Ι' Λουκά 2000
165-β
Η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή, αδελφοί μου, αναφέρεται στη θεραπεία μιας συγκύπτουσας γυναίκας, μιας γυναίκας που ήτανε καμπουριασμένη και διπλωμένη στα δύο εξαιτίας κάποιας αρρώστιας που θα είχε στην σπονδυλική στήλη. Αυτή τη γυναίκα την θεράπευσε ο Χριστός λέγοντας «γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου».
Απαντώντας στη συνέχεια ο Κύριος στην υποκρισία του αρχισυναγώγου λέγει:
- Αυτή τη γυναίκα που την έδυσε ο Σατανάς 18 έτη, ούκ οίδε λυθείναι από του δεσμού τούτου την ημέρα του Σαββάτου; Αυτή τη γυναίκα που την έδυσε για 18 ολόκληρα χρόνια ο διάβολος, δεν θάπρεπε να την θεραπεύσουμε την ημέρα του Σαββάτου;
Εμάς σήμερα χριστιανοί μου, θα μας απασχολήσουν δύο πράγματα. Το πρώτον είναι το «έδυσεν ο Σατανάς» και το δεύτερον το «απολέλυσαι της ασθενείας σου».
Παρόλον που είχε μια συγκεκριμένη αρρώστια αυτή η γυναίκα, με έντονη την καμπούρα της, ώστε να διπλώνει στα δύο, εν τούτοις βεβαίωσε ο Κύριος ότι αυτήν την είχε δέσει ο Σατανάς. Αυτό σε σχέση με τον παραλυτικό της Βηθεσδά, που ο Χριστός θεράπευσε ύστερα από 40 χρόνια παραλυσίας, αυτόν τον παραλυτικό λέγοντάς του «είδε υγιής γέγονας, μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον τι σοι γένοιται»; Κοίταξε, του είπε, είσαι πλέον καλά, είσαι υγιής και περπατάς. Πρόσεξε όμως μην ξαναμαρτήσεις γιατί θα πάθεις χειρότερα. Αυτό φανερώνει ότι ο διάβολος δένει τον άνθρωπο, αφού αμαρτήσει και με διάφορες ασθένειες.
Αυτό σημαίνει και κάτι άλλο πάρα πολύ βασικό. Ότι δηλαδή ο άνθρωπος είναι αυτός που δίνει το δικαίωμα στο διάβολο να τον δέσει με διάφορους τρόπους, μεταξύ των οποίων είναι και κάποια αρρώστια.
Πρέπει όμως να κάνουμε και μια διευκρίνιση πολύ απαραίτητη. Ότι δηλαδή δεν κρύβεται ο διάβολος πάντοτε πίσω από κάθε ασθένεια, αρρώστια, αναπηρία, ατύχημα και λοιπά. Όχι, χίλιες φορές όχι, διότι έχουμε και τη φυσική φθορά του σώματος, με τα γηρατειά, τους πόνους και τόσα άλλα. Επίσης αρρώστιες έχουμε από την κακή μας διατροφή, από την ασωτεία κατά την διάρκειαν της νυκτός, από τη διάχυτη ραδιενέργεια, από τη ρύπανση του περιβάλλοντος, από τις τρελές .αγελάδες, από τις ορμόνες που βάζουν σε όλα τα τρόφιμα και σε όλα τα λαχανικά, από τις λοιμώδεις μεταδοτικές ασθένειες όπως είναι η χολέρα. Αρρώστιες έχουμε ακόμα και από κληρονομικότητα, όπως είναι το ζάχαρον, αρρώστιες έχουμε και προκαλεί η πείνα, όπως συμβαίνει στις χώρες του τρίτου κόσμου, όπου κάθε μέρα πεθαίνουν δυο τρείς χιλιάδες παιδιά από την πείνα. Δυό με τρείς χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν κάθε μέρα από την πείνα.
