Η δύναμη της ευχής, από το βιβλίο "Νηπτική Θεωρία"
Κάποιος μοναχός, αδελφοί μου, αποκαλούμενος Απελπισμένος, στο βιβλίο "Νηπτική Θεωρία", διηγείται δήθεν για κάποιον άλλο ότι ήρθε την ώρα που προσηύχετο με την ευχούλα, με το "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με", σε έκσταση και βλέπει ένα άπειρο πλήθος από δαίμονες, σαν τον άμμο της θαλάσσης ήσαν, τόσοι πολλοί, να του επιτίθενται γεμάτοι λύσσα.
Οι διαθέσεις τους ήσαν φονικές.
Από όλα τα μέρη, αγριεμένοι φοβερά, ορμούσαν εναντίον του για να τον κατασπαράξουν.
Συνήλθε τρομαγμένος και έντρομος τρέχει προς την Εκκλησία.
- Πού θα καταφύγω; αναρωτήθηκε μες στον λογισμό του. Πού αλλού παρά στο φρικτό Γολγοθά, στην Αγία Τράπεζα, όπου καθημερινά με δάκρυα και με συντριβή ιερουργώ τα Πανάχραντα
Μυστήρια. Θα πέσω λοιπόν εκεί στα πόδια του Χριστού και της γλυκυτάτης Παναχράντου μητρός Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Εχοντας αυτά στο νου και στο λογισμό του, τρέχοντας φτάνει στο Ναό.
Μπαίνοντας μέσα, βλέπει τον Κύριο και την Θεοτόκο στις εικόνες του Τέμπλου σαν ζωντανούς με βασιλική δόξα.
Το Θείο πρόσωπο του Κυρίου είχε μια ανέκφραστη ωραιότητα και άστραφτε πιο δυνατά και από τον ήλιο.
Ολο το εκκλησάκι ήταν λουσμένο από την θεϊκή Του ακτινοβολία.
Τα πάντα εστολίζονταν λαμπροφόρα, οι κανδήλες, τα κεράκια, τα λίγα στασίδια, τα αναλόγια των ψαλτών, ο μικρός πολυέλαιος που ήταν κρεμασμένος από πάνω, το μικρό Δεσποτικό, το Αγιον Βήμα, η Αγία Τράπεζα, τα άμφια, τα εξαπτέρυγα, η Αγία Πρόθεσις.
Τα πάντα ήσαν ολόλαμπρα, γεμάτα φως και δόξα και προπαντός βέβαια οι αγιογραφίες, οι τοιχογραφίες, γύρω γύρω μέσα στο Ναό.
Παρούσα λοιπόν και λαμπροφορεμένη και δεδοξασμένη η θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Ο μοναχός εκείνος, ο ιερεύς και ασκητής δεν μπόρεσε να ξανακοιτάξει το Πρόσωπον της Τρισηλίου δόξης του Κυρίου, μόνο προσκύνησε.
Αγγιξε ή δεν άγγιξε το προτεινόμενο χέρι του Κυρίου για ασπασμό.
Με φόβο τώρα λοιπόν πλησιάζει στην εικόνα της Παναγίας, ασπάζεται το παρθενικό της χέρι, πάνω στην εικόνα και τολμά να την κοιτάξει στο πρόσωπον.
Στην αγία της αγκαλιά είδε το θείον βρέφος, καθισμένο σαν σε θρόνο χερουβεικό και ήταν τόσο ταιριαστό το θεϊκό αυτό σύμπλεγμα όσο η ομορφιά και η ευωδεία σε έναν πανάλευκο κρίνο ή σε ένα
μπουκέτο από μυρωμένα τριαντάφυλλα.
Η ομορφιά και η ευωδεία.
Η Θεοτόκος κοίταζε τον ιερέα με άπειρη γλυκύτητα και με τόση πραότητα ώστε εκείνος πήρε θάρρος και ρώτησε:
- Παναγία μου, γλυκειά μου Παναγία και μητέρα του Ιησού μου, πώς θα γλυτώσω από
τους δαίμονες που με κυνηγούν;
Και η απάντησις:
- Με το όνομα του Υιού μου και με το όνομα το δικό μου θα νικάς και θα εξολοθρεύεις τους δαίμονες, απάντησε η Θεοτόκος.
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον με.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Υπεραγία Θεοτόκε βοήθοι μοι.
Και εδώ μέσα στο Ναό, και στο κελλάκι και έξω και εργαζόμενος και ησυχάζων, παντού και
πάντοτε, το όνομα του Υιού μου και το όνομα το δικό μου.
Ο μοναχός ιερεύς έκανε μια στρωτή μετάνοια και βγήκε έξω από το εκκλησάκι και φώναξε με όλη του τη δύναμη:
- Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με. Θεοτόκε Παρθένε, Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία. Και αμέσως οι ανίσχυροι, οι αδύνατοι, οι δειλοί δαίμονες εξαφανίστηκαν όλοι από μπροστά του ως αστραπή.
Παραδείγματα Επισκόπων που δεν επέτρεψαν σε βασιλείς να εισέλθουν σε Ναό.
