ΚΓ' Κυριακή του 2000
Κήρυγμα στο Αποστολικό Ανάγνωσμα
164-ε
Συνήγηρε και συνεκάθισε εν τοις επουρανίοις, εν Χριστώ Ιησού.
Από το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, που με απλά λόγια μας λέγει τα εξής:
Ο Θεός αδελφοί μου που είναι πλούσιος σε έλεος και φιλανθρωπία, πλούσιος σε ευσπλαχνία και αγαθότητα, χάρι στην απεριόριστη αγάπη Του με την οποίαν μας αγάπησε, μας ζωντάνεψε πνευματικά μαζί με τον Χριστόν, κι όταν ακόμα ήμασταν νεκροί εξαιτίας των παραβάσεών μας, εξαιτίας δηλαδή των αμαρτιών μας.
Και έχετε σωθεί όχι ένεκα της αξίας σας, ή των έργων σας, αλλά δωρεάν, διά της Θείας Χάριτος. Και μας ανέστησε μαζί με τον Χριστό, και μας έβαλε να καθίσουμε μαζί Του στα επουράνια, για να δείξει καθαρά στους αιώνες που έρχονται, τον ακατάληπτο και υπερβολικό πλούτο της χάριτός Του, με την αγαθότητα που μας έδειξε διά του Ιησού Χριστού.
Αυτά αδελφοί μου, είπε ο Απόστολος Παύλος, στην προς Εφεσίους επιστολή του, Κεφάλαιο 2ο, στίχοι 4-7. Αυτά όμως τα οποία είπε προς τους Εφεσίους, τα οποία και τα είπε και τα έγραψε, δεν τα είπε μόνο προς αυτούς, αλλά διά μέσου αυτών, τα απηύθυνε προς όλους τους χριστιανούς, όλων των αιώνων, άρα και προς εμάς σήμερα.
Το θέμα αυτό που μας περιγράφουν οι τέσσερεις αυτοί στίχοι, είναι θεολογικό. Και αποτελεί δόγμα της πίστεώς μας, δόγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ο Θεός, λέγει ο Παύλος, έχει τόσο πολύ μεγάλη αγάπη, που είναι ένας απέραντος ανεξάντλητος πλούτος φιλανθρωπίας, ευσπλαχνίας και αγαθότητος. Και όλους εμάς, που μας κατέστρεψε η αμαρτία, και μας θανάτωσε πνευματικά, μας ζωντάνεψε ο Θεός, διά της ενώσεώς μας με τον Σωτήρα Ιησούν Χριστόν.
Και όχι μόνο μας ζωντάνεψε πνευματικά, αλλά και θα μας αναστήσει κατά την Δευτέρα του Χριστού Παρουσία, και θα μας βάλει να καθίσουμε στα δεξιά Του.
Και εδώ είναι το παράδοξο. Στους στίχους που αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, δεν είναι γιατί θα μας αναστήσει, ούτε και θα μας καθίσει.
Αλλά τι μας λέγει; Τι μας βεβαιώνει; «Συνήγηρε και συνεκάθισε». Δηλαδή μας ανέστησε μαζί με τον Ιησούν Χριστόν, και μας κάθισε στο θρόνο μαζί με τον Χριστόν, στα δεξιά Του.
Είναι τόσο βέβαιος ο Παύλος ότι έτσι θα γίνουν τα πράγματα, για όσους πιστέψουν στο Χριστό, και τηρήσουν το Πανάγιο θέλημά Του, ώστε τα παρουσιάζει σα να έχουν ήδη γίνει. Σα να έχουν ήδη πραγματοποιηθεί. Έτσι όμως ομιλούσαν και οι προφήτες.
Τα γεγονότα δηλαδή τα μελλοντικά που θα γίνουν σε εκατό ή διακόσια ή πεντακόσια χρόνια, τα παρουσίαζαν συχνά σε χρόνο του παρελθόντος. Σα να έχουν ήδη πραγματοποιηθεί αυτά.
Ακόμα και η Αποκάλυψις του Ιωάννου, το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης, έτσι μας ομιλεί. «Έπεσεν, έπεσεν η Βαβυλών η μεγάλη και εγένετο κατοικητήριο δαιμονίων». Ιη κεφάλαιο, στίχος 2.
«Έπεσε» μας λέγει, η μεγάλη Βαβυλώνα, και έχει ήδη γίνει κατοικητήριο των δαιμόνων.
