Κυριακή 20 Απριλίου 2003
Ο χαρμόσυνος χαρακτήρας της γιορτής και οι υποχρεώσεις των Χριστιανών
Κυρ.Των Βαΐων 2003
Η Μεγάλη Εβδομάδα χριστιανοί μου έφθασε και για φέτος. Και από σήμερα το βράδυ εισερχόμεθα στο Θείο Δράμα, που ολοκληρώνεται τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλά σφραγίζεται με την Ανάσταση την Κυριακή, Κυριακή πρωί.
Η σημερινή Κυριακή των Βαΐων μαζί με την Κυριακή της Πεντηκοστής είναι αυτές και μόνες που δεν έχουν Αναστάσιμο χαρακτήρα. Σήμερα δεν ψάλαμε κανένα τροπάριο αναστάσιμο, ούτε απολυτίκιο, ούτε είπαμε Εωθινό Ευαγγέλιο, ούτε απαγγείλαμε το «Ανάσταση Χριστού θεασάμενοι».
Η Κυριακή των Βαΐων έχει δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα, πανηγυρικό και χαρμόσυνο. Είναι χαρμόσυνος ο χαρακτήρας διότι αποτελεί καθαρό προμήνυμα της Αναστάσεως. Μας το είπε αυτό και η ευχή που διαβάσαμε στα βάγια το πρωί. Αυτά λοιπόν τα βάγια που θα κρατήσουμε στα χέρια μας, αυτό ακριβώς συμβολίζουν. Τη νίκη κατά του θανάτου δια της Αναστάσεως.
Συμβολίζουν όμως και άλλες δύο νίκες, της νίκης κατά του κακού και της αμαρτίας, και δεύτερον της νίκης εναντίον των δαιμόνων, δια της πίστεως προς τον Χριστόν. Άρα μας λένε οι Πατέρες, τα βάγια είναι σύμβολα αρετών και θείων πράξεων, δηλαδή έργων πίστεως.
Αλλά και το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα όσοι το ακούσαμε, έχει και αυτό χαρακτήρα χαρμόσυνο, τον χαρακτήρα της γιορτής. Δεν διστάζει ο Απόστολος Παύλος μέσα από την φυλακή της Ρώμης, που ήτο φυλακισμένος, να γράψει στους Φιλιππισίους, και να τους προτρέψει «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε», και να συνεχίσει επαναλαμβάνοντας «και πάλιν ερώ χαίρετε». Δηλαδή να χαίρεστε όχι από τις κοσμικές χαρές του κόσμου τούτου της αμαρτίας, αλλά να πλημμυρίζετε από την χαρά που χαρίζει ο Χριστός. Και αυτήν την χαρά να την έχετε πάντοτε.
Αυτό το «πάντοτε» έχει ιδιαιτέρα σημασία για όλους μας, διότι δεν εξαιρεί χρόνους, εποχές και καταστάσεις. Να χαίρεστε όταν σας βάζουν στην φυλακή για την πίστη σας, όπως εμένα, λέγει ο Απόστολος Παύλος, που είμαι αυτή τη στιγμή στη φυλακή, αλλά και όταν είστε ελεύθεροι από πιέσεις και διωγμούς.
Να έχετε την χαρά του Χριστού μέσα σας, όχι μόνο στον πλούτο, αλλά και στην φτώχεια. Χαρά όχι μόνον στα πολλά αγαθά, αλλά και στις στερήσεις. Όχι μόνον όταν είστε γεροί και υγιείς, αλλά και όταν είστε άρρωστοι. Και στον πόνο, και στις θλίψεις και στην αγωνία, να χαίρεστε πάντοτε εν Κυρίω.
Δύσκολα θα μου πείτε, πολύ δύσκολα. Και είναι πράγματι γιατί και το ομολογούμε όλοι μας. Και όμως σε κάποιο άλλο σημείο της Αγίας Γραφής, ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος στην Επιστολή του, μας προτρέπει λέγοντας τα εξής: «Πάσαν χαράν ηγήσασθε αδελφοί μου, όταν ποικίλοις περιπέσητε πειρασμοίς». Που σημαίνει «να έχετε μεγάλη χαρά, όταν πέσετε σε διάφορες δοκιμασίες και πειρασμούς της ζωής. «Πάσαν χαράν», δηλαδή μεγάλη χαρά. Και τη χαρά αυτή να την έχετε μαζί με το Χριστό. Αυτά μας είπε ο λόγος του Θεού.
Όλα δύσκολα, όλα βουνά, όλα ακατόρθωτα, έτσι μας φαίνονται. Κι όμως αν πέσουμε στην αγκαλιά του Θεού την Πατρική, τότε τον Σταυρόν μας θα τον πάρει Εκείνος, ο Χριστός και θα μας ξελαφρώσει και θα μας χαρίσει την χαρά της Αναστάσεως.
«Τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστί», μας βεβαιώνει ο ίδιος ο Κύριος. Ό,τι λοιπόν μας φαίνεται εμάς αδύνατο, είναι δυνατό για Εκείνο. Ό,τι μας φαίνεται άλυτο, μπορεί να το λύσει ο Θεός. Ό,τι ακατόρθωτο, διά μέσου Εκείνου να γίνει κατορθωτό.
«Και πάλιν ερώ χαίρετε». Σας το επαναλαμβάνω πάλιν και πολλάκις να χαίρεστε αλλά εν Κυρίω. Μαζί με τον Κύριο, μαζί με τον Χριστό.
Και συνεχίζει ο Απόστολος Παύλος στο σημερινό του Αποστολικό του Ανάγνωσμα. «Και πλημμυρισμένοι από τη χαρά του Χριστού να είστε επιεικείς προς όλους τους ανθρώπους, διότι μην το ξεχνάτε, ο Κύριος εγγύς». Αυτό σημαίνει ότι ο Κύριος είναι πολύ κοντά με τον ξαφνικό θάνατό μας, και τότε θα μας κρίνει. Θα έλθει βέβαια και ως δίκαιος Κριτής κατά την Δευτέραν Αυτού Παρουσία, για να κρίνει ζώντας και νεκρούς, αλλά είναι και «ο Κύριος εγγύς» τη στιγμή του θανάτου μας. Οπότε γίνεται και η πρώτη λεγομένη Κρίσις.
Άρα πρέπει να προσαρμόσουμε τη ζωή μας, προς τις βασικές εντολές του Αγίου Θεού, που με το στόμα σήμερα του Αποστόλου Παύλου, μας συνιστούν τα εξής πράγματα.
«Μηδέν μεριμνάτε» λέγει, και συνεχίζει ο ίδιος, «μη πνίγεσθε στις μέριμνες αυτής της πρόσκαιρης ζωής, αλλά όλα σας τα προβλήματα, μαζί με την μετάνοια και την ευγνωμοσύνη σας, να τα αναφέρετε στην καθημερινή σας προσευχήν προς τον Θεόν. Και τότε η ασύλληπτη για τα ανθρώπινα μυαλά, ειρήνη του Θεού, θα περιφρουρήσει τα αισθήματά σας και τη σκέψη σας από το άγχος και την αγωνία και τους πειρασμούς, και θα σας διατηρεί ενωμένους μαζί με τον Χριστό».
Και αμέσως γράφει και συνιστά, συνεχίζει δηλαδή, «το λοιπόν αδελφοί μου, όσα εστίν αληθή, όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα αγνά, όσα προσφιλή, όσα έφημα, ή τις αρετή και ή τις έπαινος, ταύτα λογίζεσθε». Λοιπόν αδελφοί μου, όσα είναι αληθινά, όσα είναι τίμια και σεβαστά, όσα είναι δίκαια ενώπιον του Αγίου Θεού, όσα είναι αμόλυντα και καθαρά, όσα είναι αγαπητά και ευάρεστα στο Θεό, όσα έχουν και δίδουν, καλή φήμη και αγαθή υπόληψη, κάθε αρετή και κάθε καλό που είναι άξιον επαίνου, αυτά και μόνον να σκέπτεσθε. «Ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».
Και συνεχίζει, «αυτά που μάθατε και παραλάβατε, και ακούσατε από την προφορική μου διδασκαλία, και αυτά που είδατε σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή», προσέξτε, «σε ολόκληρη την προσωπική μου ζωή και συμπεριφορά, αυτά να κάμνετε». Η διαγωγή μας, η ζωή μας και η συμπεριφορά μας, αυτά διδάσκουν. Και όχι τα παχιά τα λόγια. Και «τότε», καταλήγει, «ο Θεός της ειρήνης, ο Θεός της αγάπης, θα είναι πάντοτε μαζί σας».
Άρα λοιπόν μας ενδιαφέρουν οι δύο εκείνες θαυμάσιες προτάσεις, «ταύτα λογίζεσθε και ταύτα πράσσετε».