Η εκκλησιαστική ιστορία αναφέρει συγκινητικά παραδείγματα τέτοιων Επισκόπων.
Θα αναφέρουμε τρεις:
Ο πρώτος ήταν στην Αντιόχεια.
Οταν ο βασιλεύς υπέπεσε σε θανάσιμο αμάρτημα και ήθελε την ημέρα της γιορτής να μπει στον Ναό, ο τότε Επίσκοπος της Αντιοχείας, ο Αγιος Βαβίλας, τον εμπόδισε να μπει μέσα.
Του είπε πως αν ειλικρινά μετανοήσει και εκτελέσει τον κανόνα της μετανοίας του, τότε μονάχα θα μπει.
Επρεπε δηλαδή να κάνει, τι του είπε, δημόσια δήλωση της αμαρτίας του, ακούτε τι ζήτησε, δημόσια δήλωση της αμαρτίας του, να ομολογήσει τη μετάνοιά του, να δεχθεί τον κανόνα του.
Για αυτό ή θα καθόταν στο Νάρθηκα όλοι που ήσαν υπό κανόνα, ας ήταν βασιλιάς, εκεί στο Νάρθηκα, ή θα έφευγε.
Εκείνη την ημέρα μέσα δεν θα έμπαινε στο Ναό.
Και ο βασιλεύς, μετά το Χριστός Ανέστη, που ειπώθηκε έξω, μάζεψε την ακολουθία του και σηκώθηκε και έφυγε.
Καλά του έκανε.
Ποιος Επίσκοπος και ποιος Ιερεύς το κάνει σήμερα; Κανένας.
Δεύτερο παράδειγμα.
Το έχουμε από τον Αγιο Αμβρόσιο, Επίσκοπο Μεδιολάνων, που δεν επέτρεψε στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου τον Θεοδόσιο τον Μέγα να μπει μέσα στο Ναό, γιατί είχε διατάξει το φόνο χιλιάδων ανθρώπων στη Θεσαλλονίκη.
Είναι γνωστό αυτό ιστορικώς.
Επρεπε να κάνει δημόσια δήλωση της μετανοίας, να πάρει τον κανόνα του και ύστερα να μπει μέσα στο Ναό του Θεού.
Και το τρίτο παράδειγμα.
Είναι από τον Μέγα Φώτιο, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, που δεν επέτρεψε στον αυτοκράτορα Φωκά να εισέλθει στο Ναό της Αγίας Σοφίας γιατί είχε σκοτώσει τον προκάτοχό του για να του πάρει τον θρόνο.
Μόλις λοιπόν ανακηρύχθηκε βασιλεύς, θέλησε να μπει στο Ναό της του Θεού Σοφίας.
Βγήκε ο Μέγας Φώτιος στην είσοδο του Ναού, όσοι έχετε πάει στην Αγία Σοφία θα ξέρετε, εγώ δεν πήγα, δεν ξέρω πως είναι ο Ναός, πρώτα του λέει έμπρακτη μετάνοια και ομολογία εδώ, μπροστά στο Ναό, σε όλον τον κόσμο, ύστερα ο κανόνας και ύστερα θα εισέλθεις ως αυτοκράτορας στο Ναό της του Θεού Σοφίας.
Το ίδιο ασφαλώς θα έκαναν και άλλοι και Ιερείς και Επίσκοποι ζηλωταί οπωσδήποτε.
Σήμερα τι γίνεται;
Τίποτα απολύτως.
Ο Αγιος Λουκιανός - Το στήθος του Αγία Τράπεζα
Ο Αγιος μάρτυς Λουκιανός επρόκειτο να πεθάνει μαρτυρικά για την πίστη του Χριστού την αγία.
Ητο ήδη φυλακισμένος.
Ναός στη φυλακή δεν υπήρχε αλλά και δεν μπορούσε να μετακινηθεί, όχι μόνο γιατί ήταν δεμένος με αλυσίδες αλλά και γιατί την προηγουμένη μέρα είχε βασανιστεί σκληρά για να υποκύψει και να δηλώσει ότι προσκυνά τα είδωλα και αρνείται τον Χριστόν.
Οπως ήτο λοιπόν καταπληγιασμένος, ξαπλωμένος κάτω, δεμένος με τις αλυσίδες, και επειδή ήτο Ιερεύς ετέλεσε ο ίδιος πάνω στο στήθος του, μέσα σε φρικτούς και δυνατούς πόνους τη φρικτοτάτη θυσία της Θείας Λειτουργίας χρησιμοποιώντας βέβαια τον Αρτον και τον Οίνον που τους έφεραν κρυφά σαν Τίμια Δώρα εκεί στη φυλακή.
Στη φυλακή όμως δεν ήταν μόνος.
Υπήρχαν και άλλοι χριστιανοί, υποψήφιοι και αυτοί μάρτυρες και μελλοθάνατοι για τον Χριστόν.
