Ενας ταπεινός ιερέας που έλαμπε
Ενας Επίσκοπος περιοδεύοντας στην επαρχία του έφτασε ένα Σάββατο βράδυ σε ένα χωριό.
Πρώτη φορά παιρνούσε από εκεί και ζήτησε όταν έφτασε και τον φιλοξένησε ο πρόεδρος του χωριού να δει τον παπά.
Του λένε:
- Είναι στο χωράφι. Δεν ήρθε ακόμα. Υστερα από αρκετή ώρα παρουσιάστηκε μπροστά του, ντυμένος βέβαια με τα ρούχα της δουλειάς, και καταλαβαίνετε σε ποια κατάσταση ήτο.
Δεν έμεινε ευχαριστημένος ο Δεσπότης.
Τον ήθελε πιο ευπρεπισμένο.
Την άλλη Κυριακή, την άλλη μέρα ήταν Κυριακή.
Ετοιμάστηκε ο παπάς για τη Θεία Λειτουργία μπροστά στο Δεσπότη.
Ο Επίσκοπος, ο οποίος θα παρευρίσκετο στη Θεία Λειτουργία οπότε θα την παρακολουθούσε από το Θρόνο τον επισκοπικό και εν συνεχεία από το Ιερό Βήμα θα εύρισκε ασφαλώς πολλά λάθη σε εκείνον τον αγροίκο παπά.
Παράδοξο όμως όταν ο παππούλης έβαλε "Ευλογημένη η Βασιλεία", εκείνος ο ιερεύς σκεπάστηκε από ουράνιο φως που τον θέρμαινε και τον λάμπρυνε ολόκληρο, χωρίς να τον καίει.
Και αυτό μέχρι το "Δι' ευχών", μέχρι το τέλος.
Αφού μοίρασε Αντίδωρο ο ιερεύς στους εκκλησιαζομένους χριστιανούς του χωριού και τελείωσε το μοίρασμα, πέρασε μέσα.
Μέσα ο Δεσπότης πήγε κοντά του και έπεσε στα γόνατα και ζήτησε συγχώρεση για την κατάκριση που έκανε μέσα του για αυτόν και ζήτησε να τον ευλογήσει.
Ο απλοϊκός εκείνος ιερέας σάστισε.
- Πώς είναι δυνατόν, λέει, ο ανώτερος να ευλογηθεί από τον κατώτερό του. Συ ευλόγησέ με Αγιε Δέσποτα.
- Αδύνατον να ευλογήσω εκείνον που στέκεται μέσα στη θεϊκή άκτιστη φλόγα όταν ιερουργεί στο Πανάγιον Θυσιαστήριον. Το έλαττον υπό του κρείττονος ευλογείται, απάντησε ο Δεσπότης.
Και ο ιερεύς ρωτάει:
- Υπάρχει τάχα, Σεβασμιότατε Δεσπότη, παπάς που να τελεί τη Θεία Λειτουργία και να μη κυκλώνεται από το ουράνιο φως;
Αυτή ήταν η απορία του ιερέως, του απλοϊκού εκείνου παππούλη.
Τι να απαντήσει ο Επίσκοπος σε εκείνον τον παπά που έβλεπε το υπερφυσικόν σαν το πλέον φυσικότερο πράγμα μέσα στη Θεία Λατρεία;
Για αυτό θαύμασε και την καθαρότητα και την ταπείνωση και την αγιότητα εκείνου του ιερέως από το χωριό και έφυγε ωφελημένος και διδαγμένος από πάρα πολλά πράγματα.
Ο Επίσκοπος που αμάρτησε και μετάνιωσε
Στο Γεροντικό αναφέρεται η εξής ιστορία.
Ισως να την έχετε διαβάσει, ίσως όχι.
Κάποτε ένας Επίσκοπος έπεσε σε μία μεγάλη αμαρτία.
Την άλλη μέρα ήταν γιορτή.
Πήγε λοιπόν στην εκκλησία που γιόρταζε, που πανηγύριζε, και οπωσδήποτε βέβαια ο πολύς λαός
της Μητροπόλεως θα ήταν συγκεντρωμένος εκεί.
