Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2003

Η κόλασις ως κατάστασις μέσα μας και η θεραπεία της. Επίσης και η περί μέσης καταστάσεως των ψυχών



179-γ
Κυρ.Ε' Λουκά 2003.mp3

«Εν τω Άδη επάρας τους οφθαλμούς αυτού».
Υπάρχει κόλασις; Υπάρχει! Παράδεισος; Και αυτός υπάρχει. Οι καταμαρτυρίες της Αγίας Γραφής είναι πάρα πολλές, άλλωστε γι’ αυτό ήλθε και ενηνθρώπισε ο Υιός του Θεού, στο πρόσωπον του Ιησού Χριστού, για να κάμει αυτήν την καταμαρτυρίαν. Να μας αποκαλύψει και να μας γνωρίσει τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα, για να μας γνωρίσει την Βασιλείαν των Ουρανών, αλλά και για να μας προειδοποιήσει όμως για την κατάσταση των αμετανοούντων αμαρτωλών.
Βέβαια η κατάστασις των ψυχών, μετά τον θάνατόν μας, - που θα είναι και οπωσδήποτε είναι οριστικός, σήμερα, αύριο μεθαύριο, σε λίγα χρόνια, λίγα ή πολλά, μόνον ο Θεός το γνωρίζει,- θα έλθει ο θάνατος. Και μετά ταύτα κρίσις. Μεταξύ του θανάτου και της κρίσεως, υπάρχει μια κατάστασις για την οποία είχαμε ομιλήσει πολλές φορές, που λέγεται «μέση κατάσταση των ψυχών».
Πολλοί από μας, συνήθως ακόμα και στο μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως λέμε «με κολάζει ο άντρας μου, με κολάζει η γυναίκα μου. Με κολάζει το παιδί μου, ο γιός μου ή η κόρη μου. Με κολάζει και η πεθερά μου. Ξέρεις τι στρίγγλα είναι; Κόλαση περνώ κάθε μέρα». Η άλλη πλευρά: «Με κολάζει η νύφη μου. Ξέρεις τι στριμμένη που είναι;» Με κολάζει ο ένας, με κολάζει ο άλλος, με κολάζουν οι πάντες. Η κόλασις υπάρχει μέσα μας. Δεν ευρίσκεται στον άλφα ή στον βήτα. Στον τρόπο με τον οποίον ζει ο οποιοσδήποτε από μας που είναι κοντά μας. Είτε αυτός είναι ο σύντροφός μας, είτε είναι το παιδί μας, είτε είναι οι γεννήτορές μας, είτε κάποιοι άλλοι συγγενείς, είτε φίλοι, είτε συνεργάτες, όποιοι και αν είναι αυτοί. Όποια και αν είναι η συμπεριφορά τους, μας δίδουν μια δυνατή ευκαιρία να βρεθούμε στην αγκαλιά του Θεού, αλλά εμείς προτιμούμε να κολαζόμεθα οι ίδιοι.
Όπως επίσης καλλιεργούντες τις αρετές, την πίστη και την υπομονή, την μακροθυμία και την χρηστότητα, και ιδιαιτέρως την αγάπη σε κείνους που μας πειράζουν, δημιουργούμε τις προϋποθέσεις να βρούμε τον Παράδεισο. Και τον Παράδεισο δεν θα τον βρούμε στα διάφορα προσκυνήματα που τρέχουμε, πότε από δω και πότε εκεί – καλώς πηγαίνουμε, και γω πηγαίνω – μα ο Παράδεισος βρίσκεται μέσα μας, διότι «η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί» βεβαιώνει το αψευδές στόμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Βάλαμε τον Χριστό μέσα μας; Τον βάλαμε βαθιά μέσα στην καρδιά μας με την πιστή τήρηση των Ευαγγελικών Του εντολών και με την σωστή συμμετοχή μας στα Πανάγια Μυστήρια; Έγινε αυτό πράξις και ζωή; Αν ναι, αυτή η ενοίκησις είναι και Παράδεισος, είναι ουράνιος χαρά, είναι Θεία Ευφροσύνη.- Μεσα μας η Κόλαση και μέσα μας ο Παράδεισος, και αυτόν που έχουμε μέσα μας, αυτόν και παίρνουμε μαζί μας. Η θέλησίς μας αν είναι προσκεκολημένη, η θέλησίς μας λέω, και η προαίρεσίς μας είναι κολλημένη στα πάθη μας, δημιουργούμε μέσα μας κόλαση. Ε, αυτή την κόλαση θα πάρομε μαζί μας αν δεν μετανοήσουμε.
Είδαμε ποτέ τον εαυτόν μας στον καθρέφτη όταν γίνεται αυτός έξαλλος από το θυμό; Θα δείτε ζωγραφισμένη την κόλαση. Και τόσα άλλα εκδηλούμενα στον άνθρωπο πάθη. Αλλά από την άλλη πλευρά, βλέπουμε το ιλαρό και γαλήνιο πρόσωπο στον άνθρωπο εκείνο στην καρδιά του οποίου βασιλεύει η Θεία Χάρις. Αυτός ζει την ευτυχία του Παραδείσου από τώρα. Απ’ αυτή τη στιγμή, όσο ζει σ’ αυτήν εδώ την παρούσα ζωή.
Αλλά κακά τα ψέματα ο θάνατος όμως έρχεται. Είτε σήμερα είτε αύριο. Τι θα γίνει; Σε ποιανού θέση θα βρεθούμε; Όπως μας είπε η σημερινή παραβολή που είναι καθοριστική, για την στάση και την θέση των ψυχών. Χάσμα μέγα μεταξύ των μεν και των δε. Μεταξύ εκείνων οι οποίοι είναι σωζόμενοι, και μεταξύ εκείνων οι οποίοι προγεύονται την κόλαση.
Ο ένας λέει «οδυνώμαι εν τη φλογί ταύτη»! Ευρίσκετο εις τον Άδη, «και επάρας τους οφθαλμούς αυτού, είδε τον Λάζαρο που τον περιφρονούσε, ο οποίος βέβαια ευρίσκετο έξω από το σπίτι του, και προσπαθούσε να χορτάσει από τα περισσεύματα που πετούσαν στα σκυλιά, -μ’ αυτά χόρταινε,- και η ικανοποίησις των σκύλων ήταν να του γλύφουν τις πληγές. Μέσα σ’ αυτό το μαρτύριο ζούσε ο Λάζαρος και έτσι κληρονόμησε την Βασιλεία του Θεού.
Ο άλλος είχε τα αγαθά του. Απέθανε και ετάφη. Ούτε κάν το όνομά του αναφέρεται. Ούτε καν το όνομά του.
Λοιπόν τώρα εμείς σε ποια κατάσταση θα βρεθούμε μετά τον θάνατό μας; Εκείνοι που χαίρονται προαπολαμβάνουν την χαρά του Παραδείσου. Και οι άλλοι προγεύονται την πίκρα και την απελπισία της κολάσεως. Όλοι τους είναι όμως σε μια διαρκή αναμονή. Τι αναμένουν; Οι αμετανόητες με φρίκη περιμένουν και φόβο, και αβυσσαλέο μίσος κατά του Θεού, περιμένουν την κρίση τους και την καταδίκη τους. Δεν παρηγορούνται από κανέναν και δεν μπορούν να παρηγορηθούν, γιατί ο καθένας ζει την δική του κόλαση, το δικό του μίσος, τη δική του φρίκη, και επομένως από ποιόν να παρηγορηθεί. Ο ένας βλέπει τα οπίσθια του άλλου και όχι το πρόσωπο. Έτσι ο καθένας έχει τα βάσανά του. Η κατάστασις είναι απαράκλητη. Είναι απαρηγόρητη. Δεν υπάρχει τίποτα που να βοηθάει εκείνες τις στιγμές αυτές τις ψυχές.
Οι άλλες όμως οι ψυχές που προγεύονται το κάλλος και την ομορφιά και την Δόξα του Παραδείσου, περιμένουν με χαρά πότε θα έρθει ο Κύριος δια να αποδώσει δικαιοσύνη και έτσι ολοκληρωτικά πλέον να απολαύσουν τα κάλλη του Ουρανού.
Υπάρχουν οι αμετανόητες ψυχές. Μια ψυχή αυτόν τον καιρό που ευρέθηκε μεταξύ ζωής και θανάτου σε κώμα αρκετών ημερών, δεν γνωρίζω πόσον, και είχε μία έκσταση του νοός και της ψυχής της ενώ το σώμα της έγκειτο εις το κρεβάτι των φρικτών πόνων, και ανεμένετο ο θάνατός της, ευρέθη ενώπιον του Αγίου Θεού, χωρίς να το βλέπει. Είδε λοιπόν τις καταστάσεις, τις δύο καταστάσεις των ανθρώπων, εκείνων που είναι εκ των προτέρων σεσωσμένοι και των άλλων που ευρίσκοντο σε κατάσταση αμετανοησίας. Είναι σα να την πήρε από το χέρι ο Θεός, επαναλαμβάνω «σαν», δεν εφαίνετο τίποτα, και πλησίασε ας το πούμε εκείνον τον χώρο, ας τον πούμε ‘χώρο’ έτσι, όπου ευρίσκοντο, χιλιάδες και εκατομμύρια άνθρωποι ψυχές. «Κοίταξε» της λέει, «όλοι αυτοί δεν θέλουν να μετανοήσουν», το επαναλαμβάνω, «δεν θέλουν να μετανοήσουν, ας τους ρωτήσουμε» λέει μαζί, «θέλετε να μετανοήσετε;» Και όλοι με μια φωνή είπαν «όχι, όχι. Δεν θέλουμε να μετανοήσουμε». «Και όμως εγώ θα σας περιμένω μέχρι το τέλος της ζωής σας διότι κάποτε θα τελειώσει, διότι δεν θέλω τον θάνατον του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζειν αυτόν. Όσο ζει περιμένω την επιστροφή του». Αλλά αυτοί όμως, όπως ο Ιούδας «ουκ ήθελε διορθωθείναι και μετανοήσαι». Τίποτα! «Ουκ ηβουλήθη συνιέναι», όπως ψάλλουν τα τροπάρια της Μεγάλης Εβδομάδος.
Λοιπόν, έχουμε και κατάσταση αμετανοήτων ανθρώπων. Βέβαια η Εκκλησία μας, έχει μία άπειρη συγκατάβαση, διότι υπάρχουν και άνθρωποι που θα ήθελαν να εξομολογηθούν, αλλά δεν πρόλαβαν διότι τους πρόλαβε ο θάνατος, ή ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, ή ένα καρδιακό, ήρθε η άνοια, ήρθε το δυστύχημα και το ατύχημα με το αυτοκίνητο και ήρθε ακαριαίος ο θάνατος, και τόσες άλλες συνθήκες, ήρθε ο σεισμός ένα βράδυ, έπεσαν οι τοίχοι, μας πλάκωσαν, σκοτωθήκαμε, έγινε ένας πόλεμος, άρχισαν οι βομβαρδισμοί, και ούτω κάθε εξής, και πιθανόν δεν προλάβαμε να φτάσουμε στα μυστήρια τα άγια που παρέχουν άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον. Τι θα γίνει για όλους αυτούς; Για όλους αυτούς υπάρχει η Εκκλησία, με τη Θεία Λειτουργία, με την προσφορά του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού στους παρόντες ζώντες χριστιανούς, αλλά και για κείνους όμως έχει φυλάξει την μεγαλυτέρα προσφορά ελεημοσύνης, διότι η Θεία Λειτουργία τελείται και για αυτές τις ψυχές. Τελείται για ολόκληρη την θριαμβεύουσα Εκκλησία αλλά και για τις ψυχές που βρίσκονται στη μέση κατάσταση. Έτσι λοιπόν όλα αυτά τα ονόματα τα οποία προσφέρετε με τα χαρτιά, τα λεγόμενα συγχωροχάρτια έ, και έχετε γραμμένα τα ονόματα των κεκοιμημένων αλλά και των ζωντανών, τα πλένουμε εμείς, ρίχνουμε, αυτά τα ονόματα που αντιπροσωπεύονται από τα ψίχουλα του κατακλάστου άρτου, μέσα στο Άγιον Ποτήριον, και λέγει ο ιερεύς αυτό που έχετε ακούσει επανειλημμένες φορές «απόπλυνον Κύριε τας αμαρτίας αυτών τω Αίματί Σου τω Τιμίω, απόπλυνον», και λέγει ο Άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης «αυτή είναι η μεγαλυτέρα προσφορά ελεημοσύνης και αγάπης για τις ψυχές αυτές». Υπάρχουν τα Σαρανταλείτουργα στο Άγιον Όρος, υπάρχουν τα μνημόσυνα, τα τρισάγια, η ελεημοσύνη στο πρόσωπό του, και τόσα άλλα τα οποία είναι παρήγορα για εκείνους οι οποίοι φεύγουν σε μια κατάσταση που είμαστε λίγο αμφίβολοι.
Αλλά, δεν ξέρω αν βρίσκει έλεος εκείνος ο οποίος έφυγε αμετανόητος, και μέσα σε φοβερή σκληροκαρδία άνθρωπος, που πήγαμε με το Άγιον Ποτήριον και μας έδιωξε με τις βρισιές, και δεν είναι μόνον μία περίπτωσις, είναι τέτοιες πάρα πολλές. Αυτοί οι άνθρωποι πως θα σωθούν; Αυτήν την ελπίδα που μας δίνει ο καλός Θεός, να εκμεταλλευτούμε τα πανάγια Μυστήρια τα δύο τα σωστικά της Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας, να μην τα αφήσουμε ανεκμετάλευτα.