Ολοι μαζί έκαναν έναν κύκλο γύρω από τον Αγιο Λουκιανό σε σχήμα Ναού και Αγγέλων και Αγίων και κάλυπταν έτσι από πάνω το μάρτυρα αλλά και σαν ασφάλεια για να μην πάρουν είδηση οι δήμιοι και οι δεσμοφύλακες ειδωλολάτρες τα τελούμενα της Θείας Λειτουργίας.
Φύλαξαν δηλαδή το μεγάλο Μυστήριον, το φύλαξαν από τα βέβηλα μάτια των ειδωλολατρών.
Σκεφθείτε σεβασμός.
Τι έγινε εκείνη τη στιγμή με τον Αγιο Λουκιανό και για εκείνους που ήσαν παρόντες!
Να είχαμε μάτια να μπορούσαμε να το δούμε!
Να είχαμε μάτια να μπορούσαμε να το δούμε!
Ενας Ιερεύς για χρόνια παρακαλούσε τον Αγιο Λουκιανό που έφερε το όνομά του, ο Πατήρ Λουκιανός:
- Δείξε μου τι γινόταν, τι έγινε εκείνη την ημέρα, εκείνη τη στιγμή.
Και όταν λοιπόν τον ρωτούσαμε:
- Σας έδειξε; Δεν απαντούσε ούτε ναι, ούτε όχι. Φαίνεται ότι κάτι του έδειξε.
Οι παλάμες των Διακόνων Αγία Τράπεζα
Δεύτερο παράδειγμα.
Ο Αγιος Θεοδώρητος μας πληροφορεί τα εξής για τον Αγιο ερημίτη τον Μάρις, τον Αγιο Μάρις:
Οταν ύστερα από 38 ολόκληρα χρόνια έγκλειστον βίον και σκληρών ασκήσεων, θέλησε να λειτουργηθεί - δεν είχε λειτουργηθεί 38 χρόνια - και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων - 38 χρόνια χωρίς Θεία Κοινωνία , χωρίς Θεία Λειτουργία εκουσίως.
Αυτήν του την επιθυμία την είπε στον Αγιο Θεοδώρητο όταν τον επισκέφθηκε και άνοιξε την πόρτα την έγκλειστον για να δεχθεί επισκέπτες δέχθηκε σαν πρώτο επισκέπτη τον Αγιο Θεοδώρητο που είχε πάει να τον επισκεφθεί μαζί με δύο Διακόνους του υποταχτικούς.
Και του είπε ότι:
- Θέλω να τελεστεί η Θεία Λειτουργία και να κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων. Αύριο με καλεί ο Κύριος.
Τότε εκείνος ευθύς αμέσως και πρόθυμα ετέλεσε την κοσμοσωτήριον Θείαν Λειτουργίαν χρησιμοποιώντας για Αγία Τράπεζα, τι λέτε; τα χέρια, τις απλωμένες παλάμες των δύο Διακόνων. Φρικτός Γολγοθάς και νοητόν θυσιαστήριον τα χέρια και οι παλάμες των δύο Διακόνων.
Δόξα τη μακροθυμία Σου, Κύριε.
Βέβαια αυτές είναι μια δυο εξαιρέσεις που γίνονται κάθε χίλια χρόνια αλλά απαραίτητες όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.
Η Αγία Τράπεζα λοιπόν και το Αντιμήνσιον και τα στήθη των μαρτύρων και οι παλάμες των Ιερών Διακόνων.
Το όραμα του Αγίου Ερμά
Ο Αποστολικός Πατέρας Ερμάς στο βιβλίο του όπου λέγεται Ποιμήν μας περιγράφει μιαν οπτασία την οποία είδε ο ίδιος.
Είναι Αποστολικός Πατήρ, μαθητής των Αποστόλων.
Εξι νεαρά παλικάρια που βοηθούνται όμως και από πολλούς άλλους χτίζουν όλοι μαζί έναν τεράστιο πύργο πάνω στα νερά μιας μεγάλης περίεργης λίμνης.
Το χτίσιμο του πύργου γίνεται μόνον από πέτρες αλλά είναι τόσο τέλειο το χτίσιμο ώστε να μη διακρίνονται οι αρμοί, τα χωρίσματα, οι ενώσεις της μιας πέτρας με την άλλη.
Τόσο τέλειο είναι το χτίσιμο.
Τότε παρουσιάζεται η επιβλητική μορφή μιας σεβαστής κυρίας που του λέει του Αποστολικού Πατρός Ερμά:
- Ο πύργος που βλέπεις να χτίζεται είμαι εγώ η Εκκλησία. Χτίζεται δε επάνω στα νερά γιατί η ζωή μας, η ψυχή μας, σώθηκε και θα σώζεται πάντοτε με τα νερά του Αγίου Βαπτίσματος. Διότι μέσα από
το Αγιον Βάπτισμα περνά η σωστική χάρις που απορρέει από τη Σταυρική Θυσία του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, συμμετέχοντας έτσι στην τριήμερη ταφή και Ανάσταση του Κυρίου, όποιος δηλαδή
βαπτίζεται. Οι έξι νεαροί είναι οι Αγιοι Αγγελοι και οι πέτρες είναι οι Απόστολοι και οι διάδοχοι των Αποστόλων, σεις οι Αποστολικοί Πατέρες και οι διάδοχοί σας, οι Επίσκοποι, οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι όλων των αιώνων μέχρι της συντελείας που έζησαν και που θα ζήσουν σεμνά και ορθά, που υπηρέτησαν με πίστη πολλή τον Ευαγγελικό Λόγο και διακόνησαν με αγάπη και φόβο το λαό του Θεού. Αλλοι ζούνε ακόμα, άλλοι έχουν κοιμηθεί και θα έρθουν και άλλοι και άλλοι και άλλοι... μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
Οι πάντες και τα πάντα είχαν αρμονία μεταξύ τους, ήσαν σύμφωνοι και ειρήνευαν.