Μετά το «έδυσεν αυτήν ο Σατανάς», θέλει να μας πει ο Χριστός ότι πολλές θλίψεις, βάσανα, ατυχίες, αναπηρίες, αρρώστιες και άλλα, είναι αποτέλεσμα ενός δεσίματος του διαβόλου, με την βασική όμως προϋπόθεση είναι ότι ο ίδιος ο άνθρωπος με τη θέλησή του και εντελώς ελεύθερα, δίνει αυτό το δικαίωμα ώστε να τον δέσει ο διάβολος και να τον κάμει ό,τι θέλει προκαλώντας σ’ αυτόν μυριάδες ταλαιπωρίες. Το δε δικαίωμα αυτό το δίνουμε στο διάβολο με την ζωή μας, που είναι μακριά από το Θεό, την Εκκλησία και τα Άγια Μυστήρια, με τη ζωή μας που είναι γεμάτη από αδικία, πονηριά, κακία, μνησικακία, φθόνο, μίσος, κατάκριση, συκοφαντία, υπερηφάνεια, εγωισμό και λοιπά. Δηλαδή από το πλήθος των παθών που καλλιεργούμε καθημερινά μέσα μας.
Αυτό σημαίνει ότι γινόμαστε σκλάβοι των παθών μας, ώστε ο διάβολος μας δένει από τη μύτη και μας σέρνει όπου θέλει. Λαϊκά θα λέγαμε «μας χορεύει στο ταψί». Και στο τέλος μας οδηγεί δεμένους στην αιώνια καταστροφή της ψυχής μας, δηλαδή μας οδηγεί στην Κόλαση.
Δυστυχώς η αμαρτία αδελφοί μου, ή μάλλον οι κλίσεις μας προς το κακό και την αμαρτία, υπάρχει μέσα σε όλους τους ανθρώπους, σαν μικροβιακό καρκίνωμα, γι’ αυτό αν δεν προστρέξουμε αμέσως για θεραπεία στο γιατρό των ψυχών και των σωμάτων, δηλαδή στον Χριστό και στην Εκκλησία Του, γρήγορα θα κυριευθούμε από τα πάθη, και αφού γίνουμε σκλάβοι σ’ αυτά, θα μας πιάσει ο διάβολος, θα μας δέσει μ’ αυτά, και εν συνεχεία θα προκαλέσει αρρώστιες, θλίψεις, βάσανα, πειρασμούς και τόσα άλλα. Αλλά θα μας σύρει ακόμα όμως στο τέλος και στον αιώνιο θάνατο. Το βεβαιώνει και ο Αγιογραφικός λόγος, «τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος».
Και ενώ είμαστε σκλάβοι στα πάθη μας, και αιχμάλωτοι στις κακίες μας, και δη στη φιλαυτία μας, εμείς νομίζουμε και πιστεύουμε ότι είμαστε ελεύθεροι, ελεύθεροι να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Κι όμως δεν είμαστε ελεύθεροι. Μα καθόλου καθόλου ελεύθεροι. Είμαστε δεμένοι και αιχμάλωτοι των δαιμόνων διά μέσου της αμαρτίας και των παθών που τα τρέφουμε κάθε μέρα. Δηλαδή μέσα του ο άνθρωπος και πολύ βαθειά βαθειά μέσα στην καρδιά του είναι δεμένος και σκλάβος. Ας φαίνεται εξωτερικά ελεύθερος. Μέσα του είναι σκλάβος. Σ’ αυτή του όμως τη σκλαβιά, είναι απόλυτα υπεύθυνος ο ίδιος ο άνθρωπος, διότι συγκατατίθεται πρώτα στην προσβολή της αμαρτίας, του αρέσει κατόπιν αυτό το πράγμα, εν συνεχεία το κάνει λόγο και πράξη, ξανά στην πράξη, στην πράξη, στην πράξη, γίνεται συνήθεια, δευτέρα φύση στον άνθρωπον, οπότε σκλαβώνεται σ’ αυτά. Και τα επαναλαμβάνει διαρκώς, -γιατί;- διότι αγαπά μόνον τον εαυτόν του. Λυπάται μόνον τον εαυτόν του. Ασχολείται διαρκώς μόνον με τον εαυτόν του. Και δεν θέλει να πάθει τίποτα ο εαυτούλης του. Ο σημερινός άνθρωπος θέλει να είναι καλοπερασάκιας. Γι’ αυτό και είναι πάντοτε γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, παραπονιάρης, αλλά και εν συνεχεία είναι σκληρόκαρδος, άσπλαχνος, δεν τον ενδιαφέρει τίποτα περισσότερο, δυστυχώς, παρά μόνον ο εαυτός του.
Έτσι είμαστε οι περισσότεροι, και πρώτος εγώ.