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2003

Η σπορά του λόγου του Θεού και πνευματική καρποφορία της



Κυρ. Δ' Λουκά 2003

«Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Σήμερα χριστιανοί μου, η παραβολή του σπορέως. Και οι τρείς Ευαγγελισταί και ο Ματθαίος και ο Μάρκος και ο Λουκάς αναφέρουν αυτήν την παραβολή. Και όπως ακούσαμε σήμερα ο Ευαγγελιστής Λουκάς τελειώνει το Ευαγγελικό του Ανάγνωσμα με τις φράσεις «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Πολλές διδασκαλίες του Κυρίου τελειώνουν με τις σαφείς αυτές προειδοποιητικές λέξεις. Όταν ο Κύριος ομιλούσε στα πλήθη για το μεγαλείον και την αποστολή Ιωάννου του Προδρόμου, και την μαρτυρία την οποίαν έδωσε για τον Μεσσία, τελειώνοντας αυτούς τους λόγους, τους τελείωσε με το «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Αλλά και στην καταπληκτική Του διδασκαλία για την φοβερά Του Κρίση και για την δικαία τιμωρία των αμετανοήτων αμαρτωλών, αλλά και για την άφταστη δόξα που θα απολαύσουν όσοι μετανοήσουν, τηρήσουν τον λόγον του Θεού και καλλιεργήσουν τις εντολές, για όλους δηλαδή τους σεσωσμένους και δικαίους χριστιανούς, πάλιν επανέλαβε και τελείωσε με την σπουδαιοτάτη αυτή προτροπή και φράση. «Ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Και όταν όμως ομιλεί για το ποιό είναι αυτό που χαρακτηρίζει τον άνθρωπον, εσωτερικά, τον καθαρόν ή τον ακάθαρτον, και πάλι καταλήγει ο Κύριος στη διδασκαλία Του μέσα στην Καινή Διαθήκη με τις φράσεις «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Την ίδια αυτή την προτροπή την βλέπομε και σε άλλα μέρη της Αγίας Γραφής.
Ποιο είναι το νόημα το καταλαβαίνετε. Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούσει.
Ο Κύριος ομιλούσε στους συγχρόνους Του Ιουδαίους με ένα πλούσιο περιεχόμενο από διδαχές οι οποίες οι πιο πολλές από αυτές ήσαν με την μορφήν των παραβολών. Τα πλήθη όχι μόνον άκουγαν τον λόγον του Θεού, αλλά ξεσηκώνονταν, ενθουσιάζονταν, και εβεβαίωναν και εμαρτυρούσαν ότι «ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ως ούτος ο άνθρωπος». Και άλλοτε «εξεπλήσσοντο επι τη διδαχή Αυτού».