Και η μεγαλόπρεπος σεβαστή κυρία, δηλαδή η Εκκλησία ρώτησε:
- Εως πότε;
Δηλαδή έως πότε θα υπάρχει αυτή η αρμονία και η συμφωνία μεταξύ τους;
Και εξαφανίστηκε.
Το θείον όραμα του Αγίου Ερμά χάθηκε και ο Αποστολικός Πατήρ συνήλθε.
Το έργον της οικοδομής συνεχίζεται αλλά με πολλά πολλά εμπόδια.
Το όραμα του Νικολάου Πρωτοπαππά
Προχθές κάναμε την αγρυπνία της Αγίας Αικατερίνης.
Ο συλλειτουργός, Πατήρ Δημήτριος, μου διηγήθηκε το εξής γεγονός το οποίον το άκουσε ο ίδιος με τα αυτιά του, το είπε σε μένα και εγώ του υποσχέθηκα να το πω σε σας.
Κάποιος Ιερομόναχος ονόματι, θα πούμε το όνομά του, βρίσκεται στη ζωή ο άνθρωπος, μπορείτε να τον ρωτήσετε, πατήρ Νικόλαος Πρωτοπαππάς, διευθυντής στην Εκκλησιαστική Σχολή της Τήνου και για ένα διάστημα διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ισως ορισμένοι να τον έχετε ακούσει.
Είχε ένα δώρο, μια ευλογία από τον Επίσκοπο που τον χειροτόνησε, τον μακαριστό και αείμνηστο Νικόλαο Χαλκίδος.
Ποια ήταν η ευλογία;
Ενα κομποσχοίνι των 100.
- Να το έχεις, του λέει, τυλιγμένο στο χέρι σου. Και όταν θυμάσαι ή όταν έχεις δυσκολίες και για απλή προσευχή θα το κρατάς και συνεχώς θα λέγεις την ευχούλα: Κύριε Ιησού Χριστέ
ελέησον με.
Αυτό ήταν κατοστάρι και το είχε τυλιγμένο έτσι.
Ετσι και έκαμε.
Ενα βράδυ, λοιπόν, ξυπνάει απότομα με την αίσθηση της παρουσίας κάποιου μέσα στο δωμάτιο.
Ανοίγει τα μάτια του και τρομαγμένος λοιπόν βλέπει ένα γίγαντα μέχρι το ταβάνι ψηλά, φοβερός, με μάτια που πετούσαν φλόγες.
Του λέει λοιπόν αγριεμένος:
- Αν το βγάλεις αυτό από το χέρι σου που μου ρουφά το αίμα σαν τη βδέλα.
Να το επαναλάβω;
που μου ρουφάει το αίμα σαν τη βδέλα εγώ θα σε κάμω Δεσπότη.
Και συγχρόνως βέβαια του δείχνει το κομποσχοίνι που ήταν τυλιγμένο στον καρπό.
Με αυτό κοιμόταν.
Και εξαφανίστηκε.
Ο Πατήρ Νικόλαος δεν το έβγαλε λένε από το χέρι του και Δεσπότης δεν έγινε μέχρι σήμερα.
Αυτή η δαιμονική οπτασία στον Πατέρα Νικόλαο τα λέει όλα.
Είναι η πλέον αποστομωτική απάντηση σε όλους εκείνους κληρικούς και λαϊκούς που πολεμούν ή κοροϊδεύουν το κομποσχοίνι και την ευχούλα.
Στον ανώνυμο ησυχαστή η ίδια Υπεραγία Θεοτόκος συνιστά το πανάγιον όνομα του Υιού της σαν το πλέον τρομερό όπλο κατά των δαιμόνων.
Ερχεται τώρα και η οπτασία του Πατρός Νικολάου, στις ημέρες μας αυτό, να την επιβεβαιώσει.
Το ένα επιβεβαιώνει το άλλο.
Παντού λοιπόν και πάντοτε μέρα και νύχτα και ιδιαιτέρως μέσα στη Θεία Λειτουργία μην παύσετε μυστικά να βοάτε, και στη Θεία Λειτουργία μυστικά, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, Ιησού μου έλεος, Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Να προσεύχεσθε λοιπόν, να προσεύχεσθε, να προσεύχεσθε, να προσεύχεσθε και για μένα.
Το έχω μεγάλη ανάγκη.
Αμήν.