Αλλά ποια είναι η μεγάλη Βαβυλώνα ; Η Νέα Υόρκη; Το Λάς Βέγκας; Το Παρίσι; Το Λονδίνο; Το Μόναχο; Το Τέλ Αβίβ; Κάποια άλλη πόλις, μεγάλη; Ποια τέλος πάντων είναι η μεγάλη Βαβυλώνα, που να έχει ήδη γίνει κατοικία των δαιμόνων και πρωτεύουσα του Αντιχρίστου; Και το παράδοξο: Πρέπει να έχει ήδη καταστραφεί, διότι λέγει «έπεσε». Όχι μόνον καταστράφηκε, αλλά και ερήμωσε ολοσχερώς.
Και όμως αυτό που θα γίνει στο μέλλον, για την άγνωστη πόλη της Μεγάλης Βαβυλώνας, η Αγία Γραφή προφητικά, μας το γράφει βεβαιωτικά ότι ήδη έχει γίνει.
Και κάτι άλλο. Μήπως δεν αναφέρεται εδώ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης για μεγάλη πόλη, αλλά για ένα ολόκληρο κράτος που θα καταστραφεί ολοσχερώς από κάποια πυρηνική βόμβα; Πιθανόν. Ποιος το ξέρει; Ποιος μπορεί να ερμηνεύσει τις προφητείες; - Κανένας!
Πάντως ο χρόνος αυτός, λέγεται και είναι προφητικός, και είναι ισχυρός και απόλυτα βεβαιωτικός.
Ο Απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε επίσης στα ρήματα και την πρόθεση «σύν». Και μας λέγει «συν-εζωποίησε», «συν-ήγηρε», και «συν-εκάθισε». Και αυτό το κάνει για να μας δείξει το πόσο πολύ στενά συνδεδεμένοι είμαστε εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί με τον Χριστό.
Ας δούμε όμως πώς αναλύει ο Ιερός Χρυσόστομος αυτούς τους δύο στίχους.
Είδες, μας λέγει, το άπειρο μέγεθος της παντοδυναμίας του Θεού, σε όλους εμάς που πιστεύουμε; Τους νεκρούς πνευματικά, αυτούς δηλαδή που είχαν πεθάνει εξαιτίας της αμαρτίας και ήσαν πλέον παιδιά της οργής, αυτούς τους εζωοποίησε διά μέσου του Αγίου Βαπτίσματος, αφού προηγουμένως είχαν πιστέψει στην θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού, στη Σταυρική Του Θυσία, στην Ανάσταση και την Ανάληψή Του, δηλαδή σε ολόκληρο το κοσμοσωτήριο έργο Του.
Βλέπεις λοιπόν, συνεχίζει ο Άγιος Χρυσόστομος, πόσο μεγάλη είναι η ελπίδα της προσκλήσεως όταν λέγει : «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται;» Αυτά κατά τον Άγιο.
Αλλά τι σημαίνει όμως «συνήγηρε» και «συνεκάθισε»; Ο Χριστός όμως ξέρουμε είναι η κεφαλή του σώματος της Εκκλησίας. Της Εκκλησίας που ίδρυσε και θεμελίωσε με το Πανάγιον Αίμα Του πάνω στο Γολγοθά. Μέλη της Εκκλησίας είμαστε εμείς όλοι που βαπτισθήκαμε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που μυρωθήκαμε με το βασιλικό χρίσμα του Παναγίου Πνεύματος, που τρεφόμαστε από τα Πανάχραντα Μυστήρια της Θείας Ευχαριστίας, δηλαδή του Ποτηρίου της Θείας Ζωής, και που ανακαινιζόμεθα συγχωρούμενοι δια μέσου της μετανοίας και Ιεράς Εξομολογήσεως. Όπου όμως είναι η κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός, εκεί είναι και το Σώμα, δηλαδή η Εκκλησία. Δεν νοείται η κεφαλή χωρίς το σώμα, και σώμα χωρίς την κεφαλή. Αναστήθηκε η κεφαλή, δηλαδή ο Χριστός; Συνανέστησε η κεφαλή και το σώμα. Συνανέστησε δηλαδή και την Εκκλησία. Αλλά μέλη της Εκκλησίας, όπως είπαμε, είμαστε και μείς, όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Αλλά συνανέστησε μαζί Του και όλους εμάς. Αφού αναστήθηκε η κεφαλή, αναστηθήκαμε και μείς. Όπως όμως μας συνανέστησε, έτσι και μας συνεκάθισε. Όταν κάθεται η κεφαλή, συγκάθεται και το σώμα. Πού συγκάθεται; Στα επουράνια! Στο Θρόνο του Θεού.
