Ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς
Οταν λειτουργούσε ο νέος Αγιος της Εκκλησίας μας, ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς, ο Άγιος πλέον, ο Όσιος Νικόλαος, τα πάντα ήθελε να συντελούν εις τη μεγαλοπρέπεια της Θείας Λειτουργίας.
Ετσι π.χ. δεν ήθελε στη Μικρά Είσοδο, για την οποία κάναμε λόγο και θα πούμε και σήμερα μερικά, να βγαίνει μόνον ένα μικρό κεράκι, να προηγείται, αλλά ήθελε μεγάλες λαμπάδες σαν και αυτές που κρατάν στο Αγιον Ορος.
Διότι έχουμε εδώ σήμερα έναν Αγιορείτη μοναχό ο οποίος έχει το διακόνημα του Εκκλησιαστού και εκείνος γνωρίζει βέβαια ότι κρατάνε κατά τις δύο Εισόδους, της Μικρής και της Μεγάλης, δυο μεγάλες λαμπάδες να προπορεύονται του Ιερέως.
Και όταν έλεγε και έψελνε τους μακαρισμούς και τα Τριαδικά τροπάρια, άναβε πάλι πάρα πολλά κεριά μπροστά στην εικόνα του Χριστού και γενικά μπροστά στην Ωραία Πύλη.
Φορούσε το Φελόνι του κατά τέτοιον τρόπον και έπαιρνε, παρά το ότι ήτο πολύ κοντός και ελαφρώς έγερνε προς τα μπροστά, εν τούτοις όμως έπαιρνε επίσημη στάση και πολλές φορές φαινόταν το πνευματικό του ανάστημα όντως να είναι ψηλά μέχρι τον Ουρανό.
Τα έψελλε όλα με τέτοια κατάνυξη ώστε μια από τις πολλές φορές, ενώ αυτός έψελλε στο τμήμα του
Αγίου Ιωάννου, άκουε να ψάλλουν και οι Αγγελοι μαζί του και τους μακαρισμούς και τα Τριαδικά και το Αγιος ο Θεός και πολλούς άλλους ύμνους μέσα από τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Διέκοψε και πιάνοντας το χέρι της πνευματικής του κόρης, της Γερόντισσας Μάρθας, την οποία γνώρισα προσωπικά, και μάλιστα είχαμε πολλές φορές την ευκαιρεία να ακούμε από τα ίδια της τα
χείλη γεγονότα που αφορούσαν το Γέροντα και Οσιο Νικόλαο τον Πλανά.
Έπιασε το χέρι της και της είπε:
- Ακούς, ακούς; Ακούς τους Αγγέλους;
- Δεν τους ακούω, Πάτερ μου.
Και αμέσως μετενόησε ο παππούλης και είπε και μονολογούσε:
- Αχ, δεν έπρεπε να το πω. Δεν έπρεπε να το πω. Δεν έπρεπε να το πω. Γιατί το
είπα; Δεν έπρεπε να το πω.
Εκείνη τη νύχτα έτυχε να απουσιάζουν οι άλλες αδελφές από εκείνη τη συγκεκριμένη αγρυπνία και έτσι εκείνη το μεταβίβασε το πρωί.
Βέβαια διά τον παπα-Νικόλα τον Πλανά ελέγονταν και γίνονταν πάρα πολλά.
Όσοι θέλετε, μπορείτε να διαβάσετε το βιβλίο του το οποίον εγράφη μεν από τον Κόντογλου αλλά με τη βοήθεια όμως της Μάρθας μοναχής, της δικής του μαθήτριας και υποταχτικής.
Νέος που αυτοκτόνησε ενώ τα είχε φαινομενικά όλα - Θεωρίες υλιστών και μηδενιστών
Αυτό είναι το πνεύμα της εποχής μας και της εποχής που ζούσε ο Χριστός.
Ολοι μικροί και μεγάλοι θεωρούσαν και θεωρούν ευτυχισμένο τον άνθρωπο εκείνον που κατορθώνει να συγκεντρώνει και να απολαμβάνει πολλά υλικά αγαθά, πλούτο, δόξα, τιμή.
Οι τρεις πειρασμοί του Κυρίου.
Αν αυτά όλα ήσαν αλήθεια τότε τι σας λέγει αυτή η είδησις που συνεκλόνισε ολόκληρη την Αγγλία.
Η είδησις βέβαια όταν ακούστηκε την επομένη μέρα ή την είπαν τα τηλεοπτικά προγράμματα και κανάλια έπεσε πράγματι σα βόμβα.
Να την πούμε γιατί δεν την ξέρετε.
