Η νεοβαπτισθείσα
Την Μεγάλη Παρασκευή, πριν από την Ακολουθία ήρθε μια Βοριοηπειρώτισσα, περίπου ήταν 19 ετών για να εξομολογηθεί.
Αυτή κοινώνησε και είχε βαπτισθεί το Νοέμβριο μήνα, πριν από τα Χριστούγεννα, εκεί αρχάς Δεκεμβρίου.
Της είπαν, λοιπόν, της είπε η νονά της ότι για να κοινωνήσεις τώρα το Πάσχα, πρέπει να
εξομολογηθείς!
Kαι τι είναι αυτό; Δεν ήξερε.
Την έφεραν εδώ, τη ρώτησα, λοιπόν, πως αισθάνθηκες το Αγιον Βάπτισμα;
Μου λέει ότι μόλις βγήκα από την κολυμβήθρα άστραψε ο τόπος και γέμισε από ένα φως λευκό, πανάλευκο.
Δεν τα έλεγε έτσι γιατί και οι λέξεις που χρησιμοποιούσε ήταν πολύ σπασμένες ελληνικές αλλά φρόντισα και τη βοηθούσα και επιβεβαίωνε αυτό που έλεγα ότι όντως αυτό ήταν φως αστραφτερό, πολύ λαμπρό και γέμισε όλο το ναό.
Δεν ξέρει από πού ξεπήδησε, από πού βγήκε αλλά μόλις βγήκε από την κολυμβήθρα.
Και μου είπε και το εξής θαυμαστό:
Ο ιερεύς πήρε τα ρούχα από μέσα κάτι τα έκανε, λέει, πάνω στην κολυμβήθρα και κάτι είπε και ύστερα έψαλλε και κάτι.
Λέει:
- Μπορείτε να μου πείτε τι ακριβώς ήταν;
Λέω:
- Υπενδύεται η δούλη του Θεού στο ονομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,
και ύστερα λέω έψαλλε κάτι:
- Χιτών αντιπαράσχου φωτεινόν ο αναβαλλόμενος φως εις ιμάτιον.
- Τι; Τότε εγώ μέσα μου είπα: Μα αυτό εδώ τώρα το φόρεσα. Ενα φόρεμα ολόλευκο που την κάλυψε ολόκληρη, φως πανάλευκο που έγινε και χιτώνας φωτεινός.
Ο αββάς Αγάθωνας
Τι έγινε με τον αββά Αγάθωνα;
Πάνε, λέει, μια φορά για να τον πειράξουν.
- Αββά σε κατηγορούν ότι είσαι κλέφτης.
- Ε, είμαι, είμαι, κλέβω.
- Ναι, αλλά σε κατηγορούν, όμως, ότι είσαι και σκληρός, ότι είσαι ψεύτης, ότι είσαι υπερήφανος.
- Είμαι, ο πατέρας, είμαι, είμαι. Τέτοιος είμαι και χειρότερος είμαι.
- Ναι, αλλά σε κατηγορούν όμως ότι είσαι και πόρνος. Κατεβαίνεις κάτω στην Αλεξάνδρεια για να πουλήσεις τα πανέρια και ύστερα πας, τα λεφτά τα τρως με κακές γυναίκες.
- Είμαι, είμαι, Πατέρες, τέτοιος είμαι και χειρότερος. Κάντε μου ευχή να με συγχωρέσει ο Θεός.
- Σε κατηγορούν όμως ότι είσαι και αιρετικός.
- Α, αιρετικός δεν είμαι. Αμαρτωλός είμαι, παλιάνθρωπος είμαι, πόρνος είμαι, ότι θέλετε είμαι, αιρετικός δεν είμαι.
Νομίζω ότι αυτό μόνον λέει πολλά.
Το πετραχείλι που δεν καιγόταν
Κάποτε, πριν από χρόνια, ένας παπικός πήγε στο Αγιον Ορος και ήρθε σε μίαλεκτική διαμάχη για το ποιος έχει δίκιο.
Αλλά ου με πείσεις καν με πείσεις, όπως γίνεται με κάθε φανατισμένο.
Τα χωρία τα οποία απέδειξε ο ιερεύς ιερομόναχος ήταν ατράνταχτα, δείχνοντας τη διαδοχή και την ανόθευτη τήρηση της διδασκαλίας από την εποχή των Αποστόλων μέχρι και των ημερών μας.
Θύμωσε αυτός, νευρίασε λοιπόν και λέει:
- Για να αποδείξουμε ποιος έχει δίκιο να ανάψουμε μια φωτιά και να μπούμε μέσα, να δούμε ποιος
θα καεί.
Η απάντησις βέβαια του ιερομονάχου, του ορθοδόξου ιερέως και ιερομονάχου, του Αγιορείτου, ήτο ότι:
- Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου αλλά αφού το θέλεις δεν θα σου χαλάσουμε το χατήρι.
Ανάβουν μια φωτιά αλλά ο παπικός δείλιασε γιατί το είπε έτσι επίτηδες, φαίνεται μην τυχόν και ετρόμαζε ο ορθόδοξος μπροστά στην πυρά εκείνη τη μεγάλη.
Και υπαναχώρησε βέβαια και θέλησε να φύγει ντροπιασμένος.
- Στάσου, του λέει, ένα λεπτό. Κοίταξε να δεις.
Και τι έκανε;
- Χριστέ μου, λέει, δείξε του την αλήθεια.
Και δεν μπήκε μέσα στη φωτιά.
Εβγαλε το πετραχείλι του και το πέταξε μέσα στη φωτιά.
Η φωτιά έκαιγε για δύο ώρες και το πετραχείλι ακέραιο.