Κάποιος μοναχός, αδελφοί μου, αποκαλούμενος Απελπισμένος, στο βιβλίο "Νηπτική Θεωρία", διηγείται δήθεν για κάποιον άλλο ότι ήρθε την ώρα που προσηύχετο με την ευχούλα, με το "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με", σε έκσταση και βλέπει ένα άπειρο πλήθος από δαίμονες, σαν τον άμμο της θαλάσσης ήσαν, τόσοι πολλοί, να του επιτίθενται γεμάτοι λύσσα.
Οι διαθέσεις τους ήσαν φονικές.
Από όλα τα μέρη, αγριεμένοι φοβερά, ορμούσαν εναντίον του για να τον κατασπαράξουν.
Συνήλθε τρομαγμένος και έντρομος τρέχει προς την Εκκλησία.
- Πού θα καταφύγω; αναρωτήθηκε μες στον λογισμό του. Πού αλλού παρά στο φρικτό Γολγοθά, στην Αγία Τράπεζα, όπου καθημερινά με δάκρυα και με συντριβή ιερουργώ τα Πανάχραντα
Μυστήρια. Θα πέσω λοιπόν εκεί στα πόδια του Χριστού και της γλυκυτάτης Παναχράντου μητρός Του, της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Εχοντας αυτά στο νου και στο λογισμό του, τρέχοντας φτάνει στο Ναό.
Μπαίνοντας μέσα, βλέπει τον Κύριο και την Θεοτόκο στις εικόνες του Τέμπλου σαν ζωντανούς με βασιλική δόξα.
Το Θείο πρόσωπο του Κυρίου είχε μια ανέκφραστη ωραιότητα και άστραφτε πιο δυνατά και από τον ήλιο.
Ολο το εκκλησάκι ήταν λουσμένο από την θεϊκή Του ακτινοβολία.
Τα πάντα εστολίζονταν λαμπροφόρα, οι κανδήλες, τα κεράκια, τα λίγα στασίδια, τα αναλόγια των ψαλτών, ο μικρός πολυέλαιος που ήταν κρεμασμένος από πάνω, το μικρό Δεσποτικό, το Αγιον Βήμα, η Αγία Τράπεζα, τα άμφια, τα εξαπτέρυγα, η Αγία Πρόθεσις.
Τα πάντα ήσαν ολόλαμπρα, γεμάτα φως και δόξα και προπαντός βέβαια οι αγιογραφίες, οι τοιχογραφίες, γύρω γύρω μέσα στο Ναό.
Παρούσα λοιπόν και λαμπροφορεμένη και δεδοξασμένη η θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Ο μοναχός εκείνος, ο ιερεύς και ασκητής δεν μπόρεσε να ξανακοιτάξει το Πρόσωπον της Τρισηλίου δόξης του Κυρίου, μόνο προσκύνησε.
Αγγιξε ή δεν άγγιξε το προτεινόμενο χέρι του Κυρίου για ασπασμό.
Με φόβο τώρα λοιπόν πλησιάζει στην εικόνα της Παναγίας, ασπάζεται το παρθενικό της χέρι, πάνω στην εικόνα και τολμά να την κοιτάξει στο πρόσωπον.
Στην αγία της αγκαλιά είδε το θείον βρέφος, καθισμένο σαν σε θρόνο χερουβεικό και ήταν τόσο ταιριαστό το θεϊκό αυτό σύμπλεγμα όσο η ομορφιά και η ευωδεία σε έναν πανάλευκο κρίνο ή σε ένα
μπουκέτο από μυρωμένα τριαντάφυλλα.
Η ομορφιά και η ευωδεία.
Η Θεοτόκος κοίταζε τον ιερέα με άπειρη γλυκύτητα και με τόση πραότητα ώστε εκείνος πήρε θάρρος και ρώτησε:
- Παναγία μου, γλυκειά μου Παναγία και μητέρα του Ιησού μου, πώς θα γλυτώσω από
τους δαίμονες που με κυνηγούν;
Και η απάντησις:
- Με το όνομα του Υιού μου και με το όνομα το δικό μου θα νικάς και θα εξολοθρεύεις τους δαίμονες, απάντησε η Θεοτόκος.
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον με.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Υπεραγία Θεοτόκε βοήθοι μοι.
Και εδώ μέσα στο Ναό, και στο κελλάκι και έξω και εργαζόμενος και ησυχάζων, παντού και
πάντοτε, το όνομα του Υιού μου και το όνομα το δικό μου.
Ο μοναχός ιερεύς έκανε μια στρωτή μετάνοια και βγήκε έξω από το εκκλησάκι και φώναξε με όλη του τη δύναμη:
- Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με. Θεοτόκε Παρθένε, Χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία. Και αμέσως οι ανίσχυροι, οι αδύνατοι, οι δειλοί δαίμονες εξαφανίστηκαν όλοι από μπροστά του ως αστραπή.
Παραδείγματα Επισκόπων που δεν επέτρεψαν σε βασιλείς να εισέλθουν σε Ναό.
Η εκκλησιαστική ιστορία αναφέρει συγκινητικά παραδείγματα τέτοιων Επισκόπων.