Νέος, 36 μόλις ετών, πάμπλουτος, κληρονόμος της σοκολατοδυναστείας του Ντάνμπεριζ, πανέμορφος, επιτυχημένος, καλλιεργημένος, είχε σπουδάσει και στο Κέμπριτζ, τα στοιχεία της ταυτότητος Τζόντζελιν ..., συντηρητικός βουλευτής, εκπρόσωπος της περιοχής του στην Βουλή των
Κοινοτήτων, αυριανός λόρδος.
Το τέλος του:
Μιά σφαίρα στο κεφάλι.
Το όπλο πεσμένο δίπλα του.
Κανένα σημείωμα, καμμιά εξήγηση.
Αυτοκτονία. Εκατομμύρια λίρες, εκατομμύρια λίρες.
Επασχε, είπαν οι οικείοι του, από μοναξιά.
Ήθελε να γεμίσει το κενόν της ψυχής του από όλα εκτός από τον Θεόν, εκτός από την πίστην προς τον Θεόν.
Τα είχε όλα και όμως δεν ήταν μακάριος.
Ποιος θα περίμενε ένας ταλαντούχος νέος σαν και αυτόν, πλούσιος, μορφωμένος, με κοινωνική προβολή και δόξα, να ζει μια καθημερινή τραγωδία και να τερματίζει έτσι τόσο άδοξα τη ζωή του;
Να υποφέρει από μοναξιά τη στιγμή εκείνη που τον περιστοιχίζουν τόσοι άνθρωποι, να αισθάνεται μόνος ανάμεσα στα πλήθη;
Όπως και πολλοί το αισθανόμαστε.
Τόσα πλούτη, τόση ερημιά!
Τόση δόξα και ήταν τόσο μόνος!
Ένας βουλευτής με χιλιάδες οπαδούς που όμως του έλειπε ένας, ο πιστός φίλος και σύντροφος στη ζωή, του έλειπε ο άνθρωπος του Θεού.
Του έλειπε ο άνθρωπος του Θεού, ο αληθινός χριστιανός με την ενεργουμένη πίστη και την ανιδιοτελή αγάπη.
Αυτός που θα ήταν σε θέση να τον κατανοήσει, να του συμπαρασταθεί, να τον ακούσει προσεκτικά, να του προσφέρει αυτό που του έλειπε, την ελπίδα, την πίστη προς τον Τριαδικόν Θεόν.
Έτσι στο τέλος η μοναξιά του έγινε ο δολοφόνος του.
Και προτού όμως τον δολοφονήσει σωματικά, ήδη τον είχε δολοφονήσει ψυχικά.
Είχε δολοφονήσει μέσα του την ελπίδα και την πίστη.
Τα είχε όλα και όμως δεν ήταν ευτυχισμένος, τα είχε όλα και όμως δεν ήταν μακάριος.
Και εμείς οι σημερινοί νερόβραστοι χριστιανοί θα τον φωνάζαμε μακάριο, θα τον μακαρίζαμε, θα τον χειροκροτούσαμε, θα τον ζηλεύαμε για αυτά που είχε.
Η νοοτροπία των σημερινών ανθρώπων δυστυχώς δεν διαφέρει από τις υλιστικές θεωρίες των
αρχαίων επικουρίων και υλιστών.
Και ας μην ξεχνάμε πού οδήγησαν τους νέους και την ανθρωπότητα οι ιδέες του Μαρξ, του Βολταίρου, του Χένγκελ και τόσων άλλων υλιστών.
Πού τους οδήγησαν;
Στη βία, στο μηδενισμό, στο χυδαίο ερωτισμό, στην αναρχία, στην απομόνωση του ανθρώπου. Κάποιος μάλιστα από τους νεωτέρους αυτούς φιλοσόφους έφτιαξε με την φαντασία του έναν άνθρωπο που θα κατόρθωνε να συγκεντρώσει όλη τη δύναμη, να συντρίψει στο πέρασμά του όλους και να στήσει αυτός το δικό του θρόνο πάνω στα ερείπια των άλλων.
Τον άνθρωπο αυτόν της βίας και της σκληρότητος και της απανθρωπιάς τον ονόμασε Υπεράνθρωπο.
Ηταν ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε.
Μακάριος λοιπόν ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε.
Τι πέτυχε και αυτός;
Τίποτα, μηδέν.
Αλλά ο Κύριος όμως με τους μακαρισμούς Του ανατρέπει τις ιδέες και τα πράγματα που μακαρίζουν οι άνθρωποι και μακαρίζουμε και εμείς οι δυστυχισμένοι και παίρνει τις ιδέες και τα πράγματα που οι
άνθρωποι περιφρονούν και τα βάζει και τα τοποθετεί σαν θεμέλια μιας νέας καταστάσεως ιδεών και πραγμάτων.