Ανέβηκε στον άμβωνα, έβγαλε το ωμοφόριό του, το σύμβολο της αρχιεροσύνης, το άφησε κάτω και μπροστά σε όλους ομολόγησε το αμάρτημά του και κατέληξε:
- Παραιτούμαι. Είμαι ανάξιος. Φεύγω. Δεν μπορώ. Τα παρατάω. Δεν είμαι άξιος πλέον να σας ποιμαίνω εγώ. Να διαλέξετε έναν καινούριο και να σας ποιμαίνει και να σας λειτουργεί και να
σας κηρύττει και να σας εξομολογεί κτλ.
Και έκανε να κατέβει από τον άμβωνα και να φύγει.
Ο κόσμος λοιπόν επαναστάτησε.
Τον εμπόδισε.
Τον συγκράτησε.
- Στάσου εκεί, του λέει. Δεν σε αφήνουμε. Μείνε στη θέση σου. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ.
- Και ας πέσει επάνω μας η αμαρτία σου.
Φοβερό.
Φοβερός λαός αυτός.
Πολλή μεγάλη η αγάπη.
- Εμείς σε θέλουμε για πατέρα, φώναξαν όλοι με μια φωνή.
Συγκινημένος ο Επίσκοπος από την αγάπη του λαού του είπε:
- Αν θέλετε να μείνω, αν και είμαι ανάξιος, τότε θα κάμετε ότι θα σας πω, διαφορετικά φεύγω.
- Θα κάνουμε, συμφώνησαν όλοι μαζί, ότι θέλεις. Πες μας μονάχα, αρκεί να μείνεις.
- Θα πάω και θα ξαπλώσω μπροστά στην πόρτα ανάσκελα και θα βγείτε όλοι και βγαίνοντας θα πατάτε πάνω στο στήθος μου. Και θα με φτύνετε. Και θα μου λέτε και Θεός σχωρέστον. Τότε θα μείνω. Ολοι σας μέχρι ενός.
- θα το κάνουμε, είπαν παρόλο που δεν ήθελαν γιατί ήταν και αυτό φοβερό.
Χωρίς να υπάρξει κάποτε αμαρτία όλο αυτό για να σε πράξει από ηγούμενο.
Να κάτσει στην πόρτα και είπε να περάσουν όλοι από πάνω του.
Έτσι κερδίζουν οι ψυχές.
Οι χριστιανοί για να μην τον χάσουν λοιπόν το έκαναν αυτό.
Πατούσαν επάνω του.
Ο,τι τους είπε.
Οταν πέρασε και ο τελευταίος, ακούστηκε φωνή εξ ουρανού, την οποία άκουσε και ο Επίσκοπος και οι χριστιανοί.
- Διά την πολλήν του μετάνοια και ταπείνωση, συγχωρέθηκε η αμαρτία του. Μόνον έτσι νικιέται ο
δαίμονας και ο κάθε συκοφάντης των ιερέων.
Οταν όμως ο ιερεύς είναι καλός, τίμιος και ηθικός και ελέγχει και καυτηριάζει την αμαρτία και τα διεστραμμένα έργα του λαού, τότε και μισείται και συκοφαντείται.
Διαβάλλεται οπωσδήποτε.
Για την ευχή
Θυμήθηκα να μου την διηγείται το ίδιο πράγμα ένας πεπειραμένος ασκητής στο Αγιον Ορος, το 1965. Ακούστε την.
Μια ψυχή κάνει προσευχή μία ώρα, δύο ώρες, τρεις ώρες, τέσσερις, πολλή προσευχή.
Σκύβει, βυθίζει τον εαυτό της, επαναλαμβάνει συνέχεια το όνομα του Κυρίου.
Και μέσα στην ησυχία και σε μια κατάσταση που δεν μπορεί να αιωρήσει η ψυχή εμφανίζεται μπροστά της, μπροστά στην ψυχή, όχι μπροστά της, όχι έτσι μπροστά εδώ σε αυτή τη στάση, μπροστά στην ψυχή, την προσευχομένη ψυχή, την ευρισκομένη εν εκστάσει, ο διάβολος ολόκληρος, ο οποίος διάβολος πέφτει στα γόνατα και της λέει:
- Σε παρακαλώ - ο διάβολος να παρακαλεί, ο διάβολος που είναι ο φόβος και ο τρόμος των
χριστιανών, των δειλών δηλαδή και των ολιγοπίστων, ο διάβολος γονατίζει και παρακαλεί - σε παρακαλώ, της λέει, μη λες αυτό το όνομα, σε παρακαλώ μην το λες.
