Εξορκισμός δαιμονίου
Κάποτε πήγαν έναν δαιμονισμένο στον αββά Λογκίν.
Αυτός από πολύ ταπείνωση είπε:
- Εγώ δεν μπορώ. Δεν είμαι άξιος εγώ για ένα τέτοιο μεγάλο έργο. Ποιος είμαι εγώ για να κάνω προσευχή για να θεραπευθεί ο άρρωστος και να βγει το δαιμόνιο. Πήγαινέ τον εδώ δίπλα στον αββά Ζήνωνα.
Εκαναν υπακοή οι συγγενείς, πήραν τον δαιμονισμένο, ήταν δεμένος με σχοινιά και με αλυσίδες και τον πήγαν δίπλα στον αββά Ζήνωνα.
Επήρε αυτός, έβαλε το πετραχειλάκι του και άρχισε να διαβάζει εξορκιστικές ευχές.
Το δαιμόνιο λοιπόν αρχίζει και φωνάζει:
- Βρε, γέρο τράγο Ζήνωνα, νομίζεις ότι θα βγω επειδή μου διαβάζεις εσύ τώρα; Αν θα βγω, θα
βγω επειδή από μέσα εκεί στη σπηλιά τη σκοτεινή και τη βρωμερή, κάποιος εκεί με σκουντά για να βγω. Και βγαίνω.
Και βγήκε.
Η ταπείνωσις έβγαλε το δαιμόνιο.
Κάποτε πήγαν έναν δαιμονισμένο στον αββά Λογκίν.
Αυτός από πολύ ταπείνωση είπε:
- Εγώ δεν μπορώ. Δεν είμαι άξιος εγώ για ένα τέτοιο μεγάλο έργο. Ποιος είμαι εγώ για να κάνω προσευχή για να θεραπευθεί ο άρρωστος και να βγει το δαιμόνιο. Πήγαινέ τον εδώ δίπλα στον αββά Ζήνωνα.
Εκαναν υπακοή οι συγγενείς, πήραν τον δαιμονισμένο, ήταν δεμένος με σχοινιά και με αλυσίδες και τον πήγαν δίπλα στον αββά Ζήνωνα.
Επήρε αυτός, έβαλε το πετραχειλάκι του και άρχισε να διαβάζει εξορκιστικές ευχές.
Το δαιμόνιο λοιπόν αρχίζει και φωνάζει:
- Βρε, γέρο τράγο Ζήνωνα, νομίζεις ότι θα βγω επειδή μου διαβάζεις εσύ τώρα; Αν θα βγω, θα
βγω επειδή από μέσα εκεί στη σπηλιά τη σκοτεινή και τη βρωμερή, κάποιος εκεί με σκουντά για να βγω. Και βγαίνω.
Και βγήκε.
Η ταπείνωσις έβγαλε το δαιμόνιο.