Το σημείο του σταυρού ομολογία πίστεως
Σας το είπα το γεγονός εκείνο που έγινε με κάποιους κυρίους εκεί όταν πήγε μια κυρία τέλος πάντων, ας πούμε 60-65 ετών και κάθισε στο εστιατόριο και έκανε το σταυρό της, το σημείον του σταυρού
για να καθίσει να φάει.
- Τι είναι αυτό που κάνεις; της λέει τώρα. Τι είναι αυτό που κάνεις;
- Αυτό, παιδάκι μου, λέει, το κάνουν οι άνθρωποι αλλά δεν το κάνουν τα ζώα.
Ο Αγιος παπα-Νικόλας Πλανάς
Κάποτε ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς, ο Αγιος παπα-Νικόλας, θέλησε ένα βράδυ να ξεκινήσει να πάει για την αγρυπνία.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τα φώτα όπως σήμερα, οι δρόμοι δεν ήταν φωτισμένοι και μάλιστα θα πήγαινε σε ένα ερημοκκλήσι στο Περιστέρι.
Έχασε το δρόμο λοιπόν, μπλέχτηκε μέσα στα χωράφια και δεν ήξερε πού πήγαινε.
Προχωρούσε στενοχωρημένος και προσευχόμενος όμως:
- Χριστέ μου ελέησέ με, βρες μου το δρόμο.
Ξαφνικά βλέπει μπροστά του ένα νεαρό παληκάρι που του λέγει:
- Έχασες το δρόμο, Πάτερ μου; Ελα να σε οδηγήσω εγώ. Κοίταζέ με εμένα.
Μπροστά ο νέος, από πίσω ο παπα-Νικόλας.
Φωτίζονταν ο νέος, έφθασαν στην πόρτα της Εκκλησίας.
Όλα αυτά τα αφηγείται μόνος του.
- Μόλις φθάσαμε στην πόρτα γύρισα να του δώσω ευχαρίστηση και αμέσως ήλαμψένε - είναι νησιώτικη προφορά - ήλαμψένε - έλαμψε δηλαδή, έγινε όλος φως ο νέος αυτός και τον έχασα, λέγει ο παπα-Νικόλας, ο Αγιος παπα-Νικόλας ο Πλανάς.
Οι Άγιοι Άγγελοι που κατά καιρούς συνοδεύουν ευλαβείς Ιερείς σε κάποιες δυσκολίες που συναντούν
στο δρόμο τους, αυτοί οι ίδιοι Αγγελοι δεν θα τους συνοδεύουν πολύ περισσότερο με ουράνιες μελωδίες αλλά και με πρακτικές διακονίες στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας;
Και ασφαλώς το κάνουν.
Παρουσία Αγγέλων στην Αγία Γραφή
Θαυμαστές εικόνες Θείου μεγαλείου μαζί με την παρουσία μυριάδων Αγγέλων έχουμε στην Αγία Γραφή, για να μην αναφερθούμε σε πρόσωπα που τυχόν βέβαια θα κάνουμε ζημιά.
Ο Προφήτης Ησαίας είδε θρόνο που ήταν ψηλός, ψηλότερος από κάθε άλλο θρόνο.
Είδε πάνω σε αυτόν τον θρόνον τον υψηλόν και υπηρμένον, όπως είπε, να κάθεται ο Κύριος.
Είδε τον Οίκον του Θεού, τον είδε να ακτινοβολεί από Θεία δόξα Τριαδική.
Είδε γύρω από τον θρόνο Αγγέλους και Αρχαγγέλους, είδε και τα Σεραφείμ που το καθένα από
αυτά τα άυλα πνεύματα είχε έξι πτέρυγες.
Με τις δύο κάλυπταν τα πρόσωπά τους, οι άλλες δύο ήταν στα πόδια και με τις άλλες δυο
πετούσαν και έκραζαν και έλεγαν το ένα στο άλλο και όλοι μαζί προς τον Κύριον, με μια θεία αρμονία, έναν θαυμάσιο ύμνο που ακουγόταν και πότε πότε ακούγεται και εδώ κάτω στη γη:
- Άγιος, Αγιος, Αγιος, Κύριος Σαβαώθ πλήρης πάσα η γη της δόξης Αυτού.
Δέστε στο 6ο Κεφάλαιο του Προφήτου Ησαία.
Αλλά και ένας άλλος Προφήτης, ο Προφήτης Δανιήλ, παρόμοια περιγράφει τη δόξα του Θεού.
Λέει ότι ο Θεός ο παλαιός των ημερών που για Αυτόν δεν υπάρχει χρόνος, ο αιώνιος, ο αθάνατος κάθισε επάνω σε θρόνο και ο θρόνος αυτός ήτο φλοξ πυρός, όλο φλόγα.