Πριν από την προσευχή όμως είχε θυμηθεί κάποια αμαρτία την οποία είχε ξεχάσει, παιδική, και
είπε:
- Α, και αυτήν πρέπει να την πω.
- Και αυτήν μην την πεις στον παπα-Στέφανο. Και άμα δε λες αυτό το όνομα εγώ θα σου
χαρίσω όλον τον κόσμο.
Είπε ό,τι είπε και στον Χριστόν.
- Προσκύνησέ με και όλη αυτή η Κτίσις θα γίνει δική σου.
Το ίδιο πράγμα περίπου είπε.
Δεν του είπε "Πέσε, προσκύνησέ με", είπε "Μη λες το όνομα, μην προσκυνάς το όνομα του Κυρίου και εγώ θα σου χαρίσω όλον τον κόσμο. Θα σου δώσω όση δόξα θέλεις και εξουσία και δύναμη" και επειδή επρόκειτο για νεαρό άτομο είπε "και έρωτες πολλούς, θα σέρνονται στα πόδια σου. Μόνο μη λες αυτό το όνομα".
Η ίδια ακριβώς σκηνή πριν από 8 χρόνια, το ίδιο ακριβώς πράγμα είχε υποσχεθεί και σε εκείνον τον ασκητή: "Μη λές το όνομα και εγώ θα σε κάμω Πατριάρχη".
- Εχω τη δύναμη - γιατί είχε βγάλει Φιλολογία, είχε κάποια τυπικά προσόντα - μη λες μόνο
αυτό το όνομα.
Τώρα λοιπόν τι λέτε, θα το λέμε ή δεν θα το λέμε; Θα το λέμε, θα το λέμε και θα το φωνάζουμε μέρα νύχτα όπως ακριβώς λέγαμε και την προπερασμένη Πέμπτη με τον ανώνυμο εκείνο ησυχαστή όπου τέτοια ήταν και η εντολή της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Παναγίας Μητρός του Κυρίου.
- Θέλεις όλοι αυτοί οι δαίμονες να εξαφανιστούν; Θα φωνάζεις το όνομα του Υιού μου και το όνομα το δικό μου. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με. Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Αμήν.
Ενας Επίσκοπος περιοδεύοντας στην επαρχία του έφτασε ένα Σάββατο βράδυ σε ένα χωριό.
Πρώτη φορά παιρνούσε από εκεί και ζήτησε όταν έφτασε και τον φιλοξένησε ο πρόεδρος του χωριού να δει τον παπά.
Του λένε:
- Είναι στο χωράφι. Δεν ήρθε ακόμα. Υστερα από αρκετή ώρα παρουσιάστηκε μπροστά του, ντυμένος βέβαια με τα ρούχα της δουλειάς, και καταλαβαίνετε σε ποια κατάσταση ήτο.
Δεν έμεινε ευχαριστημένος ο Δεσπότης.
Τον ήθελε πιο ευπρεπισμένο.
Την άλλη Κυριακή, την άλλη μέρα ήταν Κυριακή.
Ετοιμάστηκε ο παπάς για τη Θεία Λειτουργία μπροστά στο Δεσπότη.
Ο Επίσκοπος, ο οποίος θα παρευρίσκετο στη Θεία Λειτουργία οπότε θα την παρακολουθούσε από το Θρόνο τον επισκοπικό και εν συνεχεία από το Ιερό Βήμα θα εύρισκε ασφαλώς πολλά λάθη σε εκείνον τον αγροίκο παπά.
Παράδοξο όμως όταν ο παππούλης έβαλε "Ευλογημένη η Βασιλεία", εκείνος ο ιερεύς σκεπάστηκε από ουράνιο φως που τον θέρμαινε και τον λάμπρυνε ολόκληρο, χωρίς να τον καίει.
Και αυτό μέχρι το "Δι' ευχών", μέχρι το τέλος.
Αφού μοίρασε Αντίδωρο ο ιερεύς στους εκκλησιαζομένους χριστιανούς του χωριού και τελείωσε το μοίρασμα, πέρασε μέσα.
Μέσα ο Δεσπότης πήγε κοντά του και έπεσε στα γόνατα και ζήτησε συγχώρεση για την κατάκριση που έκανε μέσα του για αυτόν και ζήτησε να τον ευλογήσει.
Ο απλοϊκός εκείνος ιερέας σάστισε.