Χριστιανοί μου, ζούμε σε έναν κόσμο τελείως διεφθαρμένον, άπιστον, άθεον και κτηνώδη, βρώμικον και τρισάθλιον. Παντού επικρατεί το συμφέρον, η διαβολή, η κακία, η πονηρία, ο πανσεξουαλισμός, η αναρχία, η βλασφημία και μύρια άλλα κακά. Λείπει το παράδειγμα της ζωντανής πίστεως, της αγάπης και της καλοσύνης, και του ταπεινού φρονήματος και της θεοσεβίας, και των άλλων θειοτάτων αρετών από τη ζωή μας. Αυτά λείπουν.
Έτσι δυσκολεύονται οι περισσότεροι από τους χριστιανούς, να εφαρμόσουν τις θεϊκές αυτές προτροπές του Αποστόλου Παύλου. «Ταύτα λογίζετε και ταύτα πράσσετε». Αυτά να σκέπτεσθε και αυτά να κάμνετε. Διότι μόνον αυτά θα μας χαρίσουν και θα εδραιώσουν μέσα μας την ειρήνη.
Και αν δεν έχουμε μέσα μας ειρήνη, ειρήνη στο νου και ειρήνη στην καρδιά, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός της ειρήνης και της αγάπης δεν είναι μαζί μας. Στερούμεθα χάριτος και ευλογίας. Απουσιάζει ο Θεός από μέσα μας. Και δεν είναι μέσα μας ο Θεός και το επαναλαμβάνω, διότι δεν σκεπτόμαστε, και δεν εφαρμόζουμε όλα αυτά τα αληθινά, τα σεμνά, τα δίκαια, τα αγνά, τα ενάρετα, τα αξιέπαινα.
Αλλά τι σκεπτόμαστε; Μήπως το αισχρό και το ανήθικο ή το ηθικό; Τι σκεπτόμεθα; Το καλό ή το κακό; Το ψέμα ή την αλήθεια; Το δίκαιο ή το άδικο; Τι σκεπτόμεθα; Την αρετή ή την κακία; Και ο καθένας μας …
Κυριακή 13 Απριλίου 2003
Η Αρχιερωσύνη του Χριστού και η Ιερωσύνη στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Κυρ. Ε' Νηστειών 2003
«Ο Χριστός παραγενόμενος Αρχιερεύς».
Οι φράσεις αυτές χριστιανοί μου, από το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα του Αποστόλου Παύλου, αναφέρονται στην αρχιεροσύνη του Χριστού. Ιερείς και αρχιερείς είναι εκείνα τα πρόσωπα, που προσφέρουν για λογαριασμό των πιστών, για τον λαόν θυσίες. Ή προς τον αληθινόν Θεόν προσφέρονται αυτές οι θυσίες, ή προς τους ψεύτικους θεούς των ειδώλων. Όλες οι θρησκείες, από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι και των ημερών μας, είχαν και έχουν τους ιερείς των.
Ο χότζας, ο χομεϊνί, ο ιμάμης, ο γκουρού, ο λάμα, ο πάστορας, είναι μερικές από τις ονομασίες που έχουν οι διάφορες θρησκείες για τους ιερείς των. Ακόμα και η μασωνία έχει τους ιερείς της, μυστήρια και τελετές. Και πολύ περισσότερον έχει η σατανολατρεία, με τη μαύρη μαγεία, τα βουντού και τις ανθρωποθυσίες σ’ ολόκληρον τον κόσμον. Επίσης θέλω να σας επισημάνω ότι και τα πάσης φύσεως μέντιουμ μαζί με τους υπνωτιστάς και τα ενδιάμεσα πρόσωπα του πνευματισμού, όλοι τους είναι ιερείς που υπηρετούν τον διάβολον.
Και το ερώτημα : Υπήρχαν ποτέ ιερείς και αρχιερείς του ενός και μόνου αληθινού Θεού; Ασφαλώς υπήρχαν. Υπήρχαν στην Παλαιά Διαθήκη. Χρειάστηκαν όμως αιώνες και αιώνες για να σχηματιστεί με πολύ αργό ρυθμό η μορφή του γενάρχη της πρώτης ιερατικής τάξεως, δηλαδή του Ααρών. Άρα η ιεροσύνη και η αρχιεροσύνη αρχίζει από την εποχή του Μωυσέως. Η αρχαία διήγησις του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης, εκφράζει με δραματικό τρόπο την εκλογή και καθιέρωση της ιεροσύνης, δείτε την Έξοδο, κεφάλαιο ΛΒ, στίχοι 25-29.
Ειδική όμως εντολή του Θεού προς τον Μωυσή για τον αδελφόν του Ααρών, είχε δοθεί πολύ πιο νωρίτερα, όπως αυτό καταφαίνεται πάλι από το βιβλίον της Εξόδου, κεφάλαιον εικοστό ένατο. Τι λέγει ο Θεός στον Μωυσή; Τα εξής: «Θα πάρεις τον αδελφόν σου Ααρών, τάδε λέγει Κύριος Παντοκράτωρ, μαζί με τους γιούς του, και θα τους λούσεις με νερό. Θα τον ενδύσεις (τον Ααρών), με άμφια και λαμπρό χιτώνα, και θα του βάλεις μήτρα στο κεφάλι με την επιγραφή «Αγίασμα Κυρίου». Θα τον χρήσεις με λάδι, χύνοντάς του πάνω στο κεφάλι, και θα τον βάλεις μπροστά στη σκηνή του μαρτυρίου. Εκεί θα καθαγιάσεις τα χέρια του Ααρών και των υιών του, και θα τα καθιερώσεις στο να τελούν όλες τις θυσίες». Εδώ τελείωσαν οι εντολές του Θεού. – όχι έχομε και άλλο – «Έτσι από σήμερα ο Ααρών, τα παιδιά του και οι απόγονοί τους, θα έχουν σαν έργο αιώνιο να με υπηρετούν ως ιερείς μου». Εδώ τελειώνει, τελειώνουν οι εντολές του Κυρίου.
Επειδή όμως ο Μωυσής και Ααρών ήσαν από την φυλή των Λευΐ, έτσι καθορίστηκε από τον ίδιο τον Θεό, όλοι οι ιερείς και αρχιερείς να προέρχονται από την ίδια αυτή φυλή. Γι’ αυτό και σε πολλά μέρη της πατρίδος μας, ιερείς ονομάζονται και λευΐτες.
Για τη λατρεία δε του Θεού μετά την σκηνή του μαρτυρίου, κατασκευάστηκε πολλά πολλά χρόνια αργότερα ο πρώτος ναός από τον Σολομώντα. Μέσα στο ναό, και δη στα Άγια των Αγίων τα οποία τα εχώριζεν από τον κυρίως ναό ένα καταπέτασμα που εσχίσθηκε από άνωθεν έως κάτω όταν ο Κύριος είπε «Τετέλεσται», σ’ αυτά τα Άγια εφυλάσσοντο κατά πρώτον λόγον, το μάννα που έστελνε κατά καιρούς ο Θεός για να θρέψει τον πεινασμένο λαό στην έρημο εκεί, η βλαστήσασα ράβδος του Ααρών, και οι πλάκες του Νόμου με τις δέκα εντολές που δόθηκαν στο Μωυσή πάνω στο όρος Σινά για δεύτερη φορά. Όλοι οι ιερείς και αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, προσέφεραν στο Θεό διάφορες θυσίες, συνήθως όμως ζώων. Κατά τον τύπον, για τις αμαρτίες τους και για τις δικές τους και για τον λαόν. Ο δε Αρχιερεύς που ήταν και ένας και μόνον ο αυτός για ολόκληρο το έτος, εισήρχετο μία και μόνον φορά το χρόνο μέσα στα Άγια των Αγίων, για να προσφέρει θυμιάματα και θυσίες για όλο το έθνος και για τον εαυτόν του.
Όταν όμως ήλθε ο Χριστός στον κόσμο καταργεί την ιεροσύνη και την αρχιεροσύνη της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί; Γιατί ο Χριστός είναι ο νέος και Μέγας Αρχιερεύς, - ο Χριστός είναι Αρχιερεύς, έτσι Τον αγιογραφούμε πολλές φορές στις άγιες εικόνες, όπως υπάρχει και μέσα στο Άγιον Βήμα – που το Αρχιερατικό Του αξίωμα το παίρνει ως Υιός Θεού, κατ’ ευθείαν από τον Θεόν Πατέρα. Ο ίδιος ο Θεός αποφαινόμενος εις τον Υιόν και Λόγον Θεού λέγει: «Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγένηκά σε». Αυτό είναι από τον δεύτερο ψαλμό. Αυτό το «εγώ σήμερον γεγένηκά σε» αναφέρεται στην Σταυρική Του Θυσία. Είναι δηλαδή ο Αρχιερεύς που προσφέρει θυσία τον εαυτόν Του. Έτσι δεν παίρνει την Αρχιεροσύνη Του από το Εβραϊκό έθνος, και μάλιστα από την φυλή του Λευΐ, διότι ως άνθρωπος ήτο Ιουδαίος. Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι η Αρχιεροσύνη Του πλέον δεν είναι κατά την τάξιν Ααρών, αλλά κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Όλα αυτά μας ανεφέρθησαν στα Αποστολικά Αναγνώσματα που ακούσαμε και σήμερα ακόμη, τις Κυριακές των Νηστειών, διότι ακριβώς η Προς Εβραίους Επιστολή προς αυτό κατατείνεται.