Και οι τροχοί αυτού πυρ φλέγον, τα πάντα ήσαν φωτιά και πύρινος ποταμός, όχι από νερό αλλά από φωτιά, έτρεχε μπροστά του και αναρίθμητα πνεύματα Αγγελοι, Αρχάγγελοι, Χερουβείμ, Σεραφείμ, Θρόνοι, Κυριότητες, Δυνάμεις, Πολυώματα, υπηρετούσαν τον Κύριον.
Δέστε το 7ο Κεφάλαιο του Προφήτου Δανιήλ.
Παρουσία των Αγγέλων στο Ναό
Μου διηγείτο κάποτε ένας μοναχός που εκκλησιάστηκε μια Κυριακή σε μια Εκκλησία εδώ στας Αθήνας, όχι αυτός που είναι εδώ, μην πάτε και του λέτε τέτοια πράγματα.
Την ώρα που άρχισαν οι ψάλτες τον Τρισάγιον αυτόν Υμνον "Αγιος ο Θεός, Αγιος Ισχυρός, Αγιος
Αθάνατος" γέμισε ο Ναός από ένα πλήθος λαμπροφόρων νέων με απαστράπτουσες στρατιωτικές στολές και που ο καθένας τους πήγε δίπλα και κοντά στους πιστούς εκκλησιαζομένους χριστιανούς.
Κάθε λαμπροφόρος στρατιώτης δίπλα σε κάθε χριστιανόν και ψέλνοντας αρμονικά, μελωδικά, ουρανόπρεπα το "Άγιος ο Θεός" παρότρυναν τους πιστούς.
Τους βλέπατε;
Τους νιώθατε;
Τους καταλαβαίνατε;
Παρότρυναν τους πιστούς να ψάλλουν και αυτοί μέσα από την καρδιά τους και άλλοι να το σιγοψιθυρίζουν:
- Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς.
Ο Ναός , η Θεία Λατρεία, οι απαστράπτοντες Άγιοι στρατιωτικοί, μαζί με τους πιστούς και την παρουσία όλων των Αγγέλων, όλοι μαζί, μια οικογένεια, μια ψυχή, ένα σώμα, μία πίστις, μία Εκκλησία, μία Εκκλησία.
Όλων τα πρόσωπα ήσαν κατόπιν φωτεινά, γαληνόμορφα, ειρηνικά.
Όλοι οι χριστιανοί μια παιδική ψυχούλα που χαίρονταν στην παρουσία του Πατέρα.
Όλα ήσαν τόσο παράδοξα, τόσο όμορφα!
Ώ, και να μην τελείωνε ποτέ μα ποτέ η ολοζώντανη αυτή παραδεισένια εικόνα και ομορφιά!
Πώς καθιερώθηκε ο Τρισάγιος Ύμνος
Ο ιστορικός του Βυζαντίου Θεοφάνης αναφέρει ότι το 433 μΧ, όταν Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Αγιος Πρόκλος, μαθητής του Αγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τότε η Κωνσταντινούπολη εσείετο από σεισμούς μεγάλους για δύο περίπου μήνες.
Όλοι οι χριστιανοί, οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως είχαν βγει από την πόλη και ήσαν πέριξ της πόλεως εκεί σε πρόχειρους καταυλισμούς και προσηύχονταν συνέχεια για να σταματήσει ο Θεός
αυτό το κακό, τη μεγάλη αυτή πορεία των σεισμών.
Όταν η γη εσείονταν ο λαός έλεγε "Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον".
Κάποτε όμως μια δύναμις αόρατη άρπαξε ένα παιδί μέσα από τον λαό και το ύψωσε στον ουρανό, χάθηκε.
Όλοι έμειναν έτσι με ανοιχτό το στόμα.
Σε λίγο ξανακατεβαίνει το παιδί με έναν τρόπον πάλι θαυμαστόν και λέει στον Πατριάρχη ότι άκουσε μια Θεϊκή φωνή που παρήγγειλε στον Επίσκοπο ότι στις λειτανείες που κάνουν για τους σεισμούς θα πρέπει να ψάλλουν τον εξής ύμνο:
Και άρχισε το παιδάκι να ψέλνει:
"Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς."
Παρακάλεσε ο Πατριάρχης, ο Αγιος Πρόκλος, το παιδί να το ψάλει πολλές φορές να το μάθουν οι πιστοί χριστιανοί και όλοι μαζί να κάνουν λειτανεία και να ψέλνουν τον ύμνον αυτόν.
Και οι σεισμοί σταμάτησαν.
Με την προσευχή, με το "Άγιος ο Θεός", ένας σεισμός ή μάλλοι πολλοί σταμάτησαν.