- Πώς είναι δυνατόν, λέει, ο ανώτερος να ευλογηθεί από τον κατώτερό του. Συ ευλόγησέ με Αγιε Δέσποτα.
- Αδύνατον να ευλογήσω εκείνον που στέκεται μέσα στη θεϊκή άκτιστη φλόγα όταν ιερουργεί στο Πανάγιον Θυσιαστήριον. Το έλαττον υπό του κρείττονος ευλογείται, απάντησε ο Δεσπότης.
Και ο ιερεύς ρωτάει:
- Υπάρχει τάχα, Σεβασμιότατε Δεσπότη, παπάς που να τελεί τη Θεία Λειτουργία και να μη κυκλώνεται από το ουράνιο φως;
Αυτή ήταν η απορία του ιερέως, του απλοϊκού εκείνου παππούλη.
Τι να απαντήσει ο Επίσκοπος σε εκείνον τον παπά που έβλεπε το υπερφυσικόν σαν το πλέον φυσικότερο πράγμα μέσα στη Θεία Λατρεία;
Για αυτό θαύμασε και την καθαρότητα και την ταπείνωση και την αγιότητα εκείνου του ιερέως από το χωριό και έφυγε ωφελημένος και διδαγμένος από πάρα πολλά πράγματα.
Ο Επίσκοπος που αμάρτησε και μετάνιωσε
Στο Γεροντικό αναφέρεται η εξής ιστορία.
Ισως να την έχετε διαβάσει, ίσως όχι.
Κάποτε ένας Επίσκοπος έπεσε σε μία μεγάλη αμαρτία.
Την άλλη μέρα ήταν γιορτή.
Πήγε λοιπόν στην εκκλησία που γιόρταζε, που πανηγύριζε, και οπωσδήποτε βέβαια ο πολύς λαός
της Μητροπόλεως θα ήταν συγκεντρωμένος εκεί.
Ανέβηκε στον άμβωνα, έβγαλε το ωμοφόριό του, το σύμβολο της αρχιεροσύνης, το άφησε κάτω και μπροστά σε όλους ομολόγησε το αμάρτημά του και κατέληξε:
- Παραιτούμαι. Είμαι ανάξιος. Φεύγω. Δεν μπορώ. Τα παρατάω. Δεν είμαι άξιος πλέον να σας ποιμαίνω εγώ. Να διαλέξετε έναν καινούριο και να σας ποιμαίνει και να σας λειτουργεί και να
σας κηρύττει και να σας εξομολογεί κτλ.
Και έκανε να κατέβει από τον άμβωνα και να φύγει.
Ο κόσμος λοιπόν επαναστάτησε.
Τον εμπόδισε.
Τον συγκράτησε.
- Στάσου εκεί, του λέει. Δεν σε αφήνουμε. Μείνε στη θέση σου. Τον αγαπούσαν τόσο πολύ.
- Και ας πέσει επάνω μας η αμαρτία σου.
Φοβερό.
Φοβερός λαός αυτός.
Πολλή μεγάλη η αγάπη.
- Εμείς σε θέλουμε για πατέρα, φώναξαν όλοι με μια φωνή.
Συγκινημένος ο Επίσκοπος από την αγάπη του λαού του είπε:
- Αν θέλετε να μείνω, αν και είμαι ανάξιος, τότε θα κάμετε ότι θα σας πω, διαφορετικά φεύγω.
- Θα κάνουμε, συμφώνησαν όλοι μαζί, ότι θέλεις. Πες μας μονάχα, αρκεί να μείνεις.
- Θα πάω και θα ξαπλώσω μπροστά στην πόρτα ανάσκελα και θα βγείτε όλοι και βγαίνοντας θα πατάτε πάνω στο στήθος μου. Και θα με φτύνετε. Και θα μου λέτε και Θεός σχωρέστον. Τότε θα μείνω. Ολοι σας μέχρι ενός.
- θα το κάνουμε, είπαν παρόλο που δεν ήθελαν γιατί ήταν και αυτό φοβερό.
Χωρίς να υπάρξει κάποτε αμαρτία όλο αυτό για να σε πράξει από ηγούμενο.
Να κάτσει στην πόρτα και είπε να περάσουν όλοι από πάνω του.
Έτσι κερδίζουν οι ψυχές.