Παρόλα αυτά δηλώνω φιλαυτία, και η φιλαυτία είναι η ρίζα όλων των παθών. Και όλων των κακιών που βρίσκονται μέσα στον άνθρωπο. Γι’ αυτό και ο Κύριος μάς συνιστά το «απαρνήσασθε εαυτόν» και συνέχεια διευκρινίζοντας λέγει ότι «ος αν γαρ θέλει σώσαι την ψυχήν αυτού, απωλέσει αυτήν». Δηλαδή για να ακολουθήσουμε τον Χριστό, και να γίνουμε σωστοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί, πρέπει να απαρνηθούμε τον αμαρτωλό εαυτό μας, με τα μύρια τόσα πάθη του, και όποιος θυσιάσει για την αγάπη του Θεού τον εαυτόν του και τη ζωή του ακόμη, αυτός και θα σωθεί - αυτό μας είπε ο Κύριος. Δηλαδή θα ανακαλύψει μέσα του τον αμαρτωλό εαυτό του με τα πάθη του, τις αδυναμίες του, τις κακίες του, πράγμα που δεν ψάχνουμε να το βρούμε μέσα μας, και εν συνεχεία να πάμε στον πνευματικό και να το ομολογήσουμε.
- Ψάχνω κάθε μέρα πάτερ μου μέσα μου και βρίσκω βρωμιά. Βρίσκω δυσωδία, βρίσκω αμαρτία, δεν μπορώ να απαλλαγώ απ’ αυτήν.
Όχι ψάχνω και δεν βρίσκω τίποτα! Τι είναι αυτό; Σκοτάδι είναι. Σκότος. Τελείως σκότος. Να λες ψάχνω και δεν βρίσκω τίποτα! Μα δεν ψάχνεις! Γιατί φοβάσαι να δεις το βάθος μέσα του εαυτού σου. Ο καθένας μας φοβάται. Γιατί άμα δει τον εαυτόν του θα είναι υποχρεωμένος να τον σταυρώσει. Και να τον σταυρώσει με την μετάνοια, για να μπολιαστεί συνέχεια, με το Πανάγιον Αίμα του Ιησού Χριστού. Να αποκτήσει καινούργιες συνήθειες, να κάνει καινούργια ζωή και να δώσει ολόκληρη τη ζωή του στον Χριστό και στην Εκκλησία. Έτσι μόνον θα σωθεί ο άνθρωπος. Όλα τα άλλα είναι μούφαρα.
Το δεύτερο πράγμα που είπαμε ότι θα μας απασχολήσει είναι το «απολέλυσαι της ασθενείας σου». «Σε είχε δέσει ο διάβολος με αυτή τη βαρειά αρρώστια. Αλλά εγώ ως Θεός, ως Λυτρωτής και Σωτήρας, σε λύνω», είπε ο Κύριος στην συγκύπτουσα εκείνη γυναίκα. Ο Χριστός αδελφοί μου είναι ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Είναι αυτός που θεραπεύει πάσαν νόσον και πάσαν πνευματικήν ασθένεια. Θεραπεύει και τα πάθη. Θεραπεύει και κάθε πληγή αδυναμίας και κακίας και πονηρίας. Άρα, αν δεν βάλει ο Θεός το χεράκι Του, δεν λύνεται ο άνθρωπος από καμιά αρρώστια, ούτε σωματική, ούτε πνευματική. Αυτός είναι που θεραπεύει. Που μας λύνει από τον πυρετό, όχι μόνον από τον πυρετό που πάει τριανταεννιά και σαράντα και σαράντα ένα, αλλά και από τον πυρετό της αμαρτίας! Είναι αυτός που εξαφανίζει τους όγκους των καρκινωμάτων, με ένα απλό σταύρωμα, είτε του ιερέως, είτε ενός Σταυρού που έχει άγια λείψανα, είτε ενός βαμβακιού που έχει άγιο μύρο. Αλλά είναι και αυτός όμως που εξαφανίζει κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού και τους όγκους των παθών. Είναι αυτός που μας σηκώνει από το κρεβάτι του πόνου. Αλλά είναι αυτός όμως που μας σηκώνε και από την παραλυσία της αμαρτίας. Μας δίνει φως στα τυφλά μάτια μας, όχι μόνον αυτά τα τυφλά τα μάτια τα σωματικά, αλλά φωτίζει και τα μάτια της ψυχής μας, αυτά τα ανοίγει, για να δούμε την αλήθεια και να θεραπευτούμε πριν να είναι αργά, πριν να έρθει ο θάνατος – γιατί θαρθεί! Σήμερα, αύριο, μεθαύριο, θάρθει. Θα έρθει οπωσδήποτε. Κανένας δεν ξέφυγε απ’ αυτόν. Πριν να είναι αργά, να πάμε στον ιατρό των ψυχών και των σωμάτων και να θεραπευθούμε. Αλλά δε μας λύνει από τις διάφορες αρρώστιες, επαναλαμβάνω λοιπόν, μας λύνει και από τα δεσμά εκείνα τα οποία τα σπάζει ο Θεός από τα δεσμά που μας έχει δέσει ο διάβολος.
