όπως και οι Έλληνες από το εξωτερικό, τι είναι συγκριτισμός, και τι οικουμενισμός, ποία η μεταξύ τους σχέση, και γιατί γίνεται τόσος μεγάλος θόρυβος, τόσος λόγος, από κύκλους χριστιανών γύρω από τα θέματα αυτά.
Θα σας απαντήσω με δύο ομιλίες, η πρώτη θα γίνει σήμερα και η δευτέρα την ερχομένη Κυριακή, πρώτα ο Θεός.
Ο συγκριτισμός με τον οικουμενισμό θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν δίδυμα αδελφάκια που τα γέννησε όμως η μαύρη χάρις με σκοπό να πολεμήσει και να διαλύσει την Ορθοδοξία, δηλαδή την Ορθόδοξη πίστη μας, την Ορθόδοξη Εκκλησία μας με την ιστορία και την παράδοσή της.
Χριστιανοί μου, ανάμεσα στις διάφορες θρησκείες που βρίσκονται σκορπισμένες σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως και ανάμεσα στις πάμπολλες χριστιανικές ομολογίες, υπάρχουν τεράστιες διαφορές με μας. Οι διαφορές αυτές σε σχέση με την Ορθόδοξη πίστη μας, είναι απόλυτα καθοριστικές για τη σωτηρία μας, διότι αφορούν το πρόσωπον του Ιησού Χριστού ως Θεανθρώπου.
Τέλειος άνθρωπος ο Κύριος. Ο Υιός του ανθρώπου, ο Υιός της Παρθένου. Ο Υιός της Μαρίας Παρθένου, της Θεοτόκου, αλλά και τέλειος Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Έτσι έχουμε δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρωπίνη, σε ένα πρόσωπο, στο Θεάνθρωπο Κύριο, στο Χριστό.
Και επειδή εμείς οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί, έχουμε παχυλή άγνοια για το ποιο ακριβώς είναι η πίστις μας, γι’ αυτό και πολύ εύκολα πέφτουμε και γινόμαστε θύματα των διαφόρων αιρέσεων που έχουν κατακλύσει την πατρίδα μας, και ακόμα ευκολότερα στα δύο αυτά μεγάλα ρεύματα του συγκριτισμού και του οικουμενισμού. Με πολλή τέχνη και πολλές σοφιστείες μας λένε οι συγκριτιστές ότι όλες οι θρησκείες στον κόσμο, όπως και οι χριστιανικές ομολογίες, δηλαδή όλο το πλήθος των προτεσταντικών αιρέσεων, έχουν πολλά κοινά σημεία πίστεως με μας τους Ορθοδόξους χριστιανούς. Με διάφορα σαθρά θα μπορούσα να πω και υποκριτικά επιχειρήματα επιμένουν, ότι όλοι μας, πιστεύουμε στον Ένα Θεό, και αυτό είναι αρκετό για να ενωθεί όλος ο θρησκευτικός κόσμος σε μια αδιαίρετη ενότητα κοινής πίστεως στον Ένα Θεό με πολλή αγάπη. Αυτό όμως είναι πέρα για πέρα δαιμονική πλάνη. Και είναι πλάνη διότι άλλο πράγμα είναι η αγάπη, και άλλο πράγμα η αλήθεια της πίστεως.
Επαναλαμβάνω λοιπόν ότι η θέσις αυτή των συγκριτιστών, είναι πλάνη και αίρεση διότι κακοποιούν την αλήθεια που αφορά το πρόσωπο του Χριστού. Και είναι διαστροφή της αλήθειας διότι ενώ επιμένουν σε κάποια κοινά σημεία αναφοράς, στον Ένα Θεό της αγάπης, παραβλέπουν και εθελοτυφλούν στις πολλές και ουσιαστικές θεολογικές διαφορές που αναφέρονται στο Τριαδολογικό και Χριστολογικό δόγμα της Εκκλησίας μας.
Η κοινή προσευχή, η συμπροσευχή που προτίθεται να γίνει στις Βρυξέλλες, έγινε και στο παρελθόν, από αντιπροσώπους όλων των θρησκειών, και όλων των δογμάτων για την ειρήνη, με βρίσκει τελείως αντίθετο. Και την βλέπω σαν υποχώρηση και παραβίαση των ιερών κανόνων της Ορθοδόξου πίστεως, που κατοχυρώθησαν από τας Οικουμενικάς Συνόδους και που απαγορεύουν τη συμπροσευχή ημών των Ορθοδόξων με αιρετικούς και αλλοθρήσκους.
Εμείς οι Ορθόδοξοι, υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου ευχόμεθα κάθε μέρα σε όρθρο και σε εσπερινό, και σε κάθε Θεία Λειτουργία. Δε μας χρειάζονται λοιπόν οι συμπροσευχές. Όλοι μπορεί να πιστεύουν στον Ένα Θεό ή σε έναν Θεό. Η προσέγγισις όμως και η ερμηνεία είναι διαφορετική από θρησκεία σε θρησκεία και από ομολογία σε ομολογία, με εμάς τους Ορθοδόξους.