Θα αναφέρουμε τρεις:
Ο πρώτος ήταν στην Αντιόχεια.
Οταν ο βασιλεύς υπέπεσε σε θανάσιμο αμάρτημα και ήθελε την ημέρα της γιορτής να μπει στον Ναό, ο τότε Επίσκοπος της Αντιοχείας, ο Αγιος Βαβίλας, τον εμπόδισε να μπει μέσα.
Του είπε πως αν ειλικρινά μετανοήσει και εκτελέσει τον κανόνα της μετανοίας του, τότε μονάχα θα μπει.
Επρεπε δηλαδή να κάνει, τι του είπε, δημόσια δήλωση της αμαρτίας του, ακούτε τι ζήτησε, δημόσια δήλωση της αμαρτίας του, να ομολογήσει τη μετάνοιά του, να δεχθεί τον κανόνα του.
Για αυτό ή θα καθόταν στο Νάρθηκα όλοι που ήσαν υπό κανόνα, ας ήταν βασιλιάς, εκεί στο Νάρθηκα, ή θα έφευγε.
Εκείνη την ημέρα μέσα δεν θα έμπαινε στο Ναό.
Και ο βασιλεύς, μετά το Χριστός Ανέστη, που ειπώθηκε έξω, μάζεψε την ακολουθία του και σηκώθηκε και έφυγε.
Καλά του έκανε.
Ποιος Επίσκοπος και ποιος Ιερεύς το κάνει σήμερα; Κανένας.
Δεύτερο παράδειγμα.
Το έχουμε από τον Αγιο Αμβρόσιο, Επίσκοπο Μεδιολάνων, που δεν επέτρεψε στον αυτοκράτορα του Βυζαντίου τον Θεοδόσιο τον Μέγα να μπει μέσα στο Ναό, γιατί είχε διατάξει το φόνο χιλιάδων ανθρώπων στη Θεσαλλονίκη.
Είναι γνωστό αυτό ιστορικώς.
Επρεπε να κάνει δημόσια δήλωση της μετανοίας, να πάρει τον κανόνα του και ύστερα να μπει μέσα στο Ναό του Θεού.
Και το τρίτο παράδειγμα.
Είναι από τον Μέγα Φώτιο, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, που δεν επέτρεψε στον αυτοκράτορα Φωκά να εισέλθει στο Ναό της Αγίας Σοφίας γιατί είχε σκοτώσει τον προκάτοχό του για να του πάρει τον θρόνο.
Μόλις λοιπόν ανακηρύχθηκε βασιλεύς, θέλησε να μπει στο Ναό της του Θεού Σοφίας.
Βγήκε ο Μέγας Φώτιος στην είσοδο του Ναού, όσοι έχετε πάει στην Αγία Σοφία θα ξέρετε, εγώ δεν πήγα, δεν ξέρω πως είναι ο Ναός, πρώτα του λέει έμπρακτη μετάνοια και ομολογία εδώ, μπροστά στο Ναό, σε όλον τον κόσμο, ύστερα ο κανόνας και ύστερα θα εισέλθεις ως αυτοκράτορας στο Ναό της του Θεού Σοφίας.
Το ίδιο ασφαλώς θα έκαναν και άλλοι και Ιερείς και Επίσκοποι ζηλωταί οπωσδήποτε.
Σήμερα τι γίνεται;
Τίποτα απολύτως.
Ο Αγιος Λουκιανός - Το στήθος του Αγία Τράπεζα
Ο Αγιος μάρτυς Λουκιανός επρόκειτο να πεθάνει μαρτυρικά για την πίστη του Χριστού την αγία.
Ητο ήδη φυλακισμένος.
Ναός στη φυλακή δεν υπήρχε αλλά και δεν μπορούσε να μετακινηθεί, όχι μόνο γιατί ήταν δεμένος με αλυσίδες αλλά και γιατί την προηγουμένη μέρα είχε βασανιστεί σκληρά για να υποκύψει και να δηλώσει ότι προσκυνά τα είδωλα και αρνείται τον Χριστόν.
Οπως ήτο λοιπόν καταπληγιασμένος, ξαπλωμένος κάτω, δεμένος με τις αλυσίδες, και επειδή ήτο Ιερεύς ετέλεσε ο ίδιος πάνω στο στήθος του, μέσα σε φρικτούς και δυνατούς πόνους τη φρικτοτάτη θυσία της Θείας Λειτουργίας χρησιμοποιώντας βέβαια τον Αρτον και τον Οίνον που τους έφεραν κρυφά σαν Τίμια Δώρα εκεί στη φυλακή.
Στη φυλακή όμως δεν ήταν μόνος.
Υπήρχαν και άλλοι χριστιανοί, υποψήφιοι και αυτοί μάρτυρες και μελλοθάνατοι για τον Χριστόν.
Ολοι μαζί έκαναν έναν κύκλο γύρω από τον Αγιο Λουκιανό σε σχήμα Ναού και Αγγέλων και Αγίων και κάλυπταν έτσι από πάνω το μάρτυρα αλλά και σαν ασφάλεια για να μην πάρουν είδηση οι δήμιοι και οι δεσμοφύλακες ειδωλολάτρες τα τελούμενα της Θείας Λειτουργίας.