Οταν λειτουργούσε ο νέος Αγιος της Εκκλησίας μας, ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς, ο Άγιος πλέον, ο Όσιος Νικόλαος, τα πάντα ήθελε να συντελούν εις τη μεγαλοπρέπεια της Θείας Λειτουργίας.
Ετσι π.χ. δεν ήθελε στη Μικρά Είσοδο, για την οποία κάναμε λόγο και θα πούμε και σήμερα μερικά, να βγαίνει μόνον ένα μικρό κεράκι, να προηγείται, αλλά ήθελε μεγάλες λαμπάδες σαν και αυτές που κρατάν στο Αγιον Ορος.
Διότι έχουμε εδώ σήμερα έναν Αγιορείτη μοναχό ο οποίος έχει το διακόνημα του Εκκλησιαστού και εκείνος γνωρίζει βέβαια ότι κρατάνε κατά τις δύο Εισόδους, της Μικρής και της Μεγάλης, δυο μεγάλες λαμπάδες να προπορεύονται του Ιερέως.
Και όταν έλεγε και έψελνε τους μακαρισμούς και τα Τριαδικά τροπάρια, άναβε πάλι πάρα πολλά κεριά μπροστά στην εικόνα του Χριστού και γενικά μπροστά στην Ωραία Πύλη.
Φορούσε το Φελόνι του κατά τέτοιον τρόπον και έπαιρνε, παρά το ότι ήτο πολύ κοντός και ελαφρώς έγερνε προς τα μπροστά, εν τούτοις όμως έπαιρνε επίσημη στάση και πολλές φορές φαινόταν το πνευματικό του ανάστημα όντως να είναι ψηλά μέχρι τον Ουρανό.
Τα έψελλε όλα με τέτοια κατάνυξη ώστε μια από τις πολλές φορές, ενώ αυτός έψελλε στο τμήμα του
Αγίου Ιωάννου, άκουε να ψάλλουν και οι Αγγελοι μαζί του και τους μακαρισμούς και τα Τριαδικά και το Αγιος ο Θεός και πολλούς άλλους ύμνους μέσα από τη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Διέκοψε και πιάνοντας το χέρι της πνευματικής του κόρης, της Γερόντισσας Μάρθας, την οποία γνώρισα προσωπικά, και μάλιστα είχαμε πολλές φορές την ευκαιρεία να ακούμε από τα ίδια της τα
χείλη γεγονότα που αφορούσαν το Γέροντα και Οσιο Νικόλαο τον Πλανά.
Έπιασε το χέρι της και της είπε:
- Ακούς, ακούς; Ακούς τους Αγγέλους;
- Δεν τους ακούω, Πάτερ μου.
Και αμέσως μετενόησε ο παππούλης και είπε και μονολογούσε:
- Αχ, δεν έπρεπε να το πω. Δεν έπρεπε να το πω. Δεν έπρεπε να το πω. Γιατί το
είπα; Δεν έπρεπε να το πω.
Εκείνη τη νύχτα έτυχε να απουσιάζουν οι άλλες αδελφές από εκείνη τη συγκεκριμένη αγρυπνία και έτσι εκείνη το μεταβίβασε το πρωί.
Βέβαια διά τον παπα-Νικόλα τον Πλανά ελέγονταν και γίνονταν πάρα πολλά.
Όσοι θέλετε, μπορείτε να διαβάσετε το βιβλίο του το οποίον εγράφη μεν από τον Κόντογλου αλλά με τη βοήθεια όμως της Μάρθας μοναχής, της δικής του μαθήτριας και υποταχτικής.
Νέος που αυτοκτόνησε ενώ τα είχε φαινομενικά όλα - Θεωρίες υλιστών και μηδενιστών
Αυτό είναι το πνεύμα της εποχής μας και της εποχής που ζούσε ο Χριστός.
Ολοι μικροί και μεγάλοι θεωρούσαν και θεωρούν ευτυχισμένο τον άνθρωπο εκείνον που κατορθώνει να συγκεντρώνει και να απολαμβάνει πολλά υλικά αγαθά, πλούτο, δόξα, τιμή.
Οι τρεις πειρασμοί του Κυρίου.
Αν αυτά όλα ήσαν αλήθεια τότε τι σας λέγει αυτή η είδησις που συνεκλόνισε ολόκληρη την Αγγλία.
Η είδησις βέβαια όταν ακούστηκε την επομένη μέρα ή την είπαν τα τηλεοπτικά προγράμματα και κανάλια έπεσε πράγματι σα βόμβα.
Να την πούμε γιατί δεν την ξέρετε.