Σπάζει λοιπόν την συνέχεια της διαδοχής της λευϊτικής αρχιεροσύνης, και εγκαινιάζει μια καινούργια ιεροσύνη όπου εκείνος θα είναι ο πρώτος και Μέγας Αρχιερεύς. Είπαμε ότι ιερείς και αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης πρόσφεραν θυσίες ζώων, μόσχων, δαμάλεων, τράγων, περιστερών και τα λοιπά, το ακούσαμε και στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα.
Ο Χριστός όμως δεν προσέφερε τέτοια θυσία, ποτέ, πρόσφερε θυσία τον ίδιο τον εαυτόν Του, δηλαδή το αναμάρτητο και πανακήρατο Σώμα Του, που δημιουργήθηκε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Αυτός ο Χριστός έγινε θύμα, αυτός ιερεύς, αυτός θυσιαστήριον, αυτός Θεός, αυτός άνθρωπος, αυτός βασιλεύς, αυτός αρχιερεύς, αυτός πρόβατον, αυτός αρνίον, τα πάντα εν πάσι υπέρ ημών γενόμενος, βεβαιώνει ο Άγιος Επιφάνιος. Αυτός λοιπόν ο Χριστός και Κύριος, ως Αρχιερεύς, προσφέρει θυσία πάνω στο ξύλον του Σταυρού, και συγχρόνως τον εαυτόν Του, που είναι το προσφερόμενον Εσφαγμένο Αρνίον, ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Είναι δηλαδή ο Προσφέρων και ο Προσφερόμενος. Είναι ο Θυσιάζων, αυτός που θυσιάζει, αλλά και ο Θυσιαζόμενος, και αυτός που θυσιάζεται. Είναι ο Θύτης και ταυτόχρονα το Θύμα. Αυτό θα πει ότι πάνω στο Σταυρό ο Χριστός ιερούργησε σαν ο πιο μεγάλος αλλά και αιώνια δικός μας Αρχιερέας, το μυστήριον της σωτηρίας με το να προσφέρει θυσία τη δική Του ζωή.
Οι ιερείς και οι αρχιερείς της Παλαιάς Διαθήκης, επειδή ήσαν άνθρωποι αμαρτωλοί είχαν ανάγκη να προσφέρουν τις διάφορες θυσίες και για τις δικές τους προσωπικές αμαρτίες και για το δικό τους εξιλασμό. Ενώ ο Χριστός ήτο ο αναμάρτητος Θεάνθρωπος. Άρα πρόσφερε την καθαροτάτη θυσία και αγία αυτή λυτρωτική θυσία αποκλειστικά και μόνον για το λαό, για όλους τους ανθρώπους, υπέρ του Σύμπαντος κόσμου.
Να λοιπόν η μεγάλη και απροσπέραστη διαφορά της θυσίας των ζώων της Παλαιάς Διαθήκης από την Θυσία του ασπείλου και αμώμου Ιησού Χριστού, του μεγάλου Αρχιερέως της Καινής Διαθήκης, που είναι ο Λυτρωτής του κόσμου, ο λυτρωτής ο δικός σου, ο δικός σου, ο δικός μας, που είναι ο Κύριος και Θεός ημών.
Τα πρόσφεραν αυτές τις θυσίες των τράγων και των μόσχων, που μας είπε το Αποστολικό Ανάγνωσμα, αλλά τα πρόσφεραν για κάποια εξωτερική καθαρότητα τότε, οι ιερείς, για να μπορούν να τελούν τα προς τον Θεόν θρησκευτικά τους καθήκοντα. Ενώ αντιθέτως η Θυσία του Χριστού – τι μας είπε σήμερα, πως τελείωσε το Ανάγνωσμα, θυμάστε; - «καθαριεί την συνείδησιν ημών από νεκρών έργων, εις το λατρεύειν Θεώ ζώντι». Η Θυσία δηλαδή του Χριστού, καθαρίζει τη συνείδησή μας πλήρως και τελείως, από τα έργα της αμαρτίας που οδηγούν στον αιώνιον θάνατο της ψυχής και μας δίδει την δυνατότητα να λατρεύομε με καθαρή καρδιά τον Άναρχο και Αιώνιο Θεό.
Και κάτι ακόμα. Οι θυσίες της Παλαιάς Διαθήκης ήταν, εγίνοντο συνεχώς, ήσαν επαναλαμβανόμενες ενώ η Θυσία του Αρχιερέως Χριστού έγινε μια φορά και μια για πάντα. Εισήλθεν εφάπαξ εις τα Άγια αιώνιον λύτρωσιν εδράμενος. Δηλαδή μια φορά και για πάντα, μπήκε ο Χριστός στα επουράνια, όχι με τα αίματα και τις θυσίες των ζώων αλλά με το δικό Του το Αίμα, το αναμάρτητο, και επέτυχε για όλους εμάς την αιώνια σωτηρία μας. Αυτό σημαίνει ότι δημιουργούνται στον άνθρωπο οι προϋποθέσεις αποδοχής και πίστεως.
Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εισέρχεται και η δική μας ιεροσύνη. Η ιεροσύνη λοιπόν της Ορθοδόξου Πίστεως, διδάσκει τις αλήθειες της πίστεως, το έργον και τη Θυσίαν του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού, το έργον της Θείας Οικονομίας, διδάσκει την Τριαδικότητα του Θεού, διδάσκει την Θεότητα του Αγίου Πνεύματος, διδάσκει την αειπαρθενίαν της Παναγίας, διδάσκει για τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας μας, διδάσκει, διδάσκει, διδάσκει, πόσα πράγματα διδάσκει η ιεροσύνη!
Έτσι λοιπόν, κάθε, ο καθένας από μας που πιστεύει, συμμετέχει κατ’ αρχάς στο Άγιον Βάπτισμα, και δια του Αγίου Βαπτίσματος συμμετέχει στο Θάνατο και στην Ανάσταση του Ιησού Χριστού, στο θάνατο του παλαιού ανθρώπου, την κατάρα που μας άφησε ο Αδάμ με την πτώση του. Στη συνέχεια σφραγίζεται, χαριτώνεται και ενισχύεται ο άνθρωπος με τα χαρίσματα του αγίου Πνεύματος, δια μέσου του Αγίου Χρίσματος. Κατόπιν τρέφεται και συντηρείται, με την αθάνατη τροφή της Θείας Κοινωνίας, που είναι φάρμακον αθανασίας, φάρμακον αιωνίου ζωής, όπως και μερικοί εξ ημών το λάβαμε σήμερα.
Στην πορεία όμως αυτής της ζωής ο χριστιανός οπωσδήποτε θα λερώσει τον πάλλευκο χιτώνα της ψυχής του και του Βαπτίσματος. Καθαρίζεται όμως αμέσως μέσα στο λουτρό της μετανοίας, μέσα στο μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως, αρκεί να υπάρχει αληθινή μετάνοια.
Όλα αυτά και άλλα πολλά τελούνται και ιερουργούνται από τους ιερείς και αρχιερείς της χριστιανικής Ορθοδόξου πίστεως. Εμείς όμως οι ιερείς, δεν έχομε δική μας ιεροσύνη, αλλά του Μεγάλου Αρχιερέως Χριστού την ιεροσύνη φέρουμε. Μ’ αυτή την ιεροσύνη του Χριστού τελούμε τα μυστήρια, ιερουργούμε τη Θεία Ευχαριστία όπως την κάναμε και προηγουμένως. Σαν ιερείς του Σωτήρος Χριστού δεν προσφέρομε θυσίες τράγων και μόσχων, και πολύ περισσότερο ανθρωποθυσίες, και πολύ περισσότερο θυσίες στο διάβολο, αλλά προσφέρουμε και συνεχίζουμε αναίμακτα τη Σταυρική Θυσία του Γολγοθά και στην οποίαν συμμετέχουμε όλοι μας, δια της Θείας Κοινωνίας.