Την Μεγάλη Παρασκευή, πριν από την Ακολουθία ήρθε μια Βοριοηπειρώτισσα, περίπου ήταν 19 ετών για να εξομολογηθεί.
Αυτή κοινώνησε και είχε βαπτισθεί το Νοέμβριο μήνα, πριν από τα Χριστούγεννα, εκεί αρχάς Δεκεμβρίου.
Της είπαν, λοιπόν, της είπε η νονά της ότι για να κοινωνήσεις τώρα το Πάσχα, πρέπει να
εξομολογηθείς!
Kαι τι είναι αυτό; Δεν ήξερε.
Την έφεραν εδώ, τη ρώτησα, λοιπόν, πως αισθάνθηκες το Αγιον Βάπτισμα;
Μου λέει ότι μόλις βγήκα από την κολυμβήθρα άστραψε ο τόπος και γέμισε από ένα φως λευκό, πανάλευκο.
Δεν τα έλεγε έτσι γιατί και οι λέξεις που χρησιμοποιούσε ήταν πολύ σπασμένες ελληνικές αλλά φρόντισα και τη βοηθούσα και επιβεβαίωνε αυτό που έλεγα ότι όντως αυτό ήταν φως αστραφτερό, πολύ λαμπρό και γέμισε όλο το ναό.
Δεν ξέρει από πού ξεπήδησε, από πού βγήκε αλλά μόλις βγήκε από την κολυμβήθρα.
Και μου είπε και το εξής θαυμαστό:
Ο ιερεύς πήρε τα ρούχα από μέσα κάτι τα έκανε, λέει, πάνω στην κολυμβήθρα και κάτι είπε και ύστερα έψαλλε και κάτι.
Λέει:
- Μπορείτε να μου πείτε τι ακριβώς ήταν;
Λέω:
- Υπενδύεται η δούλη του Θεού στο ονομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,
και ύστερα λέω έψαλλε κάτι:
- Χιτών αντιπαράσχου φωτεινόν ο αναβαλλόμενος φως εις ιμάτιον.
- Τι; Τότε εγώ μέσα μου είπα: Μα αυτό εδώ τώρα το φόρεσα. Ενα φόρεμα ολόλευκο που την κάλυψε ολόκληρη, φως πανάλευκο που έγινε και χιτώνας φωτεινός.
Ο αββάς Αγάθωνας
Τι έγινε με τον αββά Αγάθωνα;
Πάνε, λέει, μια φορά για να τον πειράξουν.
- Αββά σε κατηγορούν ότι είσαι κλέφτης.
- Ε, είμαι, είμαι, κλέβω.
- Ναι, αλλά σε κατηγορούν, όμως, ότι είσαι και σκληρός, ότι είσαι ψεύτης, ότι είσαι υπερήφανος.
- Είμαι, ο πατέρας, είμαι, είμαι. Τέτοιος είμαι και χειρότερος είμαι.
- Ναι, αλλά σε κατηγορούν όμως ότι είσαι και πόρνος. Κατεβαίνεις κάτω στην Αλεξάνδρεια για να πουλήσεις τα πανέρια και ύστερα πας, τα λεφτά τα τρως με κακές γυναίκες.
- Είμαι, είμαι, Πατέρες, τέτοιος είμαι και χειρότερος. Κάντε μου ευχή να με συγχωρέσει ο Θεός.
- Σε κατηγορούν όμως ότι είσαι και αιρετικός.
- Α, αιρετικός δεν είμαι. Αμαρτωλός είμαι, παλιάνθρωπος είμαι, πόρνος είμαι, ότι θέλετε είμαι, αιρετικός δεν είμαι.
Νομίζω ότι αυτό μόνον λέει πολλά.
Το πετραχείλι που δεν καιγόταν
Κάποτε, πριν από χρόνια, ένας παπικός πήγε στο Αγιον Ορος και ήρθε σε μίαλεκτική διαμάχη για το ποιος έχει δίκιο.
Αλλά ου με πείσεις καν με πείσεις, όπως γίνεται με κάθε φανατισμένο.
Τα χωρία τα οποία απέδειξε ο ιερεύς ιερομόναχος ήταν ατράνταχτα, δείχνοντας τη διαδοχή και την ανόθευτη τήρηση της διδασκαλίας από την εποχή των Αποστόλων μέχρι και των ημερών μας.
Θύμωσε αυτός, νευρίασε λοιπόν και λέει:
- Για να αποδείξουμε ποιος έχει δίκιο να ανάψουμε μια φωτιά και να μπούμε μέσα, να δούμε ποιος
θα καεί.
Η απάντησις βέβαια του ιερομονάχου, του ορθοδόξου ιερέως και ιερομονάχου, του Αγιορείτου, ήτο ότι:
- Ουκ εκπειράσεις Κύριον τον Θεόν σου αλλά αφού το θέλεις δεν θα σου χαλάσουμε το χατήρι.
Ανάβουν μια φωτιά αλλά ο παπικός δείλιασε γιατί το είπε έτσι επίτηδες, φαίνεται μην τυχόν και ετρόμαζε ο ορθόδοξος μπροστά στην πυρά εκείνη τη μεγάλη.
Και υπαναχώρησε βέβαια και θέλησε να φύγει ντροπιασμένος.
- Στάσου, του λέει, ένα λεπτό. Κοίταξε να δεις.
Και τι έκανε;
- Χριστέ μου, λέει, δείξε του την αλήθεια.
Και δεν μπήκε μέσα στη φωτιά.
Εβγαλε το πετραχείλι του και το πέταξε μέσα στη φωτιά.
Η φωτιά έκαιγε για δύο ώρες και το πετραχείλι ακέραιο.