Ποιο είναι όμως, έχει κάτι το πιο βαθύ νόημα αυτή η σύστασις; Ποιο είναι αυτό το νόημα;
Οι Πατέρες μας λένε ότι βρίσκεται στο ότι οι ακροαταί του θείου λόγου δεν πρέπει να μένουν μόνον στις εξωτερικές εντυπώσεις που δημιουργεί το κήρυγμα ενός θείου λόγου, αλλά να αναπτύσσουν όταν ακούσουν αυτόν τον λόγον και φύγουν από την Εκκλησία και μείνουν μόνοι τους ή με τους ανθρώπους του σπιτιού των, τους οικείους των, να αναπτύξουν πνευματικά ενδιαφέροντα, να προσπαθήσουν να ερευνήσουν τι άκουσαν, και τι θέλει να πει μ’ αυτά που είπε ο θείος λόγος, τι ζητά από μας. Να μην είμαστε οι απρόσωπες και ανεύθυνες μάζες, αλλά είμεθα οι ολοκληρωμένες πνευματικές προσωπικότητες που μπορούμε αν θέλουμε να κατανοήσουμε και πιο βαθιά τον λόγον του Θεού, απ’ αυτόν που ακούγεται και φαίνεται. Να πιάσουμε το εσωτερικό νόημα και όχι μόνον να το πιστέψουμε, αλλά και να τον θέσομε σε εφαρμογή στη ζωή μας.
Και δυστυχώς σε εκείνο το οποίο χωλαίνουμε είναι ότι δεν έχουμε στη ζωή πράξη. Δεν έχουμε έργα. Νομίζομε ότι έχουμε αλλά δεν έχουμε. Αν είχαμε έργα, αν δηλαδή εφαρμόζαμε τα λόγια του Θεού, ο κόσμος μας θα ήταν καλύτερος, αλλά δεν είναι, και όχι μόνον είναι χειρότερος αλλά και απ’ το χειρότερο πάει ακόμα πιο χειρότερα.
Ο Θεός δεν θέλει να παραμένομε σε μία προσωρινή ικανοποίηση των λόγων Του, και προπαντός σε έναν ενθουσιασμό, αλλά να κρατάμε βαθιά μέσα στην καρδιά μας τους λόγους του Θεού, σαν τον πολυτιμότερο θησαυρό του κόσμου. Όσο βαθύτερα μπαίνει στη γη ο σπόρος του σιταριού, τόσο και ασφαλέστερα. Θα πιάσει ρίζα, θα φυτρώσει, θα μεγαλώσει, θα βλαστήσει, θα καρποφορήσει. Το ίδιο συμβαίνει και με τον λόγον του Θεού, είτε τον ακούμε στο κήρυγμα, είτε τον διαβάζουμε στην Αγία Γραφή, είτε τον διαβάζουμε στους λόγους των Πατέρων, είτε στους βίους των Αγίων. Πρέπει να μπει βαθιά μέσα στην καρδιά μας. Να προκαλέσει το ενδιαφέρον μας, να μας δημιουργήσει πνευματικές ανησυχίες, να μας δημιουργήσει προβληματισμούς, προβληματισμούς για τη σωτηρία της ψυχής μας, και δεν ανησυχούμε καθόλου για τη σωτηρία μας, καθόλου.
Να μη μένουμε λοιπόν στις πρώτες εντυπώσεις, και στους ενθουσιασμούς, και να λέμε «μπράβο, τι ωραία τα είπε σήμερα ο παπάς, άστα, μας σκλάβωσε κυριολεκτικώς. Γειά στο στόμα του, γειά στην μάνα που τον γέννησε, και τόσα άλλα που λέμε». Αμ δεν φτάνουν αυτά! Σημασία έχει αυτό που πήρες και αυτό που ενθουσιάστηκες, και απ’ αυτό που ενθουσιάστηκες, να το βάλεις μέσα σου και να το κάνεις αύριο έργο. Γιατί στον πρώτο μεγάλο πειρασμό που έρχεται, ή τα χάνουμε ή γογγύζουμε. Σήμερα λέμε «μπράβο στον παπά», και αύριο σκανδαλιζόμαστε απ’ αυτόν. Σήμερα τον βραβεύουμε και αύριο τον καταδικάζουμε, τον κατακρίνομε, τον κρεμάμε κυριολεκτικώς. Σήμερα είμεθα μαθηταί του, ακροαταί του λόγου του, και αύριο γινόμεθα προδότες. Σήμερα φωνάζουμε «Ωσαννά, ωσαννά», μπράβο, μπράβο δηλαδή, και αύριο «άρον, άρον, σταύρωσον αυτόν».
Σε τέτοιου είδους ψυχικές παλινδρομικές καταστάσεις, εύκολα ξεπέφτουμε. Γιατί; Διότι δεν έχουμε μέσα μας ρίζες πίστεως. Δεν έχουμε μέσα μας αγάπη, αγάπη αληθινή, αγάπη θεϊκή. Τίποτα δεν έχουμε. Και όμως είναι σαφής η αγιογραφική προειδοποίησις δια μέσου της Αποκαλύψεως που μας λέγει «ήτις έχει ους», όποιος έχει αυτί, «ακουσάτω ότι το Πνεύμα του Θεού λέγει», τι μας παραγγέλει δηλαδή το Άγιον Πνεύμα.
Νάχουμε ανοικτά τα αυτιά της ψυχής μας, για να μπορούμε να ακούμε. Πότε μας ομιλεί το Άγιον Πνεύμα;
Μας ομιλεί μέσα από το Άγιον Ευαγγέλιον.
Μέσα από ολόκληρη την Αγία Γραφή.
Μας ομιλεί μέσα από τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας μας.
Μας ομιλεί μέσα από τους βίους των Αγίων.
Μέσα από τα μαρτυρολόγια, τα γεροντικά και τους Συναξαριστάς και την πολλαπλή ποικιλία των σημερινών πνευματικών βιβλίων που κυκλοφορούν, Δόξα Σοι ο Θεός.
Μας ομιλεί και μας διδάσκει το Άγιον Πνεύμα μέσα από την Υμνολογία των Εσπερινών και των Όρθρων των μεγάλων εορτών.
Αλλά και απ’ την υμνολογία της Θείας ιδιαιτέρως Λατρείας και των άλλων μυστηρίων.
Μας ομιλεί, μας διδάσκει και μας καθοδηγεί το Άγιον Πνεύμα, ιδιαιτέρως και σωτηριωδώς μέσα στο μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως. Δεν ακούμε τι μας λέγει ο ιερεύς. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να δικαιωθούμε. Ακόμα και η νεκρώσιμη ακολουθία μας διδάσκει, αλλά φροντίζουμε στα μνημόσυνα και στις νεκρώσιμες ακολουθίες να είμαστε απ’ έξω απ’ τους ναούς.

Άραγε εμείς οι σημερινοί Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, έχουμε αυτιά για να ακούμε και για να καταλαβαίνουμε την υψηλή και σωτήρια διδασκαλία του Κυρίου μας; Και πόσοι στον αριθμό την ακούμε; Πέντε τα εκατό; Δέκα τα εκατό; Πολύ λέει, μεγάλος ο είναι ο αριθμός, άλλοι λένε πολύ πιο κάτω απ’ τα πέντε τοις εκατό είναι. Και από αυτούς πόσοι την εφαρμόζουμε; Πόσοι την κάνουμε οδηγό στη ζωή μας; Πόσοι;
Τα φαινόμενα είναι λυπηρά και τα αποτελέσματα της συμπεριφοράς μας, της δήθεν χριστιανικής συμπεριφοράς μας είναι αξιοθρήνητα. Κλείσαμε τα αυτιά μας στο λόγο του Θεού και γυρίσαμε την πλάτη μας στο θεϊκό λυτρωτικό κάλεσμά Του.
Φταίμε και μείς οι ποιμένες, φταίμε και μείς. Φταίμε βεβαίως εμείς οι ιερείς, και πρώτος εγώ κι αλίμονό μου, το λέγω, δεν κάνω ταπεινολογία τώρα, αύριο πεθαίνω, και θα σταθώ μπροστά στο φοβερό κρίμα του Θεού, και τι θα του πω του Θεού; Ότι σας έλεγα ωραία λόγια; Και θα μου πει «πού ήταν η εφαρμογή τους;» Διότι διδάσκομε πρώτα με τη ζωή μας, και ύστερα με τα λόγια.
Φταίει όμως και η γη των καρδιών των χριστιανών. Και των δικών σας καρδιών, σύμφωνα με την σημερινή παραβολή. Διότι η γη που μας ανέφερε η παραβολή, είναι η ψυχή μας, είναι η καρδιά μας, που είναι σκληρή σαν πέτρα. Γι αυτό λέει δεν φυτρώνει τίποτα. Γι αυτό τον λόγον του Θεού τον παίρνει αμέσως ο διάβολος. Και αν κάποτε φυτρώσει κάτι, το πνίγουν αμέσως τα φοβερά αγκάθια των παθών. Και το πνίξιμο από τις μέριμνες και τις αγωνίες που έχουμε, για τα αγαθά της γης και τον πλούτο. Αλλά, και από την ολιγοπιστία που διαθέτουμε. Διότι είμαστε και ολιγόπιστοι.