Νέος, 36 μόλις ετών, πάμπλουτος, κληρονόμος της σοκολατοδυναστείας του Ντάνμπεριζ, πανέμορφος, επιτυχημένος, καλλιεργημένος, είχε σπουδάσει και στο Κέμπριτζ, τα στοιχεία της ταυτότητος Τζόντζελιν ..., συντηρητικός βουλευτής, εκπρόσωπος της περιοχής του στην Βουλή των
Κοινοτήτων, αυριανός λόρδος.
Το τέλος του:
Μιά σφαίρα στο κεφάλι.
Το όπλο πεσμένο δίπλα του.
Κανένα σημείωμα, καμμιά εξήγηση.
Αυτοκτονία. Εκατομμύρια λίρες, εκατομμύρια λίρες.
Επασχε, είπαν οι οικείοι του, από μοναξιά.
Ήθελε να γεμίσει το κενόν της ψυχής του από όλα εκτός από τον Θεόν, εκτός από την πίστην προς τον Θεόν.
Τα είχε όλα και όμως δεν ήταν μακάριος.
Ποιος θα περίμενε ένας ταλαντούχος νέος σαν και αυτόν, πλούσιος, μορφωμένος, με κοινωνική προβολή και δόξα, να ζει μια καθημερινή τραγωδία και να τερματίζει έτσι τόσο άδοξα τη ζωή του;
Να υποφέρει από μοναξιά τη στιγμή εκείνη που τον περιστοιχίζουν τόσοι άνθρωποι, να αισθάνεται μόνος ανάμεσα στα πλήθη;
Όπως και πολλοί το αισθανόμαστε.
Τόσα πλούτη, τόση ερημιά!
Τόση δόξα και ήταν τόσο μόνος!
Ένας βουλευτής με χιλιάδες οπαδούς που όμως του έλειπε ένας, ο πιστός φίλος και σύντροφος στη ζωή, του έλειπε ο άνθρωπος του Θεού.
Του έλειπε ο άνθρωπος του Θεού, ο αληθινός χριστιανός με την ενεργουμένη πίστη και την ανιδιοτελή αγάπη.
Αυτός που θα ήταν σε θέση να τον κατανοήσει, να του συμπαρασταθεί, να τον ακούσει προσεκτικά, να του προσφέρει αυτό που του έλειπε, την ελπίδα, την πίστη προς τον Τριαδικόν Θεόν.
Έτσι στο τέλος η μοναξιά του έγινε ο δολοφόνος του.
Και προτού όμως τον δολοφονήσει σωματικά, ήδη τον είχε δολοφονήσει ψυχικά.
Είχε δολοφονήσει μέσα του την ελπίδα και την πίστη.
Τα είχε όλα και όμως δεν ήταν ευτυχισμένος, τα είχε όλα και όμως δεν ήταν μακάριος.
Και εμείς οι σημερινοί νερόβραστοι χριστιανοί θα τον φωνάζαμε μακάριο, θα τον μακαρίζαμε, θα τον χειροκροτούσαμε, θα τον ζηλεύαμε για αυτά που είχε.
Η νοοτροπία των σημερινών ανθρώπων δυστυχώς δεν διαφέρει από τις υλιστικές θεωρίες των
αρχαίων επικουρίων και υλιστών.
Και ας μην ξεχνάμε πού οδήγησαν τους νέους και την ανθρωπότητα οι ιδέες του Μαρξ, του Βολταίρου, του Χένγκελ και τόσων άλλων υλιστών.
Πού τους οδήγησαν;
Στη βία, στο μηδενισμό, στο χυδαίο ερωτισμό, στην αναρχία, στην απομόνωση του ανθρώπου. Κάποιος μάλιστα από τους νεωτέρους αυτούς φιλοσόφους έφτιαξε με την φαντασία του έναν άνθρωπο που θα κατόρθωνε να συγκεντρώσει όλη τη δύναμη, να συντρίψει στο πέρασμά του όλους και να στήσει αυτός το δικό του θρόνο πάνω στα ερείπια των άλλων.
Τον άνθρωπο αυτόν της βίας και της σκληρότητος και της απανθρωπιάς τον ονόμασε Υπεράνθρωπο.
Ηταν ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε.
Μακάριος λοιπόν ο Υπεράνθρωπος του Νίτσε.
Τι πέτυχε και αυτός;
Τίποτα, μηδέν.
Αλλά ο Κύριος όμως με τους μακαρισμούς Του ανατρέπει τις ιδέες και τα πράγματα που μακαρίζουν οι άνθρωποι και μακαρίζουμε και εμείς οι δυστυχισμένοι και παίρνει τις ιδέες και τα πράγματα που οι
άνθρωποι περιφρονούν και τα βάζει και τα τοποθετεί σαν θεμέλια μιας νέας καταστάσεως ιδεών και πραγμάτων.