Φύλαξαν δηλαδή το μεγάλο Μυστήριον, το φύλαξαν από τα βέβηλα μάτια των ειδωλολατρών.
Σκεφθείτε σεβασμός.
Τι έγινε εκείνη τη στιγμή με τον Αγιο Λουκιανό και για εκείνους που ήσαν παρόντες!
Να είχαμε μάτια να μπορούσαμε να το δούμε!
Να είχαμε μάτια να μπορούσαμε να το δούμε!
Ενας Ιερεύς για χρόνια παρακαλούσε τον Αγιο Λουκιανό που έφερε το όνομά του, ο Πατήρ Λουκιανός:
- Δείξε μου τι γινόταν, τι έγινε εκείνη την ημέρα, εκείνη τη στιγμή.
Και όταν λοιπόν τον ρωτούσαμε:
- Σας έδειξε; Δεν απαντούσε ούτε ναι, ούτε όχι. Φαίνεται ότι κάτι του έδειξε.
Οι παλάμες των Διακόνων Αγία Τράπεζα
Δεύτερο παράδειγμα.
Ο Αγιος Θεοδώρητος μας πληροφορεί τα εξής για τον Αγιο ερημίτη τον Μάρις, τον Αγιο Μάρις:
Οταν ύστερα από 38 ολόκληρα χρόνια έγκλειστον βίον και σκληρών ασκήσεων, θέλησε να λειτουργηθεί - δεν είχε λειτουργηθεί 38 χρόνια - και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων - 38 χρόνια χωρίς Θεία Κοινωνία , χωρίς Θεία Λειτουργία εκουσίως.
Αυτήν του την επιθυμία την είπε στον Αγιο Θεοδώρητο όταν τον επισκέφθηκε και άνοιξε την πόρτα την έγκλειστον για να δεχθεί επισκέπτες δέχθηκε σαν πρώτο επισκέπτη τον Αγιο Θεοδώρητο που είχε πάει να τον επισκεφθεί μαζί με δύο Διακόνους του υποταχτικούς.
Και του είπε ότι:
- Θέλω να τελεστεί η Θεία Λειτουργία και να κοινωνήσω των Αχράντων Μυστηρίων. Αύριο με καλεί ο Κύριος.
Τότε εκείνος ευθύς αμέσως και πρόθυμα ετέλεσε την κοσμοσωτήριον Θείαν Λειτουργίαν χρησιμοποιώντας για Αγία Τράπεζα, τι λέτε; τα χέρια, τις απλωμένες παλάμες των δύο Διακόνων. Φρικτός Γολγοθάς και νοητόν θυσιαστήριον τα χέρια και οι παλάμες των δύο Διακόνων.
Δόξα τη μακροθυμία Σου, Κύριε.
Βέβαια αυτές είναι μια δυο εξαιρέσεις που γίνονται κάθε χίλια χρόνια αλλά απαραίτητες όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.
Η Αγία Τράπεζα λοιπόν και το Αντιμήνσιον και τα στήθη των μαρτύρων και οι παλάμες των Ιερών Διακόνων.
Το όραμα του Αγίου Ερμά
Ο Αποστολικός Πατέρας Ερμάς στο βιβλίο του όπου λέγεται Ποιμήν μας περιγράφει μιαν οπτασία την οποία είδε ο ίδιος.
Είναι Αποστολικός Πατήρ, μαθητής των Αποστόλων.
Εξι νεαρά παλικάρια που βοηθούνται όμως και από πολλούς άλλους χτίζουν όλοι μαζί έναν τεράστιο πύργο πάνω στα νερά μιας μεγάλης περίεργης λίμνης.
Το χτίσιμο του πύργου γίνεται μόνον από πέτρες αλλά είναι τόσο τέλειο το χτίσιμο ώστε να μη διακρίνονται οι αρμοί, τα χωρίσματα, οι ενώσεις της μιας πέτρας με την άλλη.
Τόσο τέλειο είναι το χτίσιμο.
Τότε παρουσιάζεται η επιβλητική μορφή μιας σεβαστής κυρίας που του λέει του Αποστολικού Πατρός Ερμά:
- Ο πύργος που βλέπεις να χτίζεται είμαι εγώ η Εκκλησία. Χτίζεται δε επάνω στα νερά γιατί η ζωή μας, η ψυχή μας, σώθηκε και θα σώζεται πάντοτε με τα νερά του Αγίου Βαπτίσματος. Διότι μέσα από
το Αγιον Βάπτισμα περνά η σωστική χάρις που απορρέει από τη Σταυρική Θυσία του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, συμμετέχοντας έτσι στην τριήμερη ταφή και Ανάσταση του Κυρίου, όποιος δηλαδή
βαπτίζεται. Οι έξι νεαροί είναι οι Αγιοι Αγγελοι και οι πέτρες είναι οι Απόστολοι και οι διάδοχοι των Αποστόλων, σεις οι Αποστολικοί Πατέρες και οι διάδοχοί σας, οι Επίσκοποι, οι Πρεσβύτεροι και οι Διάκονοι όλων των αιώνων μέχρι της συντελείας που έζησαν και που θα ζήσουν σεμνά και ορθά, που υπηρέτησαν με πίστη πολλή τον Ευαγγελικό Λόγο και διακόνησαν με αγάπη και φόβο το λαό του Θεού. Αλλοι ζούνε ακόμα, άλλοι έχουν κοιμηθεί και θα έρθουν και άλλοι και άλλοι και άλλοι... μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού.