Είθε να συνέλθουμε όλοι μας, και πρώτος εγώ, πριν να είναι αργά.
Και μπορούμε να συνέλθουμε δια της μετανοίας. Η αγκαλιά του Θεού είναι ανοικτή και μας περιμένει. Είθε να μας αξιώσει το Άγιον Πνεύμα, να μας φωτίσει, να μας δυναμώσει, να μας δώσει το απαιτούμενο κουράγιο, να ανοίξει τα μάτια της ψυχής μας και τα αυτιά της ψυχής μας, και έτσι φωτισμένοι και γεμάτοι από μετάνοια και πίστη, να πέσουμε στην ανοικτή αγκαλιά του Θεού Πατέρα, να του φωνάξουμε δυνατά, να του ομολογήσουμε με μετάνοια, «ο Θεός μου ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ». «Ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν σου, ποίησόν με ως ένα των μισθίων Σου, Πάτερ… ».
Ναι γι αυτό ακριβώς και γι αυτούς όλους τους λόγους, θα πρέπει μέρα νύχτα να επαναλαμβάνουμε τη φωνή του ληστού πάνω στο Σταυρό, - που αν αυτόν σαν ληστή και φονιά και κακούργο τον έσωσε, και τον έβαλε πρώτο στον Παράδεισο, ο ληστής και φονιάς άνοιξε την πόρτα πρώτος του Παραδείσου. Αυτός την άνοιξε. Διά της μετανοίας βέβαια, και της ομολογίας εν συνεχεία της θεότητος του Ιησού Χριστού και του μαρτυρίου που υπέστη για τρείς ώρες, και προπαντός και φρικτώς όταν του έσπασαν τα κόκαλα για να στραγγίξει όλο το αίμα και έτσι να πεθάνει, διότι μαρτύρησε ο ληστής πάνω στο Σταυρό. Η μετάνοια λοιπόν τον έσωσε, η δυνατή εκείνη κραυγή, την οποίαν συχνά επαναλαμβάνομε και μείς, στη Θεία Λειτουργία με τους μακαρισμούς,
«Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου».