Χριστιανοί μου, σας είπα μερικά πράγματα περιληπτικά μεν, αλλά όσο μπορούσα πιο κατανοητά διότι είναι και δύσκολα αυτά τα κεφάλαια, πάντως ξεχωρίσαμε τη μία ιεροσύνη από την άλλη, και πολύ περισσότερον τους ιερείς άλλων θρησκειών, και άλλων καταστάσεων και πολύ περισσότερο των δαιμονικών.
Αυτά που αναφέρονται για την αρχιεροσύνη του Χριστού, πολλές φορές είναι απροσπέραστα για τη λογική μας και για τα μυαλά μας, αλλά είπαμε όμως μερικά όπως και τη δική μας διακονία, και τις δικές σας υποχρεώσεις. Το λυτρωτικό έργο του Ιησού Χριστού συνεχίζεται πάνω στη γη, δια μέσου των αρχιερέων και ιερέων της Νέας Διαθήκης που είναι οι φυσικοί φορείς και οι διάδοχοι των Αποστόλων.
Προσέξτε τώρα κάτι, γιατί γίνονται πολλές παρεξηγήσεις και μας φορτώνετε πράγματα που εμείς δεν έχουμε και δε μας αξίζουν, δε μας ανήκουν μάλλον, κι ύστερα δε μας αξίζουν. Πρώτα δε μας ανήκουν κι ύστερα δε μας αξίζουν. Δεν σώζουν οι ιερείς. Προσέξτε το αυτό. Δεν σώζουν οι ιερείς. Αυτό είναι δόγμα στην Εκκλησία. Διακονούν απλά το έργον του Ιησού Χριστού, που είναι έργον σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους. Μαζί με το λαό σώζεται και ο ιερεύς.
Αδελφοί μου, εγώ μαζί με σας, ε; μαζί με σας σώζουμε και από σας σώζουμε, έχετε ανάγκη της ιεροσύνης που διακονεί τα μυστήρια, αλλά και γω έχω ανάγκη από σας, από τις προσευχές σας. Είθε λοιπόν μαζί σας, να σωθώ και γω ως ανάξιος ιερεύς,
Αμήν
Κυριακή 23 Μαρτίου 2003
Η διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου για το άκτιστον φώς και οι δικές μας υποχρεώσεις
178-β
Κυρ. Β' Νηστειών
Σήμερα αδελφοί μου, Δευτέρα Κυριακή των Νηστειών, η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Οσίου πατρός ημών Γρηγορίου του Παλαμά, Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.
Πατερική μορφή του δεκάτου τετάρτου αιώνος. Άγιος της Εκκλησίας μας. Μαχητής της Ορθοδόξου πίστεως και ακλόνητος στύλος των Ορθοδόξων δογμάτων. Αγωνιστής και ομολογητής, νους θεολογικότατος, ή μάλλον υψιπέτης της Θεολογίας.
Ήταν και είναι ο μέγας κήρυξ της Θείας Χάριτος. Είναι αυτός που απέδειξε έμπρακτα ότι το θείον φως της Τριαδικής Θεότητος είναι άκτιστο και όχι κτιστό όπως υπεστήριζε ο αιρετικός και λατινόφρων Βαρλαάμ. Καθοράται δε αυτό το φως από τα μάτια της ψυχής, διά μέσου των ακτίστων ενεργειών του Παναγίου Πνεύματος. Και επιπλέον είναι αυτός που θεμελιώνει και τεκμηριώνει την άθληση της Νοεράς Προσευχής ή για την ακρίβεια της καρδιακής προσευχής, ή της λεγομένης καρδιακής ησυχίας, διότι κατά τον ίδιον Άγιον, ησυχία είναι η νοερή αίσθησις της θείας ουρανίου καλλονής, ή, η κατ’ αίσθησιν νοερά και απλανής ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, μέσα από την διδασκαλία και την πράξη της καρδιακής προσευχής, με την επίκληση που γίνεται με το όνομα του Ιησού Χριστού "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με", προσφέρει αυτόν τον ίδιον τον Χριστόν, μέσα στην καρδιά μας νοερά. Μη σας φαίνεται παράξενο, το βεβαιώνει και ο ίδιος ο Κύριος όταν ομιλεί εξ ονόματος της Αγίας Τριάδος και λέγει ότι «προς αυτόν τον προσευχόμενον νουν, την προσευχομένην και καθαράν καρδίαν, ελευσόμεθα και μονήν παρά αυτώ ποιήσομεν».
Και αλλού επισημαίνεται αγιογραφικά ότι «η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστί».
Αλλά ο Χριστός προσφέρεται όχι μόνος του, αλλά πάντοτε μετά του Θεού Πατρός, και του Αγίου Πνεύματος, ως μία Θεότης, αδιαίρετος και ομοούσιος, εν τρισί προσώποις προσκυνουμένη. Ο Ιησούς Χριστός αδελφοί μου, έχει όνομα, «το υπέρ πάν όνομα, εις το οποίον κάμπτεται παν γόνυ, και επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων».
Από την διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά περί ακτίστου φωτός και καρδιακής νοεράς προσευχής, αποδεχόμαστε ημείς οι Χριστιανοί, που ζούμε και αγωνιζόμαστε μέσα σ’ αυτόν τον κόσμον, τόσα, όσα χωράει η καρδιά μας.
Και πόσα χωράει η καρδιά μας; ίσως με ρωτήσετε.
Αυτό εξαρτάται από τον αγώνα που κάνουμε για να καθαριστούμε από τα πάθη μας τηρώντας τις Ευαγγελικές εντολές και συμμετέχοντες στα Πανάγια Μυστήρια. Και τα μεν μυστήρια, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Ιερά Εξομολόγησις, ενεργούν ανάλογα προς την ενεργουμένη πίστη και τη θέληση που έχουμε γι’ αυτόν τον πνευματικόν αγώνα.
Άλλο να νομίζουμε ότι έχουμε την πίστη και κάνουμε αγώνα και άλλο να τον κάνουμε στην πραγματικότητα. Οι Ευαγγελικές πάλι εντολές προϋποθέτουν την ακριβή τήρησή τους. Αγαπάς τον Θεόν; Τότε και τις εντολές του τηρείς με ακρίβεια, και στα μυστήρια συμμετέχεις. Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε, μας βεβαιώνει και μας παρακαλεί ο ίδιος ο Κύριος.
Τα Πανάγια Μυστήρια και οι Ευαγγελικές εντολές όταν τηρούνται μας οδηγούν στην πίστη και στην αγάπη, στην μετάνοια και την ταπείνωση, στην κάθαρση από τα πάθη. Στο φωτισμό, στην τελείωση, στη θέωση, στον αγιασμό. Και αν αυτά μας φαίνονται αδύνατα και εξωπραγματικά, μερικοί λέει και εξωφρενικά, έρχεται η ζωή των αγίων, μα όλων των αγίων, από του Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου, μέχρι και του τελευταίου των ημερών μας και μας βεβαιώνει ότι «πάντα δυνατά τω πιστεύοντι». Όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει στην παντοδυναμία του Ιησού Χριστού, διότι «αυτός που πιστεύει μένει εν τω Χριστώ, ο Χριστός εν αυτώ, και ούτος φέρει καρπόν πολύν». Και ότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστί».
Όλα είναι δυνατά για τον κάθε χριστιανό, αρκεί να κάμει τον αγώνα εναντίον της αμαρτίας, προστρέχοντας κάθε μέρα στο έλεος και στην αγάπη του Αγίου Θεού, με πολλή προσευχή, με νηστεία των πέντε αισθήσεων και ιδιαιτέρως των ματιών και της γλώσσας, - η σωματική νηστεία εξαρτάται πολύ από την υγεία μας και τις οδηγίες του γιατρού και του εξομολόγου.
Με εγκράτεια πνευματική, με αγόγγυστη υπομονή, και με τόσα άλλα που κατά καιρούς αναλύσαμε και κηρύξαμε. Ο Ευαγγελικός λόγος, ή μάλλον ο λόγος του Θεού, όπως μας προσφέρεται μέσα από την Καινή Διαθήκη, ιδιαίτερα από την Καινή, αλλά και από την διδασκαλίαν των θεοφόρων Πατέρων ημών, και του σημερινού Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δεν σχολιάζεται, αλλά τηρείται και εφαρμόζεται. Δεν κρίνεται η οδός του Χριστού αλλά ακολουθείται. Δεν γογγύζουμε κατά του Θεού λέγοντας ότι ο λόγος του δεν έχει εφαρμογή στις ημέρες μας και στην εποχή μας. Αλλά υποτασσόμεθα σ’ αυτόν τον λόγον, κάνομε απόλυτη υπακοή. Όπως εκείνος «εγένετο υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού», εις τον ουράνιο Πατέρα, έτσι και μείς οφείλομε να κάνομε όλοι μας υπακοή στο λόγο Του, που είναι για μας, ο λόγος Του, η τροφή που μας χορταίνει, το φως που μας φωτίζει, ο δρόμος που μας οδηγεί, η ζωή που μας σώζει.