Το σημείο του σταυρού ομολογία πίστεως
Σας το είπα το γεγονός εκείνο που έγινε με κάποιους κυρίους εκεί όταν πήγε μια κυρία τέλος πάντων, ας πούμε 60-65 ετών και κάθισε στο εστιατόριο και έκανε το σταυρό της, το σημείον του σταυρού
για να καθίσει να φάει.
- Τι είναι αυτό που κάνεις; της λέει τώρα. Τι είναι αυτό που κάνεις;
- Αυτό, παιδάκι μου, λέει, το κάνουν οι άνθρωποι αλλά δεν το κάνουν τα ζώα.
Ο Αγιος παπα-Νικόλας Πλανάς
Κάποτε ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς, ο Αγιος παπα-Νικόλας, θέλησε ένα βράδυ να ξεκινήσει να πάει για την αγρυπνία.
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν τα φώτα όπως σήμερα, οι δρόμοι δεν ήταν φωτισμένοι και μάλιστα θα πήγαινε σε ένα ερημοκκλήσι στο Περιστέρι.
Έχασε το δρόμο λοιπόν, μπλέχτηκε μέσα στα χωράφια και δεν ήξερε πού πήγαινε.
Προχωρούσε στενοχωρημένος και προσευχόμενος όμως:
- Χριστέ μου ελέησέ με, βρες μου το δρόμο.
Ξαφνικά βλέπει μπροστά του ένα νεαρό παληκάρι που του λέγει:
- Έχασες το δρόμο, Πάτερ μου; Ελα να σε οδηγήσω εγώ. Κοίταζέ με εμένα.
Μπροστά ο νέος, από πίσω ο παπα-Νικόλας.
Φωτίζονταν ο νέος, έφθασαν στην πόρτα της Εκκλησίας.
Όλα αυτά τα αφηγείται μόνος του.
- Μόλις φθάσαμε στην πόρτα γύρισα να του δώσω ευχαρίστηση και αμέσως ήλαμψένε - είναι νησιώτικη προφορά - ήλαμψένε - έλαμψε δηλαδή, έγινε όλος φως ο νέος αυτός και τον έχασα, λέγει ο παπα-Νικόλας, ο Αγιος παπα-Νικόλας ο Πλανάς.
Οι Άγιοι Άγγελοι που κατά καιρούς συνοδεύουν ευλαβείς Ιερείς σε κάποιες δυσκολίες που συναντούν
στο δρόμο τους, αυτοί οι ίδιοι Αγγελοι δεν θα τους συνοδεύουν πολύ περισσότερο με ουράνιες μελωδίες αλλά και με πρακτικές διακονίες στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας;
Και ασφαλώς το κάνουν.
Παρουσία Αγγέλων στην Αγία Γραφή
Θαυμαστές εικόνες Θείου μεγαλείου μαζί με την παρουσία μυριάδων Αγγέλων έχουμε στην Αγία Γραφή, για να μην αναφερθούμε σε πρόσωπα που τυχόν βέβαια θα κάνουμε ζημιά.
Ο Προφήτης Ησαίας είδε θρόνο που ήταν ψηλός, ψηλότερος από κάθε άλλο θρόνο.
Είδε πάνω σε αυτόν τον θρόνον τον υψηλόν και υπηρμένον, όπως είπε, να κάθεται ο Κύριος.
Είδε τον Οίκον του Θεού, τον είδε να ακτινοβολεί από Θεία δόξα Τριαδική.
Είδε γύρω από τον θρόνο Αγγέλους και Αρχαγγέλους, είδε και τα Σεραφείμ που το καθένα από
αυτά τα άυλα πνεύματα είχε έξι πτέρυγες.
Με τις δύο κάλυπταν τα πρόσωπά τους, οι άλλες δύο ήταν στα πόδια και με τις άλλες δυο
πετούσαν και έκραζαν και έλεγαν το ένα στο άλλο και όλοι μαζί προς τον Κύριον, με μια θεία αρμονία, έναν θαυμάσιο ύμνο που ακουγόταν και πότε πότε ακούγεται και εδώ κάτω στη γη:
- Άγιος, Αγιος, Αγιος, Κύριος Σαβαώθ πλήρης πάσα η γη της δόξης Αυτού.
Δέστε στο 6ο Κεφάλαιο του Προφήτου Ησαία.
Αλλά και ένας άλλος Προφήτης, ο Προφήτης Δανιήλ, παρόμοια περιγράφει τη δόξα του Θεού.
Λέει ότι ο Θεός ο παλαιός των ημερών που για Αυτόν δεν υπάρχει χρόνος, ο αιώνιος, ο αθάνατος κάθισε επάνω σε θρόνο και ο θρόνος αυτός ήτο φλοξ πυρός, όλο φλόγα.