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2003

Η πρακτική εφαρμογή των χρυσών κανόνων του Ευαγγελίου και ιδιαιτέρως της αγάπης



Κυρ. Β' Λουκά 2003

Χρυσός, χρυσό το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα αδελφοί μου. Και είναι χρυσό βέβαια για δύο λόγους. Πρώτο διότι περιέχει τον χρυσούν κανόνα της Εκκλησίας μας, τον οποίον ακούσαμε προηγουμένως στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα «Καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως», και δεύτερον διότι βλέπουμε την υπέρβαση της αγάπης με «το αγαπάτε τους εχθρούς υμών».
Όποιος εφαρμόζει από μας πιστά αυτές τις δύο μεγάλες Ευαγγελικές εντολές, αυτός έχει κερδίσει από τώρα τον Παράδεισο.
Χιλιάδες νόμοι υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Όπου και αν στραφούμε θα δούμε νόμους, νόμους και νόμους. Σε όλους τους λαούς της γης, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη, δυστυχώς επικρατεί η ασυδοσία της αμαρτίας, η αναρχία, η αδικία, το ψέμα, το κακό, το μίσος, οι πόλεμοι, και μύρια τόσα άλλα κακά.
Αλλά η οικογένεια όμως, το πιο ευγενικό κύτταρο της κοινωνίας, και της σημερινής μας πολιτισμένης κοινωνίας δυστυχώς είναι υπό διάλυση. Τα δράματα τα οικογενειακά και τα συζυγικά καθημερινά πληθαίνουν και πολλαπλασιάζονται. Οι χριστιανοί μας, οι σημερινοί Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, είναι δυστυχώς μακριά από την Εκκλησία, μακριά από τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, μακριά από την πίστη προς τον Χριστό και τις Ευαγγελικές Του εντολές, μακριά και από τους δύο σημερινούς χρυσούς κανόνες.
Τι ζητάμε όλοι μας από τον κόσμο; Τι ζητάμε όλοι μας απ’ τους άλλους; Απ’ τον καθένα που είναι δίπλα μας; Ζητάμε να μας αγαπούν. Να μας προσέχουν. Να μας συγχωρούν. Να μας ανέχονται. Να δείχνουν κατανόηση. Να παραβλέπουν τα λάθη μας. Να συμπαραστέκονται στις διάφορες δυσκολίες της ζωής. Να μας βοηθούν στις ανάγκες μας. Να μας συντροφεύουν στη μοναξιά μας και άλλα πολλά.
Σήμερα όμως το Ευαγγέλιο μας έδωσε μια συμβουλή, ή μάλλον μια εντολή. Και μας είπε ότι όλα αυτά που ζητάμε εμείς από τους άλλους, να τα βάζουμε σε πράξη πρώτοι εμείς. Εμείς πρώτοι να αγαπούμε και εμείς πρώτοι να συγχωρούμε. Εμείς πρώτοι να ανεχόμεθα και μείς πρώτοι να παραβλέπουμε τα λάθη του πλησίον. Εμείς πρώτοι να συντρέχουμε στις δυσκολίες των συνανθρώπων μας και ιδιαιτέρως όμως συντρέχουμε σε κείνους οι οποίοι μας μισούν και είναι εχθροί μας.
Τι να σας πω; Έχουμε και έχουμε τα χάλια μας και πρώτος εγώ. Εγώ το αναγνωρίζω ότι έχω χάλια και ότι είμαι αμαρτωλός. Και αυτό γιατί δεν έχομε αγάπη, αγάπη αληθινή, αγάπη και πίστη προς τον Θεόν, εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας. Αυτό δεν τόχομε. Όπως δεν έχουμε και αγάπη προς τον πλησίον μέχρι αυτοθυσίας.
Να σας πω κάτι; Δεν ποθεί η ψυχή μας για την αγάπη του Θεού. Δε λαχταράμε για αγάπη Θεϊκή. Και για πίστη Θεϊκή. Και όμως ο Κύριος, ο Σωτήρ ημών είπε «όστις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω». Διότι «Εγώ είμαι το ύδωρ το ζόν».
Τι ευλογία θα ήτο για την ψυχή μας, αν διψούσαμε κάθε μέρα τον Χριστό και την Παναγία Μητέρα Του, και όλους τους Αγίους να τους αγαπούσαμε κάθε μέρα όλο και περισσότερο. Όλο και πιο πολύ. Θάταν Ευλογία. Θάτανε ακριβή Θεία ευφροσύνη μέσα στην καρδιά μας και ευτυχία Θεϊκή, αν μπορούσαμε να είχαμε την αγάπη που έχουν οι Άγγελοι και οι Αρχάγγελοι για τον Θεόν. Τον Τριαδικό Θεό, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα. Γιατί τότε η ψυχή μας, η καρδιά μας, ο νους μας, οι αισθήσεις μας θα πλημμύριζαν από φως. Από φως Τριαδικό. Από φως παναΐδιο, άκτιστο και εράσμιο.
Ο Θεός βλέπει τις καθημερινές μας πτώσεις, και τις κακίες, βλέπει την υπερηφάνειά μας, βλέπει τον εγωισμό μας, βλέπει την αμαρτωλότητά μας. Και όμως εμείς, προσβλέποντας στο έλεος στο πανάγιό Του, πέφτουμε κάτω στα γόνατα και φωνάζουμε «ελέησέ μας Κύριε, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον» και το κραυγάσαμε προηγουμένως στη Θεία Λειτουργία ψαλτά. Γι’ αυτό θα μπορούσα να απευθυνθώ στο Κύριο και να Του πω χάρισέ με, σε μένα τον αμαρτωλό και τον ανάξιο λειτουργό Σου, αλλά και σε όλους όμως, αυτούς τους χριστιανούς που συμμετέχουν σήμερα στη Θεία Λειτουργία τόσο ενεργά, να μας δωρίσεις και να μας χαρίσεις την Χάριν του Παναγίου Πνεύματος. Είμεθα αμαρτωλοί, μη μας εγκαταλείπεις. Είμεθα αμαρτωλοί, μη μας εγκαταλείπεις. Γι’ αυτό ήρθαμε και εδώ σήμερα όλοι, για να προσευχηθούμε. Και γεμίσαμε αυτόν τον ναό, όπως πιστεύω ότι γέμισαν και όλοι οι ναοί της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας και πατρίδος. Για ποιό λόγο; Για να πάρουμε Άγιο Πνεύμα. Για να λάβουμε την Χάρη του. Για να αναπνεύσουμε το οξυγόνο του ουρανού. Για να εισπνεύσουμε βαθιά το άρωμα της θεϊκής Του αγάπης, για να τονωθούμε στην πίστη, για να μάθουμε έμπρακτα να αγαπάμε. Να αγαπάμε, τον Θεόν εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας, και τον πλησίον μας που μας παιδεύει και μας τυραννά κάθε μέρα σαν τον εαυτόν μας.
Σήμερα στη Θεία Λειτουργία ο Θεός μας έδωσε τα πάντα. Ακόμα και τον ίδιο τον Εαυτόν Του. Το Σώμα Του και το Αίμα Του. Είτε κοινωνήσαμε είτε δεν κοινωνήσαμε «ελάβαμε Πνεύμα επουράνιον». «Ελάβαμε Πνεύμα επουράνιον». Και σειρά μας τώρα, να δώσουμε απ’ αυτό που πήραμε στο διπλανό μας, στον άντρα μας, στη γυναίκα μας, στο σύζυγό μας, στα παιδιά μας, στους γονείς μας, στο διπλανό μας. Ό,τι πήραμε αυτό να δώσουμε. Και να δώσουμε αγάπη, αφού αγάπη πήραμε, αφού πήραμε την Χάριν του Αγίου Πνεύματος. Να δώσουμε την υπομονή, την ζωντανή την πίστη, το πνεύμα της αληθινής μετάνοιας που πρέπει να φαίνεται στο πρόσωπό μας, το ταπεινό πνεύμα, την καλοσύνη και τόσα άλλα. Και να ο Παράδεισος. Που τον ψάχνετε τον Παράδεισο. Που ψάχνετε την Βασιλεία των Ουρανών. Η Βασιλεία του Θεού, εντός ημών εστί.
Αν όμως δεν μπορούμε να δώσουμε, σημαίνει ότι δεν πήραμε. Και αν μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχουμε πάρει κάτι από την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, Τον παρακαλούμε και αυτήν την στιγμή, τον Πανάγιον Θεόν, να μας δώσει απ’ αυτή τη στιγμή το πνεύμα της Θείας Του αγάπης, το πνεύμα της πίστεως, το πνεύμα της συντριβής για να μην την χάσουμε αυτή τη Χάρη και αρχίσουμε και θρηνούμε και χτυπιόμαστε και κλαίμε, όπως θρηνούσε ο Πρωτόπλαστος Αδάμ για τον χαμένο πλέον Παράδεισό του.
Τι ωραίο πράγμα θα ήταν, να μπορούσαμε όλοι μας να αγαπάμε τον Θεόν, όπως εκείνος το θέλει, το ορίζει, το ζητά. Γιατί τότε μέσα μας, πράγματι θα καταλάμβανε ολόκληρο το ψυχοσωματικό μας είναι, θα το καταλάμβανε, θα το πλημμύριζε, ολόκληρο θα μας έλουζε η θεϊκή αγάπη. Και άμα αυτό θα γινόταν μέσα μας αίσθησις, τότε θα νοιώθαμε μέσα μας, να σιγοκαίει και μια φλόγα. Και η φλόγα αυτή σιγά σιγά θα γινόταν φωτιά, φωτιά πνευματική έτοιμη να δώσει φως, φως πίστεως, φως πίστεως, φως αγάπης.
Όλοι μας ζητάμε κατανόηση από τον άλλον. Και πρώτος εγώ. Τη δίνουμε όμως; Τη δείχνω εγώ; Την έχω αυτή την κατανόηση από το βάθος της καρδιάς μου προς τον άλλον; Αν δεν την έχω αυτό φανερώνει ότι μέσα μου βασιλεύει το σκοτάδι του εγωισμού και της σκληροκαρδίας, το σκοτάδι της αμαρτίας και όχι το φως το αληθινό, το φως του Χριστού που φαίνει πάσι και μας δείχνει εκτός των άλλων και τον δρόμον της αλληλοκατανοήσεως.
Κατανοούμε τον πόνον του άλλου και την δυστυχία του άλλου, τόσο όσο έχουμε περάσει και μείς από την ίδια δυστυχία, από το ίδιο βάσανο, από τον ίδιο πόνο. Και επιπλέον αν έχουμε αγάπη αληθινή του Θεού μέσα μας. Μόνον έτσι μοιάζουμε με τον Θεό που μας είπε σήμερα «γίνεσθε ουν οικτίρμονες καθώς ο Πατήρ ημών ο ουράνιος ο Θεός οικτίρμων εστί και αγάπη εστί».
Ο Θεός που μας αγαπά, μας έδωσε, μας τα έδωσε όλα, ακόμα και το Μονογενή Του Υιό που εγένετο άνθρωπος στο πρόσωπον του Ιησού Χριστού και «εγένετο υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού». Αυτό σημαίνει ότι και η δική μας αγάπη προς τον πλησίον μας και προς τον Θεόν πρέπει να φθάνει μέχρι θυσίας. Άρα λοιπόν και μάλιστα αυτήν την αγάπη να τη δίνομε χωρίς να την απαιτούν και χωρίς να την ζητιανεύουν.
Παίρνω αγάπη απ’ τον Θεόν; Θα δώσω. Δεν παίρνω απ’ την πηγή της αγάπης αγάπη, δεν θα δώσω. Δεν έχω τίποτα να δώσω.
Τι είπε ο Πέτρος στον παράλυτο που ήταν μπροστά στη στοά του ναού του Σολομώντος που ζητιάνευε, και ανέβαιναν οι δύο Απόστολοι, ο Πέτρος και ο Ιωάννης, τι είπε ο Απόστολος Πέτρος στο ζητιάνο; «Λεφτά δεν έχω, δεν έχω οβολό να σου δώσω. Ό έχω τούτο σοι δίδωμι. Τι έχω; Την Χάρη του Χριστού έχω. Στο όνομα του Ιησού Χριστού έγειρε και περιπάτει». Έχεις, έχεις; Θα δώσεις! Δεν έχεις; Τι θα δώσεις; Δεν έχω; Τι να δώσω; Υποκρισία ευχαρίστως θα δώσω. Γελοιοποίηση του εαυτού μας θα δώσω….
Λοιπόν τρία πράγματα πρέπει να καλλιεργήσουμε. Την αγάπη προς τον πλησίον, ανεχόμενοι αλλήλων, την αγάπη προς τους εχθρούς, «αγαπάτε τους εχθρούς υμών», «καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς», «προσεύχεσθε υπέρ των επιρρεαζόντων υμίν», «ευλογείτε και μη καταράσθε», «εάν ο εχθρός σου πεινά ψώμιζε αυτόν και αν διψά πότιζε αυτόν», και την αγάπην προς τον Θεόν, το επανατονίζω εξ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας.
Και μη ξεχνάμε ότι ο Θεός άνοιξε τον Παράδεισο, για να μπει μέσα ένας ληστής, όταν εκείνος ομολόγησε και κραύγασε «Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου». Αναγνώρισε την αμαρτωλότητά του. Και ζήτησε το έλεος του Αγίου Θεού. Και η απάντησις του Χριστού πάνω απ’ τον Σταυρόν, αληθώς σοι λέγω, σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω».
Θα χαρίσει και σ’ όλους εμάς τους αμαρτωλούς αυτό που χάρισε στον ληστή. Τον ίδιο Παράδεισο. Αρκεί βέβαια να μετανοήσουμε έμπρακτα.
Η πρώτη αρχή για την αγάπη αυτή που μας ζητάει και την οποία αναλύσαμε, είναι η μετάνοια. Χωρίς μετάνοια δεν καλλιεργείται αγάπη. «Μετανοείτε, ήγγικε η Βασιλεία των Ουρανών», και αυτή η Βασιλεία είναι Βασιλεία αγάπης. Μετανοείτε λοιπόν και η αγάπη του Θεού μέσα στις καρδιές σας, μετανοείτε και ο Παράδεισος θα είναι για πάντοτε δικός σας.
Αυτός λοιπόν ο Παράδεισος και αυτή η αγάπη, και αυτό το Πνεύμα το Άγιον εύχομαι από σήμερα και απ’ αυτή τη στιγμή να γίνει κτήμα στις καρδιές όλων σας, αλλά και σεις όμως να παρακαλάτε, να ικετεύετε τον Θεόν, αυτά τα πράγματα, και η αγάπη και η μετάνοια και ο Παράδεισος, να έρθουν και στις δικές μας καρδιές ημών των ιερέων, των ποιμένων των λογικών προβάτων, των αναξίων αντιπροσώπων Του, και πνευματικών σας πατέρων,

Αμήν

Κυριακή 20 Απριλίου 2003

Ο χαρμόσυνος χαρακτήρας της γιορτής και οι υποχρεώσεις των Χριστιανών



Κυρ.Των Βαΐων 2003

Η Μεγάλη Εβδομάδα χριστιανοί μου έφθασε και για φέτος. Και από σήμερα το βράδυ εισερχόμεθα στο Θείο Δράμα, που ολοκληρώνεται τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλά σφραγίζεται με την Ανάσταση την Κυριακή, Κυριακή πρωί.
Η σημερινή Κυριακή των Βαΐων μαζί με την Κυριακή της Πεντηκοστής είναι αυτές και μόνες που δεν έχουν Αναστάσιμο χαρακτήρα. Σήμερα δεν ψάλαμε κανένα τροπάριο αναστάσιμο, ούτε απολυτίκιο, ούτε είπαμε Εωθινό Ευαγγέλιο, ούτε απαγγείλαμε το «Ανάσταση Χριστού θεασάμενοι».
Η Κυριακή των Βαΐων έχει δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα, πανηγυρικό και χαρμόσυνο. Είναι χαρμόσυνος ο χαρακτήρας διότι αποτελεί καθαρό προμήνυμα της Αναστάσεως. Μας το είπε αυτό και η ευχή που διαβάσαμε στα βάγια το πρωί. Αυτά λοιπόν τα βάγια που θα κρατήσουμε στα χέρια μας, αυτό ακριβώς συμβολίζουν. Τη νίκη κατά του θανάτου δια της Αναστάσεως.
Συμβολίζουν όμως και άλλες δύο νίκες, της νίκης κατά του κακού και της αμαρτίας, και δεύτερον της νίκης εναντίον των δαιμόνων, δια της πίστεως προς τον Χριστόν. Άρα μας λένε οι Πατέρες, τα βάγια είναι σύμβολα αρετών και θείων πράξεων, δηλαδή έργων πίστεως.