Οι πάντες και τα πάντα είχαν αρμονία μεταξύ τους, ήσαν σύμφωνοι και ειρήνευαν.
Και η μεγαλόπρεπος σεβαστή κυρία, δηλαδή η Εκκλησία ρώτησε:
- Εως πότε;
Δηλαδή έως πότε θα υπάρχει αυτή η αρμονία και η συμφωνία μεταξύ τους;
Και εξαφανίστηκε.
Το θείον όραμα του Αγίου Ερμά χάθηκε και ο Αποστολικός Πατήρ συνήλθε.
Το έργον της οικοδομής συνεχίζεται αλλά με πολλά πολλά εμπόδια.
Το όραμα του Νικολάου Πρωτοπαππά
Προχθές κάναμε την αγρυπνία της Αγίας Αικατερίνης.
Ο συλλειτουργός, Πατήρ Δημήτριος, μου διηγήθηκε το εξής γεγονός το οποίον το άκουσε ο ίδιος με τα αυτιά του, το είπε σε μένα και εγώ του υποσχέθηκα να το πω σε σας.
Κάποιος Ιερομόναχος ονόματι, θα πούμε το όνομά του, βρίσκεται στη ζωή ο άνθρωπος, μπορείτε να τον ρωτήσετε, πατήρ Νικόλαος Πρωτοπαππάς, διευθυντής στην Εκκλησιαστική Σχολή της Τήνου και για ένα διάστημα διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Ισως ορισμένοι να τον έχετε ακούσει.
Είχε ένα δώρο, μια ευλογία από τον Επίσκοπο που τον χειροτόνησε, τον μακαριστό και αείμνηστο Νικόλαο Χαλκίδος.
Ποια ήταν η ευλογία;
Ενα κομποσχοίνι των 100.
- Να το έχεις, του λέει, τυλιγμένο στο χέρι σου. Και όταν θυμάσαι ή όταν έχεις δυσκολίες και για απλή προσευχή θα το κρατάς και συνεχώς θα λέγεις την ευχούλα: Κύριε Ιησού Χριστέ
ελέησον με.
Αυτό ήταν κατοστάρι και το είχε τυλιγμένο έτσι.
Ετσι και έκαμε.
Ενα βράδυ, λοιπόν, ξυπνάει απότομα με την αίσθηση της παρουσίας κάποιου μέσα στο δωμάτιο.
Ανοίγει τα μάτια του και τρομαγμένος λοιπόν βλέπει ένα γίγαντα μέχρι το ταβάνι ψηλά, φοβερός, με μάτια που πετούσαν φλόγες.
Του λέει λοιπόν αγριεμένος:
- Αν το βγάλεις αυτό από το χέρι σου που μου ρουφά το αίμα σαν τη βδέλα.
Να το επαναλάβω;
που μου ρουφάει το αίμα σαν τη βδέλα εγώ θα σε κάμω Δεσπότη.
Και συγχρόνως βέβαια του δείχνει το κομποσχοίνι που ήταν τυλιγμένο στον καρπό.
Με αυτό κοιμόταν.
Και εξαφανίστηκε.
Ο Πατήρ Νικόλαος δεν το έβγαλε λένε από το χέρι του και Δεσπότης δεν έγινε μέχρι σήμερα.
Αυτή η δαιμονική οπτασία στον Πατέρα Νικόλαο τα λέει όλα.
Είναι η πλέον αποστομωτική απάντηση σε όλους εκείνους κληρικούς και λαϊκούς που πολεμούν ή κοροϊδεύουν το κομποσχοίνι και την ευχούλα.
Στον ανώνυμο ησυχαστή η ίδια Υπεραγία Θεοτόκος συνιστά το πανάγιον όνομα του Υιού της σαν το πλέον τρομερό όπλο κατά των δαιμόνων.
Ερχεται τώρα και η οπτασία του Πατρός Νικολάου, στις ημέρες μας αυτό, να την επιβεβαιώσει.
Το ένα επιβεβαιώνει το άλλο.
Παντού λοιπόν και πάντοτε μέρα και νύχτα και ιδιαιτέρως μέσα στη Θεία Λειτουργία μην παύσετε μυστικά να βοάτε, και στη Θεία Λειτουργία μυστικά, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με, Ιησού μου έλεος, Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Να προσεύχεσθε λοιπόν, να προσεύχεσθε, να προσεύχεσθε, να προσεύχεσθε και για μένα.
Το έχω μεγάλη ανάγκη.
Αμήν.