Να τα πούμε και πιο απλά. Με την Ανάστασή Του ο Χριστός, συνανέστησε και μας όλους. Με την Ανάληψή Του στους Ουρανούς, μας πήρε και μας όλους στα επουράνια, δηλαδή στον Παράδεισο, στην Βασιλεία των Ουρανών! Με το να καθίσει σε Θρόνο, στα δεξιά του Θεού και Πατρός, μας συνεκάθισε και μας όλους σε θρόνους δόξης και τιμής. Ο Θεός δηλαδή μας χαρίζει τον θρόνον Του! Αυτό είδαμε μέχρι τώρα και μάλιστα από τα όσα μας είπε και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, και η λοιπή χωρία των Πατέρων.
«Έρχεσθε, ότι ήδη έτοιμα εστί πάντα». Λουκάς ΙΔ 17. Ελάτε μας φωνάζει και μας προσκαλεί ο Θεός με την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Είναι όλα έτοιμα και σας περιμένουν. Είναι όλα έτοιμα, όλα έτοιμα και ο δρόμος είναι ανοικτός! Μας τον άνοιξε ο ίδιος ο Θεός με την ενανθρώπισή του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, με τη θεϊκή του διδασκαλία, με τη Σταυρική Του Θυσία, με την Ανάσταση και την Ανάληψή Του, και αφού ο δρόμος είναι ανοιχτός, και ο θρόνος έτοιμος, άρα έχει γίνει και η ενθρόνισις. Έτσι μας λέγει ο Απόστολος Παύλος.
Αυτό το «συνεκάθισεν εν τοις επουρανίοις», σημαίνει ότι μαζί με τον Χριστό, έχουμε και μεις ενθρονιστεί μαζί Του.
Και τώρα μπαίνει το τραγικό ερώτημα: Έχουμε όντως ενθρονιστεί; Ναι ή όχι; Εγώ λέω μάλλον όχι. Διότι για την ενθρόνισή μας στον ουράνιο θρόνο μαζί με τον Χριστό, χρειάζεται και η δική μας οπωσδήποτε συγκατάθεσις. Αλλά θα μου πείτε ποιος στραβός δεν θέλει το φώς του; Και όμως εμείς δεν το θέλουμε. Και δεν θέλουμε το φώς, και δεν θέλουμε την δόξα της Βασιλείας του Θεού, και δεν θέλουμε τη σωτηρία μας, διότι η προαίρεσίς μας στρέφεται αποκλειστικά και μόνον προς το δρόμο της αμαρτίας. Είμαστε βυθισμένοι στο κόσμο των παθών και των υλικών αμαρτωλών απολαύσεων. Στον κόσμο της λάσπης και της αισχρότητος. Στον κόσμο της κακίας και της πονηριάς. Στον κόσμο της σκληρότητος και της ασπλαχνίας. Στον κόσμο της απιστίας. Της απορρίψεως των ηθικών αξιών και της τέλειας αδιαφορίας.
Αυτόν λοιπόν τον δρόμο της αμαρτίας, πρέπει οπωσδήποτε να τον εγκαταλείψουμε, και να στραφούμε προς τον άλλον, που έχει στενή την πύλη, και τεθλιμμένη την οδό. Τον δρόμον που χάραξε ο Θεός με την αγία Του ζωή και τη Σταυρική Του Θυσία, τον δρόμο της Εκκλησίας, τον δρόμον της Ορθοδόξου πίστεως, τον δρόμον της νηστείας, της αγρυπνίας, της προσευχής, της εγκράτειας, του ταπεινού φρονήματος, δηλαδή του πνευματικού αγώνος. Τον δρόμον των παναγίων μυστηρίων και της καθημερινής αληθινής μετάνοιας.
Λίγος αγώνας πνευματικός έμεινε ακόμη αδελφοί μου.
Λίγος αγώνας.
Και ύστερα το τέλος, χωρίς τέλος. Το τέλος χωρίς τέλος.
Και όταν λέγω λίγος αγώνας έμεινε ακόμα, εννοώ ότι λίγες είναι οι μέρες μας, οι μήνες μας ή τα χρόνια που θα παραμείνουμε σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο. Και ύστερα θα έλθει το τέλος. Το τέλος όμως, χωρίς τέλος για πού; Για την αιώνια κόλαση, ή για τον Παράδεισο;
Εκείνο που εύχομαι εγώ, θα είναι αυτό το τέλος χωρίς τέλος, να είναι για τον Παράδεισο!
Να είναι για την Βασιλεία του Θεού!
Για την αιώνια Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος!
Με τις προϋποθέσεις όμως που είπαμε και τις οποίες λέμε και ξαναλέμε και ξαναλέμε, εδώ και είκοσι χρόνια από το βήμα αυτό.
Εύχομαι εις όλους, η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος πάντοτε μαζί σας,
Αμήν.