Αλλά και το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα όσοι το ακούσαμε, έχει και αυτό χαρακτήρα χαρμόσυνο, τον χαρακτήρα της γιορτής. Δεν διστάζει ο Απόστολος Παύλος μέσα από την φυλακή της Ρώμης, που ήτο φυλακισμένος, να γράψει στους Φιλιππισίους, και να τους προτρέψει «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε», και να συνεχίσει επαναλαμβάνοντας «και πάλιν ερώ χαίρετε». Δηλαδή να χαίρεστε όχι από τις κοσμικές χαρές του κόσμου τούτου της αμαρτίας, αλλά να πλημμυρίζετε από την χαρά που χαρίζει ο Χριστός. Και αυτήν την χαρά να την έχετε πάντοτε.
Αυτό το «πάντοτε» έχει ιδιαιτέρα σημασία για όλους μας, διότι δεν εξαιρεί χρόνους, εποχές και καταστάσεις. Να χαίρεστε όταν σας βάζουν στην φυλακή για την πίστη σας, όπως εμένα, λέγει ο Απόστολος Παύλος, που είμαι αυτή τη στιγμή στη φυλακή, αλλά και όταν είστε ελεύθεροι από πιέσεις και διωγμούς.
Να έχετε την χαρά του Χριστού μέσα σας, όχι μόνο στον πλούτο, αλλά και στην φτώχεια. Χαρά όχι μόνον στα πολλά αγαθά, αλλά και στις στερήσεις. Όχι μόνον όταν είστε γεροί και υγιείς, αλλά και όταν είστε άρρωστοι. Και στον πόνο, και στις θλίψεις και στην αγωνία, να χαίρεστε πάντοτε εν Κυρίω.

Δύσκολα θα μου πείτε, πολύ δύσκολα. Και είναι πράγματι γιατί και το ομολογούμε όλοι μας. Και όμως σε κάποιο άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην Επιστολή του, μας προτρέπει λέγοντας τα εξής: «Πάσαν χαράν ηγήσασθε αδελφοί μου, όταν ποικίλοις περιπέσητε πειρασμοίς». Που σημαίνει «να έχετε μεγάλη χαρά, όταν πέσετε σε διάφορες δοκιμασίες και πειρασμούς της ζωής. «Πάσαν χαράν», δηλαδή μεγάλη χαρά. Και τη χαρά αυτή να την έχετε μαζί με το Χριστό. Αυτά μας είπε ο λόγος του Θεού.
Όλα δύσκολα, όλα βουνά, όλα ακατόρθωτα, έτσι μας φαίνονται. Κι όμως αν πέσουμε στην αγκαλιά του Θεού την Πατρική, τότε τον Σταυρόν μας θα τον πάρει Εκείνος, ο Χριστός και θα μας ξελαφρώσει και θα μας χαρίσει την χαρά της Αναστάσεως.
«Τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί», μας βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος. Ό,τι λοιπόν μας φαίνεται εμάς αδύνατο, είναι δυνατό για Εκείνο. Ό,τι μας φαίνεται άλυτο, μπορεί να το λύσει ο Θεός. Ό,τι ακατόρθωτο, διά μέσου Εκείνου να γίνει κατορθωτό.
«Και πάλιν ερώ χαίρετε». Σας το επαναλαμβάνω πάλιν και πολλάκις να χαίρεστε αλλά εν Κυρίω. Μαζί με τον Κύριο, μαζί με τον Χριστό.

Και συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος στο σημερινό του Αποστολικό του Ανάγνωσμα. «Και πλημμυρισμένοι από τη χαρά του Χριστού να είστε επιεικείς προς όλους τους ανθρώπους, διότι μην το ξεχνάτε, ο Κύριος εγγύς». Αυτό σημαίνει ότι ο Κύριος είναι πολύ κοντά με τον ξαφνικό θάνατό μας, και τότε θα μας κρίνει. Θα έλθει βέβαια και ως δίκαιος Κριτής κατά την Δευτέραν Αυτού Παρουσία, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς, αλλά είναι και «ο Κύριος εγγύς» τη στιγμή του θανάτου μας. Οπότε γίνεται και η πρώτη λεγομένη Κρίσις.
Άρα πρέπει να προσαρμόσουμε τη ζωή μας, προς τις βασικές εντολές του Αγίου Θεού, που με το στόμα σήμερα του Αποστόλου Παύλου, μας συνιστούν τα εξής πράγματα.
«Μηδέν μεριμνάτε» λέγει, και συνεχίζει ο ίδιος, «μη πνίγεσθε στις μέριμνες αυτής της πρόσκαιρης ζωής, αλλά όλα σας τα προβλήματα, μαζί με την μετάνοια και την ευγνωμοσύνη σας, να τα αναφέρετε στην καθημερινή σας προσευχήν προς τον Θεόν. Και τότε η ασύλληπτη για τα ανθρώπινα μυαλά, ειρήνη του Θεού, θα περιφρουρήσει τα αισθήματά σας και τη σκέψη σας από το άγχος και την αγωνία και τους πειρασμούς, και θα σας διατηρεί ενωμένους μαζί με τον Χριστό».
Και αμέσως γράφει και συνιστά, συνεχίζει δηλαδή, «το λοιπόν αδελφοί μου, όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα έφημα, ή τις αρετή και ή τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε». Λοιπόν αδελφοί μου, όσα είναι αληθινά, όσα είναι τίμια και σεβαστά, όσα είναι δίκαια ενώπιον του Αγίου Θεού, όσα είναι αμόλυντα και καθαρά, όσα είναι αγαπητά και ευάρεστα στο Θεό, όσα έχουν και δίδουν, καλή φήμη και αγαθή υπόληψη, κάθε αρετή και κάθε καλό που είναι άξιον επαίνου, αυτά και μόνον να σκέπτεσθε. «Ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».
Και συνεχίζει, «αυτά που μάθατε και παραλάβατε, και ακούσατε από την προφορική μου διδασκαλία, και αυτά που είδατε σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή», προσέξτε, «σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή και συμπεριφορά, αυτά να κάμνετε». Η διαγωγή μας, η ζωή μας και η συμπεριφορά μας, αυτά διδάσκουν. Και όχι τα παχιά τα λόγια. Και «τότε», καταλήγει, «ο Θεός της ειρήνης, ο Θεός της αγάπης, θα είναι πάντοτε μαζί σας».
Άρα λοιπόν μας ενδιαφέρουν οι δύο εκείνες θαυμάσιες προτάσεις, «ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».

Χριστιανοί μου, ζούμε σε έναν κόσμο τελείως διεφθαρμένον, άπιστον, άθεον και κτηνώδη, βρώμικον και τρισάθλιον. Παντού επικρατεί το συμφέρον, η διαβολή, η κακία, η πονηρία, ο πανσεξουαλισμός, η αναρχία, η βλασφημία και μύρια άλλα κακά. Λείπει το παράδειγμα της ζωντανής πίστεως, της αγάπης και της καλοσύνης, και του ταπεινού φρονήματος και της θεοσεβίας, και των άλλων θειοτάτων αρετών από τη ζωή μας. Αυτά λείπουν.
Έτσι δυσκολεύονται οι περισσότεροι από τους χριστιανούς, να εφαρμόσουν τις θεϊκές αυτές προτροπές του Αποστόλου Παύλου. «Ταύτα λογίζετε και ταύτα πράσσετε». Αυτά να σκέπτεσθε και αυτά να κάμνετε. Διότι μόνον αυτά θα μας χαρίσουν και θα εδραιώσουν μέσα μας την ειρήνη.
Και αν δεν έχουμε μέσα μας ειρήνη, ειρήνη στο νου και ειρήνη στην καρδιά, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός της ειρήνης και της αγάπης δεν είναι μαζί μας. Στερούμεθα χάριτος και ευλογίας. Απουσιάζει ο Θεός από μέσα μας. Και δεν είναι μέσα μας ο Θεός και το επαναλαμβάνω, διότι δεν σκεπτόμαστε, και δεν εφαρμόζουμε όλα αυτά τα αληθινά, τα σεμνά, τα δίκαια, τα αγνά, τα ενάρετα, τα αξιέπαινα.
Αλλά τι σκεπτόμαστε; Μήπως το αισχρό και το ανήθικο ή το ηθικό; Τι σκεπτόμεθα; Το καλό ή το κακό; Το ψέμα ή την αλήθεια; Το δίκαιο ή το άδικο; Τι σκεπτόμεθα; Την αρετή ή την κακία; Και ο καθένας μας …