Ο δε σημερινός Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, θέλει όλους εμάς του χριστιανούς τελείους, αγίους, πεφωτισμένους, για να μπορούμε όπως γράφει να γευθούμε με αίσθηση ψυχής όλον τον προσφερόμενον και μεγαλόπρεπον πλούτον της Θείας Χάριτος. Μια δηλαδή θεϊκή αλλοίωση που περνά και στο κεκαθαρμένο σώμα ως ναόν του Θεού, κατ’ αναλογίαν της ψυχοσωματικής προκοπής του αγωνιζομένου αυτού Ορθοδόξου πιστού χριστιανού.
Αυτή η θεϊκή αλλοίωσις αδελφοί μου, της δεξιάς του Υψίστου, είναι μια ζωντανή πραγματικότητα, που εξάγεται από τον όλον άνθρωπον, ως ευωδία του Αγίου Πνεύματος. Ευωδία του Αγίου Πνεύματος.
Τέτοιον Άγιον εμείς οι ανάξιοι και αμαρτωλοί, και τον αγκίξαμε με τα χέρια μας, τον αγκαλιάσαμε, τον ασπαστήκαμε, εισπνεύσαμε την ευωδιασμένη αναπνοή του, και μας ευλόγησε με τα αγία του χεράκια. Όπως ο μακαριστός πατήρ Σωφρόνιος από το Έσσεξ, όπως ο μακαριστός πατήρ Ιάκωβος ο Τσαλίκης, απ’ τον Όσιο Δαβίδ, και εξακολουθούν να μας ευλογούν από τους ουρανούς.
Και δεν είναι μόνον ένας ή δύο ή τρείς ή πέντε ή δέκα. Υπάρχουν κι άλλοι σήμερα, και άλλοι, και άλλοι πολλοί, αφανείς όμως, άγνωστοι, απλοί, ταπεινοί αλλά μακάριοι.
Και όλοι τους αδελφοί μου είναι μια ζωντανή μαρτυρία, μια ζωντανή ομολογία, μια περιφερομένη ζωντανή αφανής ομολογία. Είναι δηλαδή μια απλανής υπόμνησις της αφθάρτου αιώνιας ζωής στη Βασιλεία του Θεού, πάνω στη γη, δηλαδή στον άνθρωπον.
Αυτά βιώνει ο αληθινός Ορθόδοξος χριστιανός, ο πιστός, ο ομολογητής, ο μάρτυρας, ο αγωνιστής. Και τέτοιους μας θέλει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, η Υπεραγία Θεοτόκος, όλοι οι Άγιοι και ο Πανάγιος Θεός.
Είθε να ακολουθήσουμε πιστά τις άγιες συμβουλές του, το εύχομαι με όλη μου την καρδιά,
Αμην.
Κυριακή 2 Μαρτίου 2003
Δύο θαυμαστές ιστορίες που έχουν άμεση σχέσι με τον θάνατο και την κρίση του Αγίου Θεού
Κυρ. Απόκρεω
Μία από τις μεγάλες ημέρες της Χριστιανοσύνης είναι και η σημερινή Κυριακή, η Κυριακή των Απόκρεων.
Η Εκκλησία μας υπενθυμίζει σε όλους τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, αλλά και σε κείνους οι οποίοι είναι μακράν της πίστεως, ότι θα έλθει η ημέρα της Κρίσεως για να ανταποδώσει ο Θεός την δικαιοσύνην εις τους ανθρώπους. Τους αγαθούς να τους αμείψει. Και τους αμετανοήτους αμαρτωλούς να τιμωρήσει.
Και η τιμωρία θα είναι η Κόλασις αιώνιος, που σημαίνει στέρησις της αγάπης του Αγίου Θεού. Όχι στέρησις της πανταχού παρουσίας, ο Θεός θα είναι πανταχού παρών, ακόμα και σ’ αυτό το οποίον ονομάζεται «Κόλασις αιώνιος». Αλλά η παρουσία του Αγίου εκεί Θεού θα προκαλεί φρίκη και μίσος, του διαβόλου, των δαιμόνων και των ανθρώπων που αγάπησαν τη ζωή της αμαρτίας, ενώ από την άλλη πλευρά οι άνθρωποι, οι ψυχές των χριστιανών, θα ευφραίνονται από την Δόξαν Αυτού.
Όλως συμπτωματικά χτες το βράδυ βρήκα κάποιες σημειώσεις οι οποίες με πληροφόρησαν για το εξής γεγονός:
Πριν από χρόνια βρέθηκα σ’ ένα νοσοκομείο για να εξομολογήσω εκτάκτως έναν ετοιμοθάνατο από καρκίνο.
Και ήτο μόνος εις το θάλαμο, το διπλανό κρεβάτι ήταν άδειο, και έτσι βρεθήκαμε μόνοι μας και μου εξομολογήθηκε τα εξής.
Είμαι εδώ περίπου ένα μήνα, και είχα στο διπλανό κρεβάτι για σύντροφο έναν αρκετά μεγάλον άνθρωπο, γύρω στα ογδόντα χρόνια. Εγώ είμαι σαράντα δύο ετών.
Εκείνος μέσα στους φρικτούς πόνους που είχε, έλεγε συνεχώς «Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός, Δόξα σοι ο Θεός», και έλεγε και διάφορες άλλες προσευχές και ανεπαύετο και ξεκουράζετο και γω δεν ξέρω με ποιόν τρόπον, αντιθέτως δε εγώ αγανακτούσα, όχι μόνον από τους πόνους τους φρικτούς που είχα, αλλά και γιατί έβλεπα αυτόν τον συνασθενή μου να δοξολογεί συνεχώς τον Θεόν.
Και του έλεγα «σκάσε επιτέλους να λές αυτό το «δόξα σοι ο Θεός», δε βλέπεις πως αυτός ο Θεός μας βασανίζει».
«Δεν μας βασανίζει». Απλώς μας καθαρίζει από την βρωμιά. Και αν ησχολήσω με καμία σκληρή δουλειά, όπου τα ρούχα σου και το σώμα σου θα βρωμούσαν κυριολεκτικώς και θα εχρειάζεσο μία σκληρή βούρτσα για να καθαριστείς καλά, και συ και το σώμα σου και τα ρούχα σου, κατά τον ίδιον τρόπον λοιπόν και ο Θεός χρησιμοποιεί, την αρρώστια σαν ευεργετικό καθαρισμό της ψυχής, για να την προετοιμάσει για την Βασιλεία των Ουρανών.»
«Δεν πιστεύω σε τίποτα, ούτε στον Θεόν, ούτε σ’ αυτά τα κολοκύθια που μου λές περί Βασιλείας του Θεού σου».
«Ε, τότε θα περιμένεις να δεις τον τρόπον με τον οποίον εγώ θα αποχωριστώ από το σώμα».
Και η ημέρα αυτή έφτασε. Και θέλησαν μέσα στο νοσοκομείο όπως ήταν και καθήκον τους να βάλλουν ένα παραβάν, - αλλά διαμαρτυρήθηκε ο εν λόγω κύριος του οποίου το όνομα αν δεν απατώμαι ήτο Ξενοφών, και είπε -
«όχι, δεν θέλω (το παραβάν), θέλω να δω πως αυτός ο άνθρωπος θα πεθάνει».
Και πράγματι λοιπόν έφτασε η στιγμή αυτή, την ώρα του θανάτου. Δοξολογούσε συνεχώς τον Θεόν, άρχισε να λέγει τους Χαιρετισμούς, είπε το «Θεοτόκε Παρθένε», σταύρωσε … εσταυρώνετο συνεχώς, έκαμε το σημείον του Σταυρού, σήκωσε για μια στιγμή τα χέρια ψηλά και είπε
«Καλώς τον άγγελόν μου, σε ευχαριστώ που ήρθες, με τόση λαμπρά συνοδεία να πάρεις και να παραλάβεις την ψυχή μου. Σε ευχαριστώ πολύ».
Έκαμε το σημείον του Σταυρού, σηκώθηκε ψηλά, σήκωσε τα χέρια του, ξάπλωσε, τα σταύρωσε και εκοιμήθη.
Και ξαφνικά το δωμάτιο, λέγει, μαρτυρώντας ο Ξενοφών ο ασθενής, ο άπιστος και ο άθεος και βλάσφημος, ότι το δωμάτιο έλαμψε περισσότερο από ότι αν το φώτιζε ένας μεσημεριάτικος ήλιος. Σαν να ήταν δέκα ήλιοι και περισσότερο. Τόσο πολύ φωτίστηκε το δωμάτιο. Για λίγο βέβαια, γιατί έσβησε το φως, ήρθε η φυσική κατάστασις, αλλά το δωμάτιο όμως εκείνο, επλημμύρισε από ευωδία, η οποία σκορπίστηκε σε όλο το διάδρομο, και έτρεχαν οι άλλοι ασθενείς να διαπιστώσουν από πού εξήρχετο αυτή η άρρητος ευωδία.