Οι χριστιανοί για να μην τον χάσουν λοιπόν το έκαναν αυτό.
Πατούσαν επάνω του.
Ο,τι τους είπε.
Οταν πέρασε και ο τελευταίος, ακούστηκε φωνή εξ ουρανού, την οποία άκουσε και ο Επίσκοπος και οι χριστιανοί.
- Διά την πολλήν του μετάνοια και ταπείνωση, συγχωρέθηκε η αμαρτία του. Μόνον έτσι νικιέται ο
δαίμονας και ο κάθε συκοφάντης των ιερέων.
Οταν όμως ο ιερεύς είναι καλός, τίμιος και ηθικός και ελέγχει και καυτηριάζει την αμαρτία και τα διεστραμμένα έργα του λαού, τότε και μισείται και συκοφαντείται.
Διαβάλλεται οπωσδήποτε.
Για την ευχή
Θυμήθηκα να μου την διηγείται το ίδιο πράγμα ένας πεπειραμένος ασκητής στο Αγιον Ορος, το 1965. Ακούστε την.
Μια ψυχή κάνει προσευχή μία ώρα, δύο ώρες, τρεις ώρες, τέσσερις, πολλή προσευχή.
Σκύβει, βυθίζει τον εαυτό της, επαναλαμβάνει συνέχεια το όνομα του Κυρίου.
Και μέσα στην ησυχία και σε μια κατάσταση που δεν μπορεί να αιωρήσει η ψυχή εμφανίζεται μπροστά της, μπροστά στην ψυχή, όχι μπροστά της, όχι έτσι μπροστά εδώ σε αυτή τη στάση, μπροστά στην ψυχή, την προσευχομένη ψυχή, την ευρισκομένη εν εκστάσει, ο διάβολος ολόκληρος, ο οποίος διάβολος πέφτει στα γόνατα και της λέει:
- Σε παρακαλώ - ο διάβολος να παρακαλεί, ο διάβολος που είναι ο φόβος και ο τρόμος των
χριστιανών, των δειλών δηλαδή και των ολιγοπίστων, ο διάβολος γονατίζει και παρακαλεί - σε παρακαλώ, της λέει, μη λες αυτό το όνομα, σε παρακαλώ μην το λες.
Πριν από την προσευχή όμως είχε θυμηθεί κάποια αμαρτία την οποία είχε ξεχάσει, παιδική, και
είπε:
- Α, και αυτήν πρέπει να την πω.
- Και αυτήν μην την πεις στον παπα-Στέφανο. Και άμα δε λες αυτό το όνομα εγώ θα σου
χαρίσω όλον τον κόσμο.
Είπε ό,τι είπε και στον Χριστόν.
- Προσκύνησέ με και όλη αυτή η Κτίσις θα γίνει δική σου.
Το ίδιο πράγμα περίπου είπε.
Δεν του είπε "Πέσε, προσκύνησέ με", είπε "Μη λες το όνομα, μην προσκυνάς το όνομα του Κυρίου και εγώ θα σου χαρίσω όλον τον κόσμο. Θα σου δώσω όση δόξα θέλεις και εξουσία και δύναμη" και επειδή επρόκειτο για νεαρό άτομο είπε "και έρωτες πολλούς, θα σέρνονται στα πόδια σου. Μόνο μη λες αυτό το όνομα".
Η ίδια ακριβώς σκηνή πριν από 8 χρόνια, το ίδιο ακριβώς πράγμα είχε υποσχεθεί και σε εκείνον τον ασκητή: "Μη λές το όνομα και εγώ θα σε κάμω Πατριάρχη".
- Εχω τη δύναμη - γιατί είχε βγάλει Φιλολογία, είχε κάποια τυπικά προσόντα - μη λες μόνο
αυτό το όνομα.
Τώρα λοιπόν τι λέτε, θα το λέμε ή δεν θα το λέμε; Θα το λέμε, θα το λέμε και θα το φωνάζουμε μέρα νύχτα όπως ακριβώς λέγαμε και την προπερασμένη Πέμπτη με τον ανώνυμο εκείνο ησυχαστή όπου τέτοια ήταν και η εντολή της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Παναγίας Μητρός του Κυρίου.
- Θέλεις όλοι αυτοί οι δαίμονες να εξαφανιστούν; Θα φωνάζεις το όνομα του Υιού μου και το όνομα το δικό μου. Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με. Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.
Αμήν.