Κυριακή 13 Απριλίου 2003

Η Αρχιερωσύνη του Χριστού και η Ιερωσύνη στην Ορθόδοξη Εκκλησία



Κυρ. Ε' Νηστειών 2003

«Ο Χριστός παραγενόμενος Αρχιερεύς».
Οι φράσεις αυτές χριστιανοί μου, από το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα του Αποστόλου Παύλου, αναφέρονται στην αρχιεροσύνη του Χριστού. Ιερείς και αρχιερείς είναι εκείνα τα πρόσωπα, που προσφέρουν για λογαριασμό των πιστών, για τον λαόν θυσίες. Ή προς τον αληθινόν Θεόν προσφέρονται αυτές οι θυσίες, ή προς τους ψεύτικους θεούς των ειδώλων. Όλες οι θρησκείες, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και των ημερών μας, είχαν και έχουν τους ιερείς των.
Ο χότζας, ο χομεϊνί, ο ιμάμης, ο γκουρού, ο λάμα, ο πάστορας, είναι μερικές από τις ονομασίες που έχουν οι διάφορες θρησκείες για τους ιερείς των. Ακόμα και η μασωνία έχει τους ιερείς της, μυστήρια και τελετές. Και πολύ περισσότερον έχει η σατανολατρεία, με τη μαύρη μαγεία, τα βουντού και τις ανθρωποθυσίες σ’ ολόκληρον τον κόσμον. Επίσης θέλω να σας επισημάνω ότι και τα πάσης φύσεως μέντιουμ μαζί με τους υπνωτιστάς και τα ενδιάμεσα πρόσωπα του πνευματισμού, όλοι τους είναι ιερείς που υπηρετούν τον διάβολον.
Και το ερώτημα : Υπήρχαν ποτέ ιερείς και αρχιερείς του ενός και μόνου αληθινού Θεού; Ασφαλώς υπήρχαν. Υπήρχαν στην Παλαιά Διαθήκη. Χρειάστηκαν όμως αιώνες και αιώνες για να σχηματιστεί με πολύ αργό ρυθμό η μορφή του γενάρχη της πρώτης ιερατικής τάξεως, δηλαδή του Ααρών. Άρα η ιεροσύνη και η αρχιεροσύνη αρχίζει από την εποχή του Μωυσέως. Η αρχαία διήγησις του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης, εκφράζει με δραματικό τρόπο την εκλογή και καθιέρωση της ιεροσύνης, δείτε την Έξοδο, κεφάλαιο ΛΒ, στίχοι 25-29.
Ειδική όμως εντολή του Θεού προς τον Μωυσή για τον αδελφόν του Ααρών, είχε δοθεί πολύ πιο νωρίτερα, όπως αυτό καταφαίνεται πάλι από το βιβλίον της Εξόδου, κεφάλαιον εικοστό ένατο. Τι λέγει ο Θεός στον Μωυσή; Τα εξής: «Θα πάρεις τον αδελφόν σου Ααρών, τάδε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ, μαζί με τους γιούς του, και θα τους λούσεις με νερό. Θα τον ενδύσεις (τον Ααρών), με άμφια και λαμπρό χιτώνα, και θα του βάλεις μήτρα στο κεφάλι με την επιγραφή «Αγίασμα Κυρίου». Θα τον χρήσεις με λάδι, χύνοντάς του πάνω στο κεφάλι, και θα τον βάλεις μπροστά στη σκηνή του μαρτυρίου. Εκεί θα καθαγιάσεις τα χέρια του Ααρών και των υιών του, και θα τα καθιερώσεις στο να τελούν όλες τις θυσίες». Εδώ τελείωσαν οι εντολές του Θεού. – όχι έχομε και άλλο – «Έτσι από σήμερα ο Ααρών, τα παιδιά του και οι απόγονοί τους, θα έχουν σαν έργο αιώνιο να με υπηρετούν ως ιερείς μου». Εδώ τελειώνει, τελειώνουν οι εντολές του Κυρίου.
Επειδή όμως ο Μωυσής και Ααρών ήσαν από την φυλή των Λευΐ, έτσι καθορίστηκε από τον ίδιο τον Θεό, όλοι οι ιερείς και αρχιερείς να προέρχονται από την ίδια αυτή φυλή. Γι’ αυτό και σε πολλά μέρη της πατρίδος μας, ιερείς ονομάζονται και λευΐτες.
Για τη λατρεία δε του Θεού μετά την σκηνή του μαρτυρίου, κατασκευάστηκε πολλά πολλά χρόνια αργότερα ο πρώτος ναός από τον Σολομώντα. Μέσα στο ναό, και δη στα Άγια των Αγίων τα οποία τα εχώριζεν από τον κυρίως ναό ένα καταπέτασμα που εσχίσθηκε από άνωθεν έως κάτω όταν ο Κύριος είπε «Τετέλεσται», σ’ αυτά τα Άγια εφυλάσσοντο κατά πρώτον λόγον, το μάννα που έστελνε κατά καιρούς ο Θεός για να θρέψει τον πεινασμένο λαό στην έρημο εκεί, η βλαστήσασα ράβδος του Ααρών, και οι πλάκες του Νόμου με τις δέκα εντολές που δόθηκαν στο Μωυσή πάνω στο όρος Σινά για δεύτερη φορά. Όλοι οι ιερείς και αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, προσέφεραν στο Θεό διάφορες θυσίες, συνήθως όμως ζώων. Κατά τον τύπον, για τις αμαρτίες τους και για τις δικές τους και για τον λαόν. Ο δε Αρχιερεύς που ήταν και ένας και μόνον ο αυτός για ολόκληρο το έτος, εισήρχετο μία και μόνον φορά το χρόνο μέσα στα Άγια των Αγίων, για να προσφέρει θυμιάματα και θυσίες για όλο το έθνος και για τον εαυτόν του.
Όταν όμως ήλθε ο Χριστός στον κόσμο καταργεί την ιεροσύνη και την αρχιεροσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί; Γιατί ο Χριστός είναι ο νέος και Μέγας Αρχιερεύς, - ο Χριστός είναι Αρχιερεύς, έτσι Τον αγιογραφούμε πολλές φορές στις άγιες εικόνες, όπως υπάρχει και μέσα στο Άγιον Βήμα – που το Αρχιερατικό Του αξίωμα το παίρνει ως Υιός Θεού, κατ’ ευθείαν από τον Θεόν Πατέρα. Ο ίδιος ο Θεός αποφαινόμενος εις τον Υιόν και Λόγον Θεού λέγει: «Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγένηκά σε». Αυτό είναι από τον δεύτερο ψαλμό. Αυτό το «εγώ σήμερον γεγένηκά σε» αναφέρεται στην Σταυρική Του Θυσία. Είναι δηλαδή ο Αρχιερεύς που προσφέρει θυσία τον εαυτόν Του. Έτσι δεν παίρνει την Αρχιεροσύνη Του από το Εβραϊκό έθνος, και μάλιστα από την φυλή του Λευΐ, διότι ως άνθρωπος ήτο Ιουδαίος. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι η Αρχιεροσύνη Του πλέον δεν είναι κατά την τάξιν Ααρών, αλλά κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Όλα αυτά μας ανεφέρθησαν στα Αποστολικά Αναγνώσματα που ακούσαμε και σήμερα ακόμη, τις Κυριακές των Νηστειών, διότι ακριβώς η Προς Εβραίους Επιστολή προς αυτό κατατείνεται.
Σπάζει λοιπόν την συνέχεια της διαδοχής της λευϊτικής αρχιεροσύνης, και εγκαινιάζει μια καινούργια ιεροσύνη όπου εκείνος θα είναι ο πρώτος και Μέγας Αρχιερεύς. Είπαμε ότι ιερείς και αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης πρόσφεραν θυσίες ζώων, μόσχων, δαμάλεων, τράγων, περιστερών και τα λοιπά, το ακούσαμε και στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα.
Ο Χριστός όμως δεν προσέφερε τέτοια θυσία, ποτέ, πρόσφερε θυσία τον ίδιο τον εαυτόν Του, δηλαδή το αναμάρτητο και πανακήρατο Σώμα Του, που δημιουργήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Αυτός ο Χριστός έγινε θύμα, αυτός ιερεύς, αυτός θυσιαστήριον, αυτός Θεός, αυτός άνθρωπος, αυτός βασιλεύς, αυτός αρχιερεύς, αυτός πρόβατον, αυτός αρνίον, τα πάντα εν πάσι υπέρ ημών γενόμενος, βεβαιώνει ο Άγιος Επιφάνιος. Αυτός λοιπόν ο Χριστός και Κύριος, ως Αρχιερεύς, προσφέρει θυσία πάνω στο ξύλον του Σταυρού, και συγχρόνως τον εαυτόν Του, που είναι το προσφερόμενον Εσφαγμένο Αρνίον, ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Είναι δηλαδή ο Προσφέρων και ο Προσφερόμενος. Είναι ο Θυσιάζων, αυτός που θυσιάζει, αλλά και ο Θυσιαζόμενος, και αυτός που θυσιάζεται. Είναι ο Θύτης και ταυτόχρονα το Θύμα. Αυτό θα πει ότι πάνω στο Σταυρό ο Χριστός ιερούργησε σαν ο πιο μεγάλος αλλά και αιώνια δικός μας Αρχιερέας, το μυστήριον της σωτηρίας με το να προσφέρει θυσία τη δική Του ζωή.
Οι ιερείς και οι αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, επειδή ήσαν άνθρωποι αμαρτωλοί είχαν ανάγκη να προσφέρουν τις διάφορες θυσίες και για τις δικές τους προσωπικές αμαρτίες και για το δικό τους εξιλασμό. Ενώ ο Χριστός ήτο ο αναμάρτητος Θεάνθρωπος. Άρα πρόσφερε την καθαροτάτη θυσία και αγία αυτή λυτρωτική θυσία αποκλειστικά και μόνον για το λαό, για όλους τους ανθρώπους, υπέρ του Σύμπαντος κόσμου.
Να λοιπόν η μεγάλη και απροσπέραστη διαφορά της θυσίας των ζώων της Παλαιάς Διαθήκης από την Θυσία του ασπείλου και αμώμου Ιησού Χριστού, του μεγάλου Αρχιερέως της Καινής Διαθήκης, που είναι ο Λυτρωτής του κόσμου, ο λυτρωτής ο δικός σου, ο δικός σου, ο δικός μας, που είναι ο Κύριος και Θεός ημών.
Τα πρόσφεραν αυτές τις θυσίες των τράγων και των μόσχων, που μας είπε το Αποστολικό Ανάγνωσμα, αλλά τα πρόσφεραν για κάποια εξωτερική καθαρότητα τότε, οι ιερείς, για να μπορούν να τελούν τα προς τον Θεόν θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ενώ αντιθέτως η Θυσία του Χριστού – τι μας είπε σήμερα, πως τελείωσε το Ανάγνωσμα, θυμάστε; - «καθαριεί την συνείδησιν ημών από νεκρών έργων, εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι». Η Θυσία δηλαδή του Χριστού, καθαρίζει τη συνείδησή μας πλήρως και τελείως, από τα έργα της αμαρτίας που οδηγούν στον αιώνιον θάνατο της ψυχής και μας δίδει την δυνατότητα να λατρεύομε με καθαρή καρδιά τον Άναρχο και Αιώνιο Θεό.
Και κάτι ακόμα. Οι θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης ήταν, εγίνοντο συνεχώς, ήσαν επαναλαμβανόμενες ενώ η Θυσία του Αρχιερέως Χριστού έγινε μια φορά και μια για πάντα. Εισήλθεν εφάπαξ εις τα Άγια αιώνιον λύτρωσιν εδράμενος. Δηλαδή μια φορά και για πάντα, μπήκε ο Χριστός στα επουράνια, όχι με τα αίματα και τις θυσίες των ζώων αλλά με το δικό Του το Αίμα, το αναμάρτητο, και επέτυχε για όλους εμάς την αιώνια σωτηρία μας. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργούνται στον άνθρωπο οι προϋποθέσεις αποδοχής και πίστεως.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εισέρχεται και η δική μας ιεροσύνη. Η ιεροσύνη λοιπόν της Ορθοδόξου Πίστεως, διδάσκει τις αλήθειες της πίστεως, το έργον και τη Θυσίαν του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, το έργον της Θείας Οικονομίας, διδάσκει την Τριαδικότητα του Θεού, διδάσκει την Θεότητα του Αγίου Πνεύματος, διδάσκει την αειπαρθενίαν της Παναγίας, διδάσκει για τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας, διδάσκει, διδάσκει, διδάσκει, πόσα πράγματα διδάσκει η ιεροσύνη!
Έτσι λοιπόν, κάθε, ο καθένας από μας που πιστεύει, συμμετέχει κατ’ αρχάς στο Άγιον Βάπτισμα, και δια του Αγίου Βαπτίσματος συμμετέχει στο Θάνατο και στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού, στο θάνατο του παλαιού ανθρώπου, την κατάρα που μας άφησε ο Αδάμ με την πτώση του. Στη συνέχεια σφραγίζεται, χαριτώνεται και ενισχύεται ο άνθρωπος με τα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος, δια μέσου του Αγίου Χρίσματος. Κατόπιν τρέφεται και συντηρείται, με την αθάνατη τροφή της Θείας Κοινωνίας, που είναι φάρμακον αθανασίας, φάρμακον αιωνίου ζωής, όπως και μερικοί εξ ημών το λάβαμε σήμερα.
Στην πορεία όμως αυτής της ζωής ο χριστιανός οπωσδήποτε θα λερώσει τον πάλλευκο χιτώνα της ψυχής του και του Βαπτίσματος. Καθαρίζεται όμως αμέσως μέσα στο λουτρό της μετανοίας, μέσα στο μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως, αρκεί να υπάρχει αληθινή μετάνοια.
Όλα αυτά και άλλα πολλά τελούνται και ιερουργούνται από τους ιερείς και αρχιερείς της χριστιανικής Ορθοδόξου πίστεως. Εμείς όμως οι ιερείς, δεν έχομε δική μας ιεροσύνη, αλλά του Μεγάλου Αρχιερέως Χριστού την ιεροσύνη φέρουμε. Μ’ αυτή την ιεροσύνη του Χριστού τελούμε τα μυστήρια, ιερουργούμε τη Θεία Ευχαριστία όπως την κάναμε και προηγουμένως. Σαν ιερείς του Σωτήρος Χριστού δεν προσφέρομε θυσίες τράγων και μόσχων, και πολύ περισσότερο ανθρωποθυσίες, και πολύ περισσότερο θυσίες στο διάβολο, αλλά προσφέρουμε και συνεχίζουμε αναίμακτα τη Σταυρική Θυσία του Γολγοθά και στην οποίαν συμμετέχουμε όλοι μας, δια της Θείας Κοινωνίας.