«Έτσι πάτερ μου επίστευσα, γι’ αυτό και σε φώναξα για να εξομολογηθώ. Αλλά το απόγευμα της ίδια μέρας, τάβαλα με τους δικούς μου, τάβαλα με τον πατέρα μου, με τη μάνα μου, με τα μεγαλύτερα τα αδέλφια μου, με τους συγγενείς και τους φίλους και τους φώναζα και τους έλεγα, γιατί δεν μου μιλήσατε για τον Θεόν. Ότι υπάρχει Θεός και υπάρχει και θάνατος, και κάποτε αυτή η ψυχή θα χωριστεί από το σώμα για να δώσει το λόγο της, γιατί με οδηγούσατε εσείς με τις συμβουλές σας και με τους τρόπους σας, και με την ίδια σας την διαγωγή μέσα στους δρόμους της αμαρτίας, στα καπηλιά και στα κέντρα της διασκεδάσεως, μέσα στην αμαρτία, στην ανηθικότητα, στη βρωμιά, στην κλεψιά, στην απάτη, στο ψέμα, στη συκοφαντία, στην κακία, στην υπερηφάνεια, στην κενοδοξία, στον εγωισμό, στο πείσμα… Γιατί δεν μου διδάξατε την αρετή, γιατί δεν μου διδάξατε την αγάπη, γιατί δεν μου μιλήσατε ποτέ για τον Χριστό, γιατί;
Αλλά το έλεος του Θεού όμως ήτο μεγάλο. Ήτο μεγάλο.
Και η εξομολόγησή του ήτο ειλικρινής, και σε δυο τρείς μέρες που έφυγε από αυτόν εδώ τον κόσμο ο Ξενοφών, εδοξολογούσε και αυτός τον Θεόν και εκοιμήθη ησύχως.
Έτσι πιστεύω ότι και ο μεν και ο δε, μ’ έναν τρόπο ανερμήνευτον που ο Θεός ορίζει, αυτοί θα τύχουν της καλής απολογίας μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού για να ακούσουν τούτα τα λόγια τα οποία ακούσαμε στο σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα. «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην Βασιλεία από καταβολής κόσμου, διότι σεις τηρήσατε τις εντολές μου».
Ο μεν ένας τις τηρούσε από μικρό παιδί, ο δε άλλος τήρησε έμπρακτα την εντολήν της μετανοίας. Διότι άλλωστε αυτό είναι και το κήρυγμα του Κυρίου. «Μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών», και όλα τα ιερά γράμματα της σημερινής ημέρας, ενώ μας υπενθυμίζουν την φοβεράν ημέραν της Κρίσεως, από την άλλη πλευρά μας λένε ότι μοναδική σωτηρία είναι ο Χριστός. Αλλά εις τον Χριστόν ερχόμαστε διά της μετανοίας. Δια της πίστεως, και δια μέσου των Παναγίων Μυστηρίων, της Ιεράς Εξομολογήσεως, της Θείας Ευχαριστίας.
Είπε το Εωθινόν Ευαγγέλιον «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Αλλά αυτός που πιστεύει μετανοεί, ταπεινώνεται, αγαπά, προσέχει τον πλησίον, εκκλησιάζεται, εξομολογείται, τηρεί τις εντολές, καλλιεργεί τις αρετές, και κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να βρίσκεται πιο κοντά εις τον Χριστόν.
Να μην ξεχνάμε ποτέ και αυτό να γίνει διδασκαλία και στα παιδιά μας, καθημερινή διδασκαλία, μια μέρα θα πεθάνουμε, και θα δώσουμε λόγον για τα λόγια μας, για τα έργα μας, για τις σκέψεις μας, για τις επιθυμίες μας, για τις διαθέσεις μας, για τις προθέσεις μας, για αυτά που κρύβει ο νούς, και αυτά που έχει βαθιά μέσα στην καρδιά του ο κάθε άνθρωπος. Διότι Εκείνος βλέπει, είναι «ο τα πάντα ορά», εκείνος που τα βλεπει όλα, αυτός που ετάζει καρδίας και νεφρούς.
Και θυμάμαι και μία άλλη παρόμοια διήγηση την οποίαν ήκουσα πριν από δέκα περίπου ημέρες, όταν ήμουν στην Αριζόνα, από τον γέροντά μου.
Ήτο έτοιμη να κοιμηθεί μια αγία ψυχή, η οποία την τελευταία εβδομάδα πριν αναχωρήσει απ’ αυτόν τον κόσμον, έγινε μοναχή, ή έγγαμος γυνή, με καμιά δεκαριά παιδιά και με αγώνες εξαιρετικά πνευματικούς σε αυτήν εδώ τη ζωή.
Πολλά τα βάσανα, πολλές οι στεναχώριες, πολλές οι πίκρες και οι θλίψεις της ζωής, αλλά ποτέ δε βγήκε, κατά την ομολογίαν του πνευματικού μου, που την εξομολογούσε επί εικοσιτέσσερα χρόνια, κανένα παράπονο από τα χείλη της. Κανένα παράπονο, ποτέ. Και ποτέ δεν ήθελε να κρίνει άνθρωπον, και αυτό ακριβώς εδίδασκε στα παιδιά της και στα εγγόνια της.
«Μην κρίνετε κανέναν άνθρωπον, δεν ξέρετε τι κρύβει στην καρδιά του, να παρακαλείτε μόνο να φωτίζεται και κείνος και σεις. Να έχετε μεταξύ σας αγάπη, να κάμετε το καλόν και το παράδειγμα των γονιών σας και εμού να ακολουθείτε».
Που σημαίνει ότι εγώ ουδέποτε απουσίασα από την εκκλησία. Ουδέποτε έπαψα να προσεύχομαι, πρωί μεσημέρι και βράδυ, ενήστευα κατά το δυνατόν – όταν βέβαια αρρώστησα και αδιαθέτησα φρόντιζα να νηστεύω στις σκέψεις και στους λογισμούς, - και από το χεράκι μου δεν άφηνα ποτέ το κομποσχοινάκι, φωνάζοντας και εκλιπαρώντας το έλεος του Θεού, και λέγοντας "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με".
Έτσι λοιπόν και αυτή όπως και ο προαναφερθείς κύριος που είπα προηγουμένως και αυτή εσηκώθη ολόκληρο το σώμα της, άνοιξε τα χέρια της, καλωσόρισε και αυτή με τη σειρά της τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, τον άγγελο φύλακα της ψυχής της, και τους άλλους αγγέλους και αγίους και παρέδωσε κατά τον ίδιον τρόπον την ψυχήν της.
Και ιδού το γεγονός ίδιο, όμοιο να επαναλαμβάνεται, όπως εγένετο πέρυσι το δύο χιλιάδες ένα, τη Μεγάλη Σαρακοστή, εις την Νέα Υόρκη σε ένα μοναστήρι έξω απ’ αυτήν, να επαναλαμβάνεται αυτό το γεγονός που επαναλήφθη πριν από είκοσι τόσα χρόνια στο νοσοκομείο του Μεταξά. Δηλαδή να φεύγει η ψυχή με προσευχή, να λάμπει ολόκληρο το πρόσωπο, να φωτίζεται το δωμάτιο παρόντων τόσων ανθρώπων, και μοναχών, και άλλων αδελφών, οικείων και συγγενών, και τέκνων και εγγονών, και να εξέρχεται κατόπιν από το στόμα της άρρητος ευωδία.
Αυτή είναι και η καλή και χρηστή απολογία μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού.
Είμαστε έτοιμοι να τη δώσουμε; Είμαστε έτοιμοι; Αν δεν είμαστε ας αρχίσουμε απ’ αυτή τη στιγμή, να λέμε «Χριστέ μου ελέησέ με, γιατί είμαι αμαρτωλός», και ο Θεός να είστε υπερβέβαιοι, θα μας σώσει. Και θα μας κατατάξει εις τα δεξιά Του και το εύχομαι με όλη μου την ψυχή σε όλους σας, και σεις να το εύχεστε σε μας τους ιερείς,
Αμήν.
Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2003
Περί Ιερωσύνης και Θείας Λειτουργίας, Κυριακή της Υπαπαντής 2003
177 γ
πρωϊνό κήρυγμα
Και συνεχίζουμε χριστιανοί μου με το δεύτερο μέρος της προηγούμενης ομιλίας, σήμερα Κυριακή, Υπαπαντή του Κυρίου, 2 Φεβρουαρίου 2003.