Πολλοί παραδείγματος χάρη, θεοποιούν τα κτίσματα, όπως είναι οι ειδωλολάτρες. Άλλοι ολόκληρο το σύμπαν όπως είναι οι πανθεϊστές. Και άλλοι θεοποιούν τον άνθρωπο δηλαδή τον εαυτό τους. Πάμπολλοι πάλι, πιστεύουν σε μια ανωτέρα δύναμη πολύ αόριστη, που την λένε Θεό και αρκετοί είναι μηδενιστές και άθεοι. Και όμως και αυτοί πιστεύουν σε κάτι. Στο μηδέν, στο τίποτα, ή στην ύλη. Έχουμε όμως και τις προτεσταντικές ομολογίες που όχι μόνον κακοδόξως παρερμηνεύουν την Αγία Γραφή αλλά αρνούνται και αυτήν την Ιεράν Παράδοση, γι’ αυτό και είναι αιρετικές.
Αν λοιπόν αδελφοί μου, ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουμε το Θεό είναι λανθασμένος, τότε και η γνώση που αποκτούμε για τον Θεόν δεν είναι η αληθινή. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα να λατρεύει ο άνθρωπος τα φαντάσματα της αληθείας, δηλαδή τις πλάνες, τους ψεύτικους θεούς ή τους ψευδοδούλους, τα ίδια του τα πάθη. Από αυτόν λοιπόν, τον θρησκευτικό παραλογισμό γεννιέται δυστυχώς και η θρησκευτική σχιζοφρένεια.
Φαίνεται λοιπόν ότι από τους κατά καιρούς θεολογικούς διαλόγους και συζητήσεις, γεννήθηκε πολύ ύπουλα ο χριστιανικός συκριτισμός και μαζί μ’ αυτόν ο δίδυμος αδελφός του ο οικουμενισμός. Και το έκτρωμα αυτών ήταν να γεννηθεί και ο θρησκευτικός συγκριτισμός, μια τρομακτική δηλαδή απειλή για την σωτηρία της ψυχής μας, για τη σωτηρία όλων μας. Και εξηγούμαι πιο απλά.
Ο χριστιανικός συγκριτισμός, είπαμε, υπερτονίζει κάποια κοινά σημεία ημών των Ορθοδόξων και των άλλων ομολογιών, μη εξαιρουμένου και του παπισμού, αλλά παραβλέπει συνειδητά τις μεγάλες διαφορές εξαιτίας των οποίων και απεκόπησαν από το σώμα της Εκκλησίας. Ας αναφερθούμε ενδεικτικά σε μερικές ουσιαστικές διαφορές με τους παπικούς.
Η πρώτη έγκειται στην αλλοίωση του Τριαδολογικού δόγματος εισάγοντας την διαρχία με την αίρεση του φιλιόκβε. Δεύτερον έγκειται στο αλάθητον του πάπα. Τρίτον στην ίδρυση του παπικού κράτους του Βατικανού και επισήμως από το 1929 με τη Συνθήκη του Λατερανού. Η τετάρτη στο πρωτείο του πάπα και στην τοποθέτησή του υπεράνω ακόμα και αυτών των Οικουμενικών Συνόδων. Η πέμπτη φρικιαστική διαφορά έγκειται στο ότι η δημιουργική ενέργεια του Θεού είναι κτιστή και όχι άκτιστη όπως αυτή έχει κατοχυρωθεί από την Ορθόδοξη διδασκαλία των πατέρων της Εκκλησίας μας και μάλιστα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά συνοδικώς. Η έκτη αναφέρεται στην Ουνία και θα μπορούσαμε να πούμε εβδόμη, ογδόη, ενάτη, δεκάτη, εικοστή, εκατοστή, αλλά είναι αυτές αρκετές.
Όσον αφορά τους προτεστάντες, που οι παραφυάδες τους έχουν ξεπεράσει τις πεντακόσες, τι να πούμε, οι διαφορές μας είναι τόσες πολλές, που γι’ αυτές έχουν γραφεί χιλιάδες σελίδες σε τόμους πολλούς. Δεν ξέρουν και οι ίδιοι σε τι Θεό πιστεύουν, αφού κατήργησαν τελείως την Ιερά Παράδοση, παραχαράσσοντας συγχρόνως την ιστορική πορεία των δυο χιλιάδων χρόνων της Ορθοδόξου Εκκλησίας, και αλλοιώνοντας χωρίς ντροπή εκατοντάδες χωρία της Αγίας Γραφής ή και ολόκληρα κεφάλαιά της, ή απαλείφοντας ακόμα και βιβλία.