Χριστιανοί μου, σας είπα μερικά πράγματα περιληπτικά μεν, αλλά όσο μπορούσα πιο κατανοητά διότι είναι και δύσκολα αυτά τα κεφάλαια, πάντως ξεχωρίσαμε τη μία ιεροσύνη από την άλλη, και πολύ περισσότερον τους ιερείς άλλων θρησκειών, και άλλων καταστάσεων και πολύ περισσότερο των δαιμονικών.
Αυτά που αναφέρονται για την αρχιεροσύνη του Χριστού, πολλές φορές είναι απροσπέραστα για τη λογική μας και για τα μυαλά μας, αλλά είπαμε όμως μερικά όπως και τη δική μας διακονία, και τις δικές σας υποχρεώσεις. Το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού συνεχίζεται πάνω στη γη, δια μέσου των αρχιερέων και ιερέων της Νέας Διαθήκης που είναι οι φυσικοί φορείς και οι διάδοχοι των Αποστόλων.
Προσέξτε τώρα κάτι, γιατί γίνονται πολλές παρεξηγήσεις και μας φορτώνετε πράγματα που εμείς δεν έχουμε και δε μας αξίζουν, δε μας ανήκουν μάλλον, κι ύστερα δε μας αξίζουν. Πρώτα δε μας ανήκουν κι ύστερα δε μας αξίζουν. Δεν σώζουν οι ιερείς. Προσέξτε το αυτό. Δεν σώζουν οι ιερείς. Αυτό είναι δόγμα στην Εκκλησία. Διακονούν απλά το έργον του Ιησού Χριστού, που είναι έργον σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους. Μαζί με το λαό σώζεται και ο ιερεύς.
Αδελφοί μου, εγώ μαζί με σας, ε; μαζί με σας σώζουμε και από σας σώζουμε, έχετε ανάγκη της ιεροσύνης που διακονεί τα μυστήρια, αλλά και γω έχω ανάγκη από σας, από τις προσευχές σας. Είθε λοιπόν μαζί σας, να σωθώ και γω ως ανάξιος ιερεύς,

Αμήν