Για την Υπαπαντή του Κυρίου έχουμε μιλήσει πολλές φορές, και τονίσαμε ιδιαίτερα τον Άγιο Συμεών το Θεοδόχο, ο οποίος είχε την ειδική ευλογία και χάρη από τον Θεόν, να υποδεχτεί στην αγκαλιά του το Θείο Βρέφος, τότε, ως ιερεύς στο Ναό του Σολομώντος.
Εμάς, δεν μας ενδιαφέρει ο ιερεύς της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά ο ιερεύς της Νέας. Ιερέας και η ιεροσύνη της Νέας Διαθήκης. Ο σημερινός κληρικός παντός βαθμού. Μας ενδιαφέρει ο ιερεύς, που φέρει την ιεροσύνη του Χριστού και είναι διάδοχος των Αποστόλων. Χωρίς την ιεροσύνη, χωρίς τον φτωχό παπά με τα άγια μυστήρια, δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε ένα βήμα στην πνευματική μας ζωή.
Η αγία πείρα και οι μυστικές εμπειρίες αν υπάρχουν από έναν πνευματικό ιερέα ή έναν καταξιωμένο λειτουργό του Υψίστου, είναι αυτές που θα μας οδηγήσουν με ασφάλεια στο δρόμο της σωτηρίας εφόσον βέβαια και μεις κάνουμε υπακοή και εις τον ιερέα, τον πνευματικό, και εις το Άγιον Ευαγγέλιο.
Η ιεροσύνη από μόνη της είναι ένα θαύμα, είναι θαύμα θαυμάτων, που κάνει τον ιερέα φλογερό προφήτη, λειτουργό θεϊκού πυρός, μέσα σ’ έναν κόσμο διεστραμμένο, κακόβουλο, μοχθηρό και άπιστο.
Η Θεία Λειτουργία μεταβάλει τον παππούλη σε άγγελο της Αναστάσεως και ζωής, σε ελπίδα και βεβαιότητα Αναστάσεως μέσα σε αυτήν την φρικτή κοιλάδα του Ιωσαφάτ, των δακρύων και του πόνου, της αμαρτίας και του θανάτου.
Και επειδή τόνισα την λέξη «Ανάσταση», θυμήθηκα τον πατέρα Ιάκωβο, που ευρίσκετο στον Όσιο Δαβίδ Ευβοίας, που είχα την τιμή να γνωρίσω προσωπικά, όπως και ο ίδιος μας διηγείτο, παρουσία της πρεσβυτέρας, του πατρός Λουκά του μοναχού του Φιλοθεΐτου και άλλων επισκεπτών, μας έλεγε λοιπόν για ένα Αναστάσιμο βράδυ που πήγε στη σπηλιά του Αγίου Δαβίδ, για να ψάλει το «Χριστός Ανέστη» με αναμένη την αναστάσιμη λαμπάδα του. Μπήκε μέσα και αμέσως μαζεύτηκαν χιλιάδες σκορπιοί. Πρώτα πρώτα μαύρισαν τη βραχώδη οροφή και στη συνέχεια κάτω στο δάπεδο. Από πάνω έπεφταν κατά εκατοντάδες προς τα κάτω. Μαζεύονταν γύρω του απειλητικοί και παρόλο που ήτο όπως μας είπε λίγο δειλός, πήρε θάρρος, έγινε γίγαντας και διέταξε τους σκορπιούς να παραμερίσουν, να παραμένουν στις θέσεις τους ακίνητοι πλέον, και να θαυμάσουν και αυτοί ως κτίσματα που ήσαν του Αγίου Θεού διά του Λόγου, να θαυμάσουν το «Χριστός Ανέστη». Στην τρίτη φορά που έψαλε το «Χριστός Ανέστη», ανοίχτηκε δρόμος και έφυγε δοξάζοντας τον Θεόν, ενώ από το βάθος της χαράδρας ακούγονταν να απομακρύνονται τα λυσασμένα ουρλιαχτά των δαιμόνων. Είναι αυτός που πολλές φορές είδε τις αμαρτίες των χριστιανών, να βγαίνουν από τα στόματά τους με μορφή φιδιών κατά την διάρκειαν της Ιεράς Εξομολογήσεως. Αυτό το απαίσιο θέαμα το έχουν δει και άλλοι ιερείς καταξιωμένοι εξομολόγοι.
Στον ιερέα χριστιανοί μου ειπώθηκε από τον Απόστολο Παύλο, απευθυνόμενος στον Τιμόθεο «Κήρυξον τον λόγον, επίσθητι, κακοπάθησον, έργον ποίησον Ευαγγελιστού, την ιερατική σου διακονία πληροφόρησον», και άλλα. Σ' αυτόν είπε ο Θεός δια του προφήτου «υιέ ανθρώπου, ως σκοπόν και φύλακα σε κατάστησα επί τον οίκον μου.» Για να στέκεσαι άγρυπνος φύλακας και φρουρός στο λογικό μου ποίμνιο, όπως ο τσομπάνος στα πρόβατά του, και να μην επιτρέπεις ακόμα και με θυσία της ζωής σου, τους βαρείς λύκους να μπουν ανάμεσα στις λογικές ψυχές και καταξεσκίσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία ή με αιρέσεις, ή με κρατικούς νόμους αντιθρησκευτικούς και αντιδογματικούς.
Να αναφερθώ όμως και σε κάποιον άλλον καταξιωμένο κληρικό, άγιο.
Κάποτε μια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί στον πατέρα Γεώργιο Καρσλίδη από τη Σίψα Δράμας, ένα νεοφανή άγιο όπως πιστεύω, τον οποίον είχα την τιμή να γνωρίσω, την ώρα που εξομολογείτο και έλεγε διάφορα, κρατούσε όμως όπως διαπίστωσε απ' τους δισταγμούς της, τα πιο σοβαρά θανάσιμα αμαρτήματα. Γιατί έβλεπε κάποια φιδάκια να βγαίνουν απ' το στόμα της και εν συνεχεία να αποσύρονται πάλι προς τα μέσα. Εκείνη την ώρα παρουσιάστηκε μέσα στο εξομολογητήριο μια ενοχλητική μυίγα. Της λέγει λοιπόν της κυρίας αυτής, η οποία ήτο μορφωμένη γυναίκα, και δασκάλα για κείνη την εποχή.
-«Σκότωσέ τη», είπε στη δασκάλα να σκοτώσει τη μυίγα.
Εκείνη πράγματι τη σκότωσε. Ύστερα της ξαναλέγει επιτακτικά.
-«Τώρα ξαναδώστης ζωή, και να την κάμεις να πετάξει».
-«Μα δε γίνεται αυτό παπά», απάντησε εκείνη, και έκπλήκτη μαζί, «αυτό είναι αδύνατο, τελείως αδύνατο, δε γίνεται πάτερ μου, τι μου λέτε τώρα».
Και ο πατήρ Γεώργιος απάντησε ως εξής.
-«Μα τότε δυστυχισμένη, πώς σκότωσες, πώς σκότωσες εσύ, με τα ίδια σου τα χέρια δια μέσου των εκτρώσεων, τα ίδια σου τα σπλάχνα, μια δυο τρείς, επτά φορές; Μπορείς αυτά να τα ξαναδώσεις ζωή; Με ποιό δικαίωμα τη στέρησες αυτή τη ζωή, και με ποιό δικαίωμα στέρησες αυτά απ' το άγιον Βάτισμα;»
-«Μα δεν μπορούσα να τα ζήσω πάτερ», απάντησε εκείνη, συντετριμμένη και κλαίουσα με το κεφάλι προς τα κάτω.
-«Ε, τότε καλύτερα να τα έπαιρνε ο Θεός με το δικό του τρόπο, παρά που τα σκότωσες εσύ», απάντησε ο πατήρ Γεώργιος, ο Όσιος Γεώργιος και έπεσε βαρύς, πολύ βαρύς ο κανόνας.
Να μείνει ακοινώνητη για είκοσι χρόνια. Δεύτερον, να ντυθεί με κουρέλια, και να ζητιανεύει κάθε καλοκαίρι για δυό μήνες σε επτά χωριά, χωρίς να αφήσει πόρτα ακτύπητη. Και τα λεφτά που θα μαζέψει να τα δώσει στο γηροκομείο της Δράμας, το οποίο για κείνη την εποχή ήτο σε αθλία κατάσταση.
Δεν είναι εξωπραγματικά αυτά. Όποιος θέλει να δει την αγιότητα του αγίου αυτού ανδρός, αλλά και το πόσο αυστηρά εστέκετο, στη συγκεκριμμένη αμαρτία των εκτρώσεων, ή στην αμαρτία της μαγείας, δεν μπορείτε παρά να διαβάσετε το βιβλίο που αναφέρεται στο βίο του.