Για να μην πέσουμε λοιπόν στον πειρασμό του συγκριτισμού, όταν μάλιστα συζητάμε με χριστιανούς που αγνοούν τελείως τα πράγματα της πίστεως, ή με χριστιανούς που είναι χλιαροί, αδιάφοροι ή πλανεμένοι, ή και με τους χριστιανούς τους ξερόλες, που τα ξέρουν δηλαδή όλα, θα επιμένουμε στις διαφορές που έχουμε με τις άλλες ομολογίες, και όχι στα κοινά σημεία αναφοράς που είναι ότι πιστεύουμε σε έναν Θεόν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις διαφορές των άλλων θρησκειών, διαφορές που είναι αγεφύρωτες. Η κυρίως διαφορά, επαναλαμβάνω έγκειται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, που είπαμε ότι είναι Υιός Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ομοούσιος τω Πατρί και τω Αγίω Πνεύματι, και Υιός ανθρώπου, της Παναγίας, ο Θεάνθρωπος Κύριος.
Σε αυτό λοιπόν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, όπως το πιστεύει, όπως το ομολογεί, όπως το βιώνει, και όπως το ζει η Ορθόδοξη Εκκλησία, βρίσκεται και η διαφοροποίηση με τις άλλες θρησκείες, η διαφορά μας δηλαδή.
Έτσι και με τον Ιουδαϊσμό έχουμε τεράστιες διαφορές. Δεν θα συμφωνήσουμε μαζί τους, όταν τον Μεσσία που περίμεναν, τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου εσταύρωσαν; Και ακόμα τον περιμένουν. Γι’ αυτό και θα πιστέψουν σαν Μεσσία τον Αντίχριστο! Και ας μην ξεχνάμε, ότι ο Εβραϊσμός είναι αυτός που γέννησε τον Διεθνή Σιωνισμό, με τις τόσες καταστρεπτικές συνέπειες για ολόκληρο τον κόσμο. Ο Ρόσελ ήταν Εβραίος! Και τον αναφέρω αυτόν, γιατί είναι αυτός που για να χτυπήσει τους χριστιανούς και ειδικότερα τους Ορθοδόξους, γέννησε ένα από τα θηρία της Αποκαλύψεως που λέγεται Χιλιασμός, οι Ιεχωβάδες δηλαδή.
Ο μουσουλμανισμός πάλι, μέσα από το Κοράνι αρνείται τον Χριστόν ως Υιόν Θεού και Θεάνθρωπον, όπως αρνείται και το Τριαδικόν δόγμα. Ο Μωαμεθανισμός κηρύσσει την αντεκδίκηση, και την βλέπουμε στις ημέρες μας. Αρνείται και την μετάνοια, αφού το ενδιαφέρον του είναι καθαρά ευδαιμονιστικό και σαρκολατρευτικό. Υπάρχουν και πλήθος άλλων διαφορών που δεν είναι καιρός να μιλήσουμε γι’ αυτές.
Οι Ινδουιστές πάλι, θέλουν τον Χριστόν σαν έναν από τους κατώτερους πολλούς πολλούς θεούς που έχουν, αφού είναι ειδωλολάτρες. Οι θεοί τους όμως είναι μια τρομακτική ποικιλία δαιμόνων, διότι αυτά που πιστεύουν οι Βουδιστές και οι Ινδουιστές και όλες οι παραφυάδες αυτών, πιστεύουν στα δαιμόνια.
Χριστιανοί μου, «ο πρόσφατος ερχομός του πάπα στην Ελλάδα συνετέλεσε δυστυχώς, και στην ανάδειξη μιας τραγικής πραγματικότητος», -εδώ έχουμε εισαγωγικά,- όπως επιγραμματικά το τονίζει ο επίσκοπος Ιερόθεος Βλάχος, στο ότι δηλαδή «μερικοί εκκλησιαστικοί άρχοντες, διακρίνονται από τον τραγικόν αυτόν διαχριστιανικό και θρησκευτικό συγκριτισμό». Και καταλήγει λέγοντας : «Αυτή είναι η μεγαλύτερη πλάνη της εποχής μας, ο μεγαλύτερος και ισχυρότερος πειρασμός». Εδώ κλείνουν τα εισαγωγικά του.
Αυτό σημαίνει χριστιανοί μου ότι εμείς οι κληρικοί παντός βαθμού, πρέπει να μελετάμε κάθε μέρα τα έργα των Αγίων Πατέρων της Εκκλησίας μας, να συμβουλευόμαστε διακεκριμένους Ορθοδόξους γεροντάδες και πνευματικούς, ώστε να αποκτήσουμε Ορθόδοξη θεολογική εκκλησιαστική συνείδηση, για να μπορούμε κατόπιν να ορθοτομούμε τον λόγον της αλήθειας του Χριστού, φυλάσσοντες τα λογικά μας πρόβατα δηλαδή όλους εσάς, από τους κινδύνους των αιρέσεων και της πλάνης και από τους μεγάλους κινδύνους του συγκριτισμού και του οικουμενισμού,
Αμήν,
Και θα συνεχίσουμε την επομένη Κυριακή.