Και οι τροχοί αυτού πυρ φλέγον, τα πάντα ήσαν φωτιά και πύρινος ποταμός, όχι από νερό αλλά από φωτιά, έτρεχε μπροστά του και αναρίθμητα πνεύματα Αγγελοι, Αρχάγγελοι, Χερουβείμ, Σεραφείμ, Θρόνοι, Κυριότητες, Δυνάμεις, Πολυώματα, υπηρετούσαν τον Κύριον.
Δέστε το 7ο Κεφάλαιο του Προφήτου Δανιήλ.
Παρουσία των Αγγέλων στο Ναό
Μου διηγείτο κάποτε ένας μοναχός που εκκλησιάστηκε μια Κυριακή σε μια Εκκλησία εδώ στας Αθήνας, όχι αυτός που είναι εδώ, μην πάτε και του λέτε τέτοια πράγματα.
Την ώρα που άρχισαν οι ψάλτες τον Τρισάγιον αυτόν Υμνον "Αγιος ο Θεός, Αγιος Ισχυρός, Αγιος
Αθάνατος" γέμισε ο Ναός από ένα πλήθος λαμπροφόρων νέων με απαστράπτουσες στρατιωτικές στολές και που ο καθένας τους πήγε δίπλα και κοντά στους πιστούς εκκλησιαζομένους χριστιανούς.
Κάθε λαμπροφόρος στρατιώτης δίπλα σε κάθε χριστιανόν και ψέλνοντας αρμονικά, μελωδικά, ουρανόπρεπα το "Άγιος ο Θεός" παρότρυναν τους πιστούς.
Τους βλέπατε;
Τους νιώθατε;
Τους καταλαβαίνατε;
Παρότρυναν τους πιστούς να ψάλλουν και αυτοί μέσα από την καρδιά τους και άλλοι να το σιγοψιθυρίζουν:
- Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς.
Ο Ναός , η Θεία Λατρεία, οι απαστράπτοντες Άγιοι στρατιωτικοί, μαζί με τους πιστούς και την παρουσία όλων των Αγγέλων, όλοι μαζί, μια οικογένεια, μια ψυχή, ένα σώμα, μία πίστις, μία Εκκλησία, μία Εκκλησία.
Όλων τα πρόσωπα ήσαν κατόπιν φωτεινά, γαληνόμορφα, ειρηνικά.
Όλοι οι χριστιανοί μια παιδική ψυχούλα που χαίρονταν στην παρουσία του Πατέρα.
Όλα ήσαν τόσο παράδοξα, τόσο όμορφα!
Ώ, και να μην τελείωνε ποτέ μα ποτέ η ολοζώντανη αυτή παραδεισένια εικόνα και ομορφιά!
Πώς καθιερώθηκε ο Τρισάγιος Ύμνος
Ο ιστορικός του Βυζαντίου Θεοφάνης αναφέρει ότι το 433 μΧ, όταν Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο Αγιος Πρόκλος, μαθητής του Αγιου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, τότε η Κωνσταντινούπολη εσείετο από σεισμούς μεγάλους για δύο περίπου μήνες.
Όλοι οι χριστιανοί, οι κάτοικοι της Κωνσταντινουπόλεως είχαν βγει από την πόλη και ήσαν πέριξ της πόλεως εκεί σε πρόχειρους καταυλισμούς και προσηύχονταν συνέχεια για να σταματήσει ο Θεός
αυτό το κακό, τη μεγάλη αυτή πορεία των σεισμών.
Όταν η γη εσείονταν ο λαός έλεγε "Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον".
Κάποτε όμως μια δύναμις αόρατη άρπαξε ένα παιδί μέσα από τον λαό και το ύψωσε στον ουρανό, χάθηκε.
Όλοι έμειναν έτσι με ανοιχτό το στόμα.
Σε λίγο ξανακατεβαίνει το παιδί με έναν τρόπον πάλι θαυμαστόν και λέει στον Πατριάρχη ότι άκουσε μια Θεϊκή φωνή που παρήγγειλε στον Επίσκοπο ότι στις λειτανείες που κάνουν για τους σεισμούς θα πρέπει να ψάλλουν τον εξής ύμνο:
Και άρχισε το παιδάκι να ψέλνει:
"Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησον ημάς."
Παρακάλεσε ο Πατριάρχης, ο Αγιος Πρόκλος, το παιδί να το ψάλει πολλές φορές να το μάθουν οι πιστοί χριστιανοί και όλοι μαζί να κάνουν λειτανεία και να ψέλνουν τον ύμνον αυτόν.
Και οι σεισμοί σταμάτησαν.
Με την προσευχή, με το "Άγιος ο Θεός", ένας σεισμός ή μάλλοι πολλοί σταμάτησαν.