Με τη δική μας συγκατάθεση μας δένει ο Σατανάς. Αλλά και με την δική μας πάλι συγκατάθεση μας λύνει ο Θεός. Και όπως ο διάβολος ψάχνει αφορμές κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή για να μας δέσει και να μας σκλαβώσει, έτσι και ο Θεός, που δεν θέλει τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψει και ζειν αυτόν, μέχρι την τελευταία του στιγμή, δημιουργεί πλήθος από ευκαιρίες για να μας λύσει και να μας σώσει.
Χθές το πρωί, (ή προχθές;) σ’ ένα νοσοκομείο, μέχρι τελευταία στιγμή, δεν ήθελε κάποιος να ακούσει ούτε καν για Θεό. Και τη στιγμή που άρχισε να πέφτει σε κώμα, πήγε μια κυρία από ένα διπλανό κελί. Ούτε η γυναίκα του ούτε οι συγγενείς, να τολμήσουν να του πουν κάτι για το Θεό, και αυτή του μίλησε. Και του μίλησε για το Θεό. Και του είπε «να πιστέψεις στον Θεόν», και να αρχίζει να τον παρακαλεί, κα να λέει «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον». Και την ώρα που ήταν να κλείσει τα μάτια του και να φύγει για πάντα, άρχισαν να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια του.
Δεν θέλει ο Θεός τον θάνατον του αμαρτωλού, μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του. Θα βρεθεί όμως σε μας κάποιος κοντά, εκείνη τη στιγμή, να μας πει «πάτερ Στέφανε μη φοβάσαι, ο Θεός είναι εύσπλαχνος και αγαθός, κάνε κουράγιο, κάνε υπομονή, κάνε προσευχή, λέγε την ευχή», και συ Μαρία και Κατερίνη, και Θεοδώρα και Γιάννη και Κώστα και Παύλο, - που θα βρεθούμε αυτήν την στιγμήν. Αν όμως μας σκοτώσει ένα αυτοκίνητο; Και αν ξαφνικά μας πάρει το κεφάλι απότομα, πότε θα προλάβουμε να πούμε «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»;
Για να μην φτάσουμε λοιπόν και στον βίαιο θάνατο, καλόν είναι να καλλιεργήσουμε την μνήμη του θανάτου, και την ετοιμασία μας γι’ αυτή τη στιγμή, από σήμερα.
Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να τρέξουμε στην παντοδύναμη φιλανθρωπία του Θεού, και αφού αναγνωρίσουμε την αθλιότητά μας, τη βρωμιά μας, τη δυσωδία μας και την αμαρτωλότητά μας, τότε με όλη μας την καρδιά και με όλη μας την ψυχή και με όλες μας τις δυνάμεις και την πίστη και με δάκρυα μετανοίας να ζητήσουμε από το Χριστό, να μας ελεήσει και να μας σώσει.
Ο Χριστός μας ελεεί, ο Χριστός μας λύνει, ο Χριστός μας σώζει, χαρίζοντάς μας την λυτρωτική λήθη από τον παλιό κακό εαυτό μας. Δεν υπάρχει ούτε ένας χριστιανός, και αυτό το λέγει η πείρα των αγίων, που να ένοιωσε μέσα στην καρδιά του αυτήν την απολύτρωση, αυτό το λύσιμο, αυτήν την ελευθερία, αυτό το ξελάφρωμα, και να μην πιστέψει ότι έργον καθαρά του Αγίου Θεού.