Σας αναφέρω επίσης άλλα δύο περιστατικά από την αγιότητά του, όπως μας τα περιγράφει η Ευθυμία Ανανιάδου. Και τα δυό αναφέρονται όταν τελούσε Θεία Λειτουργία στο εκκλησάκι του. Στο πρώτο, όταν λειτουργούσε κάποια στιγμή, βγαίνει από το ιερό, από το Άγιον Βήμα, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, τον οποίον ο πατήρ Γεώργιος ευλαβείτο πολύ, και του οποίου το ιερό σκήνωμα όπως είναι γνωστόν, βρίσκεται στη Νέα Καρβάλη, έξω απ' την Καβάλα. Και άρχισε να θυμιατίζει το μικρό ναό, μέσα σε λάμψη πολλή, δορυφορούμενος από αγγέλους, οι οποίοι συνόδευαν και συνέψαλλαν, τις ψάλτριες, τις γυναικούλες εκείνες εκεί, την κυρία Ευγενία και κάποιες άλλες, τη μάνα Ευγενία όπως την έλεγε ο πατήρ Γεώργιος, που έψαλαν εκείνη τη στιγμή το «Άξιον Εστί», διότι το θυμιάτισμα του Γρηγορίου είχε αρχίσει μετά το «Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου». Και έτσι συνόδευαν και συνέψαλλαν οι άγγελοι με τοις ουράνιες αγγελικές φωνούλες τους το «Άξιον Εστί». Τελειώνοντας ο ύμνος, τελείωσε και το θυμιάτισμα του Αγίου Γρηγορίου, έσβησε σιγά σιγά η ολόλαμπρη εκείνη φωτοχυσία, χάθηκαν οι άγγελοι, μπήκε μέσα στο Άγιον Βήμα ο Άγιος Γρηγόριος, και συνήλθε από την κατάπληξη, το θαυμασμό και το δέος, η κυρία Ευθυμία Ανανιάδου, από την φωνή του πατρός Γεωργίου που συνέχισε τις εκφωνήσεις.
Το δεύτερο γεγονός όπως μας το περιγράφει η ίδια, αναφέρεται στο πώς είδε κάποτε, και όχι μια φορά, λειτουργούντα τον πατέρα Γεώργιο λέγοντάς του.
Πάτερ μου ξέρεις τι λάμψη έχεις επάνω σου; Σαν τον ήλιο λάμπεις. Και έτσι φώτιζες και σ' ολόκληρη τη Θεία Λειτουργία.
Την φωτεινότητα και την λαμπρότητα του προσώπου του, την έβλεπαν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι, έστω και αν ήσαν ελάχιστοι. Τότε αυτός απάντησε.
«Παιδί μου, εγώ δεν είμαι άξιος για τέτοια πράγματα. Απλώς στη Θεία Λειτουργία ευρίσκετο ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Το Θείο Φώς του Κυρίου χτυπούσε πάνω μου, και αυτό στη συνέχεια ανταλακλούσε και σε σας».
Και πως μπορεί να μην ήταν παρών ο ίδιος ο Κύριος, αφού το ψωμί και το κρασί μεταβάλλεται σε Σώμα και Αίμα Του; Και προσφέρεται εις όλους μας, εις άφεσιν αμαρτιών, εις ζωήν αιώνιον;
Πράγματι χριστιανοί μου, το Θείο Φώς δεν διέφερε απ' το άκτιστον Θαβώρειον φως της Θείας Μεταμορφώσεως. Έτσι είναι μερικοί από τους λειτουργούς του Υψίστου. Όλοι φως. Ολόκληροι λάμπουν από φως. Άλλωστε υπάρχει και μια μαρτυρία ας το πούμε τρόπον τινά του Κυρίου και παρότρυνσις ταυτόχρονα, η οποία μας λέγει τα εξής. «Υμείς εστέ το φως του κόσμου, ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων». Και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ονομάζει τον κάθε ιερέα λύχνον της Εκκλησίας.
Αυτό το μεγαλείον του φωτεινού υπουργήματος της ιεροσύνης, και την ανυπέρβλητη αξία του ιερέως, μας την παρουσιάζει με κάποιες συγκρίσεις ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός λέγοντας. Αν συναντήσεις στο δρόμο σου έναν βασιλιά και έναν φτωχό παπά, που μπορεί και τα ράσα του να είναι μπαλωμένα, πρώτα θα τρέξεις και θα φιλήσεις το χέρι του παπά, κι ύστερα θα χαιρετήσεις τον βασιλιά. Κι αν συναντήσεις έναν ιερέα μαζί μ' έναν άγγελο, πρώτα θα φιλήσεις και θα ασπασθείς το χέρι του ιερέως, και ύστερα το του αγγέλου. Αυτό που κάνει ο ιερεύς, δεν το κάνουν όλοι οι άγγελοι μαζί. Εγώ αισθάνομαι την ανάγκη, συνεχίζει ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μα και το χρέος, σα συναντήσω κάποιον ιερέα, χωρίς να εξετάσω ποιός είναι, να σκύψω, να του φιλήσω και τα δυό του τα χέρια, και να τον παρακαλέσω να ικετεύσει το Θεό για τις αμαρτίες μου. Να τον παρακαλέσω ακόμα να με μνημονεύει σε κάθε Θεία Λειτουργία, διότι όλος ο κόσμος να υψώσει τα χέρια και να παρακαλέσει τον Θεόν, δεν μπορούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όσο άγιοι και αν είναι, να κάμουν μια Θεία Λειτουργία και να τελειώσουν τα Άχραντα Μυστήρια. Ενώ ένας ιερέας, ακόμα και ο πιό αμαρτωλός, μπορεί να τα τελειώσει πάντοτε, με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πήρε στη χειροτονία.
Αυτά μας είπε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και νομίζω ότι τα τόνισα και γω, στην αρχή του πρώτου κηρύγματος.
Μπορεί ένας ιερεύς να είναι αμαρτωλός, αλλά αυτός συγχωρεί των ανθρώπων τις αμαρτίες, και «όσα ιερεύς κάποτε τελεί εκ των άνωθεν ο Θεός επικαιρεί», επισημαίνει ο Ιερός Χρυσόστομος. Έτσι αναβαπτίζει τους χριστιανούς στη μετάνοια, και τους εισάγει πάλι στον Παράδεισο. Είναι δούλος. Και δούλου μορφήν φέρει, αλλ’ ο Κύριος του ουρανούς και της γής, ο Κύριος ο Παντοκράτωρ, ο Θεός Λόγος, τον υπακούει στις αγιαστικές του πράξεις.
Το ακούσαμε καλά αυτό; Δηλαδή κάνει ο Θεός υπακοή στον ιερέα;
Ναι κάνει. Διότι όταν λέγει ο ιερεύς «Κύριε αγίασον το ύδωρ τούτο», Κύριος ο Θεός το αγιάζει. Και όταν του λέγει «κάμε αυτό το ψωμί Σώμα Σου, και αυτό τα κρασί Αίμα Σου», ο Κύριος το κάνει. Και όταν του λέγει «στεφάνωσον αυτόν τον άνδρα μ' αυτή τη γυναίκα», ο Κύριος κάνει υπακοή και τους στεφανώνει. Το ίδιο συμβαίνει και στα υπόλοιπα των αγίων μυστηρίων.
Χριστιανοί μου, ο ιερεύς, δεν είναι ο νεκροθάφτης, που κουβαλά τους νεκρούς ανθρώπους και τους θάβει στη μητέρα γή, αλλά ο καλός Σαμαρείτης, ο παιδαγωγός εις Χριστόν, ο αναμορφωτής των ψυχών, ο προφήτης, ο Απόστολος, ο Ευαγγελιστής, ο Μέγας θεόπτης. Είναι εκείνος που οδηγεί ως καλός ποιμένας τα λογικά του πρόβατα στην ουράνια ποίμνη, βάζοντας σε κίνδυνο και την ψυχή του ακόμη, υπέρ των προβάτων. Είναι εκείνος που παίρνει τις ψυχές και δια μέσου των αγίων μυστηρίων τις εισάγει στην Βασιλεία των Ουρανών. Είθε να δώσει ο Πανάγιος Θεός διά μέσου των ευσεβών ιερέων, των λειτουργών του, που δεν λείπουν ακόμα και στις ημέρες μας, να αξιώνει όλους εμάς να μπούμε στον Παράδεισο και με την προσωπική μας μετάνοια, με τα έργα της μετανοίας μας, με τη συντριβή μας, με την υπακοή μας στο άγιον θέλημά Του, με τη φλογερή μας πίστη, και με την ελπίδα στη Σταυρική Του Θυσία